Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΘΕΑΤΡΟ

Η «Ρέα Φραντζή» είναι μια βιωματική παράσταση, «αφόρητα πραγματική»

Στην καρδιά των Εξαρχείων, έλαβε χώρα μια συμμετοχική περιπατητική δράση, η οποία απευθύνεται σε έναν θεατή κάθε φορά και οι ηθοποιοί περπατούν μαζί σου στα στενά του αθηναϊκού κέντρου, βυθίζοντάς σε στον θαυμαστό κόσμο του Χρήστου Βακαλόπουλου.
Φωτογραφίες: Χρήστος Μπουρελιάς

Έφτασα στο σημείο συνάντησης. Το Μότσι Γεωργίου με κοίταξε και με ρώτησε «έτοιμη;». Πήραμε μια βαθιά ανάσα και ξεκινήσαμε να ανηφορίζουμε. Σταμάτησε στα πρώτα βήματα και κοίταξε απέναντι, σε μια φωτογραφία γάμου μεγάλων διαστάσεων. «Ρέα Φραντζή. 32 χρόνων, μελαχρινή, ελαφρά ντυμένη», είπε και έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα για μια παράσταση που θα διαδραματιζόταν για μια θεάτρια μόνο. Ανεβήκαμε τη Μασσαλίας, σε μια εκ νέου γνωριμία με τον δημόσιο χώρο, σε μία περιπατητική performance, εμπνευσμένη από την Άννα Τζάκου και άρτια εκτελεσμένη από την ομάδα Geopoetics, η οποία χρησιμοποιεί ως κύριο αφηγηματικό άξονα την ιστορία της Ρέας Φραντζή, της κεντρικής ηρωίδας της «Γραμμής του Ορίζοντος» του Χρήστου Βακαλόπουλου. 

Μια μουσική ξετρυπώνει αναπάντεχα μέσα από το σακίδιο του Μότσι, που τρέχει ρυθμικά σε έναν πεζόδρομο κι εκεί καταλαβαίνω ότι πρόκειται να ακολουθήσει μια πολύ προσεκτικά σκηνοθετημένη διαδρομή, η οποία, σαν και το βιβλίο, είναι περήφανα εικονοπλαστική. «Υπήρχε μια μουσική παράνομη, ταλαιπωρημένη, αφόρητα πραγματική. Κοίταζε στα μάτια τον πόνο, δεν τον εξόριζε όπως το ραδιόφωνο, τον άφηνε να κυλάει και τον έστελνε εκεί όπου για μια στιγμή έπαυε να είναι πόνος και γινόταν κάτι άλλο, πολύ παράξενο», μουρμούρισε κι αφού τελείωσε την αφήγησή του, μου έδειξε με το χέρι του το δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσω. «Θα σε περιμένει εκεί. Ρέα Φραντζή. 32 χρόνων, μελαχρινή, ελαφρά ντυμένη», παρακινώντας με να διασχίσω τον δρόμο και να βρω τη γυναίκα που με χαιρετούσε σε ένα από τα απέναντι τραπέζια, με έναν τρόπο τόσο άμεσο, σχεδόν διαλεκτικό. 

Μότσι Γεωργίου.

Μερικά ψίχουλα στο τραπέζι, ένα στυλό, σημειώσεις πάνω στο χάρτινο σουπλά. Η Δόμνα Ζαφειροπούλου κύκλωνε τους υποτιθέμενους προορισμούς που σκεφτόταν να επισκεφθεί η Ρέα Φραντζή, μετά τον χωρισμό της, σαν να σε έπαιρνε κι εσένα μαζί της. Μου έδωσε μια καρτ ποστάλ, με μια θάλασσα και τη γραμμή του ορίζοντος. «Κράτησε τη μέχρι το τέλος», είπε γλυκά. Τότε, ήρθε ο Μανώλης Afolayan, κατά κόσμον γνωστός ως Mc Yinka, και είπε «Πάμε», οδηγώντας με σε ένα στενό της Δελφών, περνώντας ανάμεσα από τραπεζάκια γεμάτα κόσμο και σχολιάζοντας την κοινωνία και τις κατασκευές αυτής. «Άκου», με προσκάλεσε να αφουγκραστώ τις συζητήσεις γύρω μου, σε ένα πλήρως διαδραστικό ενσταντανέ και λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, άρχισε να τραγουδά με τη βαθιά φωνή του. Μια περαστική τον χαιρέτισε, εκείνος ανταπέδωσε και κάπως έτσι, βρεθήκαμε στην Πρασσά, έναν πεζόδρομο με μια κόκκινη γραμμή ζωγραφισμένη ανέκαθεν στο κέντρο του, η οποία θα μπορούσε να φτάνει μέχρι τον ορίζοντα, υπό τη συνθήκη που δεν αναγνωρίζεις πλέον τα όρια μεταξύ παράστασης και πραγματικότητας. Όλα είναι τόσο ρευστά.

Η καρτ ποστάλ «Η Γραμμή του Ορίζοντος».

Οι λέξεις ξεπηδούσαν αβάσταχτες από την Δήμητρα Μητροπούλου, η οποία με υποδέχτηκε φορώντας νυφικό κι αθλητικά και πλέον ήταν δύσκολο να μη συγκινηθείς από το πως η Ρέα Φραντζή επεξεργαζόταν και βίωνε τον χωρισμό. «[…] χιλιάδες φίλοι ψιθυρίζουν μέσα της καί τήν προειδοποιούν ότι, άν ανάψει κερί, θ’ απομακρυνθεί άπό τήν πραγματική ζωή, μετά δέν υπάρχει επιστροφή, άν ανάψεις ένα κερί, θά βάλεις φωτιά στά πάντα, άν άνάψεις κερί, θά διακόψεις τή σχέση σου μέ τήν κοινή λογική, είναι παράλογο ν’ άνάψεις τώρα κερί, καταφεύγεις έκεΐ γιατί δέν είσαι άρκετά δυνατή, μπορούμε νά σοΰ άποδείξουμε ότι δέν χρειάζεται ν’ άνάψεις κερί, τό χρειάζεσαι πραγματικά ή τό κάνεις επειδή βρέθηκες εδώ μόνη, τριανταδύο χρόνων, χωρισμένη χωρίς νά ξέρεις γιατί, μελαχρινή, άδύναμη, άντιφατική, ντροπαλή, φοβισμένη, δέκα βήματα άπό τήν άκρη τού γκρεμού;»

Δήμητρα Μητροπούλου.

Η καραμέλα που βρέθηκε αμέσως μετά στα χέρια μου ήταν αυτό ακριβώς που χρειαζόταν για να γλυκάνει την πικρία που πάντα αφήνει το αποτύπωμα ενός χωρισμού. Η Νέλλη Πουλοπούλου ξεπρόβαλε από ένα πάρκινγκ και με κοίταξε με κατανόηση στα μάτια. «Πρέπει να διαλέξεις με προσοχή τη στιγμή που θα πέσεις στη θάλασσα», είπε και συνεχίσαμε τον περίπατο, παρακολουθώντας μια ανθρωπογεωγραφική χαρτογράφηση της νεότερης μεταπολιτευτικής ελληνικής πραγματικότητας, μιλώντας για τη χούντα των Συνταγματαρχών, για τους νέους της εποχής και πως σκέφτονταν τότε να δράσουν, καθώς και τη δίψα που είχαν για ελευθερία.

Στις Μουριές στην Καλλιδρομίου, με περίμενε ο Γιάννης Κοκιασμένος, με ένα ποτήρι δροσερό νερό και δύο λουκούμια στο μπλε τραπέζι. Έβγαλε το καπέλο του κι άρχισε να τραγουδάει τα μπλουζ. Η αγωνία του να βρίσκεις το επόμενο άτομο και άρα, τη συνέχεια της παράστασης, είχε μια δόση αδρεναλίνης. Η επόμενη οδηγήτρια με κάλεσε να περιεργαστώ κάθε στοιχείο στην πολυσύχναστη Καλλιδρομίου, σαν τα μάτια μου να είναι κάμερα κι έπειτα, μου έδωσε ένα κλειδί, για να ξεκλειδώσω την εξώπορτα μιας πολυκατοικίας και να ανέβω στο διαμέρισμα, όπου λίγο αργότερα, ο Δημήτρης Αποστολόπουλος και η Διονυσία Μπαλαμώτη θα συζητούσαν για τις ανθρώπινες σχέσεις, την εξέλιξή τους στο χρόνο, την βιασύνη του σήμερα να ρίξεις τον άλλο στο κρεβάτι, κι όλα αυτά, ενώ έπαιζε στο βινύλιο μια μουσική που ενέτεινε και υπογράμιζε κάθε τους λέξη:

«’Άν ήταν 1983, θά είχε άνέβει μαζί της χωρίς νά τήν ρωτήσει κι όταν τελείωναν όπως όπως θά γύριζε άπό τήν άλλη μεριά, θά προλάβαινε καί θά γύριζε πρώτη άπό τήν άλλη μεριά. “Ολη τή νύχτα θά είχαν γυρισμένες τίς πλάτες καί μόνο τό πρωί θά γύριζαν πέντε λεπτά πριν σηκωθούν, θά τήν αγκάλιαζε καί μετά θά τής έλεγε δτι έχει μιά δουλειά. Μέσα σέ είκοσι χρόνια κατάφεραν νά γυρίζουν πολύ άνετα άπό τήν άλλη μεριά, αύτό ήταν τό πιό μεγάλο κατόρθωμα στήν Ιστορία τής άνθρωπότητας, οϊ ελεύθερες σχέσεις, ό σεβασμός τής προσωπικότητας, ή ισότητα των δύο φύλων, τό έλεγαν δλα τά περιοδικά, τό βροντοφώναζαν οι πανεπιστημιακές αναλύσεις, τό ύποστήρίζαν οι διαδηλωτές στούς δρόμους, τό πρότειναν τά τραγούδια, τό έβλεπαν στίς ταινίες, τό έγραφαν στά βιβλία, νά του γυρίζεις τήν πλάτη, νά τής γυρίζεις τήν πλάτη, τό πρωί νά έχετε μιά δουλειά. […]

Διονυσία Μπαλαμώτη.

Μελαχρινή, συμπαθητική, ξέρει νά κοιμάται μέ κάποιον χωρίς νά τόν γουστάρει, τό έχει μάθει πολύ καλά καί τό έχει βαρεθεί, άς επιμένουν τά διαφημιστικά. Σηκώνει τούς ώμους, πίνει μιά γουλιά, άν ήταν 1977, θά έλεγε ότι είναι φανταστικό αύτό τό κομμάτι καί τώρα μένει στή σιωπή, πίνει μιά γουλιά, αισθάνεται μιά κάποια συμπάθεια γι’ αυτόν τόν σχεδόν κουφό άνθρωπο πού παλεύει ν’ άνακαλύψει λίγη μουσική μέσα στό χάος, είκοσι χρόνια μετά. Δέν θά του γυρίσει τήν πλάτη, δέν θά κοιμηθεί μαζί του, θά του χαμογελάει άπό μακριά».

Ακολούθησε η συνάντηση με την Βασιλική Νομίδου στα σκαλιά που οδηγούσαν στο Λόφο του Στρέφη, στο μπαλκόνι του οποίου έληξε με τον πιο συν-κινητικό τρόπο η παράσταση «Ρέα Φραντζή», με θέα τον ορίζοντα που διέγραφαν οι βουνοκορφές που περικυκλώνουν την Αττική. Η Νεάπολη των Εξαρχείων λειτούργησε ως ένας τόπος αναφοράς, όπου ξανασυστήθηκα με την αγαπημένη μου περιοχή και το σπουδαίο αυτό έργο του Χρήστου Βακαλόπουλου κι είναι από τις φορές που θες να γράψεις τόσα πολλά και ταυτόχρονα τίποτα.

Γιατί, όπως γράφει κι ο συγγραφέας, «μόλις πεις την πρώτη λέξη όλα αλλάζουν, λες πράγματα που έχουν ειπωθεί εκατό χιλιάδες φορές, και σε απομακρύνουν αμέσως από αυτό που αισθάνεσαι». Γιατί ήταν μια παράσταση αφόρητα πραγματική για το μέσα μας και το έξω μας. Μια βουτιά στα άδυτα της ψυχής μας και ταυτόχρονα μια εξερεύνηση της επιφάνειας της πόλης, χωρίς αναπνευστήρα. Γιατί ο Βακαλόπουλος τα έχει περιγράψει όλα πριν από εμάς, για εμάς:

«Πίνουν διάφορα ποτά, ταξιδεύουν σέ διάφορα νησιά, έχουν συνεχώς τήν αίσθηση ότι δέν ήπιαν άκόμα τίποτα, δέν πήγαν πουθενά. Τά ανακατεύουν γιά νά ξεχάσουν ότι υπάρχει μόνο ένα ποτό, μία εικόνα, μία παραλία, ένα νησί. Πρέπει νά τό ξεχάσουν γιατί αλλιώς θά τρελαθούν, κάνουν ότι πίνουν διάφορα ποτά, δίνουν χιλιάδες ονόματα στά ποτά, λένε ότι βλέπουν εκατομμύρια εικόνες, έχουν πάει σέ όλα τά νησιά, μπορείς νά τά έχεις μέ όλους τούς άντρες, όλοι οί άντρες είναι οί ίδιοι, δοκίμασα όλους τούς άντρες καί μπορώ νά σάς πώ ότι είναι όλοι ίδιοι, όλα τά νησιά είναι τά ίδια, παντού τά ίδια εκατομμύρια ποτά, όλο τά ίδια καί τά ίδια μέ τά ίδια χιλιάδες ονόματα. Οταν υπήρχε μόνο ένα νησί κανένα νησί δέν ήταν ίδιο μέ τό άλλο, ελπίζω νά μέ καταλαβαίνεις…»

Η παράσταση «Ρέα Φραντζή: έξοδος» ανέβηκε μόνο για τέσσερις μέρες, για τις 28 και 29 Ιουνίου και τις 5 και 6 Ιουλίου, ωστόσο συζητιέται να ανέβει ξανά τον Σεπτέμβριο. 
POP TODAY
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.