Όλους αυτούς του συναντώ στο φεστιβάλ Democracy is Coming που διοργάνωσε το Onassis USA στη Νέα Υόρκη (λήγει στις 28 Απριλίου). Θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, δημόσιες συζητήσεις και διαλέξεις, κάτω από έναν τίτλο-δάνειο από τον ομώνυμο στίχο του Λέοναρντ Κοέν (Tις ίδιες μέρες τα εγκαίνια της υπέροχης έκθεσης A Crack in Everything που του είναι αφιερωμένη σχηματίζουν ουρές έξω από το Jewish Museum και μονοπωλούν το ενδιαφέρον των media). Με μια διάθεση να διαπραγματευθούν όχι μόνο τα προφανή. Ναι, το κακό αστείο με τον Τραμπ (που σε διάφορες αποχρώσεις αποδοκιμασίας αρκετοί Νεοϋρκέζοι μας λένε ότι δεν αποκλείεται καθόλου να ξαναβγεί, αφού «η οικονομία πάει καλά»). Ναι, ο γόρδιος δεσμός του Brexit. Ναι, τα fake news. Ναι, η άνοδος της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη και φυσικά οι ναζί στο ελληνικό κοινόβουλιο. Ναι, οι τρομοκρατικές επιθέσεις – τις ημέρες που βρεθήκαμε στη Νέα Υόρκη η Νέα Ζηλανδία ήταν μόλις πίσω μας και η Σρι Λάνκα δυστυχώς μπροστά μας. Αλλά, ταυτόχρονα, το φεστιβάλ, συνειδητά ή ασυνείδητα, κουβάλησε στην ατζέντα του και ζητήματα που δεν απασχολούν συνήθως τα δελτία ειδήσεων, όμως είναι εξίσου θεμελιώδη όταν θέλουμε να μιλάμε για Δημοκρατία.
Democracy is the City: Αλφρέδο Μπρίλεμπουργκ/ Κάρεν Μπρουκς Χόπκινς/ Καμάου Γουέαρ
Ας πούμε, εχουμε δικαίωμα πια στις πόλεις μας; Γι’ αυτό δεν είπαμε ότι είναι έξαλλοι οι “priced out of their own city” Νεοϋρκέζοι; Ή γι’ αυτό δεν αισθανόμαστε στην Ευρώπη έντονη την απειλή του Airbnb; Στην πολύ ενδιαφέρουσα συνομιλία τους “Democracy is the City”, ο αρχιτέκτονας Αλφρέδο Μπρίλεμπουργκ (γνωστός μας από τη συμμετοχή του στο Reactivate Athens), η Κάρεν Μπρουκς Χόπκινς και ο ιστορικός/ακτιβιστής Καμάου Γουέαρ συμφώνησαν ότι η συνεχής διαπραγμάτευση πάνω στον δημόσιο χώρο είναι κάτι πολύ σημαντικό για να την αφήνουμε μόνο σε ένα τραπέζι που κάθονται πολιτικοί και άνθρωποι του real estate.
Μια περφόρμανς του Ευρυπίδη Λασκαρίδη
Σεβόμαστε τη διαφορετικότητα; Αποδεχόμαστε τον Άλλον; Τον προστατεύουμε; Η ευρηματική περφόρμανς Relic του Ευρυπίδη Λασκαρίδη με την γκροτέσκα φιγούρα «μια πενταετία στα τακούνια», όπως μας είπε ο ίδιος, επιχειρεί να δώσει αλληγορικές απαντήσεις. Με χιούμορ (που δούλεψε ιδιαίτερα καλά στο νεοϋρκέζικο κοινό), με το υπερόπλο -όταν χρησιμοποιείται σωστά- του camp, ενίοτε και με συγκίνηση.
Μήπως ζούμε σε μια εποχή που ο καθένας οικειοποιείται επιφανειακά, μα σαρωτικά, οτιδήποτε του φαίνεται γοητευτικό; Τα μεγάλα corporations τις εναλλακτικές ιδέες, η διαφήμιση τα κινήματα, οι λευκοί το hip hop, οι hipsters του Μπρούκλυν τον αναδυόμενο Νέο Σοσιαλισμό του Μπέρνι Σάντερς. Ο, ούτε 30 ετών, Μπασκάρ Σούνκαρα, εκδότης του περιοδικού Jacobin, της βίβλου τούτου του νέου φρούτου των Νέων Σοσιαλιστών, είχε 2-3 πράγματα να πει σε ένα άλλο ζωηρό πάνελ που έθετε την εξής ερώτηση: «Αν η Δημοκρατία Ερχόταν Αύριο, θα την Αφήναμε Άραγε να Μπει;».
Ο ίδιος ο τίτλος του φεστιβάλ (“Democracy is Coming”/ «Η Δημοκρατία Έρχεται») σηκώνει κουβέντα. Την κάνουμε στη συνέντευξη τύπου που γίνεται στο Olympic Tower, στα γραφεία του Onassis NY. «Η δημοκρατία μονίμως έρχεται. Άσχετα αν ορισμένοι μπορεί να μην την θεωρούν πια πρώτη προτεραιότητα ή αν μας τρομάζουν τα μέρη στα οποία την επικαλούνται. Δουλειά μας δεν είναι μόνο η υγεία, η παιδεία, ο πολιτισμός. Είναι και η δημοκρατία, η κοινωνική δικαιοσύνη. Είναι η αλλαγή της κουλτούρας. Είμαστε μια πλατφόρμα παραγωγής περιεχομένου που οφείλει να υπηρετεί κι αυτόν τον σκοπό», σημείωσε η Διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση, Αφροδίτη Παναγιωτάκου. Δίπλα της ο curator του φεστιβάλ, Μαρκ Ράσελ, προσθέτει ότι «στόχος του προγράμματος είναι να θέσει ερωτήσεις -μη με ρωτάτε ποιες, δεν έχω μια λίστα μαζί μου. Έτσι κι αλλιώς ποτέ, στην αρχή ενός φεστιβάλ, δεν ξέρω όλη την ιστορία. Έχω απλά μια ιδέα που θέλω να παμε. Είμαι πολύ χαρούμενος όμως που το φεστιβάλ συμβαίνει. Είναι αποτέλεσμα μιας διαδικασίας 2 ετών, στη διάρκεια της οποία όλα τα τμήματα του Public Theatre εξελίχθηκαν σημαντικά, ενώ συνολικά 200 άνθρωποι αναμείχθηκαν στη διαδικασία». Μας πετάει κι έναν χρησμό (που ακόμα δεν έχω αποκρυπτογραφήσει) ότι «η Αθήνα δεν είναι το νέο Βερολίνο, αλλά το νέο Μπρούκλυν του Βερολίνου» και δίνει τον λόγο στον Κωστή Βελώνη. Ο εικαστικός συμμετέχει στο φεστιβάλ με την εγκατάσταση “Life Without Tragedy”, ένα αρχαίο ελληνικό θέατρο που στήνεται στην καρδιά του Lower East Side και τις επόμενες μέρες κερδίζει επάξια περίοπτη θέση στο νεοϋρκέζικο Instagram με εκατοντάδες να φωτογραφίζονται ανέμελα με φόντο το, φορτωμένo σημαινόμενα, γλυπτό-αμφιθέατρο. Γελά όταν του το επισημαίνουμε και τονίζει τη διάσταση του αρχαίου θεάτρου ως «τόπο που η Δημοκρατία δοκιμάζει τον εαυτό της».
Ένα αρχαίο ελληνικό θέατρο στην καρδιά του Σόχο
“Life Without Tragedy”, Κωστής Βελώνης
Δυο καθίσματα πιο κει, η Λένα Κιτσοπούλου κάθεται σιωπηλή. Αρκείται να πει ότι χαίρεται που επιστρέφει στη Νέα Υόρκη, εκεί που ξεκίνησε η παράσταση Antigoni: Lonely Planet και τα υπόλοιπα τα αφήνει για το επόμενο βράδυ που παρουσιάζει μαζί με την κομπανία της τα Ρεμπέτικα. Η Joe’s Pub γίνεται για μια ώρα «Άγγελος» στα Εξάρχεια, κι αν είχαμε λίγο παραπάνω χρόνο για #glenti μπορεί να γινόταν πραγματικότητα κι ένας άλλος στίχος του Κοέν. “First We Take Manhattan”, και μετά βλέπουμε… “We can be local everywhere”, το μότο της Αφροδίτης Παναγιωτάκου παίρνει σάρκα και οστά την ώρα που η Κιτσοπούλου τραγουδά τον «Πασατέμπο», δύο σειρές μπροστά οι 70χρονες κυρίες που ακούν το πρόγραμμα πίνοντας τσάι και τσιμπώντας μια σαλάτα βάζουν το “meta” στην εξίσωση της βραδιάς…
Δεν υπάρχει καμία άλλη πόλη στον κόσμο που να είναι τα μπαρ της όσο η Νέα Υόρκη. Από θρυλικές «τρύπες στον τοίχο» οπως το Milano’s μέχρι hi-end speakeasies όπως το Attaboy, το σκοτάδι, η όχι ενοχλητικά δυνατή μουσική και η βιομηχανία του tip που επιβάλλει να σε προσέχουν, φτιάχνουν την κινηματογραφική συνθήκη. Ή συνθέτουν ένα ακόμα κλισέ της πόλης μαζί με τους ουρανοξύστες, τους ατμούς που βγαίνουν από την άσφαλτο και το «σε ποια ταινία έπαιζε τώρα αυτός;» που περνά στο απέναντι πεζοδρόμιο. Είμαστε πολύ σίγουροι ότι είδαμε κάπως έξαλλο τον Σαμ Ρόκγουελ σε ένα γαλλικό μπιστρό Κυριακή μεσημέρι, σε κάποια άλλη φάση γκουγκλάραμε και καταλάβαμε ότι αυτός που στεκόταν απέναντί μας ήταν ο Άλαν Κάμμινγκ του The Good Wife, και τώρα βρισκόμαστε στο Smith & Mills στην περιοχή της Τραϊμπέκα φροντίζοντας να είναι τα ελληνικά η επίσημη γλώσσα του μπαρ για εκείνο το βράδυ ενώ μεγαλώνει η απορία αν αυτή που κάθεται στο γωνιακό τραπέζι είναι ή όχι η Τζίνα Γκέρσον. Κάποιος στην ομήγυρη κάνει την ερώτηση «ποιον διάσημο θα θέλατε να δείτε από κοντά, ας πούμε αύριο;». Έρχεται η σειρά μου να απαντήσω, καθ’ έξιν φύτουλας λέω «Ντέιβιντ Μπερν» επειδή στο δικό μου μυαλό ο κάποτε ηγέτης των Talking Heads είναι η επιτομή του τι είναι αυτή η πόλη.
…σε μια πολύ δυνατή ερμηνεία ως Σωκράτης στο ομώνυμο έργο του Τιμ Μπλέικ Νέλσον
24 ώρες μετά, προσγειώνομαι στο κάθισμά μου στην κεντρική αίθουσα του Public Theatre και διακρίνω ένα κεφάλι με πυκνές ασημένιες τούφες. Ο Ντέιβιντ Μπερν είναι εκεί και παρακολουθεί μαζί μας το Socrates – ένα έργο γραμμένο από τον, πρωταγωνιστή των αδερφών Κοέν, Τιμ Μπλέικ Νέλσον και σκηνοθετημενο από τον Νταγκ Χιουζ. Τρεις ώρες μετά, δεν ξέρω αν αυτός ή εμείς είμαστε περισσότερο έτοιμοι να απαντήσουμε κατηγορηματικά αν ο Σωκράτης ήταν αθώος ή ένοχος (ο Πρόεδρος του Ιδρύματος Ωνάση, Αντώνης Παπαδημητρίου, επιμένει στην ετυμηγορία «ένοχος» για την οποία είχε επιχειρηματολογήσει πριν λίγα χρόνια στην σχετική «Δίκη» της Στέγης). Με μια εξαιρετική ερμηνεία από τον Μάικλ Στάλμπαργκ στον ομώνυμο ρόλο και το diversity στη διανομή που επιτάσσει η επαναπροσδιορισμένη πολιτική ορθότητα, η παράσταση δεν είναι καθόλου υπαινικτική. Ούτε για την αρχαία Αθήνα του τότε, ούτε για την Αμερική του τώρα. Για την πρώτη επιμένει ακαδημαϊκά να προσφέρει το κάδρο της σε θεατές που πιθανώς δεν έχουν κάνει το homework, όσον αφορά τη δεύτερη φιλοδοξεί να μιλήσει ξεκάθαρα για την εποχή Τραμπ, την εποχή του #lockhimup. «Ένας οξυδερκής φόρος τιμής σε έναν ενοχλητικό προβοκάτορα», είναι ο τίτλος της κριτικής των New York Times.
Σάιμον Κρίτσλεϊ και Πολ Χόλντενγκράμπερ: Intellectual Wars
Μάικλ Ιμπεριόλι, κάτι ήξερε και η μαφία από αρχαία τραγωδία…
Λίγες μέρες αργότερα πάλι το ασημένιο κεφάλι μπροστά μου. Ο Ντέιβιντ Μπερν μπραντσάρει μαζί μας στην παρουσίαση του βιβλίου Tragedy, the Greeks and Us από τον βρετανό φιλόσοφο Σάιμον Κρίτσλεϊ (που by the way φοράει κονκάρδα Λίβερπουλ και μοιράζεται την ίδια αγωνία αν το πρωτάθλημα είναι επικείμενο, ενώ έχει και 2-3 ιστορίες να πει για τον αθηναϊκό σύνδεσμο φίλων της αγαπημένης του ομάδας). Για την περίσταση έχει επιστρατευθεί ο Ιδρυτικός κι Εκτελεστικός Διευθυντής του Onassis LA, Πολ Χόλντενγκραμπερ, ένας δεινός συνεντευξιαστής με περισσότερες από 600 συζητήσεις στο ενεργητικό του στη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης κι ο Μάικλ Ιμπεριόλι των Sopranos που διαβάζει αποσπάσματα από τις τραγωδίες του Σοφοκλή. Το πινγκ πονγκ Κρίτσλεϊ-Χόλντενγκράμπερ ήταν απολαυστικό. Συμφώνησαν ότι «η κάθαρση είναι υπερεκτιμημένη κι εύκολη, κι ότι στο καλό θέατρο διαρκώς αναστέλλεται», ενώ ο Ιμπεριόλι έδωσε και μια διαφορετική νότα: «Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το θέατρο. Στο σινεμά κανείς δεν παρεξηγείται αν φύγεις στη μέση της ταινίας».
Δεκάδες υψωμένες γροθιές στον αέρα τραγουδάνε “People Have the Power”. Δεν είναι κάποιο διαφημιστικό, δεν είναι άλλη μια κατάχρηση αυτού του κομματιού που καπότε σήμαινε τόσα πολλά για τόσους πολλούς. Ίσως σημαίνει ακόμα αν το τραγουδάς μαζί με την Πάτι Σμιθ, σε λίγα μέτρα απόσταση από την καποτε ιέρεια του νεοϋρκέζικου πανκ και σήμερα πιθανώς πιο κουλ 73χρονη σε όλον τον κόσμο. Αφού τους έχει κοψοχολιάσει όλους με την ολιγόλεπτη καθυστέρησή της, στέκεται στο πλευρό των Choir! Choir! Choir! που έχουν αναλάβει για την προηγούμενη ώρα να γυμνάσουν το κοινό ώστε να είναι έτοιμο για την καλεσμένη-έκπληξη (που έχει ανακοινωθεί λίγες ώρες νωρίτερα σε ένα έτσι κι αλλιώς sold out event).
Οι Choir! Choir! Choir! κι ο Στίουαρτ Κόπλαντ δίπλα στην Πάτι Σμιθ
Η Σμιθ εμφανίζεται, μαγνητίζει το λόμπι του Public Theatre με την παρουσία της και μετακινεί συνομήλικούς της αλλά και 2-3 γενιές νεότερους liberals σαν μαριονετίστα, προσφέροντάς τους μια κοινή εμπειρία που είναι μάλλον βασικό ζητούμενο σε μια πόλη με τους σκληρούς ρυθμούς της Νέας Υόρκης. Με έναν τρόπο που είναι δύσκολο να χωρέσει στο αθηναϊκό state of mind. Το έχουμε καταλάβει ήδη από την επίσκεψή μας στο φημισμένο θέατρο La MaMa για να παρακολουθήσουμε το The Fever των 600 Highwaymen. «Παρακολουθήσουμε»; Λάθος λέξη. «Συμμετάσχουμε»; Σίγουρα καλύτερη για να περιγράψει μια περφόρμανς που καταλήγει με κοινό και καλλιτέχνες μπλεγμένους, να στηρίζονται κυριολεκτικά ο ένας στον άλλον, ενώ συμβαίνει ένα ιδιότυπο crowd surfing και τερματίζουν οι αλληγορίες περί συλλογικής ευθύνης. Έχει προηγηθεί σχεδόν μια ώρα που άπαντες έχουμε γίνει εθελοντικά ή κατόπιν παρότρυνσης μέρος της δράσης τρέχοντας, δίνοντας free hags ή κάνοντας ένα κύμα λίγο διαφορετικό από την τελευταία φορά που πήγαμε στο γήπεδο.
The Fever, 600 Highway Men
Δεν είναι το crowd surfing που έχεις συνηθίσει
Σχεδόν 8000 χιλιόμετρα από τον τόπο που γεννήθηκε, η Δημοκρατία βρίσκεται για 19 ημέρες στο μικροσκόπιο ενός φεστιβάλ που συμβαίνει σε μια πόλη που συμβολίζει όλες τις αντιφάσεις της. Και προπαντώς το δικαίωμα όλων να την επικαλούνται αφού εφησυχασμένοι «τη θεωρούν δεδομένη» όπως είπε, καλεσμένη στην εκπομπή της Κριστιάν Αμανπούρ στο PBS η Αφροδίτη Παναγιωτάκου. Από τα λευκά κολάρα της Wall Street στους αφροαμερικανούς που πουλάνε τσιγάρα στη λεωφόρο Malcolm X του Χάρλεμ κι από τα cool kids που Κυριακή πρωί γυρνάνε από τα κλαμπ του Μπούσγουικ σε εκείνους που ξεκινάνε εκείνη την ώρα για την λαϊκή κυριακάτικη διασκέδαση στην σκιά της ρόδας του Κόνεϊ Άιλαντ. Όλοι αυτοί, κι εμεις μαζί, διαπιστώνουμε πια πικρά ότι θέλουμε τη Δημοκρατία ξανά επίκαιρη. Ή όποιος είπε και κάποιος στο διάλειμμα μιας παράστασης: Make Democracy Great Again….