Ήταν 1890 όταν μια οικοτεχνία μεταφέρεται στο Ναύπλιο, μετατρέπεται σε βιοτεχνία, στη «Φάμπρικα Μακαρονιών» της Ελλάδας όπως την αποκαλούσαν οι ντόπιοι και διαδίδει τα μακαρόνια στα νοικοκυριά με την επωνυμία «Βεζούβιος».
Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα τα ζυμαρικά στην Ελλάδα φαίνεται ότι φτιάχνονταν στα σπίτια και δεν ήταν άλλα από τις παραδοσιακές χυλοπίτες και τον τραχανά ή δεν έχει καταγραφεί κάποια άλλη γνωστή μάρκα που να έκανε μαζική παραγωγή μακαρονιών.
Από τότε μέχρι σήμερα, η κατανάλωσή τους στη χώρα είναι τόσο ταυτισμένη με ένα γρήγορο, καθημερινό γεύμα όσο και με συνταγές γαστριμαργικού ενδιαφέροντος αφού προσφέρονται και τα πιο καλά των εστιατορίων, ιταλικά και μη, σε ποικίλες συνταγές και παραλλαγές.
Χρόνια μετά μια νέα γευστική άφιξη στην πόλη αποφεύγει οτιδήποτε μαζικό και επιστρέφει στον παραδοσιακό τρόπο δημιουργίας που μας δίδαξε η γειτονική Ιταλία, προσφέρει τη χαλαρότητα που μας κάνει να νιώθουμε σαν να μας μαγειρεύουν σε φιλικό σπίτι όσο και τη μέγιστη προσοχή, τη φαντασία, τη ποιοτική πρώτη ύλη και δουλειά στο χέρι μετατρέποντας το προϊόν του σε κάτι πολύ ανώτερο από μια μακαρονάδα που θα παραγγείλουμε απ’ έξω.
Το νέο μακαρονάδικο της Αθήνας βρίσκεται στο Κολωνάκι και δημιουργήθηκε από μια νέα σεφ με σπουδές και εμπειρία που αποφάσισε να βάλει ποιότητα στο comfort φαγητό μας δημιουργώντας έναν χώρο στον οποίο μαγειρεύει μπροστά μας τις νόστιμες, χορταστικές και μυρωδάτες συνταγές που μας προτείνει.
Η Άλεξ Βασιλάτου είναι μόλις 24 ετών και έχει ήδη διαγράψει αξιοσημείωτη πορεία στις κουζίνες. Αποκτώντας τις πρώτες της μαγειρικές γνώσεις δίπλα στην Κεφαλονίτισσα γιαγιά της, στα 17 της φεύγει για σπουδές σε σχολή γαλλικής φιλοσοφίας, στη Le Cordon Bleu του Λονδίνου. Το 2015 προσλαμβάνεται στο The Savoy Grill του σεφ Gordon Ramsay, βραβεύεται μάλιστα με τον έπαινο “Star of the Month” σε εκείνη τη δουλειά. Λίγο αργότερα επιστρέφει στην Ελλάδα και εργάζεται ως private chef δημιουργώντας τη δική της πελατεία και στα τέλη του 2016 μετακομίζει στο Παρίσι και στην κουζίνα του Le Mavrommatis με το ένα αστέρι Michelin.
Φτιάχνοντας πάλι βαλίτσες για την Αθήνα και με την έναρξη του 2019 αποφασίζει να παρουσιάσει κάτι δικό της, που να είναι άμεσο, κονσεπτικό και να διαφέρει, όπως η σημερινή γενιά του ποιοτικού street food στο κέντρο της πόλης, να είναι ιδιαίτερο και με επιλεγμένα υλικά χωρίς όμως να αποκρύνεται από τις ελληνικές γεύσεις. Έτσι, όσοι έχουν ήδη ανακαλύψει το απ’ άκρη σ’ άκρη πράσινο «Al3x the Fresh Pasta Bar» βλέπουν από τα λίγα τραπέζια στον εξωτερικό του χώρο και από τα ψηλά σκαμπό του εσωτερικού προς την ήσυχη Πλατεία Δεξαμενής ενώ η Άλεξ Βασιλάτου δουλεύει με χειροποίητα ζυμαρικά που έχει φτιάξει η ίδια με βιολογικά αυγά και αλεύρι από την Κρήτη, δένει τις δικές της σπιτικές σάλτσες και σερβίρει σε ζωγραφισμένα κεραμικά σκεύη που έχει δημιουργήσει μια καλή της φίλη με σπουδές στη Σχολή καλών τεχνών της Γλασκόβης.
Γιατί επέλεξε να αφιερωθεί στα μακαρόνια; «Δεν υπάρχει πιάτο που να μου προσφέρει μεγαλύτερη ικανοποίηση από τα καλά ζυμαρικά και πιστεύω ότι είναι πάρα πολλοί εκείνοι που συμφωνούν μαζί μου».
Βγάζοντας πάντα τα ζυμαρικά σε al dente θερμοκρασία, προτείνει έξι συνταγές επικεντρωμένες σε ελληνικά προϊόντα και παραλλαγές γνώριμων γεύσεων που βγάζουν εκπληκτικά αρώματα στον χώρο.
Ο κατάλογος του Al3x the Fresh Pasta Bar προσφέρει σε μακριά μακαρόνια τη λιτή «γ(ε)μάτο», δηλαδή παπαρδέλες με σάλτσα βοδινού, φασκόμηλο και κεφαλογραβιέρα Αμφιλοχίας, την καυτερή Κλεοπάτρα με κόκκινη σάλτσα φτιαγμένη από ντομάτα, παρμεζάνα, μπούκοβο κι άλλα μυστικά, την ελαφριά «πεσ΄το» με ταλιατέλες, σάλτσα από βασιλικό, ελαιόλαδο και φέτα Κεφαλονιάς που συμπληρώνεται από κουκουνάρι.
Στα κοντά ζυμαρικά και με μικρά -χειροποίητα πάντα- ριγκατόνι, η χορταστική μακαρονάδα «ο κλασικός» φτιάχνεται με μοσχαρίσιο χειροποίητο κιμά, κεφαλογραβιέρα Αμφιλοχίας και στραγγιστό αγελαδινό γιαούρτι ενώ με την ίδια βάση προσφέρεται και η πλούσια «βελούδο» με ποικιλία τυριών, με μελίχλωρο Λήμνου, αρσενικό Νάξου, φέτα Κρήτης και την κεφαλογραβιέρα Αμφιλοχίας που φαίνεται να προτιμά η νεαρή σεφ. Τέλος, ακόμα μια γεμάτη σε γεύση συνταγή είναι η «τρουφάκι» και γίνεται με κοχυλάκια, μανιτάρια, γάλα, παρμεζάνα, λάδι και πάστα φρέσκιας μαύρης τρούφας.
Οι τιμές ξεκινούν από τα 7,50 και φτάνουν τα 12,50 ευρώ.
Ο κατάλογος θα παραμείνει και μελλοντικά σφιχτός σύμφωνα με τη σεφ και θα εμπλουτίζεται ανά διαστήματα με μια συνταγή που θα εκμεταλλεύεται τα φρέσκα προϊόντα της κάθε εποχής. Προς το παρόν και παράλληλα, δύο από τις σπιτικές σάλτσες της πωλούνται και για το σπίτι όπως και τα μακαρόνια που φτιάχνει και χρησιμοποιεί. Τα πιάτα της Άλεξ Βασιλάτου προσφέρονται και «για τον δρόμο» σε οικολογικές συσκευασίες και με μαχαιροπίρουνα από καλαμπόκι.