Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΜΑΘΕ ΜΠΑΛΙΤΣΑ

Αν είσαι Γιουβεντίνος ξέρεις ότι οι τελικοί είναι μια πονεμένη ιστορία

Η Γιουβέντους παίζει απόψε τον πρώτο της τελικό χωρίς να την υπολογίζουν. Και μάλλον πρέπει να χαίρεται γι’ αυτό. Γράφει ο «βέκιο σινιόρε» Ανδρέας Κίκηρας.
juve_milan_CI_12

Αχώνευτη, κωλόφαρδη, σπρωχτή, στησάκιας, κατεστημένο, βάλτε ό,τι άλλο θέλετε εφόσον αντιπαθείτε τη Βέκια Σινιόρα, που για πρώτη φορά κατεβαίνει τρανταχτό αουτσάιντερ σε μεγάλο ευρωπαϊκό τελικό. Αυτό από μόνο του είναι ένα ελπιδοφόρο μήνυμα, αφού οι αντίστοιχες εμπειρίες από τότε που η «Μεγάλη Κυρία» πόζαρε σαν φαβορί, ήταν κατά βάση τραυματικές. Μην ξεχνάμε ότι ακόμα κι όταν σήκωσετην πρώτη της μεγάλη κούπα πένθησε 39 νεκρούς, μαζί με ολόκληρη την ποδοσφαιρική υφήλιο, στο μεγαλύτερο μακελειό της ιστορίας του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.

Αποφεύγω το πρώτο πληθυντικό για τις ομάδες που υποστηρίζω στο εξωτερικό, αν όμως υπάρχει μία της καρδιάς απ’ όλο τον υπόλοιπο πλανήτη, αυτή είναι η Γιούβε. Όπως για τους περισσότερους, οι λόγοι έχουν τις ρίζες τους σε συμπτώσεις από την παιδική ηλικία, που σε απενοχοποιούν όταν καλείσαι να εξηγήσεις («Γιουβέντους;! Είσαι σοβαρός;! Μιλάμε τη μισώ την κωλοομάδα!!»). Για μένα η Γιούβε ήταν το σίκουελ από το καθόλα θριαμβευτικό Μουντιάλ του ’82, όταν κι έδεσε η σχέση λατρείας με το άθλημα. Οι περισσότεροι από τους ήρωές μου της Σκουάντρα Ατζούρα έπαιζαν εκεί: και Τζοφ και Τζεντίλε και Καμπρίνι και Σιρέα και Ταρντέλι, βάλε και Μπέτεγκα και φυσικά Πάολο Ρόσι, ο ατακάντε, που μετά το ισπανικό έπος θαρρούσες ότι τα ‘χε εύκολα τα 2-3 τεμάχια σε κάθε αγώνα. Συν τον Πλατινί που τότε θεωρούταν το καλύτερο 10άρι στην Ευρώπη και τον πυρόξανθο πολωνό Μπόνιεκ, που επίσης είχε κάνει μεγάλη αίσθηση στο España 82.

Οι οιωνοί έδειχναν 100% ευνοϊκοί, αφού κι ο ημιτελικός ήταν παρόμοιος με του Μουντιάλ, κόντρα σε Πολωνούς (Βίτζεβ Λοτζ!), και η πρόκριση ήρθε το ίδιο άνετα. Ποιο Αμβούργο τώρα και ποιοι Γερμανοί …αυτό που μάλλον μου διέφυγε ήταν ότι, σε αντίθεση με τη Γιούβε, το Αμβούργο είχε μόνο τον δεξιό μπακ, τον Καλτς (παιχταράς) και τον κεφαλοσφαιριστή Χρούμπες από τη Μάνσαφτ του ΄82, αφού η αιώνια βάση της είναι η Μπάγερν. Ο δε Μάγκατ ήταν μάλλον συμπλήρωμα της αποστολής στην Ισπανία και τον ήξερες μόνο από τα Panini. Μάλλον επίσης διέλαθε της προσοχής μου κι ένα κλασικό γερμανικό σουτ (του), που τίναξε τα δίχτυα του Σαργκάνη γράφοντας το 0-1 στην κόντρα Ολυμπιακού-Αμβούργου το Νοέμβρη του ’82, για τον β’ γύρο του Πρωταθλητριών εκείνης της σεζόν (τελικά το ματς έληξε στο 0-4). Ένα ακόμα καλύτερο σουτ του Μάγκατ, στο ίδιο τέρμα του ΟΑΚΑ, περίπου από το ίδιο σημείο, με το ίδιο πόδι το αριστερό, όχι απλά γερμανικό αλλά καθολικά ασύλληπτο, πήγε στο Γ του Τζοφ  αφού πρώτα τον κρέμασε, μόλις στο 8ο λεπτό του τελικού. Δείτε τον ευτυχή Φέλιξ σε κατοπινό γύρισμα να αναπολεί τη γκολάρα του ζαχαρώνοντας και την Ακρόπολη:

Τελικά ο Τζοφ στα 41+ έμοιαζε σα να χει ‘σκεβρώσει, ο Ρόσι ζήτημα ν’ ακούμπησε 5-6 φορές τη μπάλα και βγήκε σαν κουρασμένο ψωράλογο γύρω στο 65′, στη θέση του μπήκε μια τρίφυλλη ντουλάπα, ο Μαροκίνο, κι έμεινε ο Πλατινί να κυνηγάει τον Ρουμάνο ρέφερι όταν κάπου στο 80′ τράκαρε με τον γκολκίπερ Στάιν. Της πλάκας φάση, που με την αμέριστη στήριξη του ταγμένου αντιγερμανού Γιάννη Διακογιάννη («Ο Ραϊνέα αρνήθηκε το καθαρό πέναλτι!») έδωσε έστω ένα πάτημα να ‘χεις να γκρινιάζεις στη γερμανική μειοψηφία την άλλη μέρα στο σχολείο. Στου Πράπα στο Παλιό Φάληρο, απόγευμα της επόμενης του τελικού, 2-3  οπαδοί του Αμβούργου είχαν πιεί μπύρες πολλές, κακοποιούσαν τραγούδια της ομάδας και γυρνούσαν ένα-ένα τα τραπέζια γκαρίζοντας στο κατά βάση ιταλόφιλο εγχώριο κοινό, μεταξύ των οποίων κι εγώ με τον μπαμπά: «Ρόσι ε Φακέτι, μαλάκα!», με τάχα μου ιταλική προφορά. Κάπως έτσι ένιωθαν να ξεπλένουν το διπλό τους στραπάτσο στα Μουντιάλ ’82 και ΄70 (εξού και Φακέτι), προφανώς μην ξέροντας ότι θ’ ακολουθούσαν κι άλλα ( Μουντιάλ ’06 και Euro ‘12). Η πλάκα είναι ότι όσο κι αν στα χρόνια που ακολούθησαν το Αμβούργο συνήθισε σε πολύ χαμηλότερες πτήσεις, η Γιουβέντους  ήταν αυτή που γνώρισε και τη Β’ Εθνική, σε αντίθεση με το HSV, που όλο τη γλιτώνει στο τσακ.

,                                     1                                             ,                             .

Χαζό δεν το λες, αλλά ο Πλατινί πανηγύρισε ανόητα το πρώτο Πρωταθλητριών της Γιούβε ανάμεσα σε πτώματα, τη μοιραία βραδιά του Χέιζελ

Έχοντας κερδίσει το Κυπελλούχων του ΄84 κόντρα στην Πόρτο, η πορεία της Γιούβε στο Πρωταθλητριών του ’85 ήταν περίπατος, της αρκούσε να αποκλείσει την Ίλβες Τάμπερε, τη Γκρασχόπερς, τη Σπάρτα Πράγας και τη Μπορντό για να φτάσει στον τελικό, αδιανόητα απλούστερο σε σύγκριση με τώρα. Όσο για τη Λίβερπουλ, τα ίδια και λίγο πιο δύσκολα: Λεχ Πόζναν, Μπενφίκα, Αούστρια και… Πανάθα. Κι όμως, τέτοιου τύπου νοκ-άουτ είχαν διαφορετικό ανταγωνισμό απ’ όσο θα φαινόταν σήμερα  (ο περιορισμός στις μεταγραφές εξωτερικού κρατούσε πιο κλειστές τις ψαλίδες), αλλά και υπόσταση (ακριβώς επειδή ήταν νοκ-άουτ), έμεναν δηλαδή αξέχαστα.. Είναι αλήθεια ότι χάρη στην πορεία του τριφυλλιού μέχρι τους 4  ήταν η πρώτη χρονιά που ο κόσμος παρακολούθησε τη διοργάνωση (ένα ματς σε κάθε αγωνιστική ή έστω ένα ημίχρονο, αν είχαν πιάσει πείσματα τον Γιώργο Βαρδινογιάννη) από την αρχή μέχρι το τέλος στην τηλεόραση, και το ενδιαφέρον εκτοξεύτηκε. Το πιο αξιολησμόνητο εκείνη τη χρονιά ήταν, φυσικά, ο ίδιος ο τελικός. Τον περιμέναμε με μεγάλη αγωνία, προσωπικά με πώρωση ίσως πιο ισχυρή απ’ του ‘83, αφού η Λίβερπουλ ήταν παραδοσιακός εχθρός άμα είχες διαλέξει τη Γιουνάιτεντ, ειδικά τότε που η LFC ήταν εκνευριστικά καλή και η ManUtd τρομερά άμπαλη. Τελειώματα πέμπτης δημοτικού, μπορούσες να πετύχεις παράταση της ώρας κατάκλισης για τις 11 εφόσον το ματς άρχιζε στις 9, όμως τα σύννεφα είχαν φανεί από νωρίς. Τελικά, ο Ντάινα σφύριξε την αδιανοήτη έναρξη στις 10.41 ελληνική ώρα, κι έμειναν μόνοι στον κόσμο τους να πανηγυρίσουν ο Πλατινί και ο πυρόξανθος Μπόνιεκ, όταν ο συμπατριώτης του σφύριξε μπέναλντι, για παράβαση που χωρίς υπερβολή έγινε 2+ μέτρα έξω από την περιοχή. Στο χαοτικό σκηνικό του Χέιζελ η Γιούβε μέτρησε το 1ο της κύπελλο και 39 νεκρούς (μαζί με όλο το ποδόσφαιρο), και όλα θα ‘ταν μάλλον καλύτερα αν τελικά στις Βρυξέλλες είχαν έρθει οι βαζέλες…

10 χρόνια, κάτι μήνες και 3 κούπες της Μίλαν μετά, η Γιούβε ξεκινούσε –κατά σύμπτωση πάλι μαζί με την Πανάθα- μια μεγάλη καμπάνια, την πρώτη σοβαρή για το Τσάμπιονς Λιγκ πλέον. Το Σεπτέμβρη του ’95 ήμουν σε μια φοιτητική εστία στο Παρίσι, και στο σαλονάκι κάτω υπήρχε τηλεόραση όπου μαζευόμασταν οι διάφοροι όταν είχε μπάλα. Βλέποντας τα στιγμιότυπα από το Ντόρτμουντ-Γιουβέντους στην 1η αγωνιστική των ομίλων, ένα γκολ-ζωγραφιά του Ντελ Πιέρο, απ’ αυτά που τον ταύτισαν με τον Πιντουρίκιο, έκανε τον άγνωστο γερμανό δίπλα μου, μεκατάξανθη χαίτη, κατακόκκινα μάτια και μεταξύ 6ης και 7ηςμπύρας, να γυρίσει και να μου πει:

«Άλεξ Ντελ Πιέrro, ιζ μέιμπι ζε μπεστ πλέια αφ ζι γουάrντ νάο».

Και πραγματικά, έχοντας δει στα ασπρόμαυρα τους 3 κορυφαίους, κατά τη γνώμη μου, αρτίστες της μπάλας των χρόνων από το ’90 ως το 2006 χοντρικά, δηλαδή Μπάτζιο, Ντελ Πιέρο και Ζιντάν, απορώ με όσους δεν αναγνώρισαν έστω μια γλύκα στο παιχνίδι της Γιουβέντους, που ειδικά επί Λίπι συνδύαζε ιδανικά την καλλιτεχνία με τον ρεαλισμό και την ομαδική δουλειά στην άμυνα, τα παραδοσιακά δηλαδή στοιχεία του ιταλικού παιχνιδιού. Δεν είναι τυχαίο που σ’ αυτά τα χρόνια η Γιούβε χτυπούσε πάντα διάνα στα χαφ (6άρια και 8άρια), συνήθως πριν γίνουν διάσημοι (βλέπε Ντεσάμπ, Μέλερ, Πάουλο Σόουζα, Κόντε, Ντάβιντς, Γιούγκοβιτς, Νέτβεντ κ.ά, μέχρι τώρα, Πογκμπά και Βιντάλ). Ταυτόχρονα υπήρχαν πάντα βιβλικές μορφές που έπαιζαν με λύσσα για την ομάδα, όπως τότε ο Μορένο Τοριτσέλι, ο αριστερός φούλμπακ που έμοιαζε σαν να ‘χε κάνει και 5-6 χρόνια φυλακή, αλλά και τρελόπαιδα σαν τον Τζιανλούκα Βιάλι, ίσως τον τελευταίο παίκτη στην ιστορία του (τοπ) ποδοσφαίρου που (θρυλείται ότι) μπορούσε να πάει στο γραφείο του προπονητή να κουβεντιάσουν πίνοντας και καπνίζοντας. Ο τελικός του ’96, κόντρα στον όντως σπουδαίο Άγιαξ της εποχής, στα τελειώματά του πάντως, παραμένει μέχρι σήμερα ο –και καλά- θριαμβευτικός της Γιούβε, όπου κι εκεί πάντως δεν λείπουν πράγματα που το ψιλοχαλάνε, όπως:  1) ο τελικός έγινε στη Ρώμη, δηλαδή ουσιαστικά εντός έδρας, 2) η ομάδα κατέβηκε με τα μπλε κι όχι με τα παραδοσιακά ασπρόμαυρα ριγέ, 3) το γκολ της Γιούβε προήλθε από μια τραγική ασυνεννοησία του Φρανκ ντε Μπουρ με τον Φαν ντερ Σάαρ, κάπου ανάμεσά τους χώθηκε ο ψαρο-Φαμπρίτσιο Ραβανέλι που καλός ήταν για την Ντέρμπι Κάουντι, και τελικά η μπάλα δεν βρήκε καν τα δίχτυα, 4) από τη στιγμή που ισοφάρισε ο Λίτμανεν προς το τέλος του α’ ημιχρόνου το ματς πήγαινε ντουγρού για τα πέναλτι, όπου 5) κέρδισες μεν, αλλά στο τάι μπρέικ.

,                                      -        -         ,                                                   ,                 1996         .

Με άψογης ιταλικής ραφής φανελάκι, ο Φαμπρίτσιο Ραβανέλι πανηγυρίζει το κάτι-σαν-γκολ του που άνοιξε το σκορ για τη Γιούβε κόντρα στον Άγιαξ, στον τελικό του 1996 στη Ρώμη

Ακολούθησαν άλλοι δύο τελικοί στο καπάκι για την καλύτερη Γιούβεπου θυμάμαι, πιθανά και όλων των εποχών,  με Ντελ Πιέρο και Ζιντάν μαζί, που έκανε περίπατο στους ομίλους και μοίραζε 4άρες στα νοκ-άουτ. Όμως το ΄97 στο Μόναχο, και πάλι με τον δυσοίωνο αέρα του φαβορί  κόντρα στη Ντόρτμουντ, η Γιούβε το βρήκε από άτομα που τη γνώριζαν καλά, τρεις πρώην δικούς της (Κόλερ, Σόουζα και Μέλερ), συν την αλεπού Χίτσφελντ που ό,τι έκανε του βγήκε, με αποκορύφωμα το 1-3, το απίθανο γκολ–κρεμάλα στον χοντρο-Περούτσι από τον Ρίκεν στην πρώτη του επαφή με τη μπάλα, ενός πιτσιρίκου που μόνο γι’ αυτό τον θυμούνται όσοι δεν λατρεύουν την Μπορούσια. Έτσι πήγε στράφι και το μοναδικό σοβαρό γκολ της Γιούβε σε τελικούς (3 είναι όλα κι όλα,  κι απ’ αυτά τα 2 κάτι σαν γκολ, όπως είδαμε), το ιδιοφυές εναέριο τακουνάκι του Ντελ Πιέρο (1-2). Εκ των υστέρων αποδείχτηκε μοιραία η απόφαση του Λίπι να κρατήσει στον πάγκο τον Πιντουρίκιο, μη μπορώντας να τον χωρέσει κάπου ανάμεσα σε Μπόξιτς, Ζιντάν και Βιέρι. Αυτά είναι, εμείς δεν ήμασταν ποτέ γκαλάκτικος…

Το ’98 στο Άμστερνταμ ο τελικός έμοιαζε κοντά στο 50%-50%, και πάλι όμως αν κάποιος είχε το 51% στα προγνωστικά, ήταν η Γιούβε. Η Ρεάλ Μαδρίτης δεν είχε ακόμα μπει στη λογική τού αγοράζω τα πάντα, έπαιζε τελικό για πρώτη φορά από το ‘81,είχε σηκώσει την κούπα τελευταία φορά το ’66, δεν ήταν καν πρωταθλήτρια της σεζόν, σε αντίθεση με τους μπιανκονέρι, που εμφανίστηκαν και πάλι τέτοιοι, κι όχι μπλου, για πρώτη φορά σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ μετά το Χέιζελ. Οι μαδριλένοι είχαν βέβαια χαφάρες Ρεντόντο, Καρεμπέ και Ζέεντορφ, ενώ το επιθετικό δίδυμο, Ραούλ και Μοριέντες ήταν ακόμα τότε δύο 20άρηδες. Η Βέκια Σινιόρα έμοιαζε πιο ισορροπημένη με 3-5-2 αντί για 4-4-2, τον Ιντσάγκι μέσα στο κουτί, τον Ντελ Πιέρο κοντά του, πίσω τους τον Ζιντάν κι ακόμα πιο πίσω τον Ντάβιντς, πιο πίτμπουλ παρά ποτέ. Ήταν τελικά η ώρα για τη Séptima των Μερένγκες, με γκολ του ψευτοφόρ, του Μαυροβούνιου Πέτζα Μιγιάτοβιτς, που βρέθηκε μόνος του στη μικρή περιοχή, ύστερα από σουτ του Ρομπέρτο Κάρλος και κόντρα στο πόδι του Ιουλιάνο. Όσο βλέπεις τη φάση όλο και πιο οφσάιντ φαίνεται, πάντως για μια ακόμα φορά η Γιούβε δεν έπιασε τα στάνταρ της σ’ έναν τελικό. Μιλάμε για όλα τα στοιχεία του λούζερ, αυτή που θεωρείται αδίστακτη…           

,                                       3                                                         ,    2003               ,                         .

Γοναστιστός, ανάμεσα στους Τακινάρντι και Κόντε, ο Ντελ Πιέρο ετοιμάζεταιο να χάσει τον τρίτο στη σειρά και τελευταίο τελικό της μεγάλης καριέρας του, το 2003 στο Μάντσεστερ από τη Μίλαν στα πέναλτι

Η μόνη συμμετοχή της Γιουβέντους σε τελικό του 21ου αιώνα μέχρι τον φετινό, ήρθε λίγο πριν τη σκεπάσει το βαθύ σκοτάδι του Calciopolis. Αλλά και ο αντίπαλος, η Μίλαν στηριζόταν πάνω σε ένα μοντέλο που είχε ήδη αρχίσει να ραγίζει, μια και η σύγχρονη μοίρα της ταυτίστηκε εύλογα με όλα τα στάδια του μπερλουσκονισμού. Γι’ αυτό και το θεωρητικό κορύφωμα του Calcio, ο τελικός του 2003 με τις δύο ιταλικές ομάδες, σηματοδότησε ουσιαστικά το τέλος μιας χρυσής 20ετίας για τους ιταλικούς συλλόγους, αφού από εκεί και μετά άρχισε η κατηφόρα –και της ιταλικής οικονομίας ταυτόχρονα. Η Γιούβε είχε καθαρίσει Μπαρτσελόνα και Ρεάλ Μ. στα νοκ-άουτ, ενώ ήταν και πρωταθλήτρια, 11 βαθμούς μπροστά από την 3η Μίλαν. Άρα φαβορί… που όμως δεν είχε διαθέσιμο, εξαιτίας μιας μοιραίας κίτρινης κάρτας, τον λέοντα Νέντβεντ, τον καλύτερο παίκτη της εκείνη την περίοδο και ήρωα των νοκ-άουτ. Αντ’ αυτού ο καθόλα συμπαθής Καμορανέζι, και τελικά όλα πήγαν όπως το ‘χαν προβλέψει οι πιο πολλοί, ιταλόφιλοι και μη, σ’ αυτό το μοναδικό ραντεβού: 0-0 και πέναλτι, με τους Ντίντα και Μπουφόν να βγαίνουν φανερά εκτός γραμμής στις περισσότερες εκτελέσεις, αλλά τον ρέφερι Μερκ να μένει μακριά από το τυπολατρικό στερεότυπο που έχουμε για τους γερμανούς. Σουτάρετε κι ό,τι βγει δηλαδή, και τελικά βγήκε Μίλαν, κι από εκεί και μετά η Γιουβέντους βούλιαξε, τιμωρήθηκε όπως της άξιζε, έχασε μεγάλο μέρος από τους φίλους της –ειδικά στο εξωτερικό- αλλά να ‘την πάλι τώρα, πέρα από κάθε αμφισβήτηση 1η στη χώρα της, να βγάζει ανανεωμένη αύρα και να κλέβει κάποιες καρδιές με τον τρόπο που έβγαλε έξω τη Ρεάλ Μαδρίτης, απόλυτα δίκαια και χωρίς να την υπολογίζουν σχεδόν καθόλου.

,              -                                                         -           '         3                  '                               ,                                    ,       ,        .

Ο Τζόρτζο Κιελίνι, ο σέντερ μπακ-ψυχάρα της σύγχρονης Γιούβε και μεγάλος απών του τελικού – ικανός να “μαρκάρει 3 παίκτες μόνος του” κατά τον κόουτς Βάλτερ Ματσάρι, αφήνει το πεδίο ελεύθερο σε Μέσι, Νεϊμάρ, Σουάρες

Τα πράγματα στο Βερολίνο το Σάββατο θα ‘ναι σίγουρα πολύ πιο δύσκολα, ειδικά από τη στιγμή που οι διαβόλοι της Μπάρτσα βρήκαν την ώρα να ξαναγίνουν τέτοιοι, πιάνοντας σχεδόν τα υπερηχητικά στάνταρ της περιόδου 2009-11. Σ’ αυτή την άνιση μάχη, μοιάζει σαν αδυσώπητο χτύπημα της μοίρας ο τραυματισμός και η απουσία του Τζιόρτζιο Κιελίνι, του σέντερ μπακ από άλλες εποχές που ενσαρκώνει την ομαδικότητα και το πάθος στη σύχρονη Γιούβε. Τον καιρό του Euro 2012 ο τότε κόουτς της Νάπολι, Βάλτερ Ματσάρι, είπε γι’ αυτόν: «Ο Τζιόρτζιο είναι από άλλον πλανήτη, μπορεί να μαρκάρει τρεις παίκτες μόνος του». Που σημαίνει ότι τελευταία στιγμή πρέπει ν’ αρχίσουμε πάλι να ψάχνουμε ποιος θα πιάσει Μέσι, Σουάρες και Νεϊμάρ.

Συγνώμη δηλαδή, αλλά με τίποτα δεν την λες κωλόφαρδη αυτή την ομάδα….

POP TODAY
LIFE
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.