Κατεβαίνοντας την Περικλέους, πριν αλλάξει για άλλη μια φορά όνομα, στο κέντρο της Αθήνας μια διακριτική ταμπέλα σε πληροφορεί για την ύπαρξη του feedέλ. Πράγματι, αν στρίψεις αριστερά στην οδό Κτενά θα βρεθείς σε ένα κρυφό άνοιγμα, μια μικροσκοπική πλατεία αν το θες, από αυτές που σου υπενθυμίζουν ότι η καρδιά της Αθήνας ακόμη έχει μέρη που μπορεί να μην έχεις ανακαλύψει ή να έχεις προσπεράσει βιαστικά.
Εκεί λοιπόν σε αυτή τη χαριτωμένη πλατεία εμφανίστηκε το feedέλ –με το έξυπνο λογοπαίγνιο στο όνομά του- για να προτείνει αστική γαστρονομία συνδυασμένη με πρωτότυπα κοκτέιλ που σκοπό έχουν να αναδείξουν τις γεύσεις κάθε πιάτου. Φυσικά, μπορείτε να κάτσετε στην στιβαρή μπάρα και να τα απολαύσετε και σκέτα.
Στον ζεστό χώρο του που κυριαρχεί το ξύλο εμπλουτισμένο με μεταλλικές λεπτομέρειες αντικρίζεις τη Φρίντα Κάλο με κατεβασμένο το βλέμμα, αλλά αυτό το πιο ατμοσφαιρικό στοιχείο της διακόσμησης βρίσκεται στο πίσω μέρος του μαγαζιού, όπου πίσω από τα τζάμια των παραθύρων διακρίνεις μια πυκνή κουρτίνα από φυτά, που σε κάνει να αναρωτιέσαι αν πίσω τους κρύβεται ένας ολόκληρος βοτανικός κήπος.
Μέχρι όμως να λύσεις την απορία σου μπορείς να χαλαρώσεις στην πλατιά, ξύλινη μπάρα του feedέλ που είναι ιδανική ακόμη και για φαγητό, ίσως μάλιστα να προτιμητέα σε σχέση με τα τραπεζάκια γιατί το να κάθεσαι και να τρως στην μπάρα έχει δύο σημαντικά πλεονεκτήματα: Το πρώτο είναι ότι βρίσκεσαι κοντά στον bartender κι έτσι αναπτύσσεις μια άλλη σχέση μαζί του, μπορείς να μάθεις κάτι ή να πιάσεις κουβέντα που θα σε οδηγήσει να πειραματιστείς με κάποιο καινούριο κοκτέιλ. Το δεύτερο είναι ότι το να τρως σε μια τόσο άνετη, ευρύχωρη μπάρα αυτομάτως σε κάνει να αισθάνεσαι πιο χαλαρά, σου δίνει αυτόν τον νεοϋρκέζικο αέρα.
Τo feedέλ διακρίθηκε πριν λίγες μέρες στους Χρυσούς Σκούφους του Αθηνοράματος, και πιο συγκεκριμένα στην κατηγορία «Μοντέρνα Ελληνική Κουζίνα». Ο σεφ Λεωνίδας Κουτσόπουλος εξηγεί τη φιλοσοφία της κουζίνας του: «Δηλώνουμε γαστρονομικό μεζεδοπωλείο και ερχόμαστε να καλύψουμε το κενό που υπάρχει ανάμεσα σε μια ταβέρνα που μπορεί να σερβίρει λουκάνικα και χόρτα και σε ένα gourmet καλό εστιατόριο που κοστίζει πολύ ακριβά. Οι ύλες μας είναι κυρίως ελληνικές χωρίς να δεσμεύει αυτό, και ο τρόπος που τις αντιμετωπίζουμε είναι εστιατορίου. Σε εμάς το φαγητό δεν είναι ο απόλυτος πρωταγωνιστής, αλλά μια καλή αφορμή για να βρεθείς με την παρέα σου τρώγοντας καλά γι’ αυτό ακριβώς βάζουμε το φαγητό στη μέση για να ενισχύσουμε αυτό το πνεύμα. Δεν έχουμε την αυστηρότητα ενός avant garde εστιατορίου».
Συμπληρωματικά λοιπόν στην κουζίνα, αλλά και αυτόνομα, λειτουργούν οι προτάσεις του Αλέξανδρου που δημιουργεί τα signature cocktails. Είναι έτοιμος να σας εξυπηρετήσει προτείνοντας το κατάλληλο, για τα γούστα και τις προτιμήσεις σας, ποτό και να σας κάνει και το ιδανικό pairing ανάλογα με τι τρώτε. Ο ίδιος αγαπά πολύ τα καλά ουίσκι και η Τετάρτη που μας πέρασε ήταν η εναρκτήρια μέρα του Whiskey Month, μέχρι τα μέσα Μαρτίου εκλεκτοί καλεσμένοι θα παρουσιάζουν στο feedέλ κάθε Τετάρτη τις προτάσεις τους για το ουίσκι.
Τον συνδυασμό φαγητού-ποτού που απογειώνει τη γευστική εμπειρία στο feedέλ τη δοκιμάσαμε αρχικά με την απίθανα τρυφερή στριφτή τυρόπιτα του με λαχανικά εποχής, νιβατό, chutney βατόμουρο-ούζο (8 €) που συνοδεύτηκε άψογα με το φινετσάτο Grandma ‘s Negroni (Tanqueray 10 infuse with Florida pepper, vermouths, bitter, spices, 9 €) και αμέσως μετά με την ζουμερή πανσέτα με γλυκοπατάτα, τηγανητό κρεμμύδι και πετιμέζι (11,5 €) η λιπαρότητα της οποίας καταλάγιασε χάρη στο εξαιρετικό The Jamaican Bee (Rum Blend, Metaxa 5* y.o, pear, honey comb, 9 €).
Kι ενώ οι μπουκιές και οι γουλιές κατέβαιναν ηδονικά ο Bill Withers ακουγόταν από τα ηχεία να τραγουδά το “A lovely day” επιβεβαιώνοντας δύο πράγματα: α) ότι στο feedέλ θα ακούσεις ωραίες μουσικές β) ότι δε χρειάζονται πολλά για να κλείσει μια όμορφη μέρα.