Ενώ η Ελλάδα θρηνούσε πάλι δάση της που τα κατάπιναν φλόγες χρόνιας αντιπεριβαλλοντικής πολιτικής, περνούσε στα «ψιλά» μια άλλη σημαντική είδηση: το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) είχε δημοσιεύσει τη Νέα Ρυθμιστική Απόφαση για το Κυνήγι, η οποία επιμηκύνει πρωτοφανώς την κυνηγετική περίοδο για τα υδρόβια πουλιά, θέτοντας σε κίνδυνο την αναπαραγωγή τους, ενώ συνεχίζει να επιτρέπει τη θήρα του απειλούμενου τρυγονιού.   

Η Ρυθμιστική χαρακτηρίστηκε ως «άνευ προηγουμένου οπισθοδρόμηση» από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία σε δελτίο Τύπου. Στο μάτι του κυκλώνα της κλιματικής αλλαγής, η Ελλάδα αντί να προστατεύει με νύχια και με δόντια τη βιοποικιλότητα, κυριολεκτικά την πυροβολεί.

«Κανένας προηγούμενος υπουργός της παρούσας κυβέρνησης, αλλά και των τελευταίων ετών, δεν είχε κάνει κάτι παρόμοιο, δηλαδή να επιτρέψει το κυνήγι όλων των θηρεύσιμων υδρόβιων πουλιών μέχρι τις 10 Φεβρουαρίου, κάτι πραγματικά αδιανόητο», λέει στην Popaganda ο υπεύθυνος θεμάτων Περιβαλλοντικής Πολιτικής της Ορνιθολογικής Εταιρείας, Μαρτίνος Γκαίτλιχ. «Ταυτόχρονα δεν κάνει απολύτως τίποτε για την προστασία του τρυγονιού, που είναι πλέον ένα παγκοσμίως απειλούμενο είδος και για το οποίο η προσωρινή παύση της θηρασίας του κρίνεται ως απαραίτητο μέτρο για την προστασία του», συμπληρώνει. «Τέλος, με έναν σκανδαλώδη τρόπο, προσθέτει και το ζήτημα των κοτσυφιών, επιτρέποντας το κυνήγι τους μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου, σε μια περίοδο που σε πολλά μέρη της Ελλάδας τα πουλιά αυτά έχουν ξεκινήσει ήδη να κάνουν φωλιές». Με την προηγούμενη Απόφαση, τα υδρόβια πουλιά μπορούσαν να θηρευτούν μέχρι τις 31 Ιανουαρίου, με μόνη εξαίρεση το κυνήγι τριών ειδών (Φαλαρίδα, Σφυριχτάρι και Ψαλίδα) μέχρι τις 10 Φεβρουαρίου.

Η φετινή παράταση προκαλεί σοβαρό πρόβλημα καθώς εκείνη την εποχή τα υδρόβια πουλιά έχουν εισέλθει σε φάση προ-αναπαραγωγικής μετανάστευσης. Τι σημαίνει αυτό; «Τα υδρόβια πουλιά περνούν τους δύσκολους χειμωνιάτικους μήνες σε κάποιες περιοχές μεταξύ των οποίων και πολλοί υγρότοποι της χώρας μας. Κάποια στιγμή αρχίζουν να σχηματίζουν ταίρια, ξεκινούν τη φάση της μετανάστευσης και μπαίνουν σιγά-σιγά στη διαδικασία της αναπαραγωγής. Είναι, λοιπόν, η φάση της προαναπαραγωγικής μετανάστευσης και μετά η κατεξοχήν φάση της αναπαραγωγής», εξηγεί ο Μαρτίνος Γκαίτλιχ.

«Ωστόσο, ήδη από την προαναπαραγωγική μετανάστευση, η θήρα θα τα έβλαπτε πολύ σοβαρά με δύο τρόπους. Ο ένας είναι η όχληση που προκαλείται στα πουλιά: επειδή είναι σε ευαίσθητη φάση δεν θα έπρεπε να ενοχλούνται. Βεβαίως, είναι και η άμεση θήρευση και θανάτωσή τους ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα που δεν το αμελούμε, και βεβαίως υπάρχει και το θέμα της σύγχυσης με άλλα είδη τα οποία ενδεχομένως και αυτά δεν θα έπρεπε να θηρεύονται. Οπότε, έχουμε ένα πολλαπλό πρόβλημα που δεν θα έπρεπε να έχει δημιουργηθεί».

Γι’ αυτό η Ορνιθολογική ζητά να σταματά το κυνήγι όλων των θηρεύσιμων υδρόβιων πουλιών στις 31 Ιανουαρίου. «Για να μην υπάρχει σύγχυση πότε επιτρέπεται το ένα, πότε σταματά το άλλο. Αυτά δεν μπορεί να τα σκέφτεται ο κάθε κυνηγός, ο οποίος θέλει να είναι νόμιμος. Αντίστοιχα, δεν δουλεύει και το να τα ομαδοποιήσουμε όλα προς τα πάνω, προς τις 10 Φεβρουαρίου. Είναι μια ομαδοποίηση επί τα χείρω».

«Τρυγόνα μου (ξε)γραμμένη»

Τα τραγουδισμένα από τη λαϊκή μας παράδοση τρυγόνια απειλούνται πλέον με εξαφάνιση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει συστήσει προσωρινή παύση του κυνηγιού τους. Αυτό δεν πτόησε στο ελάχιστο το ελληνικό Υπουργείο Περιβάλλοντος: «Με τη φετινή Ρυθμιστική Απόφαση επιτρέπεται η θήρα έως και 120.000 τρυγονιών συνολικά κατ’ έτος από όλους τους κυνηγούς κατά τη διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου. Αυτό το νούμερο είναι πραγματικά απαράδεκτο, είναι μη βιώσιμο για το τρυγόνι. Οι μελέτες δείχνουν ότι δεν θα μπορέσει να ανακάμψει το είδος από μια τέτοια θήρευση. Ταυτόχρονα πρέπει να θυμόμαστε ότι στην Ελλάδα έχουμε και μια εξαιρετικά σοβαρή λαθροθηρία  που λαμβάνει χώρα κάθε άνοιξη και επιδεινώνει περισσότερο την κατάσταση, με τις μελέτες να δείχνουν ότι τουλάχιστον 50-57.000 τρυγόνια  σκοτώνονται κάθε χρόνο στα Ιόνια νησιά από αυτή».

Streptopelia τurtur, το Ευρωπαϊκό τρυγόνι - Με τη φετινή Ρυθμιστική Απόφαση επιτρέπεται το κυνήγι έως και 120.000 τρυγονιών συνολικά κατ' έτος.

Streptopelia τurtur, το Ευρωπαϊκό τρυγόνι – Με τη φετινή Ρυθμιστική Απόφαση επιτρέπεται το κυνήγι έως και 120.000 τρυγονιών συνολικά κατ’ έτος. © Αναστάσιος Σακουλής / Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία

Τα νησιά του Ιονίου είναι η πρώτη και σημαντική στάση που κάνουν Απρίλη-Μάη τα εξουθενωμένα από το απνευστί ταξίδι τους τρυγόνια, ένα ταξίδι που ξεκινά από την Αφρική, όπου ξεχειμωνιάζουν, και ολοκληρώνεται στον τόπο αναπαραγωγής τους, τη Βόρεια Ευρώπη. Αυτή την ανάσα τούς στερούν οι λαθροθήρες. «Το κυνήγι φέρνει τουριστικό εισόδημα», σημειώνει η οργάνωση Bird Life International. «Στα νησιά του Ιονίου, ντόπιοι ενοικιάζουν κορυφαία κυνηγετικά σημεία σε κυνηγούς από την υπόλοιπη Ελλάδα. Παρόλο που είναι απαγορευμένο από το 1985, σχεδόν 70.000 τρυγόνια σφαγιάζονται εδώ κάθε άνοιξη». Περίπου 600.000 τρυγόνια πεθαίνουν ετησίως μόνο στην περιοχή της Μεσογείου, με τον μεγαλύτερο αριθμό τους «να σκοτώνεται παράνομα στη Λιβύη, τη Συρία και την Ελλάδα», αναφέρεται. Στην Ευρώπη, ο πληθυσμός τους έχει μειωθεί 30-49% σε τρεις γενιές.

Ακόμα και αν δεν υπολογίσουμε τη λαθροθηρία, η νόμιμη θήρα «αυτή που κανονίστηκε το πλαίσιό της και με την εν λόγω Ρυθμιστική Απόφαση, θα οδηγήσει στην εξαφάνιση του τρυγονιού», τονίζει ο Μαρτίνος Γκαίτλιχ.

Πανηγυρίζει η Κυνηγετική Συνομοσπονδία

Η Ορνιθολογική Εταιρεία θεωρεί πως το υπουργείο «ενέδωσε σε πρωτοφανή βαθμό στις απαιτήσεις της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας». Πράγματι, η Κυνηγετική Συνομοσπονδία στην ιστοσελίδα της παραδέχεται ότι η φετινή Ρυθμιστική Απόφαση «περιέχει δύο μείζονες διαφοροποιήσεις σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια», μια εκ των οποίων αφορά στη χρονική επιμήκυνση του κυνηγιού για υδρόβια και δενδρόβια αποδημητικά πτηνά, «όπως είχε ζητήσει η ΚΣΕ». Επίσης -τονίζει- «κάνει και πάλι πλήρως αποδεκτή τη συγκροτημένη τεχνική πρόταση της ΚΣΕ που επιτρέπει τη συνέχιση της θήρας του τρυγονιού στη χώρα μας, σε αντίθεση με άλλες χώρες της Ευρώπης».

Αξίζει να σημειωθεί πως η άλλη μείζων διαφοροποίηση είναι ότι «για πρώτη φορά φέτος, και εντός των καθιερωμένων Ζωνών Διάβασης [Αποδημητικών], το κυνήγι των αγριόχοιρων θα αρχίσει στις 20 Αυγούστου, και όχι στις 15 Σεπτεμβρίου». Ισχυρίζονται ότι το μέτρο «ελήφθη στην προσπάθεια της Πολιτείας να αντιμετωπίσει τον υπερπληθυσμό τους, να αμβλύνει τις μεγάλες καταστροφές που προκαλούν τα ζώα αυτά στις καλλιέργειες και την πρωτογενή παραγωγή, αλλά και να αναχαιτίσει την εξάπλωση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων που απειλεί να λάβει επιδημικά χαρακτηριστικά στη χώρα μας».

Ζητήσαμε από τον συντονιστή δράσεων φύσης της Ελληνικής Εταιρίας Προστασίας της Φύσης, Μίλτο Γκλέτσο, ένα σχόλιο για το θέμα. «Χρειάζονται μελέτες βασισμένες στις βιολογικές ανάγκες και την οικολογία των ειδών με βάση την αρχή της αειφορίας, που να έχουν προκηρυχθεί δημόσια, να δίδονται στην δημοσιότητα, να υπόκεινται σε αξιολόγηση από ανεξάρτητους επιστήμονες. Γενικά, πιστεύουμε ότι δεν αρκούν προφορικές αναφορές ή πιέσεις για την επέκταση της θήρας κάθε είδους», μας είπε. Η μόνη μελέτη που υπάρχει «αναφέρεται στην κάρπωση, δηλαδή έχει κριτήρια αρκετά θηραματοπονικά», τονίζει. Το πρόβλημα με την επέκταση του κυνηγιού του αγριόχοιρου έγκειται δηλαδή στο ότι είναι αμφισβητήσιμη η επιστημονική τεκμηρίωσή του.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Πολιτεία φέρεται να υποκύπτει στις απαιτήσεις των κυνηγών. Με τη Ρυθμιστική Απόφαση του 2020, επί υπουργίας Χατζηδάκη, επιτρεπόταν το κυνήγι παγκοσμίως απειλούμενων ειδών και συνεχιζόταν να επιτρέπεται εντός πολύ σημαντικών προστατευόμενων περιοχών, σημείωνε ρεπορτάζ. Το 2018, επί υπουργίας Γιώργου Σταθάκη, το κυνήγι αναγνωρίστηκε ως «εργαλείο περιβαλλοντικής διαχείρισης» ενώ από συστάσεως ελληνικού κράτους αναγνωριζόταν απλώς ως υπαίθρια δραστηριότητα. «Η Ελλάδα μπορεί να παραπεμφθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβίαση οδηγίας που απαγορεύει το κυνήγι των πουλιών κατά τη μεταναστευτική περίοδο», έγραφε το Politico ακόμα και το μακρινό 2003.

Επιστημονικές μελέτες με αναφορές σε… Ζαΐρ και Τσεχοσλοβακία

Η Κυνηγετική Συνομοσπονδία υποστηρίζει ότι το κυνήγι στη χώρα μας «ευθυγραμμίζεται με τα πιο αυστηρά κριτήρια που έχει θεσπίσει η ΕΕ, με την επιστημονική γνώση που έχει κατακτηθεί διεθνώς». Όμως, στην ΕΕ «έχει γίνει καταγγελία, η οποία αφορά στον τρόπο που ασκείται η θήρα των πουλιών στην Ελλάδα και έχει ξεκινήσει διμερή διάλογο (EU Pilot) με την Ελληνική Δημοκρατία και βρίσκεταιένα βήμα πριν κινήσει προδικαστική διαδικασία εναντίον της Ελλάδας για τον τρόπο με τον οποίο ασκείται το κυνήγι στη χώρα μας. Πού θα καταλήξει, προφανώς δεν μπορώ να το προδικάζω», μας ενημερώνει ο Μαρτίνος Γκαίτλιχ.

Όσο για τις επιστημονικές μελέτες στις οποίες βασίζονται οι Ρυθμιστικές, ο Μαρτίνος Γκαίτλιχ υποστηρίζει ότι «τις βλέπουμε να επαναλαμβάνονται σε μεγάλο βαθμό αυτούσιες, καρμπόν». Πρόκειται για συρραφή βιβλιογραφίας («σε πολλές περιπτώσεις παρωχημένης, αναφέρονται δεδομένα για την Τσεχοσλοβακία για παράδειγμα που δεν υπάρχει πια») και δεδομένων που δίνουν οι κυνηγοί, υποστηρίζει. «Αυτή την παρουσιάζουν ως επιστημονική μελέτη. Ωστόσο, αυτές οι μελέτες δεν είναι δημοσιευμένες σε κανένα έγκριτο επιστημονικό περιοδικό. Έχουν σκοπό να υποστηρίξουν συγκεκριμένα αιτήματα της κυνηγετικής συνομοσπονδίας, έτσι τουλάχιστον φαίνεται εκ του αποτελέσματος». Είναι χαρακτηριστικό ότι για τη θήρα του τρυγονιού το υπουργείο Περιβάλλοντος στηρίζεται στο πρόγραμμα Κένταυρος, βάσει του οποίου η θήρα «υπολογίζεται με μια εφαρμογή στο smartphone, όπου οι κυνηγοί αναφέρουν τα πουλιά που είδαν και που θήρευσαν. Αυτό καταλαβαίνουμε πόσο έωλο είναι», λέει ο Μαρτίνος Γκαίτλιχ.

Εμείς εντοπίσαμε στη σελίδα του Ελληνικού Παρατηρητηρίου Βιοποικιλότητας τη «Μεγάλη Μελέτη 2021-2022: Η επίδραση της θήρας στους πληθυσμούς των θηρεύσιμων και μη ειδών, ο έλεγχος της λαθροθηρίας και η διάρκεια των περιόδων θήρας». Είχε αποσταλεί από το ΥΠΕΝ στην οργάνωση μετά από σχετικό αίτημά της. Το Παρατηρητήριο αναφέρει ότι ήταν «η κύρια μελέτη που αφορά στην έκδοση της ρυθμιστικής θήρας 2022-2023».

Στην ενότητα για το τρυγόνι αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι το πτηνό «[έ]χει παρατηρηθεί στο Βόρειο Ζαΐρ» (δεν υπάρχει Ζαΐρ σήμερα, λέγεται Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό από το 1997). Στο ίδιο κεφάλαιο, σημειώνεται ότι «τα πουλιά που περνούν από τη Μάλτα έχουν βρεθεί, ιδιαίτερα στην Κεντρική Ευρώπη: στην Τσεχοσλοβακία, πρώην Ανατολική Γερμανία, Πολωνία». Να ‘τη κι η Τσεχοσλοβακία. Μια πρόχειρη ματιά επιβεβαιώνει πλείστες παραπομπές σε επιστημονικά συγγράμματα του ’70 και του ’80. Επιπλέον, στους συγγραφείς της μελέτης συγκαταλέγονται και τρεις καθηγητές Πανεπιστημίου (Χρήστος Θωμαϊδης, Χρήστος Βλάχος, Περικλής Μπίρτσας) τους οποίους η Ορνιθολογική Εταιρεία είχε αναφέρει το 2020 ως συνδεόμενους με κυνηγετικές ομοσπονδίες. Η αναφορά είχε γίνει καθώς οι ίδιοι καθηγητές υπέγραφαν ομότιτλη μελέτη του 2020 στην οποία φέρεται να βασίστηκε η τότε Ρυθμιστική.

«Είναι βέβαιο ότι εμείς θα χρησιμοποιήσουμε κάθε νόμιμο μέσο για την προστασία των πουλιών και για να ζητήσουμε είτε την ανάκληση είτε την κατάργηση της απόφασης αυτής», λέει ο Μαρτίνος Γκαίτλιχ, επισημαίνοντας ότι θα απευθυνθούν και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η μοίρα μας, «αφέντη τσουτσουλομύτη»

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μέχρι τη στιγμή που έγιναν αυτές οι συνεντεύξεις δεν είχε ικανοποιηθεί το αίτημα ζωοφιλικών και περιβαλλοντικών οργανώσεων (μεταξύ άλλων: Ορνιθολογική Εταιρεία, WWF Ελλάς, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης και Κέντρο Περίθαλψης Αλκυόνη) να απαγορευτεί το κυνήγι σε όλο το νησί της Ρόδου, αφού το μισό έχει καεί. Το κυνήγι απαγορεύεται βάσει νόμου στα καμένα, αλλά τα ζώα και πουλιά καταφεύγουν στο εναπομείναν πράσινο κομμάτι. Πρόκειται για το ελάχιστο μέτρο προκειμένου να εξισορροπηθεί κάπως η καταστροφή.

«Είναι πολύ σοβαρό. Φέτος, βλέπουμε μια απίστευτη, αδιανόητη στάση από πλευράς του ΥΠΕΝ. Μια αδιαφορία για την προστασία της βιοποικιλότητας», τονίζει ο Μαρτίνος Γκαίτλιχ. «Έχει ήδη ξεκινήσει το κυνήγι, επομένως υπάρχει μια μικρή καθυστέρηση εδώ», επισημαίνει ο Μίλτος Γκλέτσος. «Επίσης, τώρα έχει καεί σχεδόν ο μισός νομός Έβρου. Περιμένουμε να δούμε τι θα γίνει κι εκεί».

Λίγες μέρες μετά, απαγορεύτηκε το κυνήγι σε όλο τον νομό Έβρου, ενώ στη Ρόδο τέθηκαν μόνο κάποιοι περιορισμοί.

Ενώ συζητούσαμε, πνιγόταν η ανάσα του μέλλοντός μας. «Για τη Δαδιά και άλλες περιοχές που κάηκαν, θέλουμε να δούμε την επόμενη μέρα. Πρέπει να εστιάσει η Πολιτεία μαζί με επιστημονικούς και θεσμικούς φορείς στη διαχείριση για την πρόληψη των πυρκαγιών αλλά και με κριτήριο την προστασία των σημαντικών και σπάνιων στοιχείων βιοποικιλότητας. Θέλουμε μια μοντέρνα δασική διαχείριση δηλαδή, όχι όπως γινόταν παλιά με αποκλειστικό κριτήριο τη συγκομιδή, την “παραγωγικότητα”», τονίζει ο Μίλτος Γκλέτσος. «Ενδεχομένως και με συμμετοχή του πρωτογενούς τομέα στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, και με ενδυνάμωση της Δασικής Υπηρεσίας, η οποία έχει αποδυναμωθεί ιδιαιτέρως τα τελευταία χρόνια, θεσμικά αλλά και σε πόρους και δυνατότητες».

Πάντως, δεν άλλαξε η περιβαλλοντική πολιτική μετά τις τρομερές πυρκαγιές στην Εύβοια. Ενδεικτικό επίσης, ότι παρά την περσινή καταστροφή στη Δαδιά, το δασαρχείο Σουφλίου παραμένει χωρίς δασολόγο απασχολώντας 4 δασοπόνους με μέση ηλικία τα 60 έτη, ενώ οι περίπου 80 υλοτόμοι που εργάστηκαν πέρσι στην κοπή των καμένων δέντρων παραμένουν απλήρωτοι ένα χρόνο μετά, σύμφωνα με ρεπορτάζ. Κι ενώ η χώρα γίνεται (ξανά) στάχτες, επιμένουν σε μια Ρυθμιστική εχθρική για τη βιοποικιλότητα.  

Στο εγγύς μέλλον, το ελληνικό κράτος θα κοιτά ανήμπορο τ’ αποκαΐδια του, θυμίζοντας τον κότσυφα του Αισώπου, τον τραγουδισμένο από τον Σαββόπουλο, ’κείνον τον «αφέντη τσουτσουλομύτη» που μόνο σαν ήρθαν χρόνια δίσεκτα κατάλαβε ότι είναι ένα μηδενικό χωρίς την υπόλοιπη φύση που άλλοτε έβλεπε αφ’ υψηλού. Κι έμεινε να μονολογεί: «Μόνο Σταύρο με λένε. Μόνο Σταύρο».