«Βλέπω τη house σαν την εκδίκηση της disco», Frankie Knuckles (1955-2014)
«(…) Ο δεύτερος DJ του χώρου ήταν ένας καλόκαρδος γίγαντας από το νότιο Μπρονξ, ένα μωρό του Loft που λεγόταν Frankie Knuckles (σ.σ. Francis Nicholls, το πραγματικό του όνομα). Ο Knuckles είχε ξαναδουλέψει με τον Levan ως βοηθός ενός άλλου πρωτοπόρου στις μίξεις, του Nicky Siano στο Gallery, όπου ο ρόλος αυτού του διδύμου ήταν να διατηρεί τα αίματα αναμμενα. “Μέρος της δουλειάς μας ήταν να νοθεύουμε το παντς. Μας έδιναν ταμπλέτες LSD κι εμείς τις ρίχναμε μέσα”. Το 1977 κάλεσαν τον εικοσιδυάχρονο Knuckles να μετακομίσει δυτικά, στο Σικάγο, για να δουλέψει σ’ ένα νέο κλαμπ, το Warehouse: τον χώρο που θα χάριζε στη μουσική house το όνομά της.
“Ήταν κατεξοχήν γκέι κλαμπ μαύρων”, θυμάται ο Knuckles. “Πολύ συναισθηματικός, πολύ πνευματικός χώρος. Για τους περισσότερους θαμώνες ήταν ναός. Άνοιγε μια μόνο μέρα την εβδομάδα: Σάββατο βράδυ, Κυριακή πρωί, Κυριακή μεσημέρι. Παλιά, στο διάστημα ’77 με ’81 το πάρτι ήταν πολύ έντονο -πάντα πολύ έντονο- αλλά η αίσθηση που επικρατούσε, πιστεύω ήταν πολύ γνήσια”.
Στην αρχή ο Knuckles έπαιζε τους κλασικούς γκέι ντίσκο ύμνους της Philadelphia International και της Salsoul. Καθώς, όμως, το κύμα της ντίσκο έσκασε με ορμή στην ακτή αλλά μετά αποτραβήχτηκε και οι μουσικοί άρχισαν να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά μέσα για να δημιουργήσουν ένα νέο χορευτικό πρότυπο, ο Knuckles άρχισε να πειραματίζεται με την πρώτη ύλη του ήχου καθαυτού: επενέβαινε στους δίσκους, τους έκανε αλλαγές και τους έγραφε ξανά σε μπομπίνα, μεγάλωνε κάποια κομμάτια, έκοβε άλλα, αναδιάρθρωνε τη ροή για να δώσει επιπλέον ώθηση στην πίστα. Αυτό είχε ήδη γίνει στη Νέα Υόρκη, αλλά για το Σικάγο ήταν κάτι συγκλονιστικό και καινούργιο. Σύντομα ο Knuckles απέκτησε τη μεγαλύτερη φήμη και τον φοβερότερο κόσμο στην πόλη. Άρχισε να προσθέτει στις μίξεις του ήδη προγραμματισμένους ρυθμούς από ένα πρωτόγονο beatbox – to 1984, αφού έφυγε από το Warehouse για να στήσει ένα άλλο κλαμπ, το Powerplant, αγόρασε ένα drum computer Roland TR-909 από έναν τρομερά δραστήριο πιτσιρικά από το Ντιτρόιτ, τον Derrick May. Όλη την εβδομάδα ασχολούταν με τον υπολογιστή, κατέστρωνε διάφορους τύπους beat που έπαιζε ζωντανά το Σάββατο βράδυ, βάζοντας και βγάζοντας συνέχεια τους δίσκους από το σκληρό, χαρακτηριστικό 909, χρησιμοποιώντάς το για να συνδέσει τα κομμάτια ή για να ανεβάζει τα μπάσα στα κρίσιμα σημεία ενός τραγουδιού.
Ο Knuckles δεν ήταν μόνος. Σύντομα άρχισαν να χρησιμοποιούν κι άλλοι drum machines, όπως και ο καινούριος ανταγωνιστής του Knuckles στο κλαμπ Music Box – λεγόταν Ron Hardy και θα γινόταν η Νέμεσις του Knuckles. O Hardy, ο οποίος πέθανε από AIDS το 1992 μετά από μακροχρόνιο εθισμό στην ηρωίνη, ήταν ένας αλχημιστής που έκανε μάγια με αγνή, καθαρή ενέργεια. (…) Ο Frankie Knuckles ήταν πιο εκλεπτυσμένος στον τρόπο που έβαζε μουσική, πιο μεθοδικός. Ο Ron Hardy ήταν πιο ωμός. (…) Αυτό δεν ήταν ντίσκο, ήταν κάτι άλλο. Τα παιδιά στο Warehouse είχαν ονομάσει το πλούσιο μίγμα της μουσικής του Frankie Knuckles “house music” – τώρα η φράση αυτή χρησιμοποιούταν γι’ αυτόν τον νέο τραχύ ήχο: την house».
* Απόσπασμα από το πρώτο κεφάλαιο του Παράλληλη Πραγματικότητα: Η Ιστορία της Κουλτούρας του Ecstasy και του Acid House (Matthew Collin, 1999, ΟΞΥ, μτφρ. Διάνα Μουστρή).