ΣΠΙΣΙΣΜΟΣ

Ο σπισισμός είναι η ανθρωποκεντρική τάση να κατατάσσουμε την αξία της ζωής των μελών της πανίδας με βάση την αποδεκτή ανωτερότητα του ανθρώπου.  Ο άνθρωπος μπορεί να αποφασίζει για την μοίρα των ζώων, να την καθορίζει, μπορεί να εκμεταλλεύεται τα ζώα, να τα κυνηγάει και να τα τρώει. Μέχρι πρότινος κυρίαρχη άποψη ήταν αυτή η διαποτισμένη από θρησκευτικές προκαταλήψεις περί άψυχου ζώου και ως εκ τούτου, συνεπακόλουθα, περί ασήμαντης να ερευνηθεί συναισθηματικής διακύμανσης κατά τον βασανισμό ή την όποια εκμετάλλευση αυτού (του ζώου).

Ο σπισισμός είναι ένας νεολογισμός. Αν τον γράψετε στο word,  θα σας κοκκινίσει τη λέξη. Στην εποχή της μετάβασης του ανθρώπου σε κάποιο ανώτερο και πιο ευρύχωρο επίπεδο συνειδητότητας, είναι καλό αυτοί οι όροι που γεννάνε νέα αίτια για διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων να χρησιμοποιούνται με φειδώ. Ο πόλεμος των αντι-σπισιστών δεν είναι το όπλο για την ευαισθητοποίηση των σπισιστών. Μόνο μέσα από διάλογο καταλαβαίνει ο άνθρωπος πως πρέπει να εκτρέψει την ενσυναίσθηση του και προς το δράμα του ζώου πάνω στη Γη. Ποτέ μου δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί να συσπειρώνεις μέσα από μια μιμητική ρητορική μίσους, βγαλμένη από αναφομοίωτα αναγνώσματα,  αυτούς που ονοματίζεις ιδεολογικούς σου εχθρούς. Το να μισώ σημαίνει πως ξέρω. Ο άνθρωπος δεν ξέρει τίποτα. Και δεν νομίζω να μάθει ποτέ την αλήθεια γιατί η οπτική του είναι περιορισμένη απ’ τις πεπερασμένες ιδιότητες του. Δεν βλέπουμε όλο το φάσμα των χρωμάτων, δεν ακούμε όλους τους ήχους, δεν αντιλαμβανόμαστε πάνω από τρεις διαστάσεις. Μπορεί να γνωρίζουμε κάτι αλλά μπροστά στο άπειρο στεκόμαστε αδαείς.

Βέβαια οι αντισπισιστές μέσα στον οίστρο και τον μισαλλόδοξο λόγο τους δεν μπόρεσαν να ασχοληθούν με το γεγονός ότι ανεξέλεγκτα ζώα σημαίνει πολλά πράγματα. Αύξηση πληθυσμών των πιο άγριων απ’ αυτά και απειλή για την ζωή άλλων ζώων και ανθρώπων. Κάποιος πρέπει να έχει το ρόλο του πληθυσμιακού ρυθμιστή των ειδών. Πράγμα που μόνο ένας άνθρωπος μπορεί να το κάνει. Και αυτό εμπίπτει στην ιδεολογία του σπισισμού.  Γενικά οι αντισπισιστές δεν έχουν καταλάβει ότι μπορεί να προκαλέσουν κακό συγκλονιστικά μεγαλύτερο απ’ αυτό που προκαλούν οι σημερινοί άνθρωποι.

Η ανθρώπινη παρέμβαση στη φύση πρέπει να είναι επιτρεπτή έως του βαθμού κανένα ζώο να μην κινδυνεύει με εξαφάνιση από κινδύνους που ελλοχεύουν πίσω από κοφτερά δόντια Αιλουροειδών και πίσω απ’ τα διαφορετικά είδη των Κυνιδών. Η βιοποικιλότητα βοά για την ανθρώπινη παρουσία. Ας σκεφτούμε την ήδη κλονισμένη ισορροπία στα νερά του Αιγαίου απ’ την εμφάνιση των απαίσιων λαγοκέφαλων.

CISGENDER Ή CIS

Με τον όρο cis εννοούμε τα άτομα που έχουν επιλέξει για ταυτότητα φύλου τους το βιολογικό τους φύλο. Από μια  μερίδα των δικαιωματιστών αυτοί οι άντρες και αυτές οι cis γυναίκες είναι τα αχειραφέτητα της φαλλοκρατικής πατριαρχίας- στην περίπτωση που είναι και straight.  Εδώ πραγματικά ένας ολετήρας κονιορτοποιεί υπάρξεις γιατί έτυχε να αποδέχονται το βιολογικό τους φύλο.

Οι δικαιωματιστές περνάνε απ’ το πολιτικά ορθό στην απόλυτη άρνηση. Κι ενώ ξέρουν ότι υπάρχει μια λεπτή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη λογική του politically correct και την μισαλλοδοξία μιας εξτρεμιστικής και ανεξέλεγκτης θέλησης για λογοκρισία, εντούτοις αυτοί την προσπερνάνε, προκρίνοντας σαν μοναδική τους επιδίωξη την ελευθερία στην συμφωνία. Πρέπει όλοι να συντάσσονται μαζί τους. 

Οι cis ετεροφυλόφιλοι είναι για αυτούς τους λίγους ανθρώπους ύποπτοι για ομοφοβία, τρανσοφοβία, για φυλετικό ρατσισμό, για φασιστικές πολιτικές πεποιθήσεις και για προνομιούχα μεταχείριση από την κοινωνία. Όποιος έχει ζήσει τα στοιχειώδη μέσα στη βιοτή και την τύρβη της δεν μένει δίχως να έχει άχθη πολλά συσσωρευμένα -αναλόγως με τα χρόνια του- στην πλάτη του. Δεν υπάρχει κοινότητα ανθρώπων που να μην βιώνει και την πιο άσχημη πλευρά της ζωής. Η κατάτμηση των προβλημάτων, η εξειδίκευση τους γίνονται για να αυγατίσει ο καπιταλισμός τις περικοκλάδες του και να απομυζήσει κέρδη απ’ τα καινούργια γνωστικά πεδία που αργότερα παραλλάσσονται και σε αυτόχρημα καταναλωτικά.

Η αγορά στο πρώτο μισό του εικοστού πρώτου αιώνα είναι τόσο ισχυρή που απλά κανείς μας δεν πρέπει να την εμπιστεύεται. Απ’ την μια στιγμή στην άλλη ανεβάζει αξίες και τις καταβαραθρώνει ως απαξίες. Ας αφήσουμε λίγο τις θεωρίες, την λατρεία της καταστροφολογίας, τις σκιαμαχίες, τις πολλές φιλοσοφίες, τις ιδεοληψίες και τις παραισθήσεις και ας ζήσουμε εκεί έξω. Υπάρχουν ακόμη η αθωότητα και η καλοπιστία. Ο άνθρωπος έχει προχωρήσει στην απάνθρωπη δημιουργία μιας επίπλαστης υπερ-πραγματικότητας. Μόνο ο απροκατάληπτος και οι όμοιοι του μπορούν να χαρούν την σωσμένη από εδώ και από εκεί αγάπη. Όμως αυτή υπάρχει και προσπαθεί να κατεβάσει τους λογισμούς μας απ’ τον νου στη θέση της καρδιάς. 

ΝΕΚΡΟΦΙΛΙΑ. Η ΝΕΑ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ. 

Η ενόρμηση ζωής και η αντίστοιχη του θανάτου έχουν οριστεί από πάρα πολλούς. Από τον Φρόιντ, τον Πονταλίς , τον Λακάν και τον Ζίζεκ. Η νεκροφιλία πολύ πρώιμα ήταν αποκλειστικά μια σεξουαλική παραφιλία. Ήταν η ερωτική έλξη που αισθανόταν κάποιο άτομο για ένα πτώμα και η συνεύρεση μαζί του. Στις μέρες μας η νεκροφιλία αντλεί νοηματοδότηση από το φάσμα της ψυχανάλυσης και κυρίως απ’ την προαναφερθείσα ενόρμηση θανάτου.

Η ενόρμηση θανάτου είναι η ροπή προς την αυτοκαταστροφή. Σύμφωνα με τον Ζίζεκ είναι η ηδονιστική υπονόμευση της ζωής ενός ανθρώπου απ’ τον ίδιο. Αυτό το πρότυπο ανθρώπου θυμίζει την πεταλούδα που χορεύει ερωτικά γύρω απ’ την φωτεινή λάμπα στο μπαλκόνι και τελικά καίγεται απ’ την θερμότητα του φωτιστικού. Η ενόρμηση θανάτου είναι να βρίσκεις ησυχία και γαλήνη στα σχήματα του χαμού, της απώλειας, του παρελθόντος. Κάπως έτσι ορίζεται πια και η νεκροφιλία. Είναι η νοσταλγία για την παιδική ηλικία όταν έχει παρέλθει.

Είναι η αναπόληση της μητρική μορφής όταν αυτή έχει γεράσει. Είναι το συναισθηματικό άλγος που συνοδεύει την θύμηση όσων έχουν φύγει απ’ το προσκήνιο της ζωής μας. Μπορεί να είναι τραγούδια των 80s που όταν τα ξανακούς λες και θλίβεσαι για κάποιον απολεσθέντα  παράδεισο. Νεκρόφιλος είναι αυτός που διάγει πεισιθάνατο βίο. Είναι αυτός που αναγαλλιάζει στα νεκροταφεία. Αυτός που του αρέσουν οι ζωγραφικοί πίνακες με νεκρούς και ιδιαίτερα με νεκρές γυναίκες ανάλαφρες σαν οπτασίες. Νεκρόφιλος πολλές φορές είναι ο ρομαντικός άνθρωπος. Είναι αυτός που ζει μέσα στις θλίψεις του για όλα όσα αποτελούν το παρελθόν του. Μέσα σ’ αυτό και ζει. Αρνείται το παρόν γιατί αυτά που πέρασαν ήταν πιο εύμορφα, πιο απαλά, πιο αθώα.

Νεκρόφιλοι είναι οι ποιητές που αγαπούν τον θάνατο. Ο Καρυωτάκης, ο Ουράνης, ο Σκαρίμπας και άλλοι πολλοί. Μας έχουν αφήσει σπουδαία νεκροφιλικά ποιήματα. Με αρχή «το βλέμμα των νεκρών ποιητών» που παρακολουθούν την κηδεία τους ή αντιδράσεις των άλλων γύρω απ’ το φανταστικό γεγονός του τέλους τους. Ο Πόε είναι σίγουρα νεκρόφιλος. Μερικοί μελετητές του έργου του τον εντάσσουν μάλιστα και στην αντίστοιχη παραφιλία στον φαντασιωτικό κόσμο του.

DEMI-ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑ 

Οι άνθρωποι έχουν γεμίσει με ζόμπι το κεφάλι τους. Ανδράποδα φανταστικών ιδεών άγονται και φέρονται σαν κυνηγοί και κυνηγημένοι. Πολλές φορές οι ευπαθείς ομάδες αμύνονται χωρίς καν να δεχτούν επίθεση ή και επιτίθενται γιατί πάσχουν από μανία καταδίωξης. Απ’ τους ανήκοντες στην ετεροκανονικότητα έχουμε το φαινόμενο της διόγκωσης απλών φυσιολογικών θεμάτων σε απειλητικές θεωρίες που θα τους συνθλίψουν και μαζί μ’ αυτούς θα θέσουν σε κίνδυνο το τρίπτυχο της συμφοράς μας πατρίς-θρησκεία-οικογένεια. Ας κατεβάσουμε λίγο την επικοινωνία μας απ’ τον τόπο του νου μας στον τόπο της καρδιάς. Εκεί που τα αγκάθια δεν φυτρώνουν και μόνο η αγάπη κερδίζει σε ύπαρξη. Μου ήρθε ακόμη ένα κεραμίδι  -και ενώ προσπαθούσα παραπάνω να αποσαφηνίσω την δικιά μου θέση- περί demi-σεξουαλικότητας.

Κάθε όρος που γεννιέται σ’ αυτόν τον κόσμο είναι και μια επενδυτική μετοχή, είναι και ένας λόγος για καυγάδες και σε μερικές περιπτώσεις για αιματοχυσίες. (Για λίγο γύρισα και είδα απ’ το παράθυρο την υπέροχη νύχτα.) Ύστερα κατέβασα το κεφάλι μου προς την οθόνη του υπολογιστή και τις νοερές επάλξεις που μας απομακρύνουν -τον έναν απ’ τον άλλον. Γκρεμίστηκαν οι έννοιες που μας ένωναν και βγήκαν λέξεις πολλές, τραχιές και κοφτερές για την ψυχή. Αυτός ο τύπος σεξουαλικότητας -ο demi- έχει να κάνει με την ερωτική έλξη ανάμεσα σε άτομα ανεξαρτήτως φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού και έχει ως μοναδική προϋπόθεση του για να αναπτυχθεί την εις βάθος συσχέτιση των εμπλεκόμενων προσώπων.

Τα demi-sexual άτομα βγαίνουν σπανίως ραντεβού με άλλους γιατί η βαθιά γνωριμία που απαιτείται χρειάζεται χρόνο και η ωμότητα της εποχής προκρίνει την επιπολαιότητα στις ανθρώπινες σχέσεις. Προσωπικά δεν καταλαβαίνω την χρησιμότητα του όρου.  Η demi-σεξουαλικότητα δεν είναι κατηγορία ανθρώπων αλλά καθαρά συμπεριφορικό ζήτημα. Είπαμε όμως-ο καπιταλισμός έχει ανάγκη απ’ τον κατακερματισμό της ανθρώπινης κοινωνίας, την ανάδειξη νέων ομάδων και την εξυπηρέτηση των υλικών και πνευματικών αναγκών αυτών των ομάδων.