Εδώ που συχνάζουν ναυτικοί και άλλα κακοποιά στοιχεία

Στη λαϊκή γειτονιά των δυτικών προαστίων, μαγαζιά για ποτό και φαγητό ξεφυτρώνουν ασταμάτητα τα τελευταία δύο με τρία χρόνια. Δουλεύουν και έχουν κόσμο κυρίως το γνωστό παρασκευοσαββατοκύριακο του νεοέλληνα, κατά τη διάρκεια του οποίου μάλλον θα χρειαστεί να παρκάρεις στον Άγιο Αντώνη, άντε στην καλύτερη στην Ανθούπολη, και να το πάρεις με τα πόδια μέχρι την Αιμιλίου Βεάκη – γνωστή και ως ”κάτω πεζόδρομος” – για να πιεις απλά ένα ποτό. Αν βέβαια σε βγάλει ο δρόμος σου στην Καρπενησίου θα δεις ένα, εντελώς διαφορετικό από τα υπόλοιπα, μαγαζάκι που είναι πήχτρα καθημερινά και όχι μόνο τρεις μέρες την εβδομάδα. Το Αγροτικόν έχει κάνει τρελό γκελ στον κόσμο του Περιστερίου, και όχι μόνο.

Οι τζαμαρίες του θα σε βοηθούν να τσεκάρεις ήδη απ’ έξω το τραπέζι που θα στρογγυλοκάτσεις, ενώ το καλοκαίρι τα τραπέζια διπλασιάζονται, αφού απλώνονται ανάμεσα στις φυλλωσιές ενός πάρκου που καλύπτει το απέναντι πεζοδρόμιο. Παντού γύρω σου αράζουν μεγάλες παρέες που είτε συζητούν με τον γνωστό αλέγρο μεσογειακό τρόπο είτε τραγουδούν στίχους του  Χαρούλη και  του Μητροπάνου που παίζουν στα ηχεία. Φτάνει στα χέρια σου ο κατάλογος. Τα ποτά είναι πάμφθηνα (με τις μπύρες να ξεκινούν από δύο ευρώ και το μισό κιλό κρασί από τρία ευρώ) ενώ οι μεζέδες είναι χωρισμένοι ανάλογα με τη τιμή τους που κινείται μεταξύ των δύο έως και οχτώ ευρώ. Δοκίμασε ανεπιφύλακτα φάβα με σύγκλινο και καραμελωμένο κρεμμύδι, σαγανάκι τυλιχτό, πατάτα βουτύρου και κοτόπουλο με γλυκόξινη σάλτσα. Τίποτα από αυτά δεν είναι ετοιματζίδικο και όλα φτιάχνονται από το μεσημέρι στην κουζίνα του. Αν πάλι έχεις πάει φαγωμένος μπορείς να αρκεστείς στην ρακή χύμα από την Αγία Πελαγία Ηρακλείου, στο τσίπουρο Τυρνάβου, στο κρασί ενός μικρού παραγωγού από την Εύβοια ή στο γλυκόπιοτο ούζο Δολύχι από την Ικαρία. Αλλά και πάλι, δεν ξεκινάς με τίποτα δίαιτα εκείνο το βράδυ γιατί με κάθε γύρα που παραγγέλνεις σου φέρνουν και από ένα μεζεδάκι για να μην πίνεις με άδειο στομάχι. Το Αγροτικόν άνοιξε τον Οκτώβρη του 2012, πρόσφατα κέρδισε το βραβείο κοινού από το site ftinapota.gr και είναι το δημιούργημα ενός πρώην ηλεκτρολόγου που εγκατέλειψε την δουλειά αυτή, αφού πλέον οικοδομές δεν είναι να πεις ότι σηκώνονται και πολλές. Δούλεψε για λίγο διάστημα ως μπάρμαν, αλλά τελικά αποφάσισε να δημιουργήσει κάτι δικό του και να διοχετεύσει σε αυτό το μεράκι του για τους καλούς μεζέδες, την ελληνική έντεχνη μουσική και την ποτοποσία που δεν κοστίζει μια περιούσια.

Ο Νίκος δεν έχει καμία σχέση με τους new age επιχειρηματίες που συχνά συναντάς στα καινούργια, λίγο τρέντυ στέκια που γέμισαν πλέον την Αθήνα. Αν αρχίσεις τα μοιρολόγια τύπου ”Πόσο ήπια πάλι, πως θα ξυπνήσω αύριο να πάω για δουλειά”, θα σε παρηγορήσει με το μότο του ” Ένα πολύ κακό ξύπνημα σημαίνει πως είχες ένα πολύ καλό ξενύχτι” αν και δεν θα παραβλέψει επίσης να σε προειδοποιήσει πριν γίνεις σκνίπα ότι ”καλό είναι να ζεις το σήμερα αλλά μην ξεχνάς πως υπάρχει και το αύριο”. Όνειρο του είναι να τα πιει  μια μέρα με τον Σωκράτη Μάλαμα και μιλάει για το μαγαζί που έστησε και γελούν και τα μουστάκια του από χαρά. ” Αγροτικόν είχε ονομάσει ο Παπάζογλου το πρώτο στούντιο, το οποίο είχε στήσει με τα χεράκια του γύρω στο ’70. Εκεί έχουν παίξει μεγάλα ονόματα, όπως οι Τρύπες και ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Αυτή τη μουσική την αγαπώ και αυτή θα ακούσεις και στο μαγαζί.

Ο χώρος που βλέπεις δεν έχει καμιά σχέση με πριν, τον είχε αναλάβει ο πατέρας μου όταν εγκατέλειψε και αυτός την οικοδομή και τον έκανε με κάτι φίλους του ψητοπωλείο, δεν έπιασε και θέλησε να τον δώσει αλλού, αλλά εγώ είχα την ιδέα για ένα δικό μου μαγαζί. Ήθελα να συνδυάζει το παραδοσιακό στυλ ενός παλιού καφενείου, αλλά να έχει και τη μπάρα του για εκείνους που προτιμούν τα ποτά από τη ρακή και το τσίπουρο. Σε τέτοιου είδους μαγαζιά των Εξαρχείων και του Μεταξουργείου έβγαινα έτσι και αλλιώς πριν ανοίξω αυτό. Είναι φτηνό, ειδικά για τα δεδομένα της περιοχής, αλλά έτσι και αλλιώς για να κρατήσεις ένα μαγαζί και να αποκτήσεις θαμώνες που θα το αγαπήσουν όπως εσύ πρέπει να σέβεσαι και να εκτιμάς τόσο μια παρέα που θα κάνει λογαριασμό, όσο και εκείνον που θα αφήσει ένα πεντάευρω, το οποίο ξέρω πόσο δύσκολα το βγάζει. Δεν μου πέρασε καν από το μυαλό να το ανοίξω κάπου αλλού, είμαι γέννημα θρέμμα Περιστεριώτης, έμενα, μένω και θα συνεχίσω να μένω εδώ. Πρέπει να έρθεις σε ένα ηπειρώτικο ή ικαριώτικο γλέντι που κάνουμε συχνά πυκνά καμιά Κυριακή. Στο πρώτο μας μαζεύτηκε ο κόσμος από το μεσημέρι και οι περισσότεροι, για να μην σου πω όλοι ήταν Ικαριώτες, καταλαβαίνεις λοιπόν τι έγινε.

Κάποια στιγμή δεν μας χωρούσε το μαγαζί για να χορέψουμε και βγήκαμε στον δρόμο που είναι μπροστά και σταματήσαμε την κυκλοφορία, στις τρεις το βράδυ το σχολάσαμε. Αλλά και γλέντι να μην έχουμε, oι Κυριακές είναι οι μέρες που το μαγαζί γίνεται πιο άφτερ από ποτέ, ξεκινάμε να πίνουμε από το μεσημέρι, να τρώμε τα πιάτα ημέρας που βγαίνουν μόνο τότε και αν έρθεις να πιεις το ποτό σου ξημερώματα δευτέρας πλέον θα μας δεις να πονάμε με Διονυσίου και Καζαντζίδη μέχρι το πρωί.”. Ο χώρος είναι προσεγμένος και τα αντικείμενα που τον κοσμούν είναι παλιά και ιδιαίτερα. Χαζεύω τριγύρω και αναρωτιέμαι που βρήκε όλα αυτά τα vintage μπρίκια, την κουζίνα την τηλεόραση, το πλυντήριο, το φωτιστικό / σουρωτήρι και τον ραφινάτο καναπέ που ξεχωρίζει στο βάθος. ” Την περίοδο που το είχα στα σκαριά μου είπε η θεία μου πως μια φίλη της δίνει πολλά παλιά αντικείμενα που έχει μαζέψει με τα χρόνια. Τα περισσότερα πράγματα που βλέπεις εδώ μέσα είναι από αυτό το σπίτι και από φίλους, δικούς μου και του πατέρα μου που ξεκίνησαν να μου φέρνουν τέτοιου είδους αντικείμενα και σιγά σιγά γέμισε ο χώρος χωρίς να έχω πληρώσει τίποτα από αυτά. Δεν είμαι δα και διακοσμητής.” Λίγο πριν φύγω τον ρωτάω για μια φράση που είναι γραμμένη με κιμωλία στο μαυροπίνακα πίσω από τη μπάρα, ” Εδώ που συχνάζουν ναυτικοί και άλλα κακοποιά στοιχεία”. Μου εξιστορεί πως το έγραψε ένας φίλος του πατέρα του, πρώην ναυτικός, και στην πραγματικότητα ήταν ο τίτλος εφημερίδας την εποχή που εκείνος ακόμη μπάρκαρε για να περιγράψει την περιοχή της Τρούμπας. Αν είναι λοιπόν έγκλημα το να συνοδεύεις το ποτό σου με γευστικούς σπιτικούς μεζέδες και η έξοδος σου να κοστίσει ελάχιστα, τότε το Αγροτικόν αποτελεί πλέον στέκι πολλών σεσημασμένων.

Αγροτικόν, Καρπενησίου 52 Περιστέρι, 210 5729629

Ζωή Παρασίδη

Η Ζωή Παρασίδη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1990 στην Αθήνα. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και από το 2009 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Ζωή Παρασίδη