Πριν όχι πολλά χρόνια, με αφορμή ένα τηλεριάλιτι μόδας στο οποίο οι κριτές προσλήφθηκαν για να κάνουν κατά κύριο λόγο τις γυναίκες να νιώθουν άβολα μέχρι και για τις βλεφαρίδες τους, υπονομεύοντας σαδιστικά την αυτοπεποίθηση τους, έγραψα ένα άρθρο, το οποίο δέχτηκε σκληρή κριτική από πολλές κυρίως θηλυκότητες. Κατηγορήθηκα για τον τρόπο που προσπάθησα να υπερασπιστώ τα κορίτσια του συγκεκριμένου προγράμματος, από πρόσωπα που γνώριζα και με γνώριζαν, αποδίδοντας μου μέχρι και τον χαρακτηρισμό «μισογύννισα».
Το άρθρο εκείνο, που έγινε viral με ακραία θετικά και ακραία αρνητικά σχόλια, ήταν άστοχο απ’ την αρχή μέχρι το τέλος, και πολύ συνειδητά έχω επιλέξει να παραμένει ενεργό στο χάος του διαδικτύου, ώστε να μπορώ να επιστρέφω κάθε φορά που θέλω να μου υπενθυμίσω τη διαδρομή που έχω με κόπο και απώλειες κάνει. Το άρθρο εκείνο, ήταν μια εξόφθαλμα λανθασμένη διατύπωση των όσων σκεφτόμουν τότε και που σήμερα μπορώ να το διακρίνω εξαιτίας της γνωριμίας μου με τον φεμινισμό και τον λόγο που αρθρώνουν σπουδαίες στα μάτια μου γυναίκες. Έτσι, πολύ σταδιακά άρχισα να αφαιρώ και έπειτα να προσθέτω λέξεις στο λεξιλόγιο μου, να προσέχω περισσότερο στην αρχή και να κατακτώ μέρα με τη μέρα, μια νέα ματιά στο κοινωνικό συγκείμενο.
Όλα αυτά, τα μοιράζομαι με αφορμή τη φωτογραφία που ανάρτησε στο προσωπικό της προφίλ στο Instagram, η ηθοποιός Κλέλια Ρένεση, κρατώντας την τότε δύο μηνών κόρη της, τοποθετώντας στο επίκεντρο το σώμα των γυναικών και τη βία που αδιάκοπα δεχόμαστε. Ανάμεσα στα όσα έγραψε, τοποθετήθηκε και για το πώς η ίδια αντιλαμβάνεται τη μητρότητα, ενώ αναφέρθηκε στην «αναπηρία» με στιγματιστικό και προσβλητικό τρόπο. Αποτέλεσμα της ανάρτησης αυτής, ήταν την πρώτη μέρα να δεχτεί αποθεωτικά σχόλια, ενώ την επόμενη ακολούθησε μια ισοπεδωτική κριτική και αποδόμηση.
Για πολλές γυναίκες, όπως και για εμένα, η αποθέωση της μητρότητας είναι τρίγκερινγκ, μιας και συμβαδίζει με τα κυρίαρχα στερεότυπα που έχουν δημιουργηθεί και λειτουργήσει καταπιεστικά για όλες μας, με την κάθε μία από εμάς να το βιώνει διαφορετικά. Οι ερμηνείες που μπορούν να δοθούν για την έννοια της μητρότητας, είναι όσες και οι γυναίκες που πάτησαν, πατούν και θα πατήσουν αυτόν τον πλανήτη. Άλλες τη βιώνουν σαν αποστολή, άλλες σαν μια συνθήκη που καλώς τις βρήκε, ενώ άλλες δεν τις αφορά. Και είναι όλα εντάξει, όταν δεν κυριεύονται από άγχος, πίεση και φόβο, γιατί το σώμα μας μάς ανήκει, γιατί είναι από μόνο του αρκετό, χωρίς να αναζητά «συνέχεια» για να αυτοπροσδιοριστεί. Οφείλουμε να παίρνουμε την επιθυμία της κάθε μίας από εμάς κατά γράμμα και η μητρότητα δεν μπορεί να αποτελεί προσταγή και «φορετή αποστολή» για καμιά. Ο σεβασμός που αξιώνουμε σε αυτήν την πατριαρχική κοινωνία που αφήνει ανεξίτηλα τα σημάδια της καταπίεσης πάνω μας, δεν αφορά το αν θα γίνουμε ή όχι μάνες, αλλά τις μάχες που δίνουμε καθημερινά σαν μονίμως διωκόμενες υπάρξεις, σε έναν αφιλόξενο για εμάς και τις ανάγκες μας κόσμο.
Σύμφωνα με τα παραπάνω και ως άτεκνη γυναίκα 33 χρονών, που δεν έχει χτυπήσει ούτε κατά λάθος το «βιολογικό της ρολόι», δεν μπορώ να πω ότι το συγκεκριμένο σχόλιο της ηθοποιού με εκφράζει με τον τρόπου που γράφτηκε, αναγνωρίζω όμως ότι είχε καλή πρόθεση και πως είναι μια γυναικά που κατά καιρούς έχει πάρει θέση και σε άλλα ζητήματα, δίπλα στην πλευρά των καταπιεσμένων. Ενδεικτικά έχει τοποθετηθεί στην υπόθεση της Ηριάννας, του Ζακ, ενώ τοποθετήθηκε συχνά και πάνω στο ξέσπασμα του ελληνικού #metoo. Νομίζω επίσης ότι έχει ένα νόημα να αναγνωρίσουμε ότι η συγκεκριμένη γυναίκα, κινείται επαγγελματικά σε έναν δύσκολο χώρο και παρόλα αυτά, δεν έχει διαστάσει να πάρει θέση προς μια καλή κατεύθυνση.
Η Κλέλια Ρένεση, δεν είναι μια γυναίκα που δήλωσε ποτέ πως είναι φεμινίστρια, οπότε θεωρώ προβληματικό να της χρεώνουμε την έλλειψη ενδεχομένως φεμινιστικού λόγου και γραφής, στήνοντας την στον τοίχο για μια κακή για εμάς διατύπωση, που καθρέφτιζε όμως και τη δική της αγωνία και ασφυξία, που νιώθουμε όλες.
Σχετικά με το «Αν σε ένα γυναικείο κορμί, εσύ βλέπεις μόνο το σκεύος ηδονής σου κι όχι το μεγαλείο του, είσαι ανάπηρος σε όλα τα τερέν, και τσάμπα σου δόθηκε το δώρο της ηδονής» που έγραψε, δικαίως η Κίνηση Χειραφέτησης Αναπήρων: «Μηδενική Ανοχή» έβγαλε αυτή την ανακοίνωση περί ρητορικής που εμπίπτει στον μισαναπηρισμό, καθώς και ότι ο όρος «ανάπηρος» δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελεί υβριστικό χαρακτηρισμό. Τη συμμερίζομαι και καλό είναι όλες, όλα και όλοι μας, να γίνουμε πιο συμπεριληπτικά στον λόγο μας. Μη ανάπηρες και ανάπηρες γυναίκες, όλα τα σώματα μαζί, δίνουμε τον αγώνα ενάντια στην κακοποίηση, τον σεξισμό και τον μισογυνισμό. Αυτό όμως που με προβληματίζει σε αυτή την περίπτωση, και πιστεύοντας αδιαπραγμάτευτα ότι η κριτική είναι απαραίτητη και μέρος της εξέλιξης μας, είναι πώς τελικά ασκείται κάθε φορά, αν έχει δηλαδή σκοπό να προβληματίσει και να δημιουργήσει μια αναστοχαστική διαδικασία στο υποκείμενο που απευθύνεται ή να το απομονώσει καλύπτοντας την ευκαιρία για ουσιαστικές σκέψεις και διατυπώσεις στη δημόσια σφαίρα, με μια εξοντωτική συνθηματολογία. Αυτό, το γράφω βάσει και των δικών μου βιωμάτων, για το κατά πόσο τελικά η πόλωση μας βοηθάει ή μας μπλοκάρει.
Πρέπει να επανεξετάσουμε ξανά τους τρόπους με του οποίους συνδιαλεγόμαστε, τοποθετώντας στον άξονα αυτών των διεργασιών περισσότερη φροντίδα και κατανόηση προς όλες μας, ακόμη και αν ο τρόπος μερικών από εμάς μοιάζει κάποιες φορές άγαρμπος, μας απογοητεύει ή μας στεναχωρεί. Ο φεμινισμός, δεν είναι μια Βίβλος με χρυσά γράμματα που αποστηθίζεται ύστερα από εντατική μελέτη, ούτε οι γυναίκες πρέπει να κρινόμαστε διαρκώς για το πόση διαδρομή έχουμε διανύσει σε σχέση με άλλες. Αυτό που ήθελε να γράψει η Κλέλια Ρένεση ήταν «Καμία Μόνη». Μπορεί να μην το έγραψε όσο φεμινιστικά θα θέλαμε, όμως μπορεί μετά από μέρες, μήνες ή χρόνια, ξαναδιαβάζοντας το να έχει κάνει μια άλλη διαδρομή σκέψης, που να την οδηγήσει και εκείνη σε άλλα συμπεράσματα. Μπορεί και όχι. Μπορεί να παραμείνει ένα σχόλιο με καλή πρόθεση και κακή διατύπωση.
Καμία Μόνη, λοιπόν. Ούτε η Κλέλια Ρένεση.