Πολλές και πολλοί είχαμε στηρίξει την Κοινωνική Κουζίνα – Ο Άλλος Άνθρωπος με ποικίλους τρόπους κατά τη δεκαετή και άνω λειτουργία της. Από τα καθημερινά μαγειρέματα στον Κεραμεικό και τις πληγείσες από πλημμύρες και πυρκαγιές περιοχές, μέχρι τη συγκέντρωση υλικών αγαθών και χρημάτων για τους συμπολίτες και τις συμπολίτισσές μας σε ανάγκη, έχουμε συνδέσει τον «Άλλο Άνθρωπο» με μια προσωπική ανάμνηση, αλλά και με την ιερή πράξη της αλληλεγγύης.
Τώρα, ο δημιουργός της κοινωνικής κουζίνας, Κωνσταντίνος Πολυχρονόπουλος, κατηγορείται για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης, απάτη και ξέπλυμα μαύρου χρήματος, μαζί με την αδελφή του και τον σύζυγό της, σύμφωνα με το πόρισμα που εξέδωσε η Αρχή Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες. Όπως γνωστοποίησε η Αρχή, από το 2020 μέχρι σήμερα ο Πολυχρονόπουλος είχε αποσπάσει 600.000 ευρώ – χρήματα τα οποία φαίνεται πως έπαιρνε από τους πολίτες, τα έβαζε σε προσωπικούς τραπεζικούς λογαριασμούς (των συγγενών του, αφού ο ίδιος δεν διαθέτει δικό του) και σε εταιρείες τυχερών παιχνιδιών.
Σε ψιθύρους απ’ εδώ και απ΄εκεί, διάφορα είχαν ακουστεί για την εξάρτηση του Κ. Πολυχρονόπουλου από τον τζόγο. Ήταν ωστόσο ψίθυροι τους οποίους αποδίδαμε σε φήμες, γιατί δεν μπορούσαμε -ή δεν θέλαμε- να πιστέψουμε πως ένας άνθρωπος που έχει αφιερώσει τη ζωή του στο να στηρίζει ευάλωτους και ευπαθείς συνανθρώπους μας είναι ικανός την ίδια στιγμή να στερεί ένα κομμάτι αυτής της βοήθειας και να εξαπατά τους αλληλέγγυους και τις αλληλέγγυες. Κι όταν φτάναμε στο σημείο να επεξεργαστούμε τους ψιθύρους και να τους δώσουμε μορφή, επικρατούσε η ενσυναίσθηση για τον εθισμό στα τυχερά παιχνίδια, που είναι τόσο σκοτεινός. Δεν μπορούσαν οι σκέψεις και τα συναισθήματά μας να πάνε πέρα από τη ψυχική αυτή διαταραχή (Gambling Disorder), αφού δεν περνούσε από μυαλό μας το ύψος του χρηματικού ποσού το οποίο κατηγορείται τώρα πως έχει αποσπάσει από πολίτες.
Ο ιδρυτής της κοινωνικής κουζίνας, ο οποίος παραστάθηκε τη Δευτέρα αυτοβούλως ενώπιον του Εισαγγελέα, μίλησε στον Alpha για της κατηγορίες, λέγοντας: «Εγώ δεν παίζω ποτέ (σ.σ.: τυχερά παιχνίδια). Έχω έναν φίλο όπου πήγαινα με το POS, έβαζα την κάρτα και έβγαζα χιλιάρικα. Δυο-δυο κατοστάρικα, τρία-τρία. Αυτά όλα ήταν για τον “Άλλο Άνθρωπο”». «Καλά κάνουν και ψάχνουν, δεν έχω θέμα. Καλά κάνουν. Να το πιάσουν όμως καλά και να έρθουν εδώ να με πάρουν άμα κάνω, πώς το είπαν, ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Ναι, εδώ είμαι. Να ‘ρθετε να με πάρετε», πρόσθεσε.
Στο πρώτο άκουσμά της, η είδηση μοιάζει να δημιούργησε δύο “πτέρυγες” στην κοινή γνώμη: Εκείνων που πήραν ικανοποίηση και έσπευσαν να τα βάλουν με την αλληλεγγύη, κι εκείνων που γεύτηκαν την απογοήτευση στη θέα της αποκαθήλωσης του «Άλλου Ανθρώπου», ενός ανθρώπου που πραγματικά είχαν πιστέψει ως αγνό και διαφορετικό.
Το μόνο βέβαιο είναι πως η Δικαιοσύνη θα αποφανθεί για ό,τι ο δημιουργός της κοινωνικής κουζίνας μπορεί να έχει πράξει. Κι αυτό που καλούμαστε να επεξεργαστούμε έως τότε, δεν είναι αν ο Πολυχρονόπουλος είναι ένοχος ή όχι, ως άλλοι δικαστές, αλλά το πώς δεν θα πλήξουμε την αλληλεγγύη – ή πώς θα πιστέψουμε ξανά σε αυτή, με διαφορετικές βάσεις αυτή τη φορά, μη προσωποκεντρικές, αλλά με εμπιστοσύνη στην ατομική ή συλλογική προσφορά, εκείνης που ξεκινάει από τις τσέπες και τα σπίτια όλων μας.
Αν αποδειχθεί πως ο Πολυχρονόπουλος εκμεταλλευόταν και εξαπατούσε τους αλληλέγγυους/ες, θα πρέπει αδιαμφισβήτητα να τιμωρηθεί για τις πράξεις του. Παράλληλα όμως, δεν πρέπει να ξεχαστούν όλα όσα προσέφεραν οι εθελοντές/ριες της κοινωνικής κουζίνας – όχι επειδή θέλουμε να προστατεύσουμε τον δημιουργό της, αλλά για να προστατεύσουμε την αλληλεγγύη και να σεβαστούμε εκείνες και εκείνους που δεν άγγιξαν ούτε σεντ από τις προσφορές των ανθρώπων.
Η αλληλεγγύη βρίσκεται και θα βρίσκεται παντού – όσο κι αν μια μερίδα ανθρώπων επικαλείται περιστατικά όπως αυτό του Άλλου Ανθρώπου για να αποδείξει το αντίθετο. Μια μερίδα ανθρώπων που πιθανώς ποτέ δεν νοιάστηκε για τη στήριξη των πιο ευάλωτων και τώρα παίρνει ικανοποίηση επιβεβαιώνοντας πως «τελικά όλοι ίδιοι είναι». Ύστερα, είναι κι εκείνοι που το ego τους δεν τους επιτρέπει να αποδεχτούν ότι υπάρχουν άνθρωποι «καλύτεροι», πιο αλληλέγγυοι από εκείνους, άνθρωποι που πραγματικά αφιερώνουν τη ζωή τους για να προσφέρουν σε άλλους ανθρώπους – κι ας το ξέρουν μέσα τους πως υπάρχουν.
Τώρα είναι που δεν πρέπει να χάνουμε την πίστη μας στον άνθρωπο και να καταφεύγουμε σε γενικεύσεις οι οποίες πλήττουν στο σύνολό της την αλληλεγγύη που τόσο έχουμε ανάγκη, σε έναν κόσμο που προωθεί τον ατομικισμό και ενισχύει τις κοινωνικές ανισότητες. Άλλωστε, όπως σε κάθε τι γύρω μας και δίπλα μας, έτσι και στην αλληλεγγύη, υπάρχει το καλό και το κακό. «Μα πώς;», θα πει κανείς, «αφού βασίζεται στην αλτρουιστική προσφορά, πώς γίνεται να χωράει μέσα της το κακό;». Ίσως να μη μπορέσαμε ποτέ πραγματικά να συμφιλιωθούμε με την ύπαρξη του κακού ακόμα και σε μέσα σε αυτή, τόσο, που την εξιδανικεύσαμε.
Ίσως χρειαστεί καιρός για να αναρρώσουμε από τη συνειδητοποίηση πως ένας «Άλλος Άνθρωπος» τελικά δεν είναι και τόσο διαφορετικός όσο πιστεύαμε. Και αυτό είναι εντάξει. Δεν υπάρχουν όμως δικαιολογίες για να σταματήσουμε να στηρίζουμε τους πιο αδύναμους και τους ανθρώπους που βρίσκονται στο πλευρό τους. Γιατί όσοι κι αν προδώσουν την πίστη μας στην αλληλεγγύη, θα υπάρχουν τόσοι -κι άλλοι τόσοι- που θα μας κάνουν να την εμπιστευτούμε ξανά. Γιατί χωρίς την αλληλεγγύη, δεν υπάρχουμε.