Ε Υ Α Γ Γ Ε Λ Ι Σ Μ Ο Σ
Της Λένας Καρθαίου
Η λεύκα, των δεντρών η Παναγιά,
που τη γαλάζια του ουρανού φορεί μαντήλα,
εγέμισε με τάματα ασημιά,
– τα φύλλα.
Το φως, που μες στα κλώνια της περνά,
ευαγγελίζει μια χαρά μεγάλη,
πως η άνοιξη τον θάνατο πατά
κι έρχεται πάλι.
Η αυγή της φέρνει κρίνο από δροσιά,
«χαίρε», της λέει, «κεχαριτωμένη!
Χαίρε, των δέντρων ομορφιά, του κόσμου
αγαπημένη!»
Κι η λεύκα ψιθυρίζει σιγανά:
«Γλυκύτατόν μου έαρ, σε προσμένω.
Είχα τον πόνο σου στις ρίζες μου
βαθιά κρυμμένο».
Το φύλλωμά της τώρα αναρριγεί
και το κορμί της όλο και ψηλώνει.
Ο αγέρας, που πιστός τη χαιρετά,
την ασημώνει.
Η λεύκα, των δεντρών η Παναγιά,
που τη γαλάζια του ουρανού φορεί μαντήλα,
εγέμισε με τάματα ασημιά,
– τα φύλλα.