Η Ελευθερία Αρβανιτάκη και ο Κωνσταντίνος Ρήγος πειράζουν ο ένας τον άλλον σε όλη τη διάρκεια της κουβέντας μας. Κυρίως είναι ο Κωνσταντίνος εκείνος που ξεκινά την πλάκα, που φέρνει το γέλιο στην παρέα αλλά και η Ελευθερία δεν αφήνει πάσα να πάει χαμένη. Σοβαρεύουν μόνο όταν μιλούν για τον τρόπο που συνεργάζονται, πώς αντιμετωπίζουν με επαγγελματισμό το κάθε βιντεοκλίπ που έχουν κάνει μαζί, πώς κρατούν τη βαθιά, φιλική τους σχέση έξω από το πλαίσιο του «τώρα κάνουμε δουλειά». Είναι έκδηλη η τρυφερότητα μεταξύ τους και ο Κωνσταντίνος κάποια στιγμή θα γείρει στην αγκαλιά της αλλά σε λίγο πάλι ένα αστείο θα ανατρέψει το σκηνικό.
Λίγο πριν κυκλοφορήσει το νέο βιντεοκλίπ της Ελευθερίας Αρβανιτάκη «Αν ξημέρωνε» σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου οι δύο φίλοι και συνεργάτες ξεδιπλώνουν αναμνήσεις, αισθήματα, νότες και εικόνες.
Θυμόσαστε την πρώτη σας συνάντηση;
Κωνσταντίνος: Ήταν όταν η Ελευθερία έκανε την παράσταση Λεωφόρος Α’, δηλαδή το 1987. Έχει κάνει ο Κραουνάκης την παράσταση, σκηνοθετημένη από τον Βουτσινά, συμμετέχουν η Ελευθερία, η Άλκηστις Πρωτοψάλτη και ο Κώστας Γανωτής, σε σκηνικά Μανόλη Παντελιδάκη και καλλιτεχνική επιμέλεια Λίνας Νικολακοπούλου. Θυμάμαι καθόντουσαν σε καρέκλες και γύριζαν προς το κοινό. Ήμουν στο πρώτο τραπέζι, γύρισε η Ελευθερία, και άρχισε να τραγουδάει «Έλα βρε Τάσο μου και η Γκόλφω σου σε ψάχνει». Εκεί έπαθα αυτό που λέμε love at first sight. Και τότε, να το πούμε αυτό, δεν ήταν η Ελευθερία Αρβανιτάκη που είναι σήμερα, ήταν στην αρχή της πορείας της.
Ελευθερία: Μόλις είχα κάνει το «Κοντραμπάντο» που είχε μέσα την «Ακτή», το «Έφυγες νωρίς». Ήταν μετά την Οπισθοδρομική Κομπανία.
Κωνσταντίνος: Αυτό που βίωσα εκείνη τη στιγμή δεν το έχω ξεχάσει. Εξ ου και προέκυψε μετά η συνεργασία, επιδίωξα να έρθουμε κοντά. Αλλά εκείνη τη στιγμή θα μπορούσα να χαρακτηριστώ stalker. Κοινώς «την έπεσα στην τραγουδίστρια».
Ελευθερία: Δε θυμάμαι την συγκεκριμένη μέρα. Αλλά θυμάμαι τον Κωνσταντίνο, μέλος μιας νεανικής παρέας να έρχεται επανειλημμένως σε κάθε παράσταση που έκανα. Ήταν πάντα focused σε μένα και κάθε φορά που τον έβλεπα από κάτω σκεφτόμουν «Α, θα είναι ωραία βραδιά απόψε».
Κωνσταντίνος: Ήταν τότε που βγάλαμε ως σύνθημα το «Ελευθερία ή θάνατος». Δεν είχα ανάγκη να είμαι θαυμαστής κάποιου. Ήταν η Ελευθερία που μου το έβγαζε και μου το βγάζει αυτό. Κάθε φορά που ακούω τη φωνή της νιώθω τη συγκίνηση εκείνης της πρώτης στιγμής. Και τότε ήταν μια τελείως διαφορετική εποχή.
Τι το διαφορετικό είχε εκείνη η εποχή;
Κωνσταντίνος: Αθωότητα, χρυσές εποχές, ευτυχία, λάμψη.
Ελευθερία: Χαρά, παραστάσεις κάθε μέρα, υπήρχε μια αίσθηση συνεχούς πάρτι, ξεγνοιασιάς κι ένα «άφεμα» στην τρέλα. H παράσταση του Βουτσινά ήταν ακριβώς έτσι.
Κωνσταντίνος: Η δεκαετία του ’80 ήταν η εφηβεία της Ελλάδας, όλα ήταν πιο φωτεινά.
Ελευθερία: Και υπήρχε προσδοκία πως ό,τι θα έρθει θα είναι καλό.
Η δεκαετία του ’90 τι ήταν;
Κωνσταντίνος: Ε, αυτό κράτησε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Ουσιαστικά το ίδιο μοτίβο συνεχίστηκε και δεν είναι τυχαίο ότι όλη η νυχτερινή ζωή της Αθήνας δεν τελείωνε ποτέ. Και τώρα ισχύει αυτό σε κάποια μέρη αλλά τότε αυτό ήταν η γενική αίσθηση, ότι μπορούσες να βγεις και να γυρίσεις το πρωί περνώντας από διαφορετικούς χώρους. Η ξεγνοιασιά δεν είχε να κάνει μόνο με το αν κάποιος είχε λεφτά ή όχι αλλά ήταν μια γενική αίσθηση, μια λανθασμένη -όπως αποδείχτηκε- αίσθηση και γι’ αυτό οδήγησε εκεί που οδήγησε: στη μεγάλη κρίση.
Αυτή όμως η αίσθηση ότι άνθιζαν τα πράγματα δεν ήταν «λίπασμα» για έναν τραγουδιστή;
Ελευθερία: Όχι μόνο για τον τραγουδιστή αλλά και για τους συνθέτες, τους μουσικούς, τους καλλιτέχνες και τελικά για όλο τον κόσμο. Αυτή η προσδοκία γεννούσε δημιουργικότητα και παρέες, πολλές παρέες.
Κωνσταντίνος: Νομίζω ότι ήταν η περίοδος που δεν υπήρχαν δεύτερες σκέψεις. Από την πλευρά των ανθρώπων που ασχολήθηκαμε όμως με την τέχνη δεν υπήρχε ποτέ η αίσθηση της ελαφρότητας απέναντι σε αυτό που κάναμε. Ίσως ήταν και το ακριβώς αντίθετο. Η Ελευθερία δεν χρησιμοποίησε τη χαρά της εποχής για να κάνει εύκολα τραγούδια, εύκολες επιτυχίες. Εγώ με τη σειρά μου όταν είχα την ΟΚΤΑΝΑ δεν με ενδιέφερε το ιλουστρασιόν αλλά ψάχναμε πιο ουσιαστικά πράγματα.
Ελευθερία: Είχαμε ούτως ή άλλως τη χαρά και επιδιώκαμε πιο εσωτερικά πράγματα.
Πότε και πώς αρχίσατε να ανακαλύπτετε πιο πολύ ο ένας τον άλλον και να δένεστε;
Κωνσταντίνος: Μετά χαθήκαμε για ένα διάστημα. Ήταν τότε που ανακάλυψα ότι με ενδιαφέρει ο χορός, όταν είχα πρωτογνωρίσει την Ελευθερία δεν το ήξερα, σπούδαζα στο Οικονομικό της Νομικής.
Ελευθερία: Σοβαρά; Αυτό δεν το ήξερα. Πάντως θυμάμαι ότι συναντηθήκαμε ξανά το 1995. Γινόταν ένα αφιέρωμα για νέους Έλληνες χορογράφους στο Μέγαρο. Με είχε πάρει τηλέφωνο ο Νίκος Μαμαγκάκης για να μου πει ότι είχε γράψει μουσική και θα τη χορογραφούσε ένας νέος χορογράφος, ο Κωνσταντίνος Ρήγος και μου ζήτησε να συνεργαστούμε. Απάντησα «Ωραία, να γνωριστούμε με τον Κωνσταντίνο» και όντως κλείσαμε ένα ραντεβού. Μπαίνουμε μέσα στο μαγαζί…
Κωνσταντίνος: Νομίζω ήταν στο Desiree στο Κολωνάκι.
Ελευθερία: Βλέπω τον Κωνσταντίνο, τον χαιρετάω, τον ρωτάω «πώς κι από εδώ; Τι κάνεις; Πού βρίσκεσαι;», γιατί δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι ο Κωνσταντίνος που ερχόταν στη Λεωφόρο ήταν το ραντεβού μου. Και μου λέει το απίστευτο «Είμαι ο Κωνσταντίνος Ρήγος, που θα κάνουμε μαζί τη χορογραφία» και μένω κόκαλο. Δεν είχα γνωρίσει τότε έναν χορευτή-χορογράφο και μένω άφωνη. Από εκεί τη στιγμή ξεκινάει ξανά η σχέση μας με τον Κωνσταντίνο.
Κωνσταντίνος: Στην πραγματικότητα δεν είχε διακοπεί ποτέ αλλά από τότε και μετά δεν χαθήκαμε ξανά. Δεν είμαστε κολλητοί με την Ελευθερία, δεν θα μας δεις κάθε μέρα μαζί. Όχι γιατί δεν θέλουμε αλλά γιατί δεν μπορούμε λόγω υποχρεώσεων. Αλλά γνωριζόμαστε τόσα χρόνια που πια δεν χρειάζεται. Ο Μαμαγκάκης ήταν πολύ ιδιαίτερος συνθέτης, της έδωσε ένα τρελό τραγούδι να πει, σε ποίηση της Πολυδούρη. Ήταν μια ευνοϊκή βραδιά. Φαντάσου όμως τι ήταν για μένα αυτό. Το 1987 τη βλέπω και παθαίνω και το 1995 συνεργαζόμαστε.
Τι ήθελες να βγάλεις από την Ελευθερία;
Κωνσταντίνος: Η πρώτη εικόνα που έχω από την Ελευθερία δεν άλλαξε ποτέ. Όταν ξεκίνησε πολλοί έλεγαν ότι η φωνή της ήταν σαν μουσικό όργανο. Για μένα δεν έχει αλλάξει τίποτα στη φωνή της, ίσως μόνο λίγο το βάθος. Όμως η ανατριχίλα που μου προκαλεί είναι η ίδια. Ουσιαστικά ζήτησα τον Μαμαγκάκη για να έρθει η Ελευθερία. Δεν το έκανα ύπουλα. Είχα ήδη συνεργαστεί μαζί του, το προηγούμενο καλοκαίρι στην Επίδαυρο.
Τον εμπιστεύτηκες αμέσως;
Ελευθερία: Εννοείται. Μιλήσαμε πολύ σε εκείνη τη συνάντηση. Μου είπε τι κάνει και επιπλέον ήξερα από πριν ότι ο Κωνσταντίνος Ρήγος ήταν μια από τις μεγάλες ελπίδες του χορού στην Ελλάδα. Τότε τα ονόματα που ξεχώριζαν ήταν του Κωνσταντίνου Ρήγου και του Δημήτρη Παπαϊωάννου. Είχα εκ προοιμίου εμπιστοσύνη για το τι θα ακολουθούσε. Απλώς δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι ο Κωνσταντίνος Ρήγος ήταν ο Κωνσταντίνος της Λεωφόρου.
Η Ελευθερία εκτός από μια χαρακτηριστική φωνή είναι μια χαρακτηριστική φιγούρα. Αυτή πώς τη διαχειρίζεσαι;
Κωνσταντίνος: Μα βλέπεις. Δεν έχει αλλάξει τίποτα.
Ελευθερία. Ε, πώς… Μου αρέσουν βέβαια αυτές οι υπερβολές, δεν λέω.
Κωνσταντίνος: Ένας άνθρωπος παραμένει αυτό που είδες την πρώτη φορά, γιατί η πρώτη γνωριμία είναι αυτή που καθορίζει μια σχέση. Τώρα αν παχύνω λίγο, αν παχύνει λίγο, το λέμε. Πριν λίγο καιρό πήρε κάποια κιλά και της είπα «Έχεις παχύνει λίγο» και εκείνη κάθε φορά που με βλέπει μου λέει «Πρέπει να αδυνατίσεις». Θέλω να πω ότι και τα τυπικά υπάρχουν.
Όμως αυτά δεν είναι και τόσο τυπικά. Εννοώ μόνο με τους φίλους μας αισθανόμαστε άνετα να πούμε αυτό που σκεφτόμαστε.
Κωνσταντίνος: Προφανώς. Δεν είναι μια αγιογραφία η σχέση ανάμεσα στους ανθρώπους. Μέσα στα χρόνια δεν έχουμε τσακωθεί ποτέ αλλά έχουμε διαφωνήσει πάρα πολύ έντονα.
Συνήθως οι διαφωνίες τι αφορούν;
Ελευθερία: Του είχα πει για μια παράσταση του, το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» ότι έπρεπε να είχε περισσότερο συναίσθημα. Είχε αριστουργηματικές σκηνές που μου σηκωνόταν η τρίχα, σε μια υπέροχη μετάφραση του Βικέλλα, με εξαιρετικό λόγο και ηθοποιούς. Κι εκεί που ήταν συγκλονιστικό ξαφνικά ο ίδιος το παρωδούσε. Το γυρνούσε από την άλλη και του έβαζε φτερά. Και του έλεγα «Τώρα γιατί το κάνεις αυτό;». Θα μπορούσε να φτάσει σε ένα αριστούργημα γιατί μου το χαλάς; Ενώ «Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι»… Τι παράσταση ήταν αυτή! Όπως εξαιρετική παράσταση, με τον Κωνσταντίνος σκηνοθέτη πια, ήταν «Τα κόκκινα φανάρια».
Ακούς τις παρατηρήσεις της Ελευθερίας;
Κωνσταντίνος: Ναι, τις ακούω. Και έχει δίκιο. Η υπονόμευση είναι ένα στοιχείο του χαρακτήρα μου που προσπαθώ να πολεμήσω. Οτιδήποτε φτιάχνω επιθυμώ να το χαλάσω την ίδια στιγμή.
Ελευθερία: Στον «Ερωτόκριτο» όμως δεν το έκανες.
Κωνσταντίνος: Όχι. Ήταν στο Νιάρχος, καινούρια παραγωγή. Καταλαβαίνεις.
https://www.youtube.com/watch?v=SpIIx28h4CA
Πώς παίρνετε την απόφαση για το κόνσεπτ του κάθε βιντεοκλίπ;
Κωνσταντίνος: Όταν συναντιόμαστε για να μιλήσουμε για δουλειά είμαστε πάρα πολύ σοβαροί, σχεδόν σαν δύο ξένοι. Και είναι λογικό. Προτιμότερο είναι να μην κάνεις δουλειά με τους φίλους σου.
Ελευθερία: Πρέπει να αφήνεις στην άκρη την αυτονόητη εμπιστοσύνη. Εάν δεν είμαι καλά και σηκώσω το ακουστικό ξέρω ότι ο Κωνσταντίνος θα είναι εκεί για μένα. Αυτό φέρνει μια οικειότητα πολύ μεγάλη. Όμως δεν πρέπει να αφήσεις την οικειότητα να καβαλήσει τη δουλειά. Πρέπει να πάρεις αποστάσεις. Υπάρχει θαυμασμός του ενός για τον άλλον που αφορά τη δουλειά του. Κι αυτό είναι πιο βασικό από τη φιλία που μας δένει.
Κωνσταντίνος: Όταν υπάρχει κάτι το επαγγελματικό ορίζεις και κρατάς το πλαίσιο της επαγγελματικής συνεργασίας. Εκεί που θα μπορούσες να είσαι έξω μαζί με τον άλλον, να τρως, να γελάς, να κάνεις πλάκα, να κουτσομπολεύεις καλείσαι ξαφνικά να μιλήσεις μαζί του για ένα καλλιτεχνικό γεγονός που πρέπει να παραμείνει ασφαλισμένο, σαν να το κάνουν δύο ξένοι.
Ελευθερία: Ο ένας θα βάλει τις προτάσεις του, ο άλλος θα πει «ναι αλλά». Ο Κωνσταντίνος έχει τη ματιά του φακού που δεν την έχω εγώ. Δεν την καταλαβαίνω γιατί δεν τη διαθέτω. Αυτός είναι ο σκηνοθέτης. Οπότε εγώ θα έχω κάποιες αντιρρήσεις που είτε θα καταφέρει να μου τις αμβλύνει επεξηγώντας μου τι θέλει να κάνει είτε θα την καταργήσει την σκηνή και θα πάμε σε κάτι άλλο, που θα είναι για μένα πιο βολικό.
Κωνσταντίνος: Πιο οικείο.
Άρα πας με τα νερά της Ελευθερίας.
Κωνσταντίνος: Στη δουλειά όταν παράγεις ένα έργο πρέπει να πας με τα νερά όλα όσων είναι εκεί. Όχι «με τα νερά» με την έννοια ότι θα αλλοιωθείς εσύ. Αλλά για να μην βγει ένα τέρας πρέπει να υπάρξει ένας αμοιβαίος συμβιβασμός.
Ελευθερία: Μα δε θα καπελώσει ο ένας τον άλλον.
Κωνσταντίνος: Φαντάζεσαι να πήγαινα εγώ στην Ελευθερία και να της πρότεινα να βάλει χρυσή τουαλέτα ή να φορέσει αθλητικό και να κάνει τη Madonna; Δεν μπορεί. Το ότι τη γνωρίζω τόσο καλά με κάνει να ξέρω πώς θα της βγάλω αυτό που θέλω. Όταν της πρότεινα το «Δεν μιλώ για μια νύχτα εγώ» ήξερα ότι η Ελευθερία θα έβγαινε δύσκολα στον δρόμο με τέσσερις άντρες για να χορέψει. Δεν είναι συντηρητική καθόλου αλλά είναι ντροπαλή, έχει μια εφηβική ντροπή. Δεν ήταν αυτονόητο αυτό που έγινε.
Ελευθερία: Με βοήθησαν πάρα πολύ οι χορευτές που είχα μαζί μου, ήταν ασπίδα προστασίας και έφτιαξαν την ατμόσφαιρα. Και από τη στιγμή που είπα ότι θα το κάνω αφέθηκα. Τελικά, το ευχαριστήθηκα πολύ.
Κωνσταντίνος: Η Ελευθερία είναι αυτή που είναι, με όλη αυτή την πορεία χρόνων. Κι όμως ακόμη και τώρα αν την δεις στα παρασκήνια λίγο πριν βγει στη σκηνή νομίζεις ότι θα καταρρεύσει.
Είναι όντως ακόμη τόσο έντονο το άγχος;
Ελευθερία: Ναι, είναι. Σε έχω δει όμως κι εσένα, κάτι ανάλογο σου συμβαίνει. Εσύ φουντώνεις, γίνεσαι ολόκληρος κόκκινος.
Μετά κάνατε μαζί το «Μακριά από την τρικυμία» στη Σύρο.
Κωνσταντίνος: Αυτό για εμάς ήταν ένα πάρτι, στο αγαπημένο μας νησί. Έτσι είπαμε να πάμε εκεί, να απλώσουμε τα χαλιά, να τα πλύνουμε (γέλια). Ήταν κάτι πολύ χαρούμενο όλο αυτό.
https://www.youtube.com/watch?v=SjL84jWs-E0
Και τώρα ήρθε η ώρα του «Αν ξημέρωνε».
Ελευθερία: Ένα πολύ ήσυχο κομμάτι, είναι η πρώτη φορά που συνεργαζόμαστε με ένα τόσο ήρεμο, εσωτερικό τραγούδι.
Κωνσταντίνος: Υπάρχει η έννοια του «σκηνοθετισμού», που εγώ δεν την έχω καθόλου. Άλλος μπορεί να σκεφτεί «Θα πάρω την Ελευθερία και θα κάνω τέρατα». Εγώ πιστεύω ότι το βιντεοκλίπ δεν πρέπει να καπελώσει το τραγούδι, αντιθέτως πρέπει να τονίσει αυτό που βγάζει. Μπορεί κι εγώ στο παρελθόν από αγωνία να κάνω κάτι, να έχω κάνει αυτό το λάθος. Στην περίπτωση όμως της Ελευθερίας δεν θα ήθελα να υπάρχει τίποτα. Γι’ αυτό φτιάξαμε μια ελάχιστη ιστορία ενός ζευγαριού που δεν προχώρησε, μια ανάμνηση δύο ανθρώπων με μίνιμαλ εικόνες, ατμοσφαιρικές, όπως αρμόζει στο τραγούδι.
Ελευθερία, σου ταιριάζει καλύτερα το μίνιμαλ από το ξεσηκωτικό; Ως προσωπικότητα εννοώ.
Κωνσταντίνος: Μπα και τα δύο της πάνε. Μην απαντήσει. Άντε πες παρ’ όλα αυτά.
Ελευθερία: Με αφήνεις; Κοίταξε, εμένα δεν μου αρέσουν τα βιντεοκλίπ. Όχι ότι αν δω ένα πολύ ωραίο βιντεοκλίπ δε θα το αναγνωρίσω. Δεν μου αρέσει όμως να μπω εγώ στη διαδικασία ενός βιντεοκλίπ. Το κάνω με τα χίλια ζόρια και διυλίζω τον κώνωπα. Το ίδιο συμβαίνει και με τη φωτογράφηση. Είναι πράγματα που δεν μου είναι πολύ φυσικά. Έτσι μου είναι πολύ ευχάριστο να ξέρω ότι ο άνθρωπος που έχω δίπλα μου ως σκηνοθέτης, σκέφτεται εμένα, τις ιδιαιτερότητές μου, το τι μπορώ να κάνω ή όχι, μέχρι που μπορεί να τραβήξει τα όρια. Αυτό είναι πολύ βασικό. Κι αυτό με το Κωνσταντίνο το έχω.
Κωνσταντίνος: Εμένα με χαροποιεί να το ευχαριστιέται η Ελευθερία όταν το κάνει, παρά τόσο το αποτέλεσμα. Είναι σαν να έχουμε κάνει μαζί μια ωραία εκδρομή.
Για πείτε κάποια βραδιά που θα σας έχει μείνει αξέχαστη.
Κωνσταντίνος: Έχω πολλά πράγματα στο φωτογραφικό αρχείο μου από αποκριάτικα πάρτι στο σπίτι της Ελευθερίας και όχι μόνο. Πολύ ωραία είχαμε περάσει και στη Θεσσαλονίκη, γιατί νομίζαμε ότι ήμασταν ξένοι στην πόλη, το 2010. Βέβαια, δεν ήταν τότε η τελευταία φορά που περάσαμε καλά. Δεν ξέρω, βάλε με το νου σου τα «χειρότερα».
Και μια στιγμή που ο άλλος σας συγκίνησε;
Ελευθερία: Εμένα με συγκινεί στις παραστάσεις του. Στην καθημερινότητα είναι αυτό που βλέπεις. Έχει μια χαρά, εγώ είμαι πιο συγκρατημένη. Ακόμη και κι ένα δυσάρεστο γεγονός να αφηγηθεί, το κάνει με έναν τρόπο όχι απλώς σαν να το έχει ξεπεράσει αλλά και σαν να το διακωμωδεί, όπως κάνει άλλωστε και στη δουλειά του.
Κωνσταντίνος: Την προηγούμενη εβδομάδα είχα τη μάνα μου στο νοσοκομείο. Νομίζαμε ότι ήταν σοβαρά. Τελικά οι εξετάσεις δεν έδειξαν τίποτα. Της λέω «Ορίστε, τόσα λεφτά χαλάσαμε στις εξετάσεις και τίποτα δεν έχεις. Τι είναι αυτό το πράγμα;». Μου λέει «Πας καλά παιδάκι μου;».
Ελευθερία: Κατάλαβες; Αυτός είναι ο χαρακτήρας του. Γι’ αυτό συγκινούμαι τελικά στις παραστάσεις του. Γιατί καταλαβαίνω τη βαθύτητα της γνώσης του αντικειμένου που επεξεργάζεται, την ποιότητα της μουσικής που επιλέγει αλλά και τη συγκίνηση που μπορεί να βγάλει ακόμη και από πολύ σκληρές σκηνές.
Κωνσταντίνος: Να ορίστε, θυμήθηκα κι εγώ. Είμαστε στη Μπιενάλε στη Βενετία, περπατάμε αγκαλιά μαζί, είναι και ο γιος της εκεί και ξαφνικά μας πλησιάζει κάποιος και πέφτει στα γόνατά της Ελευθερίας. Ήταν νομίζω ο Ισπανός υπουργός πολιτισμού ή πρέσβης, δεν θυμάμαι, και την αποθεώνει. Να, ένα συμβάν που δε θα ξεχάσω ποτέ. Εκτός από άκρως ερωτικό ήταν τρομακτικά συγκινητικό.
Ελευθερία: Ναι, είναι όμορφο γιατί αισθάνεσαι ότι κάτι έχεις κάνει.
Χρειάζεσαι ακόμη απόδειξη γι’ αυτό;
Ελευθερία: Πάντα χρειάζεσαι. Κι όσο μεγαλώνεις περισσότερο.