Φέτος συμπληρώνονται 184 χρόνια από τότε που γιορτάστηκε για πρώτη φορά επίσημα η 25η Μαρτίου για την επανάσταση του 1821. Δηλαδή, το 1838 καθιερώθηκε με διάταγμα η ημέρα μνήμης των Ελλήνων Αγωνιστών του 1821. Οι εορτασμοί έλαβαν χώρα στην τότε Μητρόπολη της Αθήνας, την Αγία Ειρήνη, η οποία βρίσκεται μεταξύ των οδών Αιόλου και Αθηνάς. Στην ίδια εκκλησία, όπου το 1843 κηδεύτηκε το Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, εκεί όπου έγινε δοξολογία για το Ελληνικό Σύνταγμα.
Έκτοτε ο εορτασμός αυτός καθιερώθηκε σε όλο το πανελλήνιο.
Ποιά συμβάντα οδήγησαν όμως στο να καθιερωθεί η 25η Μαρτίου; Τι είχε γίνει εκείνη την ημέρα του 1821; Πριν το 1838, ως εθνική εορτή θεωρούσαν την 1η Ιανουαρίου, σύμφωνα με τον συγγραφέα Δημήτρη Φωτιάδη στο «Όθωνας – Μοναρχία», καθώς τότε ψηφίστηκε από την 1η Εθνοσυνέλευση της Πιάδας (Νεας Επιδαύρου) το 1ο Ελληνικό «Σύνταγμα», δηλαδή το «Προσωρινό Πολίτευμα». Μια πρακτική που αρμόζει σε ένα σύγχρονο κοσμικό κράτος. Από το 1834 και μετά, οι εορτασμοί για την Εθνική Παλιγγενεσία γίνονταν σε ημερομηνίες σχετιζόμενες με τη βασιλική οικογένεια, όπως γράφει η ιστορικός Χριστίνα Κουλούρη, η οποία ερεύνησε τους εορτασμούς τύπου εθνικής εορτής.
Η Επανάσταση είχε ξεκινήσει στην Πελοπόννησο μέρες πριν την 25η, όμως συνέφερε για συγκεκριμένους λόγους να καθιερωθεί η ημέρα εκείνη. Με βασιλικό διάταγμα του Όθωνα, ο οποίος ήθελε να κόψει κάθε δεσμό με την Α΄ Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου, που ψήφισε πολίτευμα δημοκρατικό, κατάργησε την Πρωτοχρονιά ως μέρα Εθνικής γιορτής και με το διάταγμά του αυτό αυθαίρετα τη μετέθεσε στις 25 Μάρτη. Η Εκκλησία σε πλήρη σύμπνοια με το Παλάτι θεώρησε ότι έπρεπε να δώσοει την δική της εκδοχή για το πως διαδραματίστηκε η ιστορία, παραχαράσσοντάς την και σκυλεύοντας την Επανάσταση, με σκοπό να ταυτίστουν το νεοελληνικό κράτος με την ορθοδοξία. Γεγονός που επιβεβαιώνει και το Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων «Δόγμα», αναφέροντας ότι δύο άνθρωποι ευθύνονται για αυτήν την αλλαγή ημερομηνίας: ο αγωνιστής του 1821 και τότε Δήμαρχος της Αθήνας Δημήτρης Καλλιφρονάς και ο Γεώργιος Γλαράκης, γραμματέας της Επικρατείας επί των Εκκλησιαστικών, Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και Εσωτερικών, ο οποίος είχε προτείνει στον βασιλιά Όθωνα την έκδοση διατάγματος το οποίο θα καθόριζε την 25η Μαρτίου ως ημέρα εθνικής εορτής.
Ένας άλλος μύθος για την 25η είναι η «δήθεν ύψωση του λάβαρου από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στη Μονή της Αγίας Λαύρας την 25η Μαρτίου του 1821, όπου τάχα ορκίστηκαν οι αγωνιστές», όπως έχει δηλώσει στο παρελθόν ο ακαδημαϊκός Βασίλης Κρεμμυδάς. «Η Επανάσταση στην Πελοπόννησο δεν ξεκίνησε καν την ημερομηνία εκείνη, αλλά λίγο νωρίτερα. Ο ίδιος ο Γερμανός, άλλωστε, στα απομνημονεύματά του αναφέρει ότι την ημέρα εκείνη βρισκόταν σε άλλο χωριό. Το λάβαρο το ύψωσε, πράγματι, αλλά αυτό έγινε λίγες μέρες αργότερα, στην Πάτρα. Ο θρύλος της Λαύρας εντασσόταν στις μεταγενέστερες προσπάθειες να συνδεθεί η θρησκευτική με τη νεοαναδυόμενη εθνική ταυτότητα».
Από τον 4ο αιώνα τιμάται την 25η Μαρτίου ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Η γιορτή αυτή της -ακόμη και σήμερα- επίσημης θρησκείας του ελληνικού έθνους-κράτους μετράει αιώνες και συνδέθηκε με την γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας. Έτσι, για την αλλαγή της ημερομηνίας λέγεται πως «η εθνική γιορτή έχανε τον πολιτικό και επαναστατικό χαρακτήρα και έπαιρνε θρησκευτική απόχρωση» με ό,τι συνεπαγόταν κάτι τέτοιο για τις διεκδικήσεις περί δημοκρατικότητας και συντάγματος.
Η πρωτοβουλία dëcoloиıze hellάş που ασκεί μια συστηματική κριτική και αντιπαράθεση με την επίσημη και καθαγιασμένη ιστορία του έθνους-κράτους, είχε σχολιάσει στο παρελθόν στην Popaganda πως οι διακηρύξεις των επαναστατών περιείχαν καλέσματα στην βάση της θρησκευτικής ομογενοποίησης και φυλετικής διαφοροποίησης από τους μισάνθρωπους Ασιάτες (βλ. Υψηλάντης) αναπαράγοντας, στην ουσία, τον διαχωριστικό, ηγεμονικό και ρατσιστικό λόγο της αποικιοκρατίας. Συγκεκριμένα, ο Νικόλας Κοσματόπουλος είχε πει: «Στον Θούριο του Ρήγα, στους υπόλοιπους στίχους που δεν είναι γνωστοί στο κοινό, ούτε διαβάζονται στο σχολείο, υπάρχουν καλέσματα για μια εξέγερση, κάτω από το σύμβολο του σταυρού κι όχι μόνο στο όνομα του έθνους. Στην σημερινή ανάγνωση της επανάστασης, για τους αστούς ήταν η εθνική καταπίεση, για τους αριστερούς η κοινωνική καταπίεση. Αναδεικνύοντας την θρησκεία ως βασικό πλαίσιο διαχωρισμού και προσθέτοντας την μη ανοχή σε αλλόθρησκους κάνουμε την σύνδεση με την αποικιοκρατία πιο αυτονόητη».
Η γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας δηλαδή συνδέεται με την έναρξης μιας «αιματηρής ιστορίας 200 χρόνων αλληλοσφαγών στην περιοχή. Σε αυτήν την περίοδο και σε αυτήν την περιοχή, η σύσταση εθνικών κρατών συχνά ταυτίζεται με την εθνοκάθαρση του Άλλου, του αλλόπιστου, του μιαρού, του εθνικά ή φυλετικά ξένου», συνέχισε ο Νικόλας Κοσματόπουλος.
Φτάσαμε, λοιπόν, σε ένα ελληνοχριστιανικό, ορθόδοξο κράτος, χωρίς διαφορετικότητες, το οποίο φαίνεται να κατασκεύασε την Ιστορία κατά το δοκούν.