CODEX 14

Είναι σχεδόν σίγουρο ότι το βράδυ ήρθε. Είτε αυτό, είτε κάποιος μοναχικός και πάνσοφος γέρων, προυπάρχων της αρχής του χρόνου και χώρου, με γενειάδες και άσπρα μαλλιά ,καθόλου χίπστερ, αλλά εμπεριέχων τα πάντα και φορέας του όλου έκλεισε τα φώτα έτσι για την ρομαντζάδα, την περιέργεια, την αφάνεια, και ίσως για να δοξάσει το σκοτάδι που είναι και αυτό μέρος του. Στην Εκκλησία καμπάνες βαράνε ακόμα, δεν έχει αρχίσει ο ύπνος κανενός, και στους δρόμους γύρω έχει συρρεύσει κόσμος για να αποτίσει φόρο τιμής στο καλοκαίρι που μπήκε. Παιδιά που τρώνε για πρώτη φορά μαλλί της γριάς. Ενήλικοι που το πουλάνε, ενήλικοι με ξυλοπόδαρα που πάντα ήθελαν να ξεχωρίζουν, αστυνομία με επίσημες στολές, πυροσβεστική, λιμενικό, αερονομία, ΚΥΠ και CIA παντού. Ξαφνικά ξεπετάγεται από τις εικόνες η Αγία Θέκλα και αρχίζει και τραγουδάει σπάνια ριζίτικα τραγούδια της Κάτω Ιταλίας και η ατμόσφαιρα γίνεται κατανυκτική και ο κόσμος σπάει προς όλες τις κατευθύνσεις διότι περίμενε διασκέδαση άλλου τύπου. Είπαμε , πρέπει να γίνεται και καμιά θρησκευτική εμποροπανήγυρις στο στενό αλλά είναι σχεδόν ανόσιο να ακούγονται  μοιρολόγια και άλλα τέτοια ντάουνερς σε αυτήν, ακόμα και αν είναι θεϊκή απόφασις της Αγίας, μάλλον θα γυρίσει στην εικόνα στεναχωρημένη, αλλά δεν μπορείς να έχεις απαιτήσεις ενώ μένεις 30 χρόνια σε ζωγραφιά στον τοίχο. Χρειάζεται η τρισδιάστατη παρουσία συνεχώς.