Δ Ο Υ Β Λ Ι Ν Ο – Τ Ε Χ Ε Ρ Α Ν Η
του Βασίλη Ηλιακόπουλου
Όπως περπατάω τις νύχτες στις πόλεις
κι έχω περπατήσει σε πολλές
έχω κάποιες φορές ν’ αντιμετωπίσω
αρκετά μεγάλες αποστάσεις.
Στις αρχές της πορείας αυτό που
προβάλλει πιο αποθαρρυντικό
είναι η πλήξη.
Διαλέγω τότε ένα θέμα κι ασχολούμαι με αυτό.
Τις περισσότερες φορές βέβαια ούτε καν χρειάζεται
να διαλέξω. Απλά έρχεται από μόνο του.
Αν στο δρόμο το θέμα εξαντληθεί τότε συχνά
δίνει τη θέση του σε ένα άλλο.
Όταν πια έχω φτάσει σπίτι έχω συμπληρώσει
έναν πλήρη κύκλο φαντασίας.
Ως επί το πλείστον η ροή των σκέψεων
κυλάει απρόσκοπτη γιατί συνήθως τίποτα
δεν συμβαίνει γύρω μου
μόνο ο ήχος από τα βήματά μου
κάποιος άλλος νυχτοπερπατητής ή το πολύ- πολύ
ένα ζώο διασχίζει λοξά τον έρημο δρόμο.
Ο ήχος των αυτοκινήτων δεν με ενοχλεί
Κυλάνε προσπερνώντας με ή με διασταυρώνουν
αποτελώντας ένα μέρος του τοπίου σαν τα κτίρια
και τις γέφυρες που σημαδεύουνε τη διαδρομή μου.
Άλλες φορές οι σκέψεις μου δεν έχουν συγκεκριμένο άξονα
αλλά έλκονται από κάθε τι που θα συμβεί ή απ’ αυτά
που προσπερνώ. Κτίρια, παρκαρισμένα αυτοκίνητα,
μια ψόφια γάτα, μια γέφυρα, αποτελούν ορόσημα
αυτής της επιστροφής μου σπίτι.
Μια παρκαρισμένη νταλίκα, ο οδηγός της που χουζουρεύει
στην κουκέτα του πίσω από κλεισμένα κουρτινάκια
το ποτάμι που φουσκώνει, είναι μικρογεγονότα
που με στέλνουν το ένα στο άλλο και δεν κρατούν
για πολύ την προσοχή μου.
Μοιάζω τότε μ’ έναν άνθρωπο που κοιμάται
ελαφρά και βλέπει πολλά και σύντομα όνειρα που
αμέσως τα ξεχνά.
Πολλές φορές λυπάμαι που οι πόλεις είναι τόσο έρημες
τις νύχτες, τόσο άδειες από ζωή.
Σκέφτομαι όλους αυτούς που κοιμούνται
στα σπίτια και στα διαμερίσματα.
Τους βλέπω πίσω από σκοτεινά παράθυρα
να κείτονται στα κρεβάτια τους χαμένοι μες τον ύπνο.
Βέβαια ένα φωτισμένο παράθυρο πότε-πότε
είναι μια παρηγοριά
αλλά δεν αποτελεί δα και καμμιά σπουδαία συντροφιά.
Άλλες φορές σκέφτομαι τους φίλους μου
που τώρα πιά κι αυτοί κάπου κοιμούνται
κάποτε πολύ μακριά
σε άλλες πόλεις
ή ακόμα και σε άλλες χώρες…
Τότε νοιώθω λίγη μοναξιά.
Το πιο λυπηρό όμως είναι
ότι τόσα χρόνια που βαδίζω δεν συνάντησα ακόμα
έναν άνθρωπο να διαβάζει
κάτω από τη λάμπα του δρόμου
όπως συνέβη κάποτε σε κάποιον
στα προάστια της Τεχεράνης.