Ναι, η συγκατοίκηση επηρεάζει τις σχέσεις και την ευτυχία μας. Αυτό μας λένε οι ειδικοί. Δοκιμάζει τη φιλία και τις συναισθηματικές μας αντοχές. Εμείς οι παλιοσειρές δεν τα καταφέρνουμε καλά με τις ευτυχείς και ισορροπημένες συγκατοικήσεις. Λειτουργούμε μόνο υπό τον ζυγό της «κουλούρας», της προσωπικής μας βολής και του τι θα πει ο κόσμος.  Στη Γερμανία οι περίφημες Wohngemeinschaften είχαν ξεκινήσει ήδη από το τέλος της δεκαετίας του ’60, κυρίως λόγω της έλλειψης κατοικιών μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όσο και στο πλαίσιο μιας νέας επανάστασης που έφερε ο Μάης του ’68 κι οι hipsters της απέναντι πλευράς του Ατλαντικού, τα παιδιά των λουλουδιών.

Ναι, για λουλούδια μιλάμε.

Στη φύση η συγκατοίκηση είναι ένα πράγμα εξίσου δύσκολο. Συνήθως το αποφασίζει ο επίδοξος κηπουρός ή ο ακόμη περιφημότερος αρχιτέκτονας κήπου. Σπανιότερα εφόσον το επιτρέψουμε και η ίδια η φύση που ξέρει από ισορροπίες και από συμβίωση.

Γιατί δεν θέλεις για συγκάτοικό σου έναν νυχτερινό τύπο που απολαμβάνει τη μουσική τις μικρές ώρες ή και εξασκείται σε αυτήν ενώ εσύ είσαι στη βιοπάλη από τα χαράματα.

Κι όμως κάτι η έλλειψη εκπαίδευσης στον τομέα της κηποτεχνικής σε συνδυασμό με την πληθώρα των επιλογών  δημιουργεί συνδυασμούς ανοίκειους, σχεδόν ανέραστους.

Και μπορεί βέβαια το όνειρό σου να είναι να φτιάξεις αυτόν τον γραμμικό κήπο που ζωγράφιζες παιδάκι με τις γλαστρούλες δίπλα-δίπλα τη μία στην άλλη σαν κοιτώνα ορφανοτροφείου, αλλά διαβάζοντας dazibao κήπου στην Popaganda ή και γυρνοβολώντας σε κήπους και εξοχές γρήγορα θα καταλάβεις ότι η ασυμμετρία της φύσης μπορεί να είναι τόσο τυπική όσο και η συμμετρία των δικών σου παιδικών ονείρων.

Και αφού χωνέψαμε τα παραπάνω ας σταθούμε λίγο στην επιλογή των φυτών, το σχήμα, το ρίζωμα, τα φυλλώματα, τους κύκλους της ανάπτυξης και της ανθοφορίας τους.

Ας πάρουμε για παράδειγμα το ρυγχόσπερμα  (Trachelospermum Jasminoides). Το φυτό αυτό με την τόσο βαριά μυρωδιά… Μα είναι δυνατόν να το φυτεύσεις δίπλα σε αγγελικούλα ή σε γιασεμάκι;

Είναι δυνατόν να αφήσεις ένα λιοντάρι να συγκατοικεί με δύο ιχθείς; Και βέβαια όχι, οι δεύτεροι θα μαραζώσουν.

Και εκείνα τα κόκκινα, τα κατακόκκινα του καλοκαιριού τις Σάλβιες ή Φωτιές (Salvia Splendens); Ε, αυτές στον μουντό ουρανό της Αυστρίας ή της Ελβετίας, δίπλα στο καλά ποτισμένο γρασίδι, δημιουργούν μια όμορφη αντίθεση με το κόκκινο να φωτίζει το γκρι του ουρανού και κατ’ επέκταση και της ψυχής, αλλά στη χώρα μας καλοκαιριάτικα δεν έχει καμία θέση και σχέση με τους κήπους μας. Το κόκκινο το καλοκαίρι φωνάζει και ενοχλεί στα παραθαλάσσια μέρη, εκτός και αν είναι αυτό της βουκαμβίλιας, το φρυγανισμένο από τον ήλιο και τους αέρηδες.

Το ίδιο ισχύει με το κυπαρίσσι: το ελληνικό ορθόκλαδο κυπαρίσσι (Cupressus Sempervirens) μεταμορφώνει και οριοθετεί τον ορίζοντα ενώ οι εισαγόμενες ποικιλίες των Cypressocypariss Leilandii (λέιλαντ) ούτε στην απόχρωση του πράσινου ούτε στην κοσμοθεωρία ταιριάζουν της ελληνικής φύσης.

Και πόσο λουσίντουμ (Viburnum Lucidum) χωράει πια ο ελληνικός φράχτης; Και ποιων την τεμπελιά εξυπηρετεί; Σίγουρα όχι το ισοζύγιο πληρωμών και του υδροφόρου ορίζοντα της χώρας μας.

Θα διαλέξουμε τα φυτά στον κήπο μας από εγχώριες ποικιλίες καλά αφομοιωμένες στον χώρο, στον τόπο, στην ανάγκη για νερό και θα δημιουργήσουμε μικρές εστίες, μικρές λουλουδιαστές συμφωνίες. Και όπου δούμε ότι αρχίζουν οι κυβερνητικές αναταράξεις και οι σφετερισμοί  προλαβαίνουμε να πατάξουμε την επανάσταση ξεριζώνοντας και περιορίζοντας το φυτό-κατακτητή για να περισωθεί η αρμονία της συγκατοίκησης.

Γιατί μεταξύ του άγριου ανταγωνισμού και της έντιμης αμοιβαιότητας υπάρχει πάντα ο καλός εξισορροπιστής κηπουρός για να σχεδιάσει την αρμονική και ισορροπημένη συμβίωση, αυτή του κήπου, του μπαλκονιού με τη δική μας ψυχική απόλαυση.

Έχω τρεις κόσμους. Μια θάλασσα, έναν
ουρανό κι έναν πράσινο κήπο: τα μάτια σου.
Θα μπορούσα αν τους διάβαινα και τους τρεις, να σας έλεγα
πού φτάνει ο καθένας τους. Η θάλασσα, ξέρω.
Ο ουρανός, υποψιάζομαι. Για τον πράσινο κήπο μου,
μη με ρωτήσετε.

Νικηφόρος Βρεττάκος, «Ο πράσινος κήπος»