Matt Bianco, s/t
(WEA, 1986)
Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 κάτι έγινε στο Λονδίνο και τα 50s γύρισαν πίσω. O Paul Weller ήδη είχε αφήσει πίσω τις Rickenbacker και τις βόμβες στην Wardour Street για να στρολάρει με την άσπρη καμπαρντίνα του στις όχθες του Σηκουάνα παίζοντας τζαζ ακόρντα στην Les Paul του, οι Les Rita Mitsouko εμφανίζονταν σαν exotica ντουέτο στα βίντεο του Philippe Gautier και το μεγάλο χαμένο ταλέντο των 80s, o Dr. Robert, έβγαινε στο βιντεο του “Digging Your Scene” σαν μεταλλαγμένος crooner μαζί με τη μπάντα του, τους Blow Monkeys – μια μπάντα που έμοιαζε να έχει βγει από το εικονολόγιο της τζαζ.
Μέχρι και ο George Michael έπαιζε τζαζ στο “Kissing a Fool”, και η Sharp κυκλοφορούσε κασετόφωνα στην θρυλική σειρά QT που είχανε απαλά 50s χρώματα και καμπύλες που θύμιζαν παλιές βέσπες. Αλλά η λίστα συνεχίζεται: Ο Κόπολα έφτιαχνε το Rumble Fish που παρέπεμπε με την μία στον Μάρλον Μπράντο στο The Wild One του ’53, ο Τavernier σκηνοθετούσε μια ταινία για έναν τζαζ μουσικό (πάλι) της δεκαετίας του ’50, και ο David Bowie τραγουδούσε κάπου μεταξύ των 80s και του doo-wop για το Absolute Beginners, μιούζικαλ που διαδραματιζόταν στα τέλη της δεκαετίας του ’50 στο Λονδίνο. Ως το ’88 το κακό είχε τόσο παραγίνει που τα ροκαμπίλια της Αθήνας γέμιζαν τον Λυκαβηττό για να δουν τον Chuck Berry και το γαλλικό περιοδικό comics A Suivre, έγραφε στο εξώφυλλο του «Boήθεια! Η δεκαετία του ’50 ξανάρχεται!».
Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα εμφανίστηκε κι ο Mark Rilley κι έκανε στην Αγγλία των 80s τους Matt Bianco. Στον πρώτο δίσκο τους, το 1986, έμπλεξαν όλες αυτές τις επιρροές από το γόνιμο μουσικό κλίμα της εποχής στην Βρετανία – από την σάμπα και την ντίσκο ως την calypso και τους απόηχους του Lonnie Liston Smith και των Shakatak – και καταλήξανε σε ένα περίεργο διαμάντι της ποπ δισκoγραφίας που έμεινε σχετικά παραγνωρισμένο. Αυτός ο δίσκος, που είχε φέρει υπερήφανα ο μπάρμπας μου από το Λονδίνο (μαζί με παρόμοια πράγματα όπως το μάξι σινγκλ του “Sorry doesn’t make it anymore” των Rah Band και τον πρώτο δίσκο των Fine Young Cannibals), είναι μια απολαυστική διαδρομή πάνω σε όλες τις μουσικές που είναι μόνο «καλοκαιρινές», με προφανή ποπ ελαφρότητα και χιούμορ αλλά και πολύ δυνατούς σολίστες τζαζ μουσικούς. Τα κομμάτια μυρίζουν θάλασσα και γεννούν εικόνες εξωτικών νησιών όπου οι κάτοικοι χορεύουν πάνω στην άμμο σε ατέλειωτα πάρτι κάτω από το φεγγάρι. Γραμμένο σε μια κασέτα, άκουσα αυτόν τον δίσκο στην ατμοσφαιρική Λίμνη Ευβοίας το καλοκαίρι του ’86 και για πάντα καρφώθηκε στο μυαλό μου σαν ο ήχος των διακοπών. Στο 30:24 του βίντεο ακούγεται το “Summer Song”, όνομα και πράμα, που βγάζει τον απόλυτο ήχο του (80s) καλοκαιριού.