Η γεωμετρία του εγκλήματος είναι -κατά κανόνα- μία ιδιαίτερα περίπλοκη υπόθεση με το ερώτημα να παραμένει σχεδόν πάντα το ίδιο: Ποιος διέπραξε το φόνο; Στην κλασική αστυνομική λογοτεχνία υπάρχει -συνήθως- ένας ντετέκτιβ ο οποίος, στην προσπάθειά του να εξιχνιάσει ένα έγκλημα, προσπαθεί να συγκεντρώσει τις διάσπαρτες ενδείξεις, να τις συνταιριάξει -με τη μέθοδο ενός παζλ- και να συμπληρώσει την εικόνα του δολοφόνου.
Η διάδοση αυτού του μοντέλου υπήρξε καθοριστική για όλες τις αστυνομικές ιστορίες του 19ου αιώνα, αφού ο κόσμος διατηρούσε μία ανεπιφύλακτη πίστη στον ορθολογισμό και την μέθοδο. Και, βέβαια, εάν υπάρχει ένας αδιαμφισβήτητος πρωτοπόρος του είδους, αυτός δεν είναι άλλος από τον Άρθουρ Kόναν Nτόυλ (1859-1930), στη φαντασία του οποίου οφείλεται η δημιουργία του πλέον αναγνωρισμένου αρχέτυπου διαλευκαντή αστυνομικών αινιγμάτων: Ο Σερλοκ Xολμς έμελλε να ενσαρκώσει τον κατεξοχήν επιβλητικό και απρόβλεπτο ερευνητή του εγκλήματος, ο οποίος τακτοποιεί επιμελώς τα στοιχεία αποκαθιστώντας μια λογική τάξη των πραγμάτων.
Σε αυτήν την παράδοση εντάσσεται ανεπιφύλακτα και η Άγκαθα Kρίστι (1890-1976) η οποία, όμως, εκλέπτυνε σημαντικά το αστυνομικό μυθιστόρημα. Ο Βέλγος ντετέκτιβ Hρακλής Πουαρώ -με την ξέχειλη ματαιοδοξία και την ιριδίζουσα σκέψη- αποτελεί, εξάλλου, την πλέον σημαντική συμβολή της στην ιστορία του αστυνομικού μυθιστορήματος. Στον κόσμο της, υπάρχουν φαινομενικά ασήμαντα γεγονότα ικανά να πυροδοτήσουν μία σειρά αλυσιδωτών εκρήξεων λογικής που συντελούνται ερήμην του θεατή -στον εγκέφαλο του πολυμήχανου Πουαρώ. Όσο για την τελική λύση, αποκαλύπτεται -κατά κανόνα- μέσα από την τελετουργία μιας ταχυδακτυλουργικής -θα έλεγε κανείς- επίδειξης.
Στο μεταξύ, με την πάροδο του χρόνου, η εμπιστοσύνη στον ορθολογισμό και στην ανυπέρβλητη αξία της θετικής σκέψης άρχισε να υπονομεύεται ανεπανόρθωτα: Είναι η εποχή του οικονομικού κραχ της Aμερικής με τις ατέλειωτες στρατιές ανέργων, τον υπόκοσμο και την παρατεταμένη ηθική διαφθορά, την πείνα και την απελπισία που αναγκάζει ανθρώπους να νοικιάζουν ένα δωμάτιο σε ξενοδοχείο μόνο και μόνο για να πηδήξουν απ’ το παράθυρο.
Αντρέα Καμιλλέρι
123ο χιλιόμετρο
Μετάφραση: Φωτεινή Ζερβού
Εκδόσεις: Πατάκη
Σελίδες: 200
Ο Nτάσιελ Xάμετ (1894-1961) αποτελεί τον νέο συγγραφέα αστυνομικών ιστοριών που ανταποκρίνεται πλήρως στις καινούργιες συνθήκες, μακριά από τους μέχρι τότε συνήθεις συλλογιστικούς ακροβατισμούς. Κάπως έτσι εισάγεται ο τύπος του σκληροτράχηλου ιδιωτικού αστυνομικού ο οποίος θα δημιουργήσει μία νέα σχολή: ο λόγος για τον Σαμ Σπέιντ, τον κυνικό, αλλά συνάμα ευαίσθητο και ηθικό ιδιωτικό ντετέκτιβ. Ο Xάμετ διαλέγει έναν κοφτό, ασθματικό και διαυγή τρόπο για να αποτυπώσει ένα περιστατικό και να δραματοποιήσει μια συνομιλία, με απολύτως ρεαλιστικό φόντο την αμερικανική κοινωνία και τα πάθη της.
Σε αυτήν τη δυναμική πρόζα, ο Pέημοντ Tσάντλερ (1888-1959) έρχεται να προσθέσει το στοιχείο της συγκίνησης που απουσίαζε από τα έργα του Xάμετ, μία μορφή διάχυτης μελαγχολίας και απελπισίας που μεταδίδεται, ωστόσο, αριστοτεχνικά μέσα από την στωική αντιμετώπιση του πρωταγωνιστή: ο Φίλιπ Mάρλοου είναι ένας βαριεστημένος και αμετανόητα σαρκαστικός ιδιωτικός ντετέκτιβ ο οποίος εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1939 στον «Μεγάλο ύπνο»: ένα μυθιστόρημα-σταθμός στην ιστορία της αστυνομικής λογοτεχνίας που επίσης συμπεριλαμβάνει όλες τις κοινωνικές παραμέτρους της εποχής του.
Στην νεότερη εποχή, από την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα, ο Αντρέα Καμιλλέρι (1925-2019) μαζί με τον Ισπανό ομότεχνό του, Μανουέλ Βάσκεθ Μονταλμπάν, τον Μασσαλό Ζαν-Κλοντ Ιζό και τον δικό μας Πέτρο Μάρκαρη, είναι υπεύθυνοι για ό,τι αποκαλείται και μελετάται πλέον ως «αστυνομικό μεσογειακό μυθιστόρημα». Ένα είδος που, πέραν των συγκεκριμένων μοτίβων που συναντάμε σε κάθε νουάρ αφήγημα, χαρακτηρίζεται και από μία διάχυτη κοινωνικοπολιτική ανησυχία – όπως εκείνη που εισήγαγαν πρώτοι ο Χάμετ και ο Τσάντλερ.
Και, πράγματι, οι συγκεκριμένοι συγγραφείς χρησιμοποιούν την (προσεκτικά σκηνοθετημένη) αστυνομική πλοκή, περίπου ως μία πρόφαση – ως το όχημα για να αναδείξουν, να θίξουν και να στηλιτεύσουν τα κακώς κείμενα της εποχής τους. Σαφώς και έχει σημασία σε κάθε ιστορία ποιος είναι ο δολοφόνος και ο τρόπος με τον οποίο διέπραξε το έγκλημα, αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύεται με αδρές γραμμές το περιβάλλον στο οποίο διαπράχθηκε το έγκλημα – οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, πίσω από αυτό.
Αυτή από μόνη της είναι μία σπουδαία καινοτομία στην ανανέωση του αστυνομικού μυθιστορήματος – κάτι που ο Αντρέα Καμιλλέρι δεν έπαψε ποτέ να πραγματοποιεί με απαράμιλλο στιλ, θαυμαστή οξυδέρκεια και ένα αίσθημα ευθύνης, όπως ακριβώς συμβαίνει με το «123ο χιλιόμετρο». Εδώ, όλα ξεκινούν με πέντε απελπισμένα ερωτικά μηνύματα, που στέλνει η Έστερ στον Τζούλιο, ο οποίος δεν μπορεί να της απαντήσει επειδή βρίσκεται στο νοσοκομείο λόγω ενός σοβαρού τροχαίου ατυχήματος στη Via Aurelia προς τη Ρώμη. Τα μηνύματα αυτά διαβάζει όμως η Τζιουντίτα, η σύζυγος του Τζούλιο, η οποία δεν γνώριζε τίποτα για την ερωμένη του άντρα της. Θα μπορούσε να ακούγεται σαν την αρχή ενός ρομαντικού μυθιστορήματος, αν ένας μάρτυρας δεν ισχυριζόταν ότι η σφοδρή σύγκρουση ήταν στην πραγματικότητα απόπειρα δολοφονίας.
Ο Αντρέα Καμιλλέρι αναδεικνύει ένα πυκνό χάος, ένα παιχνίδι ρόλων, μια ιστορία παρεξηγήσεων με χιούμορ και μυστήριο, στην οποία όλοι οι χαρακτήρες είναι πεπεισμένοι ότι γνωρίζουν περισσότερα από τους άλλους. Πάνω απ’ όλα, όμως, αυτό που καταφέρνει είναι να φτιάξει μια πλοκή που βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε διαλόγους, χωρίς να υπερτονίσει το σκηνικό, εκτός από το 123ο χιλιόμετρο της Via Aurelia, το οποίο θα αποτελέσει το σημείο αναφοράς της ιστορίας.
Η ίδια η κατασκευή του μυθιστορήματος είναι ιδιότυπη, με άρθρα εφημερίδων, απομαγνητοφωνημένα μηνύματα, ανταλλαγές ηλεκτρονικών μηνυμάτων και πρακτικά αστυνομικών τμημάτων, διάσπαρτα ανάμεσα στις σελίδες. Πρόκειται για μια αριστοτεχνικά επινοημένη αστυνομική ιστορία γύρω από τη συζυγική απιστία και το δράμα της ζήλιας – από ένα συγγραφέα που ξέρει να διασκεδάζει και να εκπλήσσει, οδηγώντας τον αναγνώστη στη διατύπωση των πιο ετερόκλητων υποθέσεων που θα βρουν λύση στον απροσδόκητο επίλογο.
Πάντως, για ακόμη μία φορά η αινιγματική διάσταση των ιστοριών του Ιταλού συγγραφέα δεν είναι παρά ένα πρόσχημα, αφού αντιλαμβάνεται ότι «εάν θέλεις να θίξεις τα μεγάλα ζητήματα αρκεί να σχολιάσεις τα μικρά». Επιπλέον, εφιστώντας την προσοχή στις επιμέρους επιλογές και τα γνωρίσματα των πρωταγωνιστών του, στην πραγματικότητα αναδεικνύει κάποια ευρύτερα θέματα όπως το απρόβλεπτο των ανθρωπίνων αντιδράσεων μπροστά σε συνθήκες έντονης συναισθηματικής φόρτισης. Και όλα αυτά, με μία απαράμιλλη τεχνική, μια εκπληκτική αίσθηση του χιούμορ και μία πλοκή μυστηρίου που ισορροπεί δεξιοτεχνικά ανάμεσα στην ενοχή, τον αισθησιασμό, την απληστία – σε μια κοινωνία όπου η διαφθορά και το έγκλημα έχουν πάντα το πάνω χέρι…
Δημήτρης Στεφανάκης
Μέρες Αλεξάνδρειας
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 840
Οι μέρες στην Αλεξάνδρεια διαδέχονται η μία την άλλη, κρατώντας το άρωμα μιας ολόκληρης εποχής. Μικρά και μεγάλα επεισόδια εμπορίου, πολέμου, έρωτα και κατασκοπείας εκτυλίσσονται σε μια πόλη που θυμίζει πολύγλωσσο πανηγύρι. Πρόσωπα όπως ο καπνοβιομήχανος Αντώνης Χάραμης, ο Λιβανέζος Ελιάς Χούρι και η Γαλλοελβετίδα Υβέτ Σαντόν γίνονται οι πρωταγωνιστές μιας ιστορίας πενήντα χρόνων από το προανάκρουσμα ενός παγκοσμίου πολέμου μέχρι τις εθνικοποιήσεις του Νάσερ. Ο Στεφανάκης αφιερώνει στην Αλεξάνδρεια ένα φιλόδοξο μυθιστόρημα, που έχει τη μορφή ερωτικής επιστολής σε αυτήν τη μυθική πόλη.
Συλλογικό
Φεντερίκο Φελίνι: Ο μάγος του σινεμά
Μετάφραση: Δημήτρης Μπάμπας
Εκδόσεις: Οξύ
Σελίδες: 224
Από την πρώτη στιγμή της εμφάνισής του, ο Φεντερίκο Φελίνι φάνηκε να αμφισβητεί τα ιερά και τα όσια του ιταλικού κινηματογράφου εκείνης της εποχής, δηλαδή τον νεορεαλισμό. Μετά τις «Νύχτες της Καμπίρια» και το «Λα στράντα» είχε έρθει η στιγμή της ρήξης, κυρίως μέσα από τη «Γλυκιά ζωή» και το «Οκτώμισι». Κρατώντας τη χωροταξική αντίληψη του νεορεαλισμού, μεταφέρει απλώς τους ήρωές του και τις περιπέτειές τους από το Φρίουλι του Παζολίνι στη Βία Βένετο, ως διακήρυξη του τέλους της μεταπολεμικής ξεραΐλας. Τώρα η ζωή έχει τις δικές της απαιτήσεις και ο Φελίνι είναι αυτός που αναλαμβάνει να μιλήσει για λογαριασμό της – με τον δικό του ιδιοφυή τρόπο που άλλαξε τον κινηματογράφο.
Κρις Κάρτερ
Φόβος
Μετάφραση: Αντώνης Γιαννούλης
Εκδόσεις: Bell
Σελίδες: 496
Ο ντετέκτιβ Ρόμπερτ Χάντερ καλείται στην πιο βίαιη σκηνή εγκλήματος που έχει αντικρίσει ποτέ. Και το πράγμα γίνεται ακόμα πιο ανησυχητικό όταν η νεκροψία αποκαλύπτει το ποίημα που άφησε ο δολοφόνος στη σορό του θύματος. Σύντομα βρίσκεται κι άλλο πτώμα. Οι δύο φόνοι διαφέρουν ως προς τη μέθοδο και την υπογραφή του δολοφόνου, όμως η βιαιότητά τους υποδεικνύει ότι πίσω και από τα δύο εγκλήματα βρίσκε ται ο ίδιος δράστης. Οι φόβοι του Χάντερ επιβεβαιώνονται όταν ανακαλύπτεται το δεύτερο τμήμα του ποιήματος. Όμως αυτή η ανακάλυψη δεν συνδέει απλώς τους δύο φόνους – αφήνει να εννοηθεί ότι πρόκειται για έργο ενός σίριαλ κίλερ. Ο Ρόμπερτ Χάντερ, χωρίς αποδεικτικά στοιχεία στα οποία να μπορεί να βασιστεί, πρέπει να συλλάβει τον πιο πειθαρχημένο, τον πιο συστηματικό δολοφόνο που έχει συναντήσει ποτέ. Κάποιον που τρέφεται από το «φόβο»» των θυμάτων του, κάποιον για τον οποίο ο θάνατος είναι ένα μάθημα που πρέπει να δοθεί. Ο Κρις Κάρτερ επιστρέφει με τη δωδέκατη υπόθεση του ντετέκτιβ Ρόμπερτ Χάντερ και μας χαρίζει το πιο ανελέητο θρίλερ που έχει γράψει ποτέ.
Ουίλλιαμ Φώκνερ
Ο αχός και το πάθος
Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδόσεις: Gutenberg
Σελίδες: 416
Παράφορο, πυρακτωμένο, σκοτεινό, φιλοσοφικό: αυτό είναι το πορτρέτο των Κόμπσον, της πλέον εμβληματικής από τις οικογένειες που επινόησε η αξεπέραστη φαντασία του Φώκνερ. Ο σκελετός του έργου είναι η παρακμή μιας οικογένειας, μια ιστορία χαμένης αθωότητας αλλά και αποτυχημένης αγάπης, σαν μια έλλειψη αυτοσεβασμού και αμοιβαιότητας. Ένα εξαιρετικό επίτευγμα απαράμιλλης δεξιοτεχνίας που δίνει στον αναγνώστη τη δυνατότητα να δει, να ακούσει, να αισθανθεί, να περάσει -εν τέλει- μέσα από ένα μονοπάτι γεμάτο συναισθήματα και εμπειρίες, ακόμα και αν πρόκειται για πράγματα απλά, καθημερινά και ασήμαντα. Από τον κορυφαίος, ίσως, Αμερικανό συγγραφέα του εικοστού αιώνα.