5. Διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση 2007-2008
Αποτελώντας τη βαθύτερη οικονομική κρίση μετά τη Μεγάλη Ύφεση του 1929, η οικονομική κρίση των ετών 2007-2008 ξεσπά όταν οι τιμές των ακινήτων στις ΗΠΑ καταρρέουν εξαιτίας της «κόπωσης» της στεγαστικής αγοράς της χώρας. Κατά τη διάρκεια των ετών που προηγούνται της κρίσης, τα πιστωτικά ιδρύματα παραχωρούν στεγαστικά δάνεια με δυσβάσταχτους όρους σε σχέση με την πιστοληπτική δύναμη των δανειοληπτών. Οι τελευταίοι είναι συνήθως οικογενειάρχες, που αδυνατούν στην πραγματικότητα να ανταποκριθούν στους όρους των δανείων. Μάλιστα, τα λεγόμενα Δάνεια Χαμηλής Εξασφάλισης (Subprimes) χορηγούνται ακριβώς σε οικογένειες με χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα, η οικονομική κατάσταση των οποίων δεν επιτρέπει κανονικά τη λήψη ενός στεγαστικού δανείου.
Το πρόβλημα με τα Subprimes – που ανέρχονταν κατά το ξέσπασμα της κρίσης στο 13% της τραπεζικής πίστης των ΗΠΑ – έχει να κάνει με την παραβίαση ενός «ιερού» κανόνα κατά την δανειοδότηση ενός προσώπου: πρόκειται για την ανάγκη αξιολόγησης της «πιστοληπτικής αξιοπιστίας» του δανειολήπτη. Με άλλα λόγια, οι τράπεζες δεν εξέταζαν αν ο κάθε δανειολήπτης μπορούσε να ξεπληρώσει το δάνειο και τους τόκους του στο μέλλον.
Τα Subprimes είχαν ως πλεονέκτημα τα αρχικά χαμηλά επιτόκια, τα οποία ωστόσο εκτοξεύονταν τα προσεχή έτη χρόνια. Τα υψηλά επιτόκια των επόμενων ετών, οι ποινές για μη αποπληρωμή των δόσεων του δανείου, η ευκολία των τραπεζών να δανειοδοτούν χωρίς την πιστοληπτική αξιολόγηση των δανειοληπτών και η αφέλεια των τελευταίων στο να λαμβάνουν δάνεια δυσανάλογα σε σχέση με τα εισοδήματά τους οδήγησε σε μία ανεξέλεγκτη «φούσκα», η οποία δεν έσκαγε όσο οι τιμές των ακινήτων αυξάνονταν.
Όμως το «παιχνίδι» δεν τελειώνει εδώ. Οι δανειοδότριες εταιρείες συχνά παραχωρούν τα δάνεια σε τράπεζες ή και στις κρατικές εταιρείες Fannie Mae και Freddie Mac, με σκοπό να λάβουν χρηματικά ποσά, τα οποία κατόπιν θα μπορούν να δανείσουν. Οι Fannie Mae και Freddie Mac θέτουν με τη σειρά τους τις δανειακές αξιώσεις στη διάθεση επενδυτικών εταιρειών, οι οποίες παραχωρούσαν τις δόσεις από τα εν λόγω δάνεια σε επενδυτές. Σε όλο αυτό το πλαίσιο, οι ασφαλιστικές αναλαμβάνουν το ρόλο της «κάλυψης» της ζημιάς από πτωχεύσεις δανειοληπτών, μετατρεπόμενες συχνά σε εταιρείες που, αντί να ασφαλίζουν, εκτιμούν απλώς τον κίνδυνο πτώχευσης του κάθε δανειολήπτη.
Όταν «σκάει» η φούσκα στην στεγαστική αγορά, πολλοί δανειολήπτες αδυνατούν πλέον να ικανοποιήσουν τους όρους των δανείων που είχαν λάβει, με αποτέλεσμα τα πτωχεύσουν και να χάσουν τα σπίτια τους. Το Σεπτέμβρη του 2007, το 3% των ενυπόθηκων σπιτιών βρίσκεται σε διαδικασία πλειστηριασμού, αύξηση της τάξης του 76% σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο. Το 7% των δανειοληπτών δεν πλήρωνε κανονικά τις δόσεις του δανείου του, ποσοστό που τον προηγούμενο χρόνο ήταν στο 5.6%. Οι τιμές των ακινήτων βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση.
Αποτέλεσμα της κατάρρευσης της αγοράς ακινήτων στις ΗΠΑ είναι η πώληση σε εξευτελιστικές τιμές πιστωτικών και ασφαλιστικών ιδρυμάτων – όπως εκείνη της Bear Stearns στην J.P. Morgan – με σκοπό τη διάσωσή τους. Η Lehman Brothers δεν μπορεί να βρει αγοραστή και έτσι κηρύσσει πτώχευση.
Η κρίση στις ΗΠΑ γρήγορα περνά στην Ευρώπη, με σειρά κολοσσών – όπως η Fortis – να διασώζονται μέσω μερικής ή πλήρους κρατικοποίησής τους. Παρά τις προσπάθειες της ευρωπαϊκής ηγεσίας να αντιμετωπίσει τη κρίση, η «φούσκα» στη στεγαστική αγορά των ΗΠΑ σύντομα θα επιταχύνει την ανάδυση της κρίσης χρέους στην Ευρώπη, η οποία και θα αναδείξει τις αδυναμίες της αρχιτεκτονικής του ευρώ.
Στην επόμενη σελίδα: Ευρωπαϊκή Κρίση Χρέους