Η Φωκίωνος Νέγρη έχει γίνει το αγαπημένο μου spot για την πραγματοποίηση συνεντεύξεων. Εκεί έχω γνωρίσει όμορφους ανθρώπους, με ξεχωριστές ιστορίες και βιώματα που με έχουν κάνει να νιώθω πιο πλούσια στη ψυχή. Την περασμένη εβδομάδα, η Σύλβια Κουρεντζή έγινε ένας από αυτούς.
Η 29χρονη σήμερα Σύλβια, γεννήθηκε intersex. Έχει σπουδάσει Ψυχολογία και τα τελευταία χρόνια εργάζεται ως ψυχολόγος. Από το 2015 εργάστηκε στην Praksis ως Special Advisοr, όπου απέκτησε πολλά εφόδια και βίωσε, όπως λέει, ορισμένες από τις πιο σημαντικές εμπειρίες της ζωής της. Ύστερα όμως από ένα επεισόδιο σεξουαλικής παρενόχλησης τον περασμένο Ιούλιο, αποχώρησε από την οργάνωση, της οποίας εξακολουθεί να αισθάνεται κομμάτι παρά το μεμονωμένο κακοποιητικό συμβάν που βίωσε.
Η πρώτη μας επαφή ήρθε μέσω των social media λίγες μέρες αφότου πληροφορήθηκα για την εμβληματική έκβαση της υπόθεσής της αναφορικά με την τρανσφοβική σωματική κακοποίηση που δέχτηκε την Πρωτομαγιά του 2015, από ιδιοκτήτη bar στα Ψαχνά Ευβοίας. Η ανταπόκρισή της στην πρόσκληση να γνωριστούμε από κοντά και να κάνουμε μία ειλικρινή συζήτηση, ήταν θερμή.
Η Σύλβια μοιράζεται μαζί μας την ιστορία της και μιλάει για το χρονικό της υπόθεσης, την καταδίκη του δράστη και την εμβληματική ανάδειξη του ρατσιστικού κινήτρου στην υπόθεσή της, η οποία ανοίγει τον δρόμο στα trans και intersex άτομα που έχουν υποστεί κακοποιητική συμπεριφορά εξαιτίας της ταυτότητας φύλου τους και των χαρακτηριστικών φύλου τους αντίστοιχα, να διεκδικήσουν τη δικαίωσή τους.
«Γεννήθηκα ένα παιδί πολύ διαφορετικό, κυριολεκτικά, οργανικά και ορμονικά, δεδομένου ότι είχα διάφορες φυσικές παραλλαγές στα χαρακτηριστικά φύλου μου (χρωμοσώματα, γονάδες, ορμονικά προφίλ κλπ.) και συνδυασμούς χρωμοσωμικών γονότυπων και γεννητικών φαινοτύπων διαφορετικών από ΧΥ-αρσενικό και ΧΧ-θηλυκό. Η αποδοχή των γονιών μου ήρθε από τη στιγμή που βγήκα από την κοιλιά της μητέρας μου», αρχίζει να μου διηγείται η Σύλβια. «Χάρη στην εξέταση του Μοριακού Καρυότυπου (την οποία πλέον πέρα από τους ψυχιάτρους, γράφουν και ενδοκρινολόγοι στο δημόσιο), οι δικοί μου μπόρεσαν να διακρίνουν πριν ακόμη γεννηθώ τις φυσικές παραλλαγές. Έτσι, από οκτώ ετών άρχισα να πηγαίνω σε ψυχολόγο. Προτού καταλήξω στον άνθρωπο που με βοήθησε πραγματικά, κακοποιήθηκα ψυχικά από αρκετούς “ειδικούς” ψυχικής υγείας, οι οποίοι προσπαθούσαν να με πείσουν ότι είμαι αγοράκι. Ένας ψυχίατρος είχε πει χαρακτηριστικά στους γονείς μου “Γιατί το γεννήσατε; Γιατί δεν το ρίξατε;”».
Πριν από 21 χρόνια, όταν και άρχισε η Σύλβια να επισκέπτεται ψυχολόγο, δεν υπήρχε η έννοια της ταυτότητας φύλου, γεγονός που καθιστούσε ακόμη πιο δύσκολη τη θεραπευτική σχέση ενός trans ή intersex θεραπευόμενου με τον ψυχοθεραπευτή του. «Δεν μπορούσε να γίνει κατανοητό στους ανθρώπους πως η περίπτωσή μου δεν αποτελούσε ζήτημα σεξουαλικής προτίμησης, αλλά γενετικό. Είναι άλλο πράγμα ο σεξουαλικός προσανατολισμός από τα χαρακτηριστικά και την ταυτότητα φύλου», μου εξηγεί η Σύλβια.
«Εν τέλει, για καλή μου τύχη βρέθηκα σε έναν παιδοψυχολόγο που έθιξε το ζήτημα της ταυτότητας φύλου και του διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού. Ήταν ο πρώτος που θυμάμαι να με ρωτάει: “Θα προτιμούσες να είσαι αγοράκι, κοριτσάκι ή και τα δύο”; Ο άνθρωπος αυτός με ξεκλείδωσε και έδωσε το σωστό feedback στους γονείς μου, οι οποίοι είχαν και εποπτεία από ειδικούς που τους έδιναν κατευθύνσεις για τα θέματα που με δυσκόλευαν ως παιδί λόγω της διαφορετικότητάς μου».
Τα σχολικά χρόνια και η κακοποίηση που υπέστη ως παιδί
Η κακοποίηση που υπέστη η Σύλβια Κουρεντζή ως παιδί από την κοινωνία λόγω της διαφορετικότητάς της, ξεκίνησε απ’ όταν πήγε στο σχολείο. «Μεγάλωσα στην Αγία Παρασκευή όπου και πήγα δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο, ωστόσο για μία περίοδο οι γονείς μου με είχαν μεταφέρει σε ένα σχολείο στου Παπάγου, όπου το περιβάλλον ήταν αρκετά πιο αυστηρό. Τα παιδιά δεν δέχονταν εύκολα τη διαφορετικότητα. Εκεί υπέστην και τον πρώτο βιασμό μου. Μία ομάδα αγοριών, έφεραν το μόριό τους στο πρόσωπο μου και με απειλούσαν πως αν μιλήσω και δεν υποκύψω σε άλλα πράγματα, θα δείξουν το βίντεο που τραβούσαν στο σχολείο και στους γονείς μου». Δεδομένου ότι η σχέση της με τους γονείς της ήταν ειλικρινής, τους μίλησε αμέσως για το συμβάν και εκείνοι απευθύνθηκαν στη διευθύντρια. «Δεν θα ξεχάσω πως γύρισε και τους είπε “δεν μπορώ να τα βάλω με όλο το σχολείο για να υπερασπιστώ το παιδί σας”. Είπε αυτό το πράγμα για ένα τόσο σοβαρό θέμα! Ακόμη το σκέφτομαι και βουρκώνω».
«Έτσι, επέστρεψα στο σχολείο στην Αγία Παρασκευή όπου και παρέμεινα μέχρι το τέλος της σχολικής μου ζωής. Υπάρχουν άτομα από το σχολείο με τα οποία έχω φιλικές σχέσεις μέχρι σήμερα και με έχουν στηρίξει πολύ. Φυσικά υπήρχαν κι εκείνοι που φρόντιζαν να με πειράζουν τακτικά και να με λένε π****η, όμως οι γονείς μου δεν επέτρεπαν αυτές τις συμπεριφορές και πάντα με υπερασπίζονταν. Ήταν πολύ προστατευτικοί – σε αντίθεση με τους καθηγητές στο σχολείο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, την πρώτη μέρα που γνώρισα έναν μαθηματικό μας, εκείνος άθελά του να μου λέει “κάτσε κοριτσάκι” και η τάξη να γελάει. Αντί να ζητήσει όμως συγγνώμη ή να πει στα παιδιά να μην γελάνε, απλά σώπασε».
Η διαδικασία της φυλομετάβασης και η στήριξη των γονιών της
Για τη Σύλβια, η διαδικασία της φυλομετάβασης εκκινήθηκε με την θερμή υποστήριξη της οικογένειάς της. «Η διαδικασία ξεκίνησε από αρκετά νωρίς για μένα, ενώ λόγω της γενετικής μου κατάστασης δεν έχει χρειαστεί να πάρω ορμόνες. Η ορμονοθεραπεία έγινε μόνο αναγκαστικά έξι μήνες πριν την επέμβαση επαναπροσδιορισμού φύλου. Λόγω του ότι το σύστημα στην Ελλάδα ψυχιατρικοποιεί τα άτομα που αντιμετωπίζουν ζητήματα με την ταυτότητα και τα χαρακτηριστικά φύλου, ξεκίνησα να πηγαίνω σε ψυχίατρο πριν την έναρξη της διαδικασίας, ώστε να αποδείξω ότι δεν έχω κάποιο ψυχιατρικής φύσεως πρόβλημα και να μπορέσω να πάρω τη γνωμάτευση για να επισκεφθώ τον ενδοκρινολόγο. Καθ’ όλη τη διαδικασία της φυλομετάβασης, υπήρχε στο πλευρό μου διεπιστημονική και ιατρική ομάδα με βάση το Λονδίνο όπου και έγινε η επέμβαση».
Τα οιστρογόνα που χρειάστηκε να πάρει για τρεις μήνες πριν την επέμβαση, την έκαναν πολύ ευαίσθητη εκείνο το διάστημα όπως μου λέει. «Με το που τελείωσα την ορμονοθεραπεία, πέρασαν άλλοι τρεις μήνες και τότε μου έδωσε το ΟΚ ο γιατρός μου, για να μπορέσω να διορθώσω οργανικά αυτό που εκ γενετής δεν βρισκόταν σε ισορροπία, όπως στα υπόλοιπα παιδιά. Έτσι, πραγματοποιήθηκε η επέμβαση επαναπροσδιορισμού στο Λονδίνο με την οικονομική στήριξη των γονιών μου. Δεν θα υπήρχα αν δεν υπήρχαν οι γονείς μου. Η αγκαλιά της μητέρας μου είναι καταφύγιο μέχρι σήμερα».
Στην Ελλάδα το κόστος της επέμβασης επαναπροσδιορισμού φύλου δεν καλύπτεται για τα trans και intersex (διαφυλικά) άτομα, τα οποία θα έπρεπε να δικαιούνται την κάλυψη όπως οι υπόλοιποι πολίτες. «Πριν από μερικές εβδομάδες σημειώθηκε μια θετική εξέλιξη, καθώς σύμφωνα με το σχέδιο νόμου που πέρασε “Μεταρρυθμίσεις στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή”, διασφαλίζονται τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα των intersex ατόμων με γνώμονα την ομαλή ανάπτυξη του φύλου και της προσωπικότητάς τους. Αυτό είναι ένα πρώτο σημαντικό βήμα, που θα βοηθήσει και τις οικογένειες να προστατεύουν περισσότερο τα ίντερσεξ παιδιά τους, τα οποία πρώτα η πολιτεία οφείλει να προστατεύσει και να αγκαλιάσει και μετά η κοινωνία».
Το χρονικό της τρανσφοβικής σωματικής επίθεσης στα Ψαχνά Ευβοίας
Την Πρωτομαγιά του 2015, η Σύλβια Κουρεντζή βρισκόταν στο εξοχικό της στην Εύβοια, από όπου κατάγεται η μητέρα της. Εκείνο το βράδυ αποφάσιζε μαζί μ’ έναν οικογενειακό φίλο των γονιών της και την ξαδέρφη της μητέρας της να βγουν στα Ψαχνά για να γιορτάσει τα γενέθλιά της. Η περιγραφή που ακολουθεί αποτυπώνει όσα η ίδια κατέληξε να βιώνει μέχρι και σήμερα: «Μπαίνουμε στο μαγαζί, το οποίο ήταν ένας πολύ μεγάλος ενιαίος χώρος (όπως είπε ο ιδιοκτήτης στην κατάθεσή του είναι 198 τ.μ.). Η μπροστινή μεριά του bar ήταν γεμάτη και έτσι πήγαμε στη μέσα που ήταν άδεια. Το τονίζω αυτό για το κομμάτι των μαρτυριών, καθώς όσοι βρίσκονταν μπροστά δεν ήταν εύκολο να δουν τι συνέβαινε πίσω. Πίνουμε λοιπόν τα ποτά μας, η ξαδέλφη της μητέρας μου πηγαίνει στην τουαλέτα και τότε έρχεται ένας σερβιτόρος και μας λέει να πληρώσουμε και να φύγουμε γιατί “ο ιδιοκτήτης δεν γουστάρει π******ς και τραβέλια στο μαγαζί του”.
Εκείνη τη στιγμή ένιωσα καταρρακωμένη και προσβεβλημένη και δεν ήθελα να δώσω συνέχεια. Ζήτησα τον λογαριασμό, ο σερβιτόρος έκανε νόημα και τότε ήρθαν προς το μέρος μας έξι άντρες – μαζί με τον ιδιοκτήτη του μπαρ. Ο ένας μάλιστα εξ αυτών είχε για τατουάζ μια σβάστικα. Οι τρεις από τους έξι, μαζί με τον ιδιοκτήτη, με πλησιάζουν και εκείνος αρχίζει να με γρονθοκοπεί, πέφτω πάνω στο πάσο και ύστερα στο πάτωμα, όπου αρχίζουν όλοι τους να με κλωτσάνε αποκαλώντας με “τράβελο” και “βρωμόπουσ*α”».
Την ώρα που πηγαίνω να σηκωθώ, ο ιδιοκτήτης βγάζει έναν σουγιά με σκοπό να μου επιτεθεί και ο Βασίλης, ο οικογενειακός μας φίλος, μπαίνει μπροστά για να με προστατεύσει και μαχαιρώνεται. Όταν ήρθε η ξαδέρφη μου από την τουαλέτα, καλέσαμε την αστυνομία και ο Βασίλης μαχαιρωμένος έτρωγε ακόμα ξύλο. Η αστυνομία έλεγε στο τηλέφωνο “κι εμείς γιατί να έρθουμε”; Τους απείλησα πως αν δεν έρθουν θα απευθυνθώ στη ΓΑΔΑ και εν τέλει ήρθε ένα περιπολικό – με έναν μόνο αστυνομικό, πράγμα το οποίο δεν επιτρέπεται».
Η αστυνομική αυθαιρεσία που βίωσε η Σύλβια Κουρεντζή στο Τμήμα Αρτάκης
Η Σύλβια υπέδειξε στον αστυνομικό τα άτομα που της επιτέθηκαν και εκείνος αρνήθηκε να τους συλλάβει όλους, παίρνοντας στο Τμήμα μόνο τον ιδιοκτήτη με την αιτιολογία ότι είναι ο ηθικός αυτουργός. «Οδηγούμαστε στο Τμήμα Αρτάκης, εγώ καταθέτω ενώ ζαλίζομαι και αρνούνται να ανοίξουν το παράθυρο. Βίωσα την αστυνομική αυθαιρεσία. Με φώναζαν πατσαβούρα, τραβέλι, με άφησαν λιπόθυμη χωρίς νερό. Ο Aξιωματικός Yπηρεσίας άρχισε να πετάει την ταυτότητα μου, στην οποία έλεγε ότι είμαι άντρας και όταν κατάλαβε ότι είμαι τρανς γυναίκα μου είπε: “τραβέλι είσαι ρε;”. Του απάντησα ότι είμαι διεμφυλικό/τρανς άτομο, έχω κάνει επέμβαση επαναπροσδιορισμού φύλου, έχει γίνει το δικαστήριο για την αλλαγή των εγγράφων μου, ωστόσο δεν έχω πάρει ακόμη τη νέα ταυτότητα. Του είπα ότι θα καταγγείλω το συμβάν στην οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ανήκω, στο ΣΥΔ, και είπε: “στα α**ίδια μου, κουμάντο εδώ κάνουμε εμείς”. Ήμουν απροστάτευτη. Έπεσα κάτω μη μπορώντας να αναπνεύσω καλά και έλεγαν “σηκώστε την πατσαβούρα από το πάτωμα”. Αφού λιποθύμησα δύο φορές αναγκάστηκαν να ειδοποιήσουν το ΕΚΑΒ. Μεταφέρθηκα με οξυγόνο και ο φίλος μας ο Βασίλης που βρισκόταν στο τμήμα μαχαιρωμένος, ήρθε μαζί μου στο φορείο».
«Ενώ βρίσκομαι τραυματισμένη στον Ευαγγελισμό, έρχονται να με συλλάβουν στο νοσοκομείο με την αιτιολογία ότι μου έκανε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση ο ιδιοκτήτης του μπαρ. Την ώρα δηλαδή που εγώ μεταφερόμουν χτυπημένη από εκείνον στο νοσοκομείο, τον άφησαν ελεύθερο, ενώ είδαν μπροστά στα μάτια τους τα αίματα του Βασίλη που είχε μαχαιρωθεί. Βγαίνοντας από το νοσοκομείο γίνεται η σύλληψή μου. Με πηγαίνουν ξανά στην Αρτάκη για να απολογηθώ για όσα είπε ο ιδιοκτήτης, που ισχυριζόταν ότι τον χτυπήσαμε εμείς. Στο τμήμα μου παίρνουν όλα τα πράγματα και μου λένε ότι αν δεν πάρω πίσω την κατάθεση – ιδιαίτερα για τους αστυνομικούς αλλά και για τον ιδιοκτήτη – θα μείνω στο κρατητήριο και θα οδηγηθώ τη Δευτέρα στην Εισαγγελία για να απολογηθώ. Τους είπα ότι δεν παίρνω τίποτα πίσω και έτσι έμεινα στο κρατητήριο καθώς ήταν Σαββατοκύριακο».
Τότε η εισαγγελέας της υπόθεσης τηλεφώνησε στο τμήμα και ζήτησε ρητά να αφεθεί η Σύλβια ελεύθερη. «Ο διοικητής τρόμαξε πολύ, με άφησε αμέσως, μου επέστρεψε τα πράγματά μου και με ρωτούσε κιόλας αν θέλω τσιγάρο. Ο τρόπος με τον οποίο με αντιμετώπισε η ελληνική αστυνομία, με έκανε να καταλάβω γιατί τα άτομα της κοινότητάς μας φοβούνται να πάνε μπροστά τις υποθέσεις τους. Διότι οι αστυνομικοί δεν είναι κατάλληλα εκπαιδευμένοι από το κράτος, σχετικά με το πώς πρέπει να φέρονται στην ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Μόλις πριν από μερικές ημέρες εξέδωσε η ΕΛΑΣ εγχειρίδιο για την αντιμετώπιση της βίας σε βάρος των ΛΟΑΤΚΙ+ πολιτών και έχουμε ακόμη πολύ δρόμο. Ένα εγχειρίδιο δεν είναι αρκετό, χρειάζεται ριζική εκπαίδευση».
Η οδύσσεια της εκδίκασης της υπόθεσης και η ανάδειξη του ρατσιστικού κινήτρου
Η συζήτησή μας φτάνει στην πρώτη εκδίκαση της υπόθεσης το 2020. Όπως μου εξηγεί η ίδια, «συνολικά έγιναν οκτώ αναβολές εκ μέρους του κατηγορούμενου ιδιοκτήτη του bar και η υπόθεσή μου κινδύνευε να παραγραφεί. Στην πρωτόδικη, ο ιδιοκτήτης καταδικάστηκε με 16 μήνες φυλάκιση με αναστολή για επικίνδυνη σωματική βλάβη με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, δηλαδή λόγω ταυτότητας και χαρακτηριστικών φύλου και για σωματική βλάβη κατά του φίλου μου του Βασίλη».
«Για οποιονδήποτε εγκληματία παρεμβαίνει σ’ ένα άλλο σώμα, η κοινωνία σπεύδει να πει ότι το θύμα προκάλεσε – όπως είπε ο ιδιοκτήτης και για μένα στο δικαστήριο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, όταν εκείνος ισχυρίστηκε ότι προκάλεσα βγάζοντας τον στηθόδεσμό μου, η εισαγγελέας να του απαντάει: “ακόμα και τον στηθόδεσμό της να έβγαλε, δεν δικαιολογείται καμία επίθεση”».
Την ίδια χρονιά, με τον ιδιοκτήτη του bar να έχει καταδικαστεί πρωτόδικα, η Σύλβια ξεκινάει παράλληλα τη διαδικασία προσφυγής κατά του ελληνικού δημοσίου μαζί με τον δικηγόρο της, Βασίλη Σωτηρόπουλο, με αφορμή την καθυστέρηση μιας ιδιαίτερα σημαντικής υπόθεσης που αφορούσε σωματική βλάβη. «Από την προσφυγή μου προς την έδρα της Χαλκίδας σχετικά με τις επαναλαμβανόμενες αναβολές στην εκδίκαση της υπόθεσής μου, αποζημιώθηκα με 3.000 ευρώ για επικίνδυνη νομολογία». Όνειρό της όπως μοιράζεται μαζί μου, είναι με αυτά τα χρήματα να ιδρύσει τη δική της οργάνωση για ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, η οποία θα σχετίζεται με τον στεγαστικό άξονα και το κομμάτι της διεκδίκησης.
«Ο ιδιοκτήτης στο μεταξύ άσκησε έφεση. Ενώ η εφέσιμη ήταν προγραμματισμένη για τον Ιούνιο του 2022, εκείνος δεν εμφανίστηκε για μία ακόμη φορά στο δικαστήριο με τη δικαιολογία ότι έχει γαστρεντερίτιδα. «Η Πρόεδρος εκνευρίστηκε τόσο πολύ, που για να μην παραγραφεί η υπόθεση αποφάσισε ότι η δίκη θα γίνει μέσα στο καλοκαίρι – και έτσι και έγινε, στις 12 Ιουλίου. Ο εισαγγελέας στην έφεση ανέδειξε με τη σειρά το ρατσιστικό κίνητρο της υπόθεσης. Θυμάμαι να λέει στον ιδιοκτήτη ο οποίος ισχυριζόταν πως τον χτυπήσαμε εμείς “πώς είναι δυνατόν να μη τη χτυπήσατε εσείς, ενώ την αποκαλούσατε έμφυλη και της αποδίδατε υβριστικούς χαρακτηρισμούς;”. Ακόμη και εκείνη τη στιγμή, εντός της αίθουσας, για να με προκαλέσει, πότε με αποκαλούσε “αυτός” και πότε “αυτή”. Η τελική ποινή για εκείνον, αναδείχθηκε σε 12 μήνες φυλάκιση με αναστολή».
Κομβικό σημείο της έφεσης, αποτέλεσε η απρόσμενη παρουσία του αστυνομικού που είχε κληθεί στο συμβάν στα Ψαχνά. «Αυτός ο άνθρωπος παραδέχτηκε στην ουσία εκείνη την ημέρα ότι δεν έκανε σωστά τη δουλειά του, αφότου ο πρόεδρος του είπε, “κύριε, εσείς γιατί δεν ειδοποιήσατε αμέσως τον εισαγγελέα για την ιατροδικαστική εξέταση εφόσον το θύμα σας ανέφερε τα τραύματά του; Γιατί έπρεπε να λιποθυμήσει στο αστυνομικό τμήμα για να οδηγηθεί στο νοσοκομείο; Άρα δεν κάνατε καλά τη δουλειά σας”». Η Σύλβια επιθυμεί στο μέλλον να κινηθεί νομικά κατά του αστυνομικού και της αμέλειάς του, ανοίγοντας ξανά τη συγκεκριμένη υπόθεση η οποία μπήκε πρόσφατα στο αρχείο.
Η ζωή συνεχίζεται και είναι όμορφη
Φθάνοντας στο παρόν, τη βλέπω απέναντί μου να χαμογελάει ανακουφισμένη και συγκινημένη για την κατάληξη της υπόθεσής της. «Τώρα νιώθω ότι μπορώ να αρχίσω να ξεπερνάω όσα βίωσα, γιατί επί τόσα χρόνια αναβίωνα με κάθε αφορμή αυτό που είχα υποστεί. Νιώθω πλέον ότι μπορώ να ησυχάσω. Την πρώτη εβδομάδα μετά τη 12η Ιουλίου, ήμουν παγωμένη, δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι όλη αυτή η οδύσσεια των δικαστηρίων είχε φύγει από πάνω μου. Πέρα όμως από τις δίκες, βίωσα το 2020 και τον θάνατο του Βασίλη, του αγγέλου μου που μαχαιρώθηκε για να με προστατεύσει. Βρέθηκε σε όλες τις δίκες ως μάρτυρας και έφυγε από τη ζωή πέντε χρόνια μετά το συμβάν, από καρκίνο.
«Η επόπτριά μου με την οποία συζητάμε για τα δικά μου περιστατικά, μου είχε πει ότι το πένθος ήταν σαν ένα μαυροφορεμένο πέπλο μπροστά μου κι εγώ έμαθα σιγά-σιγά να το κάνω πολύχρωμο. Δεν φεύγει το πένθος, μαθαίνεις όμως να ζεις με αυτό. Θέλω επίσης να τονίσω, πως ο σπουδαίος ψυχίατρος Γεώργιος Φλούδας με βοήθησε στη διαχείριση του μετατραυματικού στρες που βίωσα και είναι ο μόνος ψυχίατρος αυτή τη στιγμή που βρίσκεται σε κάποια δημόσια δομή και στηρίζει ψυχιατρικά τα trans και intersex άτομα. Μάλιστα, αναλαμβάνει και παιδιά που βρίσκονται στο στάδιο της ορμονοθεραπείας και του transition».
Η Σύλβια Κουρεντζή είναι το πρώτο άτομο στην υπόθεση του οποίου αποδεικνύεται το ρατσιστικό κίνητρο λόγω ταυτότητας και χαρακτηριστικών φύλου, μέσω της εφαρμογής του άρθρου 82Α του Ποινικού Κώδικα, το οποίο αφορά το «έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά». «Έως τώρα ο αντιρατσιστικός νόμος είχε προστατεύσει έναν πρόσφυγα, στην υπόθεση του οποίου είχε αναγνωριστεί ότι ξυλοκοπήθηκε ακριβώς επειδή είναι πρόσφυγας. Σε ζητήματα ταυτότητας φύλου όμως, είναι η πρώτη φορά που εφαρμόζεται ο νόμος. Όπως λένε οι νομικοί, πρόκειται για μία εμβληματική υπόθεση καθώς πλέον τα άτομα της κοινότητας μπορούν να βασιστούν στην εφαρμογή ενός νόμου, με τον οποίο τους δίνεται το δικαίωμα να αναδείξουν την ύπαρξη του ρατσιστικού κινήτρου», τονίζει.
«Αυτό που κρατάω περισσότερο από όλο αυτό το δυστοπικό ταξίδι, είναι, κατά το κλείσιμο της πρωτόδικης, η απάντηση της Προέδρου όταν ο ιδιοκτήτης του bar της είπε “της δίνετε δύναμη”. Εκείνη του απάντησε “να μην παρεμβαίνετε σε άλλα σώματα γιατί εσείς της δίνετε δύναμη”. Εκείνη τη στιγμή ένιωσα πως τουλάχιστον τα εκτελεστικά όργανα μπορούν να μας προστατεύουν πλέον. Υπάρχει δικαίωση. Κρατάω επίσης ότι όταν ο δικηγόρος μου αγόρευσε, με υπερασπίστηκε και μίλησε για το τι σημαίνει σεξουαλικός προσανατολισμός, για το πώς είναι να γεννιέσαι intersex άτομο».
Έχοντας περάσει περισσότερες από δύο ώρες μαζί και παίρνοντας μια ανάσα από το χρονικό της κακοποίησης, δεν θα μπορούσαμε να μη μιλήσουμε για τον στιγματισμό των trans και intersex ατόμων από την ελληνική κοινωνία. «Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν στο μυαλό τους ότι τα τρανς και ίντερσεξ άτομα, ασχολούμαστε με τη σεξεργασία. Αυτό είναι μύθος. Επίσης, τα περισσότερα άτομα που το κάνουν, αναγκάζονται να το κάνουν για να επιβιώσουν. Όταν δεν διαθέτεις ταυτότητα φύλου, δεν μπορείς να δουλέψεις νόμιμα (ούτε σε οίκο ανοχής), ενώ δεν δικαιούσαι και σύνταξη. Η κυβέρνηση ιδρύει Επιτροπές Στρατηγικής, κάνει κανονικό pink washing, ωστόσο δεν αποφασίζει να μας δώσει μια σύνταξη. Πώς θα σταματήσει λοιπόν η σεξουαλική εργασία;».
Λίγο πριν κάνουμε μια σφικτή αγκαλιά και αποχαιρετήσουμε η μία την άλλη, μνημονεύουμε τον Ζακ, την Zackie Oh. «Τον Ζακ τον γνώριζα προσωπικά. Ήταν ένας αξιοθαύμαστος ακτιβιστής και αξιοθαύμαστη είναι και η οικογένειά του. Δεν μπορεί κανείς που δεν το έχει βιώσει να καταλάβει πώς είναι να κυνηγάνε ένα άτομο που έχει υποστεί επαναλαμβανόμενη βία και ζει μέσα στον τρόμο. Εμένα, στη φυλομετάβασή μου, μου έχει τύχει να βγάζει τύπος μαχαίρι στο λεωφορείο και να λέει “π***τη θα πεθάνεις”. Φυσικά και εκείνη τη στιγμή θα με κατακλύσει ο φόβος εάν νιώσω απροστάτευτη».
«Τον Ζακ τον κλωτσούσαν με ρατσιστικό μένος στο κεφάλι. Μετά από τα απανωτά χτυπήματα που δέχτηκε, έπιασε απλά ένα κομμάτι γυαλί από την σπασμένη τζαμαρία, για να σώσει τη ζωή του. Είπε “μην με πλησιάζετε”, ήταν σε αυτοάμυνα. Θα μπορούσα να είχα βρεθεί στην ίδια ακριβώς θέση. Όπως είπε ο δικηγόρος μου, είμαι τυχερή που δεν ήμουν στη θέση του Ζακ. Ο Ζακ ζήτησε βοήθεια και αυτό πρέπει να ακουστεί. Ήταν μόνος του. Στη δική μου περίπτωση υπήρξε ένας Βασίλης που “θυσιάστηκε” για μένα. Εγώ είχα έναν άγγελο και δεν με μαχαίρωσαν. Δεν ξέρω τι θα είχε συμβεί εάν δεν υπήρχε εκείνος».
«Έχω κουραστεί να βιώνω κυνηγητό και τρανσφοβία. Φτάνει πια». Τα λόγια της Σύλβιας έχουν τρυπώσει στην καρδιά μου και την αποχαιρετώ με την υπόσχεση ότι η επόμενή μας συνάντηση θα είναι γεμάτη χαρά και διασκέδαση, μακριά από τις δυσάρεστες αναμνήσεις του παρελθόντος.