Τα βράδια ανεβαίνει στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά για να ερμηνεύσει μία από τις πιο εμβληματικές ηρωίδες του παγκόσμιου θεατρικού ρεπερτορίου, την Μπλανς Ντιμπουά. Τα απογεύματα βρίσκεται στις πρόβες του «Μετά την πρόβα» του Μπέργκμαν σε σκηνοθεσία Περικλή Μουστάκη που θα ανέβει τον Απρίλιο στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων. Η ζωή της Μαρίας Ναυπλιώτου, μία από τις επιβλητικές γυναικείες φιγούρες του ελληνικού θεάτρου, είναι απολύτως συνυφασμένη με τη σκηνή. Η ίδια θυμάται ότι από μικρή συγκινούταν όταν σκαρφάλωνε στα άνω διαζώματα του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου για να παρακολουθήσει παραστάσεις μαζί με την οικογένειά της. Επιμένει όμως να υπενθυμίζει στον εαυτό της ότι απλώς αυτό που κάνει είναι να αφηγείται ιστορίες, τη βοηθάει, όπως λέει στην Popaganda, να αποφύγει την παγίδα του ναρκισσισμού και να παραμένει ατόφια και ζωντανή η συγκίνηση του θεατρικού παιχνιδιού.
Πώς είναι να είστε σε διαδικασία προβών αλλά και παραστάσεων; Δεν είναι εύκολο. Το έχω κάνει ξανά στο παρελθόν αλλά πάει αρκετός καιρός. Όταν αρχίζει η παράσταση να σταθεροποιείται και να μπαίνουν σε μια ροή τα πράγματα είναι καλύτερα. Δεν είναι τόσο ότι προκαλεί μπέρδεμα αλλά ότι είναι κουραστικό. Η αλήθεια είναι πως έχεις πολύ λίγο χρόνο για τον εαυτό σου όσο τρέχεις από το ένα έργο στο άλλο.
Θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας ανθεκτικό; Ναι, νομίζω ότι είμαι ανθεκτική και δουλεύω με χαρά.
Το οφείλετε στον χορό ή ήσασταν έτσι πάντα; Θεωρώ ότι έχει να κάνει με τα χρόνια του χορού γιατί είμαι πολύ πειθαρχημένη και επίσης έχω μάθει να φροντίζω το σώμα μου, να γυμνάζομαι και να αντέχω. Από την άλλη είναι σύνηθες στη δουλειά μας να κάνουμε παράλληλα παραστάσεις και πρόβες, δεν είναι κάτι που το κάνω μόνο εγώ.
Ιδανικά θα προτιμούσατε να υπάρχει περισσότερος κενός χρόνος μεταξύ δύο παραστάσεων; Ναι, θα προτιμούσα ιδανικά να υπήρχε ένας μήνας που δεν θα έκανα τίποτα, ούτε πρόβες, ένας μήνας που θα ήταν απολύτως ελεύθερος. Χρειάζεται να αδειάσει το μυαλό σου και το σώμα σου από όλες αυτές τις πληροφορίες που δέχεσαι και που πρέπει να τις κάνεις κάτι. Είναι μια επίπονη και ψυχοφθόρα διαδικασία γι’ αυτό χρειάζεσαι περισσότερο χρόνο. Όμως τα πράγματα στη ζωή δεν είναι ιδανικά και αναγκαζόμαστε να δουλεύουμε πολύ.
Στο «Το τραμ με το όνομα Πόθος» ποιες είναι οι πληροφορίες που καλείστε να επεξεργαστείτε και να τις μετατρέψετε σε παράσταση; Κατ’ αρχάς σε μια παράσταση αυτή η διαδικασία δεν σταματάει ποτέ. Απαιτεί διαρκή επαγρύπνηση για να είναι και σταθερή αλλά και ταυτοχρόνως να διευρύνεται, χωρίς όμως να χάνει την αρχική της θέση. Με την αρχική θέση εννοώ αυτό που είχαμε ανακαλύψει όλοι μαζί στις πρόβες και είχαμε συμφωνήσει. Και αφού ξεκινήσουν οι παραστάσεις υπάρχουν παρατηρήσεις από τον σκηνοθέτη, πράγματα που πρέπει όχι να αλλάξουν, αλλά να μετακινηθούν. Μιλάμε δηλαδή για μια ζωντανή διαδικασία και από τη στιγμή που ξεκινούν οι παραστάσεις, πόσο μάλλον κατά τη διάρκεια των προβών. Πλέον των πληροφοριών που παίρνει κανείς, είναι η προσωπική δουλειά που κάνει για να κατανοήσει τις ψυχικές διαδρομές του χαρακτήρα και να επιτρέψει στον εαυτό του μια μετακίνηση. Όλο αυτό είναι εξαιρετικά δημιουργικό αλλά και πολύπλοκο και γι’ αυτό πρέπει να είσαι καθημερινά σε εγρήγορση για να μπορέσει να συμβεί.
Στη σκηνή πάνω πόσο ανοιχτές είναι οι κεραίες σας; Θα έπρεπε να είναι συνεχώς και νομίζω ότι είναι, εκτός από τις φορές που υπάρχει πολύ μεγάλη σωματική κούραση ή έχει συμβεί κάτι εξαιρετικά δυσάρεστο. Είμαι σε επαγρύπνηση όμως. Αυτό που συμβαίνει πάνω στη σκηνή είναι ένα παιχνίδι. Υπάρχει ένα μπαλάκι που διανέμεται ανάμεσα στους ηθοποιούς, στους παρτενέρ σου αλλά ταυτοχρόνως είναι κάτι πολύ προσωπικό· πρέπει διαρκώς να έχεις το νου σου για να το κρατήσεις σε ράγες αλλά ταυτόχρονα να το αφήσεις να αναπνέει ώστε να παρασύρει και εσένα, να πλαταίνει και να βαθαίνει αυτό που έχει κερδηθεί. Αυτό νομίζω ότι είναι η υποκριτική. Συμμετέχεις απολύτως σε ό,τι συμβαίνει αλλά συγχρόνως παρατηρείς τον εαυτό κι ότι γίνεται γύρω σου για να αντιδράσεις. Διαφορετικά δε θα αντιδράσεις. Εκεί νομίζω ότι είναι και όλο το μυστικό. Στην πραγματικότητα όλα είναι αντίδραση. Αλλιώς σταματάει να είναι ζωντανό. Αλλιώς δεν έχει κανένα ενδιαφέρον ούτε για σένα, ούτε για τους θεατές.
Παρατηρητική είστε κι εκτός σκηνής; Σας έχει εκπαιδεύσει το θέατρο να λειτουργείτε έτσι; Η εκπαίδευση του θεάτρου είναι πάρα πολύ σκληρή, πολύ δύσκολη, δημιουργική και πλούσια. Νομίζω όμως ότι στη δική μου την περίπτωση, τουλάχιστον, η σχέση που δημιούργησα με τον εαυτό μου και με τους κοντινούς μου ανθρώπους, ή εν πάση περιπτώσει με τους ανθρώπους, και η προσπάθεια μου να είμαι ειλικρινής, ουσιαστική και συμμετοχική και όχι απλώς λειτουργική, μου έμαθε τα περισσότερα πράγματα. Η δουλειά που έχω κάνει με τον εαυτό μου για να μπορέσω κάπως να συμμετέχω πραγματικά και ενεργά στη ζωή και στις σχέσεις μου με τους ανθρώπους είναι αυτή που μου έδωσε τα περισσότερα μαθήματα, και με βοηθάει σε αυτό που κάνω στο θέατρο. Συνέβη, λοιπόν, μάλλον το αντίθετο σε εμένα. Από τη ζωή εκπαιδεύτηκα. Συγχρόνως τα χρόνια του χορού, γιατί ήμουν επαγγελματίας χορεύτρια, η εκπαίδευση του θεάτρου και η πειθαρχία που έχω σαν άνθρωπος, με βοήθησαν να σταθώ σε πολλά επίπεδα και να βρω έναν χώρο όπου μπορώ να συμμετέχω χωρίς να διακινδυνεύω να με λεηλατήσουν.
Η Μπλανς είναι μια γυναίκα που έχει χάσει την πειθαρχία της. Ένα ευάλωτο πλάσμα αλλά και κάπως σκληρό, θα έλεγε κανείς. Δεν ξέρω αν είναι σκληρή η Μπλανς, να σας πω την αλήθεια. Είναι φυσικό ο καθένας μας να κάνει μια ερμηνεία πάνω στη Μπλανς. Αυτό που εμείς είδαμε, δηλαδή ο Μιχαήλ Μαρμαρινός αλλά κι εγώ στην προσωπική μου δουλειά, είναι ότι μπορεί να γίνει πάρα πολύ ενοχλητική. Εγώ δεν βλέπω το σκληρό κομμάτι με την έννοια του τέρατος. Η Μπλανς δεν είναι χειριστική. Καταλαβαίνω όμως ότι όλα αυτά ξεκινούν στην περίπτωση της από μια πληγή, από μια μεγάλη ενοχή που φέρει για κάτι που έκανε ασυνείδητα σε μικρή ηλικία. Αντιπροσωπεύει ένα κομμάτι του παλιού κόσμου που φέρει πάρα πολλά ελαττώματα αλλά ταυτοχρόνως και μια βαθύτατη καλλιέργεια και μόρφωση. Είναι σαφώς ένα έξυπνο καλλιεργημένο πλάσμα που έρχεται αντιμέτωπο με τον καινούριο κόσμο. Είναι μοιραίο ο παλαιός κόσμος να χαθεί, έτσι συμβαίνει πάντοτε. Σύμφωνα με τη δική μας ερμηνεία δεν κάνει κακό εσκεμμένα, από πρόθεση, ώστε να τη χαρακτηρίσουμε τέρας. Η Μπλανς είναι αυτοκαταστροφική. Επιτρέπει στους άλλους κομμάτια της σάρκας της, τη λεηλατούν συνεχώς ψυχικά και σωματικά και γίνεται βορά τους.
Ο καλός από τον κακό άνθρωπο, για να το πω απλοϊκά, ξεχωρίζει από το πώς διαχειρίζεται τις πληγές του; Δεν είναι πολύ απλό να ορίσουμε τον καλό και τον κακό άνθρωπο. Σίγουρα πάντως κάποιος που κάνει κακό από πρόθεση είναι επικίνδυνος. Θα μου πεις αν κάποιος δεν κάνει κακό από πρόθεση δεν είναι επικίνδυνος; Είναι. Θεωρώ ότι από τα πιο δύσκολα αλλά και σημαντικά πράγματα στη ζωή είναι να παρατηρεί κάποιος τον εαυτό του και να τον καταλαβαίνει. Η μόνη σωτηρία για να σταματήσεις το αρνητικό, σκοτεινό κομμάτι του εαυτού σου, εκείνο που είναι έτοιμο να κατασπαράξει τους άλλους για να επιβιώσει, είναι να είσαι ειλικρινής απέναντι στον εαυτό σου. Ξέρω ότι πονάει πολύ αυτό, αλλά ίσως μπορεί να νικήσει αυτό το σκοτεινό μας κομμάτι. Είναι δύσκολο να είμαστε ειλικρινείς, να δούμε ποιοι πραγματικά είμαστε και να μας αποδεχτούμε.
«Δεν είμαι παρά το κομμάτι μιας ιστορίας κι αυτό που κάνω είναι να την αφηγούμαι. Είναι πάντα συγκινητικό και ευχάριστο να σε επιλέγουν οι άνθρωποι για να δουν μέσα από σένα μια ιστορία. Όπως δημιουργήσαμε τον Θεό για να αντέξουμε και να πιστέψουμε έτσι ο θαυμαστός, ανθρώπινος νους δημιούργησε τις ιστορίες για να μπορέσει να συνεχίσει να ζει.»
Μήπως είναι πιο έξυπνο για το άνθρωπο να καταλάβει ότι περισσότερα κερδίζει όταν είναι τρυφερός και δοτικός; Για να είσαι τρυφερός και δοτικός πρέπει να είσαι τόσο τυχερός που να έχεις γεννηθεί σε μία οικογένεια που η μαμά σου να σε έχει αγαπήσει άνευ όρων και να στο έχει δείξει ή θα πρέπει να κάνεις εσύ δουλειά για να μπορέσεις να αναγνωρίσεις ποιος είσαι. Δεν εννοώ να αναγνωρίσεις τα καλά σου, για παράδειγμα «- Ποιο είναι το ελάττωμά σου; -Είμαι πολύ δοτική». Να αναγνωρίσεις τα πραγματικά σου αρνητικά στοιχεία και να τα αποδεχτείς ώστε να μπορέσεις να τα χαλιναγωγήσεις, να τα κρατήσεις πίσω. Τότε θα γίνεις τρυφερός πρώτα με εσένα και μετά με τους άλλους. Δεν είναι εύκολο. Αν ήταν θα ζούσαμε σε έναν κόσμο αγγελικά πλασμένο. Δεν ζούμε όμως.
Η επιθυμία τι ρόλο παίζει στη ζωή σας; Καθοριστικό. Έχω καταλάβει πως ό,τι επιθύμησα πραγματικά και βαθιά στη ζωή μου, όχι στα λόγια, αλλά αυτά που συμπαρασύρουν την ψυχή και το σώμα προς μια κατεύθυνση, αυτά λοιπόν έχουν πραγματοποιηθεί. Ό,τι πραγματικά δεν επιθύμησα δεν το επέλεξα. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάποιες επιλογές είναι εύκολες και κάποιες δύσκολες. Όλες είναι δύσκολες, αλλά τελικά ο άνθρωπος μέσω της επιθυμίας του κινείται. Αν δεν υπάρχει αυτή, μένει στάσιμος. Βέβαια, παίζει ρόλο και η κλίση, η αντίληψη, η ευφυΐα, αλλά η επιθυμία, για μένα, παίζει τον πρώτο και κύριο ρόλο.
Η επιθυμία σε σχέση με τον πόθο; Νομίζω ότι είναι λίγο διαφορετικά. Ο πόθος δεν εξαρτάται πάντα από την επιθυμία, ούτε η επιθυμία από τον πόθο. Μπορεί να είναι και ξεχωριστά. Μπορεί να ποθούμε κάποιον ή κάτι χωρίς να επιθυμούμε να καταλάβει σημαντική θέση στη ζωή μας. Η επιθυμία είναι κάτι βαθύτερο. Είναι αυτό που πηγάζει από τον τρόπο που έχουμε μεγαλώσει και επιστρέφει σε εμάς ανάλογα με τον τρόπο που έχουμε επιλέξει να ζούμε. Ο πόθος μπορεί να έχει συναίσθημα μέσα του, μπορεί και να μην έχει· τις περισσότερες δεν έχει.
«Το τραμ με το όνομα Πόθος» είναι ένα έργο για… την απώλεια, για την πτώση. Δεν νομίζω ότι είναι ένα έργο για τον έρωτα. Ο έρωτας παίζει δευτερεύον ρόλο και περισσότερο λεηλατεί παρά προσφέρει. Έτσι κι αλλιώς νομίζω ότι ο έρωτας δεν είναι συναίσθημα και δεν προσφέρει παρά μόνο αν πάει παρακάτω, δηλαδή στα συναισθήματα, στην αγάπη, στην τρυφερότητα, στη συμπόνια και στη σύμπνοια. Είναι ένα έργο για το πόσο εκτεθειμένοι είμαστε στην απώλεια και στην πτώση και για το πόσο εύκολη είναι η έκπτωση. Η έκπτωση με την έννοια και της πτώσης αλλά και του πώς εξαγοράζεις τον εαυτό σου για μια στιγμή απόλαυσης.
Υπάρχουν πολλές επιλογές στην Αθήνα. Σας απασχολεί γιατί κάποιος επιλέγει να δει μια παράσταση του Μαρμαρινού σε έργο του Τένεσι Ουίλιαμς, με πρωταγωνιστές τη Ναυπλιώτου, τον Φραγκούλη και την Τζήμου; Πραγματικά δεν ξέρω γιατί. Για μένα πάντως είναι πολύ συγκινητικό. Θυμάμαι όταν ήμουν παιδί και κάναμε ελεύθερο κάμπινγκ στην Επίδαυρο με τους γονείς μου. Από πολύ μικρά μας πήγαιναν να δούμε παραστάσεις, ανεβαίναμε ψηλά στο πάνω διάζωμα και μου φαινόταν συγκινητική, χωρίς να συνειδητοποιώ το γιατί, αυτή η τρομερή σε μέγεθος μάζα κόσμου που ερχόταν να δει μια παράσταση. Καταλάβαινα ότι αυτό που συμβαίνει στον χώρο της ορχήστρας είναι κάτι πολύ μαγικό, κάτι που ελκύει τους ανθρώπους. Φυσικά αυτές ήταν σκέψεις μεταγενέστερες, απλώς θυμάμαι το συναίσθημα που είχα μικρή αλλά και αργότερα καθώς δεν μειώθηκε αυτή μου η εντύπωση. Είναι πολύ συγκινητικό για μένα και όταν είμαι θεατής και όταν είμαι στη σκηνή και έρχονται να μας δουν. Καταλαβαίνω ότι είναι το θέατρο κάτι ζωντανό. Είναι συγκινητική τέχνη και συγκινητική η προσπάθεια των ηθοποιών να υπάρξουν πάνω στη σκηνή μέσω κάποιον χαρακτήρων και να μας πουν μια ιστορία. Το να μας πει κάποιος μια ιστορία για μένα είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της ύπαρξης μας. Η ανάγκη μας να μας πουν μια ιστορία είτε μέσω της λογοτεχνίας είτε του θεάτρου είτε του χορού είναι η απόλυτη παρηγοριά σε αυτή τη ζωή. Θυμίζω στον εαυτό μου αυτή την ανάγκη και όταν δεν παίζω αλλά κυρίως όταν παίζω για να αποφύγω τις παγίδες του ναρκισσισμού. Δεν είμαι παρά το κομμάτι μιας ιστορίας κι αυτό που κάνω είναι να την αφηγούμαι. Είναι πάντα συγκινητικό και ευχάριστο να σε επιλέγουν οι άνθρωποι για να δουν μέσα από σένα μια ιστορία. Όπως δημιουργήσαμε τον Θεό για να αντέξουμε και να πιστέψουμε έτσι ο θαυμαστός, ανθρώπινος νους δημιούργησε τις ιστορίες για να μπορέσει να συνεχίσει να ζει.
Πόσο ανάγκη τα έχουμε όλα αυτά; Είναι συναισθηματική τροφή. Όπως τα πρακτικά πράγματα είναι απολύτως αναγκαία το ίδιο εξίσου αναγκαία είναι και η ενασχόλησή μας με αυτό που είμαστε βαθύτερα, τα συναισθήματά μας, τους συνειρμούς μας, τα όνειρά μας, τους στοχασμούς μας. Κι όλα αυτά αντλούν από τη φαντασία. Ακόμη και η επιστήμη στα πιο υψηλά της επίπεδα οδηγείται από τη φαντασία. Τα μεγάλα λαμπρά μυαλά παίρνουν κάτι που ανήκει στον κόσμο μας και το εκτοξεύουν μέσα στη φαντασία τους για να επιστρέψουν μετά και να το επιβεβαιώσουν με το πείραμα. Απλώς η τέχνη είναι ένα παιχνίδι πιο υποκειμενικό καθώς δεν έχει ανάγκη το πείραμα και κατά συνέπεια πιο ανοιχτό.