Στη σύγχρονη ιστορία, αυτή που γράφεται πάνω σε ματωμένους δρόμους και άψυχα κορμιά, υπάρχουν ημερομηνίες-σταθμοί που μένουν ανεξίτηλες στη μνήμη μας για τους πιο ζοφερούς λόγους. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα στο Κερατσίνι από τον 45χρονο χρυσαυγίτη Γιώργο Ρουπακιά, τα ξημερώματα της 18ης Σεπτεμβρίου του 2013, πέραν του ότι κατέκλυσε με πόνο και οργή τη συλλογική μας μνήμη, αποτέλεσε ορόσημο για την ενδυνάμωση του αντιφασιστικού κινήματος στην Ελλάδα.
Τώρα, 10 χρόνια μετά τη δολοφονία του Killah P, η μνήμη των εγκλημάτων της νεοναζιστικής συμμορίας παραμένει ζωντανή και οι αγώνες συνεχείς, αφού η απειλή του φασισμού βρίσκεται (ξανά) ανάμεσά μας: Στους δρόμους, στα γήπεδα, στα λιμάνια – από τη δολοφονία του Μιχάλη Κατσούρη από νεοναζί χούλιγκαν της Ντιναμό στη Νέα Φιλαδέλφεια, μέχρι εκείνη του Αντώνη Καργιώτη από μέλος του πληρώματος του Blue Horizon, που τόλμησε να πει «νόμιζα ότι είναι μαύρος, Πακιστανός», επιβεβαιώνοντας τα ρατσιστικά κίνητρα της βίαιης απώθησής του.
Όσοι και όσες με καρδιοχτύπι είχαμε κατακλύσει το Εφετείο τον Οκτώβριο του 2020, όταν η Χρυσή Αυγή καταδικάστηκε ως εγκληματική οργάνωση έπειτα από έναν αδιάκοπο αγώνα 5μιση χρόνων για τη συγκέντρωση της δικογραφίας και την εκδίκαση των υποθέσεων εις βάρος της, στην πραγματικότητα ξέραμε πως ο αγώνας για να ξεριζωθεί ο φασισμός ήταν ακόμα μακρύς. Είχαμε όμως κάθε λόγο για να αναπνέουμε λίγο πιο ανακουφισμένοι/ες, λίγο περισσότερο εφοδιασμένες/οι με ελπίδα.
Η μαζική αφύπνιση και η επιμονή του κόσμου άσκησε πίεση στη Δικαιοσύνη ώστε να λάβει δράσει και τελικά να στείλει τους χρυσαυγίτες στη φυλακή. Μαζί με τα θύματα της φασιστικής βίας, τους συγγενείς τους και τη δυναμική παρουσία του αντιφασιστικού κινήματος, η Μάγδα Φύσσα, μητέρα του Παύλου, απέκτησε μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά και τη συνείδησή μας, καταφέρνοντας με το σθένος και τον αδιάκοπο αγώνα της να γίνει η «μάνα» όλων μας.
Στο πλαίσιο της δίκης της Χρυσής Αυγής που αποτέλεσε τη σημαντικότερη δίκη της Μεταπολίτευσης, συνεκδικάστηκαν τρία κακουργήματα: η ανθρωποκτονία του Παύλου Φύσσα, η απόπειρα ανθρωποκτονίας του Αιγύπτιου αλιεργάτη Αμπουζίντ Εμπάρακ και η απόπειρα ανθρωποκτονίας των στελεχών του ΚΚΕ και μελών του ΠΑΜΕ στη Ζώνη Περάματος. Παράλληλα, διερευνήθηκαν άλλες 60 υποθέσεις που δικάζονταν παράλληλα σε άλλα δικαστήρια και αφορούν εγκλήματα για τα οποία έχουν καταδικαστεί ή κατηγορούνταν τα μέλη της Χρυσής Αυγής.
Ο καθ’ ομολογίαν δράστης της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα, δικάστηκε ως φυσικός αυτουργός της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως καθώς επίσης και για ένταξη και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση. Η ποινή του ανήλθε σε ισόβια κάθειρξη και 10 έτη συν 8 έτη. Ένοχος για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης αλλά και για τη δολοφονία Φύσσα, κρίθηκε και ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής, Νίκος Μιχαλολιάκος.
Ακόμα, ένοχοι για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης κρίθηκαν οι Κασιδιάρης, Λαγός, Γερμενής, Παναγιώταρος, Παππάς, Ματθαιόπουλος και ένοχοι για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση οι Άγγος, Αποστόλου, Καζαντζόγλου, Καλαρίτης, Μιχαλάρος, Μπαρέκας, Παπαβασιλείου, Παπαδόπουλος, Πόπορη, Σκιατούνης, Σκάλκος, Στεργιοπουλος, Στράτος, Τσακανίκας, Τσόρβας, Τσαλίκης, Χατζηδάκης, Χρυσαφίτης.
Φτάνοντας στο σήμερα, και παρά την ελπιδοφόρα έκβαση της ιστορικής δίκης, οι κάλπες της 25ης Ιουνίου έκλεισαν βάζοντας στο ελληνικό Κοινοβούλιο τρία κόμματα του ακροδεξιού φάσματος, το συνολικό ποσοστό των οποίων άγγιξε σχεδόν το 13% (12,77%). Οι Σπαρτιάτες «πρωταγωνίστησαν» στη θλιβερή αυτή κατάληξη με 4,64%, η Ελληνική Λύση ακολούθησε με 4,44% και η ΝΙΚΗ απέσπασε 3,69%. Περισσότεροι από 665.000 πολίτες, έδωσαν τη ψήφο τους στην ακροδεξιά και τον φασισμό, συγκεντρωτικά περισσότεροι από εκείνους που ψήφισαν ΠΑΣΟΚ.
Στην περίπτωση των Σπαρτιατών, ο αρχηγός τους Βασίλης Στίγκας, στις πρώτες του δηλώσεις μετά την αποκαρδιωτική εκλογική νίκη ευχαρίστησε τον κρατούμενο και καταδικασμένο για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση Ηλία Κασιδιάρη, για τη «σημαντική βοήθεια» που προσέφερε στο κόμμα, χαρακτηρίζοντάς την «καύσιμο» για την ώθηση που έλαβε ο σχηματισμός. Εντωμεταξύ, εκ των 12 βουλευτών του κόμματος, οι 10 έχουν άμεση σχέση με τον ίδιο τον Κασιδιάρη ή με το κόμμα του «Έλληνες», που δεν πήρε τελικά την άδεια του Αρείου Πάγου να κατέλθει στις εκλογές. Χαρακτηριστικά, ένας εκ των εκλεγμένων βουλευτών, ο Γιάννης Δημοτροκάλης, είχε συνυπογράψει την ίδρυση των «Ελλήνων», ενώ ο μέχρι πρότινος επικεφαλής της νεολαίας των «Ελλήνων», Κωνσταντίνος Φλώρος, εξελέγη επίσης με τους Σπαρτιάτες.
Οι Σπαρτιάτες φαίνεται πως ήρθαν για να αποτελέσουν τη συνέχεια της Χρυσής Αυγής (η οποία στις εκλογές του 2019 είχε λάβει 2,9%, μη καταφέρνοντας να βρεθεί ξανά στη Βουλή), αυτή τη φορά χωρίς μαύρα t-shirts και πρωτόγονες κραυγές μίσους, αλλά με κοστούμια, γραβάτες και πράο λόγο εντός του κοινοβουλίου. Ο Κασιδιάρης, έχοντας έτοιμο ένα δίκτυο μέσα από τη φυλακή, το ενεργοποίησε ανενόχλητος την κατάλληλη στιγμή, με τους Σπαρτιάτες να περνούν κάτω από τα ραντάρ της δικαιοσύνης. Το ακόμα πιο τρομακτικό είναι πως κάτι τέτοιο δεν συνέβη σε μία εποχή που οι ψηφοφόροι μπορούν να λένε ότι δεν γνώριζαν τις ενέργειες των μελών της Χρυσής Αυγής. Πλέον: ο κόσμος γνωρίζει καλά ποιοι είναι και τι εγκλήματα έχουν διαπράξει, και επιλέγει συνειδητά να δώσει την ψήφο του στους συνεχιστές αυτών των φρικαλεοτήτων.
Στην περίπτωση δε του Ηλία Κασιδιάρη – ο οποίος παραμένει έγκλειστος – μετά την προσπάθειά του να κατέβει στις βουλευτικές εκλογές, θέτει τώρα ανενόχλητος την υποψηφιότητά του στον Δήμο Αθηναίων. Ύστερα από την εκλογή των Σπαρτιατών, ο μοναδικός τρόπος για να περιοριστούν τα κοινοβουλευτικά προνόμια του ακροδεξιού κόμματος ήταν να αλλάξει ο κανονισμός της Βουλής. Αυτό μπορούσε να συμβεί μόνο αν το εκλογικό σώμα ασκούσε ενστάσεις εντός 15 ημερών από την εκλογή τους, και το αίτημα αξιολογείτο από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο. Ο θεσμός της απαγόρευσης ενός πολιτικού κόμματος είχε εισαχθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα, χωρίς ωστόσο να βρει αντίκρισμα. Οι κρατικές παρεμβάσεις απέτυχαν να εξασφαλίσουν τον αποκλεισμό του «Δούρειου Ίππου» του Κασιδιάρη από τις βουλευτικές εκλογές, όπως και τον αποκλεισμό του από τις αυτοδιοικητικές που έπονται.
Η Ελευθερία Τομπατζόγλου, δικηγόρος της οικογένειας του Παύλου Φύσσα έγραψε στα ΝΕΑ σχετικά με την είσοδο των τριών ακροδεξιών κομμάτων στη Βουλή: «Δέκα χρόνια μετά τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου, που σηματοδότησε τη διάλυση του μακροβιότερου φασιστικού σχηματισμού στην Ελλάδα, βρισκόμαστε σε μια από τις δυσκολότερες χρονικές συγκυρίες, με τρία ακροδεξιά μορφώματα να έχουν εκπροσώπηση στο ελληνικό κοινοβούλιο, με την ελληνική κοινωνία να είναι αδύναμη να αντιδράσει στη σταδιακή και άνωθεν επιβαλλόμενη εξαθλίωση και, παρά το γεγονός ότι μια μερίδα πολιτών προσπαθεί να αντισταθεί ακόμα, η αντίσταση αυτή είναι σπασμωδική και δυστυχώς δεν μπορεί να πάρει μητροπολιτικές διαστάσεις.
Η μεγάλη παρακαταθήκη που άφησε η κοινωνική αντίδραση μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα πρέπει να αξιοποιηθεί, ώστε οι δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις να αντισταθούν στη σταδιακή αποκτήνωση, τον εκφασισμό που μεθοδικά επιβάλει το πολιτικό σύστημα των τελευταίων ετών και την κανονικοποίηση απάνθρωπων συμπεριφορών, με τη διαρκή απαξίωση της ανθρώπινης ζωής. Δεν είναι αργά για να αντιστραφεί η πορεία, για να μην πάει χαμένη η θυσία του Παύλου, δεν είναι αργά για να μην θρηνήσουμε και άλλα θύματα, με θύτη αυτή τη φορά ακόμα και τον διπλανό μας».
Πριν από τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, δεκατέσσερα κυρίως δεξιά ή ακροδεξιά πολιτικά κόμματα είχαν αποκλειστεί από τη συμμετοχή τους από το Α1 Τμήμα του Άρειου Πάγου, ύστερα από τα νομοθετήματα της κυβέρνησης που διακηρυγμένο στόχο είχαν να «μπλοκάρουν» την κάθοδο των «Ελλήνων» στη Βουλή. Ήταν τότε που πιστέψαμε πως πλησιάζουμε στη ρίζα του. Ο αγώνας όμως διαφάνηκε πιο μακρύς, ωσότου εκτοπίσουμε και τον τελευταίο λύκο από την «κοιλάδα των μελισσών».