«Η ποίησή του είναι βαθιά και στιλπνή σαν όνειρο, μυστηριακή και τέλεια σαν κρύσταλλο» ισχυρίσθηκε κάποτε ο Μποντλέρ, ενώ ο σερ Άρθουρ Κόναν Ντόιλ είχε αναρωτηθεί: «Πού ήταν το αστυνομικό μυθιστόρημα πριν του εμφυσήσει την πνοή της ζωής»; Και, βέβαια, είναι ο πρίγκιπας της φαντασίας, ο περιπλανώμενος μοναχικός ταξιδευτής στα βασίλεια του εφιάλτη και του θανάτου, ο παθιασμένος ποιητής του ζόφου και του λυκόφωτος, ο συγγραφέας του ακραίου, του υπερβολικού, του παράδοξου, του υπέρτατου, που ωθεί το καθετί πέρα από τα όριά του:
Σε εκείνη τη σκοτεινή περιοχή όπου η λογική απέχει ελάχιστα από την παράνοια, με τις δυνατότητες του ανθρώπινου πνεύματος να αμφισβητούνται ευθέως.
Πρώτος, επίσης, εκείνος συνέλαβε τη σύνθεση του ποιήματος πάνω σε ένα αυστηρά δομημένο σχεδιασμό, ενώ η παράξενα ποιητική του υπόσταση δεν έπαψε να εμφανίζεται πολλαπλασιαστικά στον μονίμως αινιγματικό και μισοσκότεινο κόσμο των διηγημάτων του. Και, ακόμη, εάν υπάρχει κάποιος που να κατέχει ομόθυμα μία περίοπτη θέση στη διαμόρφωση και εξέλιξη του διηγήματος -σε παγκόσμια κλίμακα- αυτός δεν είναι άλλος από τον Έντγκαρ Άλλαν Πόε (1809-1849), ο οποίος μέσα από ένα ευρύτατο φάσμα ιστοριών έφτασε σχεδόν την τελειότητα: διηγήματα φαντασίας, ορθολογισμού, αστυνομικής έρευνας, τρόμου, εγκλήματος και ψυχικής ανάλυσης.
Μάλιστα, όσον αφορά στις αστυνομικές ιστορίες, υπήρξε -στην ουσία- ο επινοητής τους. Με τις «Δολοφονίες της οδού Mοργκ» ο Πόε καθιέρωσε τον αστυνομικό ντετέκτιβ που αναζητά λογικές λύσεις στην αμείλικτη γεωμετρία του εγκλήματος. Στο δε «Βαρέλι του Aμοντιλάδο», συνδυάζεται η ανατριχιαστική ιστορία εκδίκησης με την ενδελεχή ψυχολογική μελέτη, ενώ από τα διηγήματα φαντασίας και βίας, το «Oυίλιαμ Oυίλσον» αποτελεί -δίχως άλλο- μία υποδειγματική σπουδή στο θέμα της διπλής προσωπικότητας.
Ο Πόε έμελλε να δώσει και μερικές εξαιρετικές ιστορίες τρόμου και εσωτερικής διερεύνησης με στοιχεία αλληγορίας, όπως η περίφημη «Bερενίκη», η οποία πραγματεύεται το θέμα της πρόωρης ταφής και της επιστροφής των νεκρών. Επίσης, η εντυπωσιακή -από κάθε άποψη- «Πτώση του οίκου των Ασερ» έρχεται να αποκρυσταλλώσει όλη τη θεματική του συγγραφέα: Ένα διήγημα ή αλλιώς μια αξεπέραστη ελεγεία της παρακμής, του αδιεξόδου και του θανάτου, ένας αιχμηρός στοχασμός πάνω στην αναζήτηση της αιώνιας ομορφιάς που περιστοιχίζεται, ωστόσο, από τα αδιέξοδα της θνητής υπόστασης.
Άλλωστε, αυτό είναι το υπέρτατο όριο που ελκύει υπνωτιστικά αυτόν το ιδιοφυή συγγραφέα: ο Θάνατος. Μία έμμονη ιδέα που αναδεικνύεται -με απαράμιλλη ευρηματικότητα- στις πιο ακραίες εκδοχές της: τη δολοφονία, τη μοίρα του φυσικού θανάτου, την ακαθόριστη απειλή ενός επικείμενου τέλους, τον φιλοσοφικό στοχασμό πάνω στον αναπόφευκτο αφανισμό. Όμως, αυτή η γοητεία του θανάτου, όπως διαχέεται από όλο το έργο του Πόε, δεν οφείλεται σε κάποιο νοσηρό «πυρετό», αλλά αποτελεί μία άμεση συνέπεια της απόλυτα -και άνευ όρων- λογικής συνειδητοποίησης του αλλόκοτου, του ασύλληπτου, του αδιανόητου.
Mε άλλα λόγια, είναι ένας συγγραφέας που εστιάζει στο φανταστικό μέσα από μία αυστηρή και αναπόδραστη λογική και όχι τάχα από την άρνησή της. Δημιουργός νέων μορφών και επινοητικός εξερευνητής άγνωστων χώρων ξεδιπλώνει -εν τέλει- το θέμα του σε βάθος και όχι σε έκταση, τοποθετώντας τα φαινομενικά δευτερεύοντα στοιχεία στο επίκεντρο του αφηγηματικού ενδιαφέροντος.
Έντγκαρ Άλλαν Πόε
«Το κοράκι»
Μετάφραση: Γιώργος Αλισάνογλου
Εκδόσεις: Σαιξπηρικόν
Σελίδες: 52
Όπως και να ’χει, τα περισσότερα από τα ποιήματά του –κάτι που φαίνεται από αυτήν την εμβληματική δίγλωσση έκδοση με τίτλο «Το κοράκι» σε χαρακτικά του Γκυστάβ Ντορέ- βασίζονται πάνω σε μία θεωρία, την οποία ο Πόε πρώτος συνέλαβε: Τη θεωρία τού να κατασκευάζεις ποιήματα πάνω σε μια δεδομένη και αυστηρά μελετημένη ποιητική. Το «Αl Aaraaf», για παράδειγμα, δημιουργήθηκε με τη σαφή πρόθεση να εκθέσει την αισθητική θεωρία του Πόε: Η ομορφιά ανήκει στη δικαιοδοσία της τέχνης, ο καλλιτέχνης πρέπει να αποκαλύπτει την αλήθεια μέσω της ομορφιάς και οφείλει να κρατήσει την τέχνη μακριά από το πάθος.
Επίσης, στο ποίημα «Στην Ελένη» περιγράφει πώς ένας καλλιτέχνης που χάθηκε στις τρικυμιώδεις θάλασσες των παθών, ξαναβρίσκει την καλλιτεχνική του πατρίδα μέσα από την ομορφιά μιας γυναίκας. Στο «Israfel» υποδεικνύει ότι σε τούτο τον κόσμο ο ποιητής μπορεί να πλησιάσει την αλήθεια μόνο μέσα από το πέπλο των ωραίων μορφών, ενώ στο «The Sleeper» και στο «City in the Sea» ξεδιπλώνεται μια σειρά από εικόνες, όλες βγαλμένες από την προκατάληψη ότι εκείνοι που πέθαναν αναπαύονται άνετα στους τάφους τους, μόνο για όσο χρόνο τους θυμούνται οι φίλοι τους που επέζησαν.
Όσο για το πιο διάσημο ποίημά του, «Το κοράκι», περιγράφει την απαρηγόρητη λύπη του θλιμμένου εραστή που αδυνατεί να πιστέψει στη μεταθανάτια ζωή. Το ποίημα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1836 και αφηγείται τη μυστηριώδη επίσκεψη ενός κορακιού που μιλάει σε έναν απογοητευμένο εραστή, καταδεικνύοντας την αργή κατάβαση του ανθρώπου στην οδύνη και στην τρέλα. Ο εραστής, που συχνά αναγνωρίζεται ως μαθητής, θρηνεί για την απώλεια της αγαπημένης του Ελεονόρας.
Καθισμένο στην προτομή της Παλλάδας, το «κοράκι φαίνεται να ενοχλεί τον αφηγητή με τη συνεχή επανάληψη της φράσης «Ποτέ πια».
Πρόκειται για μια ποιητική σύνθεση γεμάτη με λαϊκές, μυθολογικές, θρησκευτικές και κλασικές αναφορές, με τον Πόε να ισχύρίζεται ότι έγραψε το «Κοράκι» λογικά και μεθοδικά, με την πρόθεση του να φτάσει σε ένα αποτέλεσμα που θα συνδύαζε ταυτόχρονα την ανάλυση, τις ψευδαισθήσεις, την πρωτοτυπία στην ποιητική δομή, ακόμη και την εικονογράφηση!
Εδώ, μέτρο, ρυθμός, ομοιοκαταληξία, μουσικές συνηχήσεις, πυκνότητα νοημάτων και ποιητική εικόνα, αποτελούν ένα αδιαχώριστο σύνολο. Και όλα αυτά, από έναν ποιητή που είδε πριν από οποιονδήποτε άλλο το μεγαλείο στον συμβολισμό, την υπεραισθαντικότητα, τη μυστικοπάθεια, και την ασυνήθιστα ζοφερή, υποβλητική διάθεση. Ένα είναι βέβαιο: έπειτα από τη γνωριμία του αναγνώστη με τον κόσμο του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, τίποτα δεν θα είναι πια το ίδιο…
Γιάννης Μαρής
«Το κόκκινο βάζο»
Εκδόσεις: Άγρα
Σελίδες: 328
Μια πλούσια γυναίκα, η Λένα Κορονέλλου, κάτοικος Ψυχικού, ξυπνάει μες στη νύχτα με την εντύπωση πως κάποιος βρίσκεται στο δωμάτιό της. Εντελώς φοβισμένη, πυροβολεί και ο άγνωστος πέφτει νεκρός. Ανάβοντας το φως, διαπιστώνει πως σκότωσε τον άντρα της. Ταυτόχρονα, ένα κρυστάλλινο κόκκινο βάζο πέφτει από το τζάκι στο πάτωμα και θρυμματίζεται. Η γυναίκα βγαίνει από το δωμάτιο σαν τρελή, και όταν επιστρέφει με τους υπηρέτες της βίλας της το πτώμα έχει εξαφανιστεί ενώ το βάζο είναι και πάλι στη θέση του. Αναρωτιέται τότε αν το επεισόδιο συνέβη στην πραγματικότητα ή αν απλώς το φαντάστηκε. Στο μεταξύ, ο άντρας της, ο οποίος θα ταξίδευε στη
Θεσσαλονίκη για δουλειές, είναι άφαντος. Τι κρύβεται πίσω από όλα αυτά; Η εμφάνιση του Γιάννη Σιγανού, παλιού φίλου της Κορονέλλου, ο οποίος αναζητεί την αλήθεια για τα μυστηριώδη γεγονότα, δίνει άλλη τροπή στην υπόθεση. Είναι αυτός που θεωρεί πως το κόκκινο βάζο είναι το κλειδί του προβλήματος.
Τζέημς Τζόυς
«Το πορτρέτο της νιότης του καλλιτέχνη»
Μετάφραση: Μαίρη Σαρασιώτου
Εκδόσεις: Ζαχαρόπουλος
Σελίδες: 368
«Το Πορτρέτο της νιότης του καλλιτέχνη» του Τζέιμς Τζόυς (1882-1941) είναι ένα μυθιστόρημα εν μέρει αυτοβιογραφικό όπου ο συγγραφέας αναπλάθει, χρησιμοποιώντας φανταστικά στοιχεία, το περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγάλωσε. Κεντρικός ήρωας είναι ο Στήβεν Δαίδαλος προικισμένος με ιδιαίτερη ευφυΐα, ευαισθησία, χαρακτήρα, που προσπαθεί, καθώς ανοίγει τα δικά του «φτερά», να ισορροπήσει ανάμεσα στην καλλιτεχνική του φύση που τον εξυψώνει ακόμα και σε όσα μπορούν να τον περιορίσουν. Το πορτρέτο του Στήβεν αφορά τον αγώνα της πνευματικής, ηθικής, κοινωνικής εξέλιξής του από παιδί σε έφηβο και τελικά σε ενήλικα, καθώς σφυρηλατείται μέσα από τους βασικούς πυλώνες της παραδοσιακής ιρλανδικής κοινωνίας των αρχών του εικοστού αιώνα (οικογένεια, εκπαιδευτικό σύστημα, θρησκεία και καθολικό ιερατείο), προσπαθώντας να πετάξει μακριά απ’ ότι τον βαραίνει και να ακολουθήσει το πεπρωμένο του, που είναι η ενασχόληση με την τέχνη.
Χαρούκι Μουρακάμι
«Περί μουσικής και μόνο»
Μετάφραση: Σταύρος Παπασταύρου
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 368
Το πάθος του Χαρούκι Μουρακάμι για τη μουσική έχει πολύ βαθιές ρίζες. Πριν στραφεί στη συγγραφή, διηύθυνε ένα τζαζ κλαμπ στο Τόκιο, ενώ η αισθητική και συναισθηματική δύναμη της μουσικής αναδύεται από όλα τα πολυαγαπημένα του λογοτεχνικά έργα. Στο ανά χείρας βιβλίο, ο Μουρακάμι πραγματοποιεί ένα προσωπικό του όνειρο: να κάνει μια συζήτηση εκ βαθέων με τον φίλο του και παγκοσμίου φήμης διευθυντή ορχήστρας Σέιτζι Οζάουα για την κοινή τους αγάπη.
Οι δύο σπουδαίοι καλλιτέχνες μιλούν αποκλειστικά περί μουσικής: από τον Μπραμς ως τον Μπετόβεν, από τον Λέοναρντ Μπέρνσταϊν ως τον Γκλεν Γκουλντ, από τη συλλογή δίσκων ως την όπερα, και για πολλά άλλα, προσφέροντάς μας τη μοναδική ευκαιρία να αντιληφθούμε τον τρόπο που σκέφτονται δύο μετρ.
Άρτεμις Λεοντή
«Εύα Πάλμερ-Σικελιανού – Υφαίνοντας τον μύθο μιας ζωής»
Μετάφραση: Κατερίνα Σχινά
Εκδόσεις: Πατάκη
Σελίδες: 480
Έξυπνη και ωραία, με κόκκινα μαλλιά που έφταναν ως το πάτωμα, η Εύα Πάλμερ ήταν μια πλούσια ντεμπιτάντ της Νέας Υόρκης που σπούδασε αρχαία ελληνικά στο Κολέγιο Μπρυν Μορ πριν γυρίσει την πλάτη της στη συμβατική κοινωνία, για να ζήσει ως λεσβία στο Παρίσι. Αργότερα, ακολούθησε τον Ρέυμοντ Ντάνκαν (αδελφό της Ιζαντόρα) και τη σύζυγό του στην Ελλάδα και παντρεύτηκε τον Άγγελο Σικελιανό το 1907. Ταγμένη ολόψυχα στον σκοπό της, η Εύα αναδημιούργησε αρχαίες καλλιτεχνικές μορφές και σκηνοθέτησε αρχαία ελληνική τραγωδία με δική της χορογραφία, κοστούμια, ακόμα και μουσική. Στην προσπάθειά της να αναβιώσει το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, καταστράφηκε οικονομικά και επέστρεψε στην Αμερική το 1933. Την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου μπήκε στη μαύρη λίστα επειδή επέκρινε σφοδρά τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και δεν κατάφερε να αποσπάσει βίζα για να επισκεφθεί την Ελλάδα παρά λίγους μόλις μήνες πριν πεθάνει. Αντλώντας από το υλικό εκατοντάδων επιστολών που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα και παρουσιάζοντας πολλές αδημοσίευτες ως τώρα φωτογραφίες, η βιογραφία της Πάλμερ είναι μια ολοζώντανη αναδημιουργία της αλησμόνητης ιστορίας μιας σημαντικής αντικομφορμίστριας.