Υπάρχει προοπτική η συλλογική, κοινωνική κατοικία να γίνει πράξη και στην Ελλάδα της ακραίας φτωχοποίησης, των νεοαστέγων, των πλειστηριασμών των κατοικιών , της αποποίησης των κληρονομιών (πέρσι 210000 καταγράφηκαν) και της προσφυγικής κρίσης; Μπορεί το θαύμα που συντελέστηκε στην κατάληψη του City Plaza, το οποίο ο Αλαίν Μπαντιού, μετά από επίσκεψη, χαρακτήρισε παράδειγμα- κανόνα, να γίνει οδηγός; Ο ρόλος των κινημάτων ποιος μπορεί να είναι; Το σχέδιο απαλλοτρίωσης των κενών και εγκαταλελειμένων κτηρίων από το δήμο Αθηναίων, αρχικώς για 50 χρόνια, ένα μοντέλο, στην ουσία, υφαρπαγής ιδιοκτησιών από εκείνους που δεν μπορούν να συντηρήσουν την περιουσία τους, μπορεί να αποτραπεί;Ποιο θεσμικό πλαίσιο πρέπει να διαμορφωθεί, για τα 300.000 κενά κτήρια των αστικών κέντρων πανελλαδικά, σε μια οιονεί κοινωνική πολιτική που θα επιλύει το ζήτημα της στέγης –και όχι μόνο;
Η Τόνια Κατερίνη, πρόεδρος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων και μέλος της κίνησης Πλειστηριασμοί STOP, ο Ζήσης Κοτιώνης, καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, η Ελένη Τζιρτζιλάκη, αρχιτέκτονας και ιδρυτικό μέλος του Δικτύου Νομαδικής Αρχιτεκτονικής και η Κωνσταντίνα Θεοδώρου, αρχιτέκτων και μέλος της ομάδας Co-Hab Athens, που εκπόνησε ένα πιλότο για την συλλογική κατοικία στην Ελλάδα, απαντούν στις ερωτήσεις της Popaganda.
Το προτζεκτ της ομάδας σας Co-Hab Athens για τη συλλογική κατοικία τι ακριβώς προτείνει;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ: Ξεκινά από το κοινό κτηριακό απόθεμα, το οποίο είναι όντως πάρα πολύ μεγάλο και καταρρέει.Όσο περισσότερο χρόνο μένουν ανοίκιαστα τα ακίνητα και δεν μπορούν να πωληθούν, τόση μεγαλύτερη επιβάρυνση έχουν, ακόμη και τα νεόδμητα του 2004, που πλέον θέλουν συντήρηση και επισκευή. Οπότε όντως είναι ένα μεγάλο ερώτημα τι κάνουν οι αρχιτέκτονες μέσα σε αυτή την κρίση. Ψάχνοντας μια πιο μόνιμη διευθέτηση αυτού του θέματος καταλήξαμε στην πρόταση της συλλογικής κατοικίας και ιδιοκτησίας σαν μια πρόταση αυτοοργάνωσης και αυτοδιαχείρησης, γιατί μέχρι τώρα οι προσπάθειες που γίνανε είτε από το κράτος είτε από ιδιωτικούς φορείς απέτυχαν. Ο Καμίνης μίλησε πρόσφατα για τα πέντε σχέδια για την Αθήνα και την επιστροφή των κατοίκων στο ιστορικό κέντρο, project μεγαλόσχημα όπως το Rethink Athens, τα οποία δεν επιλύουν προβλήματα της καθημερινότητας και της καθημερινής επιβίωσης στις γειτονιές. Γιατί ναι μεν μπορεί να έχεις ένα ωραίο πεζόδρομο στο κέντρο της Αθήνας, όμως δεν επιλύει το πρόβλημα του πώς θα σύρεις ένα καροτσάκι όταν βγαίνεις από τη πολυκατοικία, τι θα κάνεις με τους ηλικιωμένους που δεν μπορούν να περπατήσουν στην πόλη και δεν έχουν πού να συναντηθούν.
Το project σας τι ακριβώς προτείνει;
Κ.Θ: Μία συλλογική διαχείριση κι αυτοδιαχείριση του αστικού περιβάλλοντος και όχι μόνο μια λύση στο πρόβλημα το στεγαστικό, δεν μας ενδιαφέρει δηλαδή μόνο να προσφέρουμε κατοικία σε όσους είναι σε επισφάλεια στέγης.
Συλλογική διαχείριση μέσα από συνεταιρισμό;
Κ.Θ: Ναι. Η πρόταση αφορά μία μορφή κοινωνικής συνεταιριστικής επιχείρησης, η οποία θα έχει τη δυνατότητα να αγοράζει ακίνητα ή να δέχεται ακίνητα από δωρεές και να τα διαχειρίζεται συλλογικά με μετόχους στο συνεταιρισμό τους κάτοικους-ενοικιαστές και τους γείτονες, οι οποίοι μπορεί να έχουν κάποιο συμφέρον. Μπορεί να μην κατοικούν οι ίδιοι στα σπίτια που νοικιάζουν αλλά θα μπορούσαν να έχουν ας πούμε κάποιες άλλες παροχές μέσα στο συγκρότημα της συλλογικής κατοικίας, όπως είναι ένας παιδικός σταθμός ή μια μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων ή ένας κοινόχρηστος χώρος co-working.Δίνοντας ένα μικρό ποσό στην αρχή θα μπαίνει κανείς στον συνεταιρισμό.
Αρκεί αυτό;
Κ.Θ: Θα χρειαστεί οπωσδήποτε και κάποιο δάνειο, ή κάποια επιχορήγηση. Τα μοντέλα που έχουμε σκεφτεί είναι δύο. 1.) ο συνεταιρισμός να αγοράζει ολόκληρα ακίνητα, κάτι για την αγορά της Αθήνας δύσκολο, γιατί η ιδιοκτησία είναι διασπασμένη και δύσκολα βρίσκεις μεγάλα και ενιαία ακίνητα. 2. Αγορά διάσπαρτων ακινήτων, αλλά σε γειτνίαση μεταξύ τους, ώστε να λειτουργήσουν ως ενιαίο σύστημα. Αυτά θα μπορούσαν να έχουν ένα ποσοστό κατοικίας με ένα ενοίκιο το οποίο δεν μπορεί να είναι δυστυχώς πάρα πολύ χαμηλότερο από τα ήδη πολύ χαμηλά, αλλά θα μπορούσε να έχει άλλες παροχές ,δηλαδή να έχει θέρμανση.
Προβλέπετε και εμπορικές χρήσεις;
Κ.Θ: Ένα ποσοστό εμπορικών χρήσεων είναι απαραίτητο για να είναι βιώσιμο το εγχείρημα, όπως και ένα ποσοστό χρήσεων που θα είναι προσφορά στη γειτονιά, όπως ο παιδικός σταθμός, η μονάδα για τους ηλικιωμένους, ο κοινός χώρος κουζίνας, χώροι συνάντησης για τη γειτονιά. Ήδη υπάρχουν τέτοιοι χώροι και συλλογικότητες στα Εξάρχεια και στη γειτονιά μου στα Κάτω Πατήσια.
Υπάρχει θεσμικό πλαίσιο, στο οποίο να μπορεί να ενταχθεί το project της συλλογικής κατοικίας κι ιδιοκτησίας;
Κ.Θ: Ναι, έχουμε κάνει σχετική έρευνα. Το πιο βολικό υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο είναι αυτό της κοινωνικής οικονομίας, που από μόνο του έχει κάποιες ρήτρες που απαγορεύουν τη κερδοσκοπία. Είναι ένας βασικός κανόνας σε όλα αυτά τα εγχειρήματα συλλογικής κατοικίας και στο εξωτερικό, με τα οποία είμαστε και σε επαφή, στη Γερμανία και στην Ελβετία. Δηλαδή η αυτοοργάνωση και η μη κερδοσκοπική διαχείριση είναι οι δύο απόλυτοι και πρωταρχικοί κανόνες. Στην Ελβετία το πρώτο εγχείρημα συλλογικής κατοικίας το ξεκίνησαν άνθρωποι που συμμετείχαν στα κινήματα των καταλήψεων. Αφού φτιάξανε το πρώτο συγκρότημα έκανα ανοικτό κάλεσμα για το δεύτερο. Αναπάντεχα ανταποκρίθηκαν πάρα πολλές οικογένειες, περισσότερες από το 50% . Δεν πρέπει να αναρωτιόμαστε τι μπορεί να προσφέρει το δημόσιο, γιατί κι αυτό είναι επισφαλές, αφού αυτή τη στιγμή έχουμε αυτό το δημόσιο, μεθαύριο θα έχουμε κάποιο άλλο δημόσιο. Σημαντικό είναι να δημιουργήσουμε εμείς από τα κάτω θεσμούς μέσα στη κοινωνία με μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Η παραχώρηση άδειων κτηρίων του δημοσίου δεν θα έκανε ωστόσο πιο βιώσιμη την πρότασή σας;
K.Θ: Σίγουρα αυτό θα ήτανε πολύ θεμιτό, απλά είναι διαδικασία που για να γίνει απαιτεί χρόνο. Ακόμα γίνεται η καταγραφή των κενών δημόσιων κτηρίων. Προκειμένου να αξιοποιηθούν πρέπει να γίνει φοβερή δουλειά χαρτογράφησης τους. Ξέρουμε ότι κάποια εμβληματικά κτήρια στο κέντρο είναι κενά. Το θέμα της κοινωνικής κατοικίας δεν το έχει αγγίξει καμία κυβέρνηση μέχρι τώρα. Παλαιότερα, με τις προσφυγικές και τις εργατικές κατοικίες, είχαμε κάποιες περιορισμένες προσπάθειες από το δημόσιο.Αλλά ποτέ δεν είχε στηριχτεί αυτός ο θεσμός. Δεν είναι όμως ότι φταίει αυτή ή η δείνα κυβέρνηση. Δεν ήταν η κοινωνική κατοικία ένα αίτημα από τα κάτω. Όλοι στην Ελλάδα θέλανε το δικό του, πολύ συχνά, κληρονομημένο σπίτι, θέλαν το πρώτο και το δεύτερο διαμέρισμα. Τώρα η κατάσταση αλλάζει. Δεν θα έχει ο καθένας ένα σπίτι από τη μάνα ή πατέρα του ή, αν έχει, μπορεί να το χάσει ανά πάσα στιγμή. Το ζήτημα της κοινωνικής κατοικίας μπορεί μέχρι στιγμής να μη το έχει πιάσει κανένας, αλλά σήμερα είναι πια οι συνθήκες γι’αυτό έχουν διαμορφωθεί.
ΖΗΣΗΣ ΚΟΤΙΩΝΗΣ: Η Πολιτεία πάντως διαμέσου του υπουργείου κάνει κάποιες προσπάθειες αξιοποίησης αυτού του κτηριακού αποθέματος, αλλά δεν μπορώ να φανταστώ πώς μια κεντρική φιλανθρωπικού τύπου διαχείριση αυτού του αποθέματος μπορεί να έχει τις επιθυμητές κοινωνικές επιπτώσεις. Το πρόβλημα είναι ότι σε αυτές τις διαδικασίες τις από τα πάνω λείπει το συνδετήριο στοιχείο, το κοινωνικό υποκείμενο, επομένως, κατά κάποιο τρόπο γίνεται στην καλύτερη περίπτωση ένα μοίρασμα επιδοματικού χαρακτήρα. Τώρα για το πώς ακριβώς θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν τα κενά κτήρια πρέπει να δούμε τη διεθνή εμπειρία.
ΤΟΝΙΑ ΚΑΤΕΡΙΝΗ: Από το 2008 μέχρι σήμερα έχουμε γενικότερα, με επίσημα στοιχεία, περισσότερα από 300.000 κλειστά και άδεια ακίνητα, άρα έχουμε τεράστια κτηριακή υποδομή, ανεκμετάλλευτη. Εκεί λοιπόν υπάρχει από μόνο του ένα θέμα.
ΕΛΕΝΗ ΤΖΙΡΤΖΙΛΑΚΗ: Το θέμα με τα κενά κτήρια, το οποίο μας απασχόλησε από παλιά, ήδη από το ‘95, μαζί με το Ζήση (Κοτιώνη) και την ομάδα “αστικό κενό», θα μπορούσαμε πάλι να το δούμε μέσα από τις γειτονιές και μέσα από τα κινήματα ώστε να βρούμε λύσεις μαζί με τους κατοίκους, αν και αναγνωρίζω ότι είναι μία πάρα πολύ δύσκολη περίοδος και έχουνε αποδυναμωθεί για πάρα πολλούς λόγους και τα κινήματα αλλά και οι καλλιτεχνικές ομάδες που ασχολούνται με αυτού του είδους τα πρότζεκτ.
Υπάρχει διεθνής πρακτική,που θα μπορούσε να γίνει οδηγός, πάντως.
ΤΟΝΙΑ ΚΑΤΕΡΙΝΗ: Οι Ισπανοί κινούνται σε όλη τη γκάμα, ξεκινώντας από πολύ λειτουργικές καταλήψεις ,που δεν οδηγούν όμως σε νέες υπερχαρακώσεις. Έχουμε στο Μιλάνο παραδείγματα, στην Ιταλία, στην Ισπανία και στη Γερμανία, τα οποία ξεκινάνε από την επανάχρηση άδειων κτηρίων, με μορφές όμως συλλογικής αυτοοργάνωσης των κατοίκων, που μπορεί είτε να πατάνε σε ένα σύστημα καταλήψεων, είτε σε ένα σύστημα συνεταιριστικό-συνεργατικό με μικρή χρηματοδότηση. Εκεί δουλεύει αυτό, ακριβώς γιατί το κοινωνικό υποκείμενο είναι υπαρκτό, δεν έρχεσαι δηλαδή να το φορέσεις κάτι με όρους ενός πολιτικού σχεδιασμού από τα πάνω. Άρα λοιπόν, ναι, έχουμε καλά παραδείγματα, με τα οποία είμαστε σε επαφή και θέλουμε να μας εμπνεύσουνε και εδώ. Νομίζω ότι ένα από τα βασικά προβλήματα στην Ελλάδα ήταν ότι η στέγη πάντα αποτελούσε ιδιωτική υπόθεση της οικογένειας, ήταν μηχανισμός όπου η οικογένεια εξασφάλιζε, και φυσικά από το πόλεμο και μετά ήταν μία καθαρά εμπορευματική διαδικασία.
Δεν αποτελεί κοινωνιολογικό παράδοξο το ότι η κατάληψη ως πρακτική δεν ευδοκιμεί ούτε σε καθεστώς κρίσης στην Ελλάδα;
Ζ. Κ: Ίσως οφείλεται στο ότι στην Ελλάδα η νεολαία ανήκει στην οικογένειά της, ενώ στις χώρες που γίνονται καταλήψεις η νεολαία ανήκει στον εαυτό της, είναι χειραφετημένη, δεν είναι υϊοθετημένη μέχρι πολύ μεγάλη ηλικία.
Ε. ΤΖ: Αυτό που νομίζω ότι είναι προβληματικό στις καταλήψεις στην Ελλάδα είναι η περιχαράκωση και τα σύνορα πολλές φορές που μπαίνουν και με τους κατοίκους και με την πόλη. Παίζει ρόλο και το ότι η συζήτηση γύρω από τα Κοινά δεν έχει πιάσει. Οι αρχιτέκτονες χρειάζεται πλέον να είναι μέσα στις καταλήψεις, που εγώ τις λέω κοινούς χώρους, όπως και οι αρχιτεκτονικές σχολές.
Τ.Κ: Για να επιστρέψω στην κοινωνική κατοικία, στην Ελλάδα η αγορά λειτούργησε θαυμαστά, θησαύρισε κόσμος, πουλώντας κατοικία, πρώτη κατοικία, δεύτερη κατοικία, τρίτη κατοικία και πάει λέγοντας. Αυτό οδήγησε την Ελλάδα στο να έχουμε τη μικρότερη κοινωνική κατοικία στην Ευρώπη, δηλαδή είναι ένα 3% και σήμερα είναι 0%, δεν παράγεται τίποτε, και να έχουμε τη μεγαλύτερη ιδιοκατοίκηση μέχρι την αρχή της κρίσης.
Η ιδιοκατοίκηση έχει πέσει κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια;
Τ.Κ.:Από το 2009-2010 μέχρι σήμερα έχουμε 10% μείωση της ιδιοκατοίκησης. Είναι μεγάλο νούμερο μέσα σε πέντε χρόνια να έχεις 10% μείωση. Είναι άνθρωποι που έχασαν τα σπίτια τους με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, δηλαδή είτε εκπλειστηριάστηκαν βουβά είτε τα πούλησαν-που είναι το πιο συνηθισμένο- για να καλύψουν άμεσες ανάγκες και πλέον μένουν στο ενοίκιο. Και επίσης είναι καινούρια νοικοκυριά που δεν έχουν δυνατότητα να αγοράσουν σπίτι, όπως γινόταν πριν από 10 χρόνια που έπαιρνες ένα δάνειο και νόμιζες ότι είχες λύσει το πρόβλημα. Επομένως, δεν υπάρχει αυτή η κουλτούρα της έννοιας της κοινωνικής κατοικίας, τώρα αρχίζει να υπάρχει και, με αυτή την έννοια, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον που ο κόσμος το συζητάει πλέον και σε όλο τον κόσμο αρχίζει να μπαίνει η ιδέα ότι δεν είναι ανάγκη να έχω το δικό μου σπίτι, είναι ανάγκη να έχω σπίτι ,που να καλύπτει τις ανάγκες μου, αλλά δεν είναι ανάγκη να είναι ιδιοκτησία. Αυτό είναι πρώτη φορά που θα το ακούσεις στην Ελλάδα.
Ζ.Κ: Έχουμε περάσει από μία συνθήκη αναζήτησης μόνιμης κατοικίας σε μία συνθήκη αναζήτησης διαμονής. Αυτό είναι ένα πολιτισμικό πέρασμα θεμελιώδες. Η ιδέα τού ότι θα βρω ένα σπίτι για να μεγαλώσω εγώ και τα παιδιά μου έχει εκπέσει, δεν έχει ανταπόκριση ούτε στην οικονομία, ούτε στην παροδικότητα των επαγγελμάτων κ.ο.κ.
Κάποιο νέο από τις νομοθετικές μεταρρυθμίσεις στο μέτωπο της κατοικίας υπάρχει;
Τ.Κ.: Με το νέο κώδικα ποινικής δικονομίας έχει διευκολυνθεί η διαδικασία έξωσης των ενοικιαστών, έχει μειωθεί ο χρόνος προειδοποίησης. Και γίνονται εξώσεις συνεχώς. Στην Ελλάδα δεν ήταν οργανωμένοι ποτέ οι ενοικιαστές, ήταν μειοψηφικοί σε σχέση με τους ιδιοκτήτες, σε αντίθεση, για παράδειγμα με τη Γερμανία. Πρέπει να ξεκινήσει λοιπόν από το μηδέν η οργάνωσή τους. Mαζί με το πρόβλημα των εξώσεων, σοβαρό ζήτημα είναι κι αυτό της ενεργειακής φτώχειας, λόγω των αυξήσεων της ΔΕΗ. Πλησιάζουν το 1 εκ. τα νοικοκυριά με την απειλή διακοπής ρεύματος.
Υπήρξε αντίδραση από πλευράς πολιτών, συλλογικοτήτων;
Τ.Κ: Ξεκινά τώρα ένα κίνημα και για τη ΔΕΗ από πρωτοβουλίες πολιτών. Η ΔΕΗ είναι χαράτσι μεγάλο. Προκειμένου να χορηγηθούν τα ψιχία που δίνουν για τη θέρμανση, πρέπει να είσαι σε καθεστώς απόλυτης φτώχειας. Μπορεί να έχεις μηδενικό εισόδημα και να μην σου το δίνουν επειδή έχεις ιδιοκτησία. Σου λένε πούλα το σπίτι σου!
Σε σχέση με το απόθεμα των 30000 κλειστών κτηρίων, υπάρχει κάποια κινητικότητα από πλευράς Πολιτείας; Υπάρχει πρόθεση, πλάνο αξιοποίησής τους;
Τ.Κ.: Καταρχάς, από τη μεριά των υπουργείων, όχι όλων, γίνεται μία προσπάθεια να καταγραφούν τα κενά κτήρια ιδιοκτησίας του δημοσίου, που είναι άπειρα. Η κυβέρνηση εδώ και σχεδόν δύο χρόνια μπορεί να έχει καταγράψει μόλις ένα 20-30 % των κτηρίων ιδιοκτησίας του δημοσίου. Δεν είναι καταγεγραμμένα τα κτήρια που ανήκουν σε ιδρύματα και σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στο δημόσιο. Είναι καταγεγραμμένα μόνο ως τίτλοι τα κτήρια που ανήκουν στις σχολάζουσες κληρονομιές. Πέρυσι είχαμε 21.000 αποποιήσεις κληρονομιάς, που σημαίνει ότι ακίνητα περνάνε στο δημόσιο. Από εκεί και πέρα, λόγω της μη ολοκλήρωσης του κτηματολογίου δεν είναι εύκολο να έχεις και μια εικόνα των ιδιωτικών ακινήτων που είναι κενά. Χρειάζεται μια πολύ συστηματική δουλειά μέσω του Ε9, για να γίνει μια καταγραφή. Στο μεταξύ, έχουμε το κακό παράδειγμα μιας πρωτοβουλίας του Δήμου Αθηναίων, που ξεκίνησε το 2014 με ένα σχέδιο νόμου για τα άδεια ακίνητα, σύμφωνα με το οποίο όπου υπάρχει άδειο, κενό, εγκαταλελειμμένο ακίνητο ο Δήμος θα μπορεί δικαστικά να το πάρει για πάντα, εφόσον ο ιδιοκτήτης είναι ανύπαρκτος, και να το απαλλοτριώσει με κάποιο τρόπο, εφόσον υπάρχει ιδιοκτήτης. Ο Δήμος, εφόσον το αξιοποιεί το ακίνητο, θα αποδίδει ένα ποσοστό από τα έσοδα που θα αποφέρει στον ιδιοκτήτη για 50 χρόνια. Το δικαστήριο θα αποφασίζει αν θα περνά στο Δήμο ένα ακίνητο με κριτήριο την ώριμη επιχειρηματική πρόταση αξιοποίησής του. Επομένως, εκεί δεν μπαίνει καν το κριτήριο «για ποιες ανάγκες θα το πάρει ο δήμος και αν θα το πάρει για κοινωνική κατοικία;». Μπορεί να το πάρει για Rbnb, μπορεί να το πάρει για ένα σύστημα καταστημάτων. Μπαίνοντας από το δήμο Αθηναίων πιεστικά αυτός ο νόμος, άνοιξε μία συζήτηση για το τι θεσμικό πλαίσιο μπορεί να διαμορφωθεί για τα κενά κτήρια. Το συμπέρασμα της επιτροπής που δούλεψε 4-5 μήνες αρκετά δημιουργικά ήταν ότι χρειαζόμαστε θεσμικό πλαίσιο που να ορίζει τις «ιδιοκτησιακές σχέσεις», τα οικονομικά εργαλεία και τον τόπο με τον οποίο θα γίνεται η παραχώρηση σε κάποια κοινωνική ομάδα,για παράδειγμα. Γιατί άλλοι κανόνες ισχύουν για τα κτήρια δημοσίου, και των νομικών προσώπων που εποπτεύει το ελληνικό δημόσιο, άλλοι για τα ιδιωτικά κτήρια, άλλοι για τα εγκαταλελειμμένα, άλλοι για τα διατηρητέα. Χρειάζονται οι υπουργικές αποφάσεις που να βάζουν τα κριτήρια, γιατί αλλιώς μπορεί να γίνει ένα απόλυτα πελατειακό πράγμα, «δίνω στο φίλο μου, στο κολλητό μου», «πάρε ένα κτηριάκι να κάνεις παιχνίδι».
Ποιοι θα μπορούσαν να εργαστούν περαιτέρω για το θεσμικό πλαίσιο;
Τ.Κ: Καταρχάς οι ενεργές κοινωνικές ομάδες, και από εκεί και πέρα ο επιστημονικός κόσμος και οι μαζικοί φορείς.Ο Σύλλογος Αρχαιολόγων συμμετείχε συστηματικά σε αυτές τις επιτροπές.
Στο βιβλίο σας, κύριε Κοτιώνη, «Πρακτικές Αστικής Αλληλεγγύης» περιγράφετε το 2015 ως χρονιά- καμπή σε όλες τις πρακτικές αστικής αλληλεγγύης, οι οποίες περνάνε από τις συλλογικότητες στις Μ.Κ.Ο. και στο κράτος. Γιατί συμβαίνει τη συγκεκριμένη στιγμή αυτή η κάμψη;Θα περίμενε κάποιος μια εντελώς ανάστροφη πορεία.
Ζ. Κ: Από το 2015 και μετά αυτό που λέμε αλληλεγγύη ως μία οριζόντια διαδικασία από τα κάτω, περνάει σε μία κρίση επαναπροσδιορισμού, εξουδετερώνεται ριζικά, και ταυτόχρονα αρχίζει να εμφανίζεται η «από τα πάνω» αλληλεγγύη, είτε η κρατική είτε η χρηματοδοτούμενη αλληλεγγύη των Μ.Κ.Ο., δηλαδή μεταστρέφεται η αλληλεγγύη σε πρόνοια ή μάλλον μία πρόνοια επιδοματικού τύπου, αποικιακή και φιλανθρωπική πρόνοια.
Για αυτή τη μετάβαση έφταιξαν οι κυβερνητικές πολιτικές;
Τ.Κ: Η κυβερνητική αλλαγή επηρέασε πάρα πολύ τον τρόπο λειτουργίας της πλειοψηφίας των δομών, χωρίς όμως να σημαίνει ότι δεν έχουμε ακόμα και σήμερα ένα μικρό κομμάτι, το 1/3 των δομών, που υπήρχαν πριν. Δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια πολλές δομές αλληλεγγύης, που σχετίζονταν με το προσφυγικό, οι οποίες σήμερα είναι πιο πολιτικοποιημένες και πιο χειραφετημένες από πριν, αλλά πιο περιορισμένες σε αριθμό. Οι δομές αρχικά προσπάθησαν να αξιοποιήσουν χώρους, όχι τόσο μέσα από καταλήψεις, όσο μέσα απ’ την δωρεάν παραχώρηση. Κάποιος άνθρωπος έδινε ένα χώρο και οι άνθρωποι των δομών τον φτιάχνανε με ίδια μέσα και πάρα πολύ προσωπική δουλειά. Ήμουν για 4 χρόνια εργαζόμενη στην Αλληλεγγύη για Όλους, η οποία στήριζε τις δομές αλληλεγγύης μέσα από ένα ταμείο που χρηματοδοτείται από ένα ποσοστό των μισθών των βουλευτών του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Ένας από τους κανόνες που είχε μπει σε σχέση με τις δομές ήταν ότι δεν χρηματοδοτείται η υποδομή .Δεν θέλαμε να δίνουμε το μήνυμα «σας πληρώνουμε για να ανοίγεται δομές», η δομή έπρεπε να αυτοοργανωθεί, έπρεπε να δημιουργήσει τις δυναμικές της, την κοινωνική της γείωση και, στη συνέχεια, αν υπήρχε μία ανάγκη που δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί, τότε μόνο έμπαινε η διαδικασία της στήριξης. Άρα με τις δομές είχε αρχίσει και φτιαχνότανε και μία έννοια κοινού.
Οι δομές αυτές δημιουργήθηκαν μόνο στα αστικά κέντρα;
Τ.Κ: Αποκλειστικά: Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Βόλο, Άρτα, Γιάννενα, Πάτρα. Οι στεγασμένες δομές ήταν συνήθως δομές που στήριζαν την κοινότητα με τροφή, ήταν κοινωνικά ιατρεία, σχολεία αλληλεγγύης διαφόρων ειδών και ,σε πολύ μικρότερο βαθμό, ευρύτερα κοινωνικά κέντρα, τα οποία έγιναν σε παλαιότερη περίοδο και ήταν περισσότερο συνδεδεμένα πολιτικά με τον αναρχικό χώρο.Βέβαια, στο ίδιο διάστημα άρχισε να υπάρχει και μία παρέμβαση στο χώρο το μη στεγασμένο, δηλαδή είχαμε τις ανοιχτές αγορές των προϊόντων που πωλούνταν χωρίς μεσάζοντες ή είχαμε πολλές εκδηλώσεις και δράσεις , συλλογικές κουζίνες σε πλατείες.
Αυτό υποχωρεί το 2015, όπως αναφέρατε, αποκλειστικά λόγω της κυβερνητικής αλλαγής;
Τ.Κ: Η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει αυτή τη δυναμική. Δηλαδή, όταν έχεις 6.500 κόσμο, όπως είχε καταγραφεί πανελλαδικά, που εμπλέκεται και έχει αποκτήσει μια τεράστια πείρα,τεχνογνωσία και χειραφέτηση, τον κάνεις κοινωνό σε ένα σχεδιασμό και του δίνεις και κάποια μικρή ή μεγαλύτερη δυνατότητα αυτενέργειας.Η κυβέρνηση δεν θέλησε να κάνει αυτό, θέλησε απλά να χρησιμοποιήσει τις δομές εργαλειακά, δηλαδή «έχω εκεί 100 ανθρώπους που μπορούν να μοιράζουν τρόφιμα, θα τους χρησιμοποιήσω για να μοιράσουν τρόφιμα».Το 2015 ήταν, λοιπόν, ορόσημο. Ο τρόπος με τον οποίο λειτούργησαν οι περισσότερες δομές αλληλεγγύης είχε κι ένα πολιτικό πρόταγμα. Λέγαν «στηρίζουμε την κοινωνία μέχρι να υπάρξει μία πολιτική αλλαγή που θα επιτρέψει να μην έχουμε αυτά τα προβλήματα», δεν υπήρχε η λογική «οργανώνουμε την κοινωνία και αυτός είναι ένας εναλλακτικός τρόπος οργάνωσής της», όπως θα έπρεπε να είναι. Εκεί λοιπόν οι δομές μπήκαν σε μία διαδικασία προβληματισμού: ποιος είναι ο ρόλος μας, τι θα κάνουμε εμείς, τι θα κάνει η κυβέρνηση, να λειτουργήσουμε βοηθητικά στη κυβέρνηση, να αυτοδιαλυθούμε;