Προσπαθώντας με προσοχή να αποφύγει κανείς τους κοινούς τόπους, δεν γίνεται να μην υπενθυμίσει πως το θέατρο είναι πολιτική πράξη: όλο το θέατρο είναι πολιτικό. Όταν όμως επιλέγει κανείς να ασχοληθεί με θέματα που άπτονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της επανάστασης, των ορίων της, του σημερινού πολιτικού και κοινωνικού τοπίου, τότε οφείλει να κάνει επιπλέον τα πράγματα με πολιτικό τρόπο. Κι αυτό είναι ίσως το σημαντικότερο επίτευγμα του Λουιζέττα: το καμαρίνι μιας επανάστασης.
Η παράσταση αξιοποιεί με ουσιαστικό τρόπο το χώρο του Παλαιού Ελαιουργείου της Ελευσίνας, δικαιώνοντας έναν ακόμη όρο που έχει υποστεί τα πάνδεινα: αυτόν του site specific θεάματος. Και πρόκειται μάλιστα για θέαμα εξαιρετικά πολυσύνθετο: χρησιμοποιεί πλήρως δύο από τους – μαγικούς – χώρους του Ελαιουργείου (τρεις αν συμπεριλάβουμε κι αυτόν της υποδοχής), ένα τροχόσπιτο – καμαρίνι των ηθοποιών στο οποίο κρυφοκοιτάζουμε μέσω μιας βιντεοκάμερας, καθώς και όλα τα περιφερειακά τους σημεία.
Ο ίδιος ο θίασος, δε, αποτελείται από επαγγελματίες ηθοποιούς, μουσικούς και εικαστικούς (σύσσωμη την ομάδα του ODC Ensemble με εξαιρετικά ευπρόσδεκτες προσθήκες), ερασιτέχνες, αλλά και μαθητές με ειδικές δεξιότητες του Ειδικού Επαγγελματικού Γυμνασίου Ελευσίνας, που λαμβάνουν μέρος ισότιμα και με επιδόσεις θαυμαστές. Για μένα εκεί ακριβώς βρίσκεται η πολιτική ουσία της παράστασης: στην ύπαρξη μιας ομάδας που λειτουργεί ως τέτοια, και που κάθε της μονάδα προσφέρει στο σκηνικό αποτέλεσμα με ελευθερία, ισότητα και αδελφότητα. Ναι, ακριβώς με το αντικείμενο της παράστασης: πώς αλλιώς να φτάσεις εκεί που θέλεις, αν δεν συμπλέει η θεματολογία με τη μορφική διατύπωση;
Φλέγον ζήτημα το κατά πόσο οι αρχές της γαλλικής επανάστασης διέπουν σε οποιοδήποτε βαθμό την κοινωνική, πολιτική, οικονομική ζωή μας σήμερα. Επώδυνο ερώτημα το σε ποιο σημείο θα έφτανε κανείς για να υπερασπιστεί αυτές τις αξίες: από την απάθεια και την απεμπόληση μέχρι το άκρο της Τρομοκρατίας, μακρύς ο δρόμος, αλλά διανύεται σχεδόν όλος. Αγγίζονται θέματα δύσκολα, αντιπαθητικά, αλλά αυτό γίνεται με χιούμορ και – κυρίως – με ένα διαρκή και λυτρωτικό αυτοσαρκασμό. Αν οι ακρογωνιαίοι λίθοι του κοινωνικού ιστού όπως τον γνωρίζαμε μέχρι σήμερα βρίσκονται επικίνδυνα κοντά στην κατάρρευση, ποιο κανόνες διέπουν πλέον τις σχέσεις μας;
Το να περνάς από το Ντεμπόρ στον Βανεγκέμ, στα κείμενα της εποχής της επανάστασης, στον Μύλλερ και σε τόσα άλλα, και το αποτέλεσμα να παραμένει ένα θέαμα λαϊκό στην ουσία του – κι όχι επειδή σε στιγμές κατ’ επιλογήν υιοθετείς αυτή τη φόρμα – προϋποθέτει ένα ήθος στην αντιμετώπιση του υλικού σου, κι αυτό είναι που κάνει τη διαφορά. Όσο για το να μην παίρνει κανείς τον εαυτό του υπέρμετρα στα σοβαρά, αρχίζω πια να το θεωρώ αυτονόητο: οι ηθοποιοί που προσπαθούν να καταπλήξουν με το «κοίτα με τι ωραία που παίζω», ή οι παραστάσεις που επιχειρούν να επιβληθούν με την τεχνική αρτιότητά τους και μόνο, μου φαίνονται πλέον εκτός τόπου και χρόνου σε σχέση με αυτά που συμβαίνουν εκεί έξω…
Όμως υπάρχει στη Λουιζέττα και κάτι άλλο, που θα ήταν αμαρτία να μην επισημανθεί: η απαράμιλλη ομορφιά της. Το κτίριο που απέναντί του καθόμαστε – Ωραία Ερείπια, που έλεγε ο ποιητής. Τα πανέμορφα παιδιά, οι υπέροχοι άνθρωποι. Το φινάλε, που πολλά μάτια έκανε να δακρύσουν. Την έχουμε ανάγκη την ομορφιά, ας μην την προσπερνάμε…
Αποφεύγω να αναφερθώ ξεχωριστά σε οποιονδήποτε συντελεστή, γιατί απλούστατα όλοι, χωρίς καμιά εξαίρεση, θα άξιζαν ιδιαίτερη μνεία. Αλλά και για έναν ακόμη πιο σοβαρό λόγο: προτιμώ με αυτό τον τρόπο να τιμήσω την ομάδα στο σύνολό τους. Όλοι, επαγγελματίες, ερασιτέχνες, μαθητές, άνθρωποι με ή χωρίς ειδικές δεξιότητες, στάθηκαν απέναντί μας ισότιμα, και στη σκηνή και στο χειροκρότημα. Ας τους δούμε ως το υπέροχο σύνολο που εφήμερα υπήρξαν. Αυτό ακριβώς δεν είναι το θέατρο;