Ας αφήσουμε το «σήμερα» προς το παρόν κι ας ξαναγυρίσουμε στον νεαρό ηθοποιό. Παίξατε σε ταινίες, δουλέψατε στο ραδιόφωνο, κι ύστερα ήρθε το Μπρόντγουεϊ…Ήμουν ηθοποιός για οκτώ χρόνια. Μέτριος ηθοποιός, όπως είπα, με βαριά φωνή – γι’ αυτό και έπαιζα μονίμως ρόλους κακών, γκάνγκστερ και τα λοιπά. Δούλεψα στο ραδιόφωνο με τον Όρσον Ουέλς, σε μια εκπομπή του που λεγόταν Η Σκιά. Ήταν ένας υπέροχος, πληθωρικός άνθρωπος – τον θαύμαζα πολύ τότε. Με τον καιρό, άλλαξα γνώμη, νομίζω πως η ζωή του… Αλλά ας το αφήσουμε αυτό, δε θέλω να πω κακίες για τον Όρσον. Ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος.
Απ’ ό,τι κατάλαβα πριν που μιλούσατε για κείνη την αριστερή θεατρική ομάδα, το σαράκι της σκηνοθεσίας είχε ήδη αρχίσει να σας τρώει. Ως σκηνοθέτης εκπορθήσατε το Μπρόντγουεϊ – έτσι δεν είναι; Ναι, μ’ ένα πολύ ωραίο έργο του Θόρντον Ουάιλντερ, το Με τα δόντια. Κι ήταν επιτυχία, παρά το γεγονός πως δούλευα μισοπεθαμένος απ’ το τρακ και την ταραχή – να ’χω να διευθύνω τον Φρέντρικ Μαρτς και την Ταλούλα Μπάνκχεντ. Ήταν και ο Μοντγκόμερι Κλιφτ σε πρώτη εμφάνιση.
Πώς αντιδρούν αυτοί οι ηθοποιοί-τέρατα σ’ έναν νεαρό σκηνοθέτη; Όπως τα παιδιά. Αν είσαι καλός μαζί τους και τα φροντίζεις, σ’ αγαπάνε. Ο σκηνοθέτης πρέπει να κερδίσει την εμπιστοσύνη των ηθοποιών πως θα τους κάνει να φαίνονται ωραίοι. Όντας ο ίδιος ηθοποιός, δε μου ήταν δύσκολο να μπω στο πετσί τους. Γενικά, δεν είχα πρόβλημα με ηθοποιούς, τα πηγαίναμε πάντα μια χαρά. Η Ταλούλα Μπάνκχεντ ήταν μία από τις εξαιρέσεις. Ανυπόφορη.
Ο Χίτσκοκ έμεινε πολύ ευχαριστημένος μαζί της στη μοναδική συνεργασία που είχαν, στη Σωστική λέμβο. Η Μπάνκχεντ δεν ήταν καν ηθοποιός – ήταν μια προσωπικότητα. Έπαιζε πάντα τον εαυτό της. Και ήταν αδύνατον να υποδυθεί κάποιον. Ο Χίτσκοκ θα πρέπει να την κολάκευε συνέχεια για να μην του δημιουργεί προβλήματα.
Τότε μπαίνει για τα καλά στη ζωή σας ο Άρθουρ Μίλερ και, λίγο αργότερα, ο Τενεσί Ουίλιαμς. Αυτοί οι δύο συγγραφείς συνδέονται άρρηκτα μαζί σας και με τη νέα μεγαλειώδη εποχή του αμερικανικού θεάτρου. Δεν είναι τόσο σωστό αυτό, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το δικό μου δέσιμο με τον Μίλερ. Δεν ανέβασα παρά μόνο ένα έργο του, το Ήταν όλοι τους παιδιά μου. Είναι ένας σοβαρός, ευγενής και διακριτικός άνθρωπος – τον εκτιμώ πολύ. Με το συνολικό του έργο, όμως, δεν έχω συνδεθεί τόσο πολύ. Με τον Ουίλιαμς, ναι.
Σε τι θα συνοψίζατε τις διαφορές και τις ενδεχόμενες ομοιότητες των δυο, ως συγγραφέων; Ο Μίλερ δουλεύει πολύ πάνω στη δομή του έργου, είναι πιο μεθοδικός. Απ’ την άλλη μεριά, αν κάποιο έργο του Ουίλιαμς έχει στέρεη και σωστή δομή, αυτό είναι μάλλον τυχαίο. Πολλές φορές, στον Ουίλιαμς, το έργο είναι τόσο φορτισμένο, τα συναισθήματα και οι συγκινήσεις τόσο έντονες, ώστε η σωστή δομή ή έρχεται μόνη της ή έχει δευτερεύουσα σημασία. Το Λεωφορείον ο Πόθος έχει τέλεια δομή. Το ίδιο και ο Γυάλινος κόσμος.
Η ερώτησή μου δεν αφορούσε τόσο την τεχνική τους όσο τη θεματογραφία τους. Ο Ουίλιαμς είναι ρομαντικός, ενώ τα έργα του Μίλερ είναι έργα «κοινωνικού ρεαλισμού», δεν ξέρω πώς να το πω. Δε μ’ αρέσουν αυτές οι ετικέτες, δεν μπορώ να γενικεύω. Τελοσπάντων, ο Μίλερ είναι ένας άνθρωπος που νοιάζεται και δραματοποιεί αυτές τις έγνοιες. Ο Ουίλιαμς ήταν αθεράπευτα ρομαντικός, πίστευε στο πνεύμα, στην ομορφιά.
Κι ο Μίλερ ανθρωπιστής… Ακριβώς. Όμως ο Ουίλιαμς, καίτοι παρεξηγημένος, ήταν πιο πολύ ανθρωπιστής απ’ τον Μίλερ. Ήταν γεμάτος αγάπη για τον άνθρωπο. Ήταν ένας ποιητής. Ο Ουίλιαμς έγραφε «ποιητικά δράματα». Τα κείμενά του είναι υπέροχα, οι εικόνες του είναι υπέροχες. Κανείς δεν μπόρεσε να τον μιμηθεί. Πολλές φορές διαβάζεις σ’ ένα έργο του μια τόσο εκπληκτική περιγραφή χώρων, που ίσως δε χρειάζεται να τους δεις, πόσο μάλλον να διανοηθείς να τους αναπαραστήσεις. Ήταν ένας απ’ τους καλύτερους φίλους που είχα στη ζωή μου. Ήταν γλυκός, τρυφερός, γενναιόδωρος. Τον αγαπούσα πολύ.
Προσπαθώ να βάλω τον Καζάν ανάμεσα σ’ αυτούς τους δύο. Ποιο κλίμα σάς ταίριαζε περισσότερο, με ποιανού την ατμόσφαιρα αισθάνεστε πιο εξοικειωμένος, πιο άνετος; Αγαπητέ μου φίλε, αισθάνομαι άνετος με τους πάντες. Αυτό δεν είναι εύκολο – μου ’φαγε χρόνια και χρόνια απ’ τη ζωή μου για να το κατορθώσω. Οι άνθρωποι δεν αισθάνονται άνετοι όταν αυτοαμφισβητούνται. Εγώ αμφέβαλλα σκληρά για τον εαυτό μου όταν ήμουν νέος. Τώρα πλέον έχω κατασταλάξει. Είμαι αυτό που είμαι. Για να σας πω την αλήθεια, οι μόνες στιγμές που μπορεί ακόμα να αισθάνομαι κάποιες αμφιβολίες, είναι όταν συναισθάνομαι την ανεπάρκειά μου… όταν σκέφτομαι ότι κάτι θα μπορούσα να το ’χω κάνει καλύτερα. Απ’ την άλλη μεριά, πώς να αισθανθεί κανείς άνετος με τον Ουίλιαμς, όταν ο ίδιος βρισκόταν σε τέτοια ασυμφωνία με τον ίδιο του τον εαυτό; Ήταν, όμως, ένας γενναιόδωρος φίλος. Όταν άρχισα να γράφω κι εγώ βιβλία, μ’ έπαιρνε μετά από δύο μέρες και μου ’λεγε (με κάποια έκπληξη στη φωνή): «Είναι καλό το βιβλίο σου, στ’ αλήθεια είναι καλό». Κανένας άλλος από τη θεατρική αδελφότητα δε θα ’κανε ποτέ κάτι τέτοιο, για να μην πω ότι αμφιβάλλω αν έχουν ποτέ διαβάσει βιβλίο μου.
Πώς και δεν «ανεβάσατε» ποτέ Ο’Νιλ; Δεν το επιδιώξατε ή δεν έτυχε; Μια φορά ζήτησα ν’ ανεβάσω ένα έργο του, το A Moon for the Μisbegotten. Με κοίταξε από πάνω ώς κάτω και είπε με μια ψυχρή ευγένεια: «Θα προτιμούσα έναν Ιρλανδό».
Στην επόμενη σελίδα, οι αρχές στον κινηματογράφο, ο Ντάριλ Ζάνουκ , οι πρώτες μεγάλες επιτυχίες