Ç Ìáñßá Öáñáíôïýñç êáé ç Ëõäßá Êïíéüñäïõ (öùôü) Ýäùóáí óõíÝíôåõîç ôýðïõ ãéá ôçí ðáñÜóôáóç "Ìýèïé ãõíáéêþí" (ÐáëëÜò, 3-4 ÌáÀïõ) ôá Ýóïäá ôçò ïðïßáò èá äéáôåèïýí ãéá ôçí åíßó÷õóç èõìÜôùí âáóáíéóôçñßùí, ÄåõôÝñá, 14 Áðñéëßïõ 2008.

Φωτογραφία: ΑΠΕ

«Ημουνα έτοιμη», είναι η πρώτη αφοπλιστική δήλωση της Λυδίας Κονιόρδου, απαντώντας στο τηλεφώνημά μου, μόλις ανακοινώθηκε ότι είναι η νέα υπουργός Πολιτισμού. «Θα είναι δύσκολα. Θα το παλέψουμε», συνέχισε αυθόρμητα, γνωρίζοντας ότι παραλαμβάνει από τον προκάτοχό της ένα χάος.

Το πρώτο ερώτημα δεν είναι παρόλα αυτά αν θα ευοδωθούν οι καλές προθέσεις της σε ένα υπουργείο με ελάχιστες δυνατότητες, άδεια ταμεία και δεκάδες ανοικτά μέτωπα, αλλά το πώς έφτασε η μεγάλη τραγωδός, που παλαιότερα με ντουντούκες, σφυρίχτρες και ταμπούρλα συμμετείχε στις συμβολικές καταλήψεις του υπουργείου Πολιτισμού, διαμαρτυρόμενη για την ασυνέπεια του στις οφειλόμενες επιχορηγήσεις, να είναι σήμερα η νέα ένοικος της οδού Μπουμπουλίνας! Η απόσταση δεν είναι απλώς μεγάλη, αλλά αλματώδης.

Όσο και αν διαφωνείς με τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, πρέπει να της αναγνωρίσεις ότι είναι συνεπής σε ένα δίπολο: ανατροπές- σύνθεση των ανόμοιων (αν όχι των αταίριαστων). Τι συνέβη και οδηγήθηκε στη λύση- ματ της πρωταγωνίστριας, μακράν τη μεγαλύτερη έκπληξη του ανασχηματισμού, ακόμη και συγκρινόμενη με την αμφιλεγόμενη είσοδο στο νέο κυβερνητικό σχήμα του αρχαιόπληκτου προβοκάτορα Κώστα Ζουράρι;


Ο Αριστείδης Μπαλτάς αποδείχτηκε από την πρώτη στιγμή μια εξαιρετικά λανθασμένη επιλογή. Το Μαξίμου είχε εισπράξει την ανικανότητα, την ανημποριά και τη γενικευμένη δυσαρέσκεια (για το φιάσκο του Γιαν Φαμπρ σύσσωμη η καλλιτεχνική κοινότητα ζητούσε επιμόνως με επιστολές και δράσεις της την παραίτησή του). Στο πλαίσιο της ανάγκης να μεταστραφεί το αρνητικό κλίμα, όχι μόνο στο ΥΠΠΟ, το οποίο ανέκαθεν ήταν ο φτωχός συγγενής και ένα υπουργείο για να βολευτούν οι πολιτικές δουλείες β’ διαλογής, ο πρωθυπουργός αναζήτησε μια στυβαρή προσωπικότητα, με ηθικό εκτόπισμα ,που θα προσέδιδε στη νέα κυβέρνηση, σε επίπεδο συμβόλων τουλάχιστον, το κύρος που της λείπει. Πέρασε καιρός με την σπαζοκεφαλιά ποιος θα μπορούσε να αντικαταστήσει τον Αριστείδη Μπαλτά. Η Λυδία Κονιόρδου εμφανίστηκε ως η ιδανική επιλογή.

Οι πρώτες κρούσεις είχαν γίνει εγκαίρως, και η ηθοποιός σκεφτόταν από την αρχή θετικά την πρόταση. Την ημέρα του ανασχηματισμού δυο ονόματα παρόλα αυτά ακούγονταν: του Θέμη Μουμουλίδη και του Γιώργου Κιμούλη, ο οποίος μένει για τρίτη φορά στον πάγκο(δεν του δόθηκε ούτε το Εθνικό Θέατρο, ούτε το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου) .

Ο Αριστείδης Μπαλτάς αποδείχτηκε από την πρώτη στιγμή μια εξαιρετικά λανθασμένη επιλογή.

Η 63χρονη Λυδία Κονιόρδου, άριστη καλλιτέχνις, η μεγαλύτερη εν ζωή τραγωδός της χώρας, τελειομανής σε ό,τι καταπιάνεται, φορέας ενός διαφορετικου ήθους από εκείνο που κουβαλά η επίσημη πολιτική, χωρίς κομματικά βαρίδια (στις Ευρωεκλογές του 2014 ήταν υποψήφια ευρωβουλετής του κόμματος των Οικολόγων Πρασίνων, ενώ στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου του 2015 μετείχε στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ) καλείται να βγάλει το φίδι από την τρύπα σε ένα υπουργείο διάτρητο από αντιφάσεις και προβλήματα. Ήδη έχουν εκφραστεί ανησυχίες για το αν θα τα καταφέρει στη δημόσια διοίκηση. Έχει όμως ήδη δώσει δείγματα. Ως διευθύνουσα σύμβουλος στο Κέντρο Έρευνας – Πρακτικών Εφαρμογών του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος «Δεσμοί», αντί να παραδώσει τα κλειδιά έδωσε αγώνα να κρατηθεί ανοικτό, κινδυνεύοντας ακόμα και να χάσει την προσωπική της περιουσία,αφού έκανε το λάθος, μαζί με την Ασπασία Παπαθανασίου, να υπογράψουν ως εγγυήτριες για το ενοίκιο των ΔΕΣΜΩΝ, που παρέμενε απλήρωτο από το ασυνεπές Κράτος από το 2008. Τι ακριβώς έκανε; «Μειώσαμε στο μίνιμουμ τα έξοδα. Κατ’ αρχάς δεν υπάρχει προσωπικό. Εγώ κάνω και τη γραμματέα και την καθαρίστρια. Το προσωπικό απολύθηκε για να πάρουν οι άνθρωποι την αποζημίωση και το επίδομα ανεργίας.»

Ως προς τα διοικητικά έχει προϋπηρεσία διατελώντας και καλλιτεχνική διευθύντρια των ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας και ΔΗΠΕΘΕ Βόλου. Στην Πάτρα προσπάθησε να κάνει έργο.


Μετά από σπουδές Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και θεάτρου στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, η Κονιόρδου ταυτίστηκε με το Θεσσαλικό Θέατρο και τον Κώστα Τσιάνο, πραγματοποιώντας μαζί του τις πρώτες μεγάλες ερμηνείες της στην αρχαία τραγωδία. Εχει οργώσει στην κυριολεξία το εξωτερικό μεταγγίζοντας το ρίγος της τραγικής ποίησης, ενώ έχει υπάρξει και μια από τις σημαντικότερες δασκάλες στις δραματικές σχολές της χώρας και στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ.

Μέρος της κοσμοθεωρίας της συμπυκνώνεται στις δηλώσεις της από πρόσφατη συνέντευξή μας στην “Ελευθεροτυπία”: «Θα πω μια κινέζικη παροιμία: “Προτιμώ να ανάψω ένα κερί παρά να βρίζω το σκοτάδι”. Αγωνίζομαι να μη με καταπιεί το σκοτάδι. Δεν σταματώ να δουλεύω. Ο,τι συμβαίνει αυτό τον καιρό μάς βοηθά να πάμε παρακάτω», αισιοδοξεί. «Τα πράγματα “καθαρίζουνε” σιγά σιγά όσο οδυνηρό κι αν είναι για κάποιους ανθρώπους που δεν ήταν προετοιμασμένοι γι’ αυτό το κακό και δεν βοηθήθηκαν από κανέναν. Και παίρνει κουράγιο κανείς όταν βλέπει πόσες κινήσεις αλληλεγγύης από απλούς, μεμονωμένους πολίτες και ομάδες ανώνυμων πολιτών γίνονται. Πώς ξαφνικά συσπειρώνονται σε μια αγκαλιά αλληλεγγύης και βοηθάνε τους αστέγους και όσους έχουνε ανάγκη! Είναι παρήγορο γιατί αυτή η κατάσταση μας έβγαλε από το μικρόκοσμο του ιδιοτελούς προσωπικού συμφέροντος. Επειδή είναι μια απαραίτητη φάση αυτή για να ξεκαθαρίσουνε τα πράγματα, πρέπει να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο για να την αντέξουμε και να κρατήσουμε την αξιοπρέπειά μας. Διότι ανήκουμε σε έναν πολιτισμό πολύ σημαντικό που μπορεί να δώσει δώρα σε όλο τον κόσμο. Ας κρατηθούμε, λοιπόν».

Πατώντας το πόδι της στο υπουργείο Πολιτισμού το πρώτο πράγμα που αναμένεται να φέρει μαζί της είναι τη συναίνεση του κλάδου της, ο οποίος βρισκόταν σε θέση άμυνας και επίθεσης μαζί.