Η ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

1
Μικρά Αγγλία *****

Ελλάδα, 2013, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Παντελής Βούλγαρης

Πρωταγωνιστούν: Πηνελόπη Τσιλίκα, Σοφία Κόκκαλη, Ανδρέας Κωνσταντίνου

Διάρκεια: 160’

Ο κινηματογράφος του Παντελή Βούλγαρη είναι μια περίπτωση που είτε θα αγαπήσεις για το γνώριμο στυλ του που φλερτάρει εντόνως με τις θεατρικές ερμηνείες, την κρυστάλλινη στυλιζαρισμένη φωτογραφία και το πολιτικό «υπέδαφος» του, είτε θα το κράξεις. Υπάρχει και η ενδιάμεση, νηφαλιότερη άποψη, αυτή της παραδοχής της εμβληματικότητάς του στο ελληνικό σελιλόιντ, της προτίμησης σε ορισμένα «παιδιά» του και της ψυχρότερης υποδοχής άλλων. Η προηγούμενή του ταινία, Ψυχή Βαθιά, απέσπασε διθυραμβικές κριτικές, αφήνοντας ένα ερωτηματικό να αιωρείται στην ατμόσφαιρα σχετικά με το τι πραγματικά μπορεί να συνεχίσει να προσφέρει.

Εδώ έρχεται η διασκευή του βιβλίου της συζύγου του, Ιωάννας Καρυστιάνη, Μικρά Αγγλία (σε σενάριο της ίδιας) να μετατρέψει το ερωτηματικό σε ένα παχύ θαυμαστικό, βάζοντας τέλος σε απορίες και κακεντρεχείς υποθέσεις περί καβαλικέματος ενός «τώρα» βασισμένου σε περσινά ξινά σταφύλια.

Άνδρος, 1930: στο ναυτικό νησί πλέκεται το ρομαντικό ειδύλλιο της ντροπαλής, ονειροπόλας Όρσας και του φτωχού μα περιπετειώδους ναυτικού Σπύρου, δύο νεαρών παιδιών που το μόνο που επιθυμούν είναι να παντρευτούν και να φυτέψουν γιασεμιά για να μοσχοβολάει ο τόπος τα βράδια, όταν «νυχτώνουν».

Η φιλοχρήματη μάνα της Όρσας, Μίνα, δε θα επιτρέψει να συμβεί κάτι τέτοιο, φυλάγοντας το χέρι της θυγατέρας της για τον ευκατάστατο καπετάνιο Νίκο. Η κατάσταση μπλέκεται περισσότερο όταν η Όρσα, μετά από μια περιπετειούλα με την υγεία της, γυρίσει στην Άνδρο για να βρει το Σπύρο αρραβωνιασμένο με τη μικρή της αδερφή, Μόσχα.

Παθιασμένο και συμπονετικό, εσωστρεφές και «βαρύ», ένα από τα αριστουργήματα του Βούλγαρη, για να είμαστε εγκρατείς και να μην προβούμε σε πρόωρες υπερβολές περί magnum opus.

Η Άνδρος με τον τρόπο που απεικονίζεται μοιάζει σαν να βγήκε από τις διηγήσεις της Βάρδιας του Καββαδία. Γυναίκες που μαζεύονται γύρω από ένα τραπέζι και κουτσομπολεύουν τα τερτίπια των ναυτικών συζύγων και γνωστών τους, έρωτες που δεν ευδοκίμησαν λόγω ανωτέρας βίας, η θάλασσα ως ο μόνος δίαυλος με τον έξω κόσμο, το μέλλον και ταυτόχρονα το παράπονο, ονόματα από λιμάνια που δεν έχουμε επισκεφτεί ποτέ. Το υποβιβασμένο, σε σχέση με το συμφέρον, συναίσθημα.

Ο παράς δίνει όντως τη χαρά και την ευημερία ή οδηγεί στο λανθασμένο χειρισμό των ανθρώπων, έχοντας ως γνώμονα το περιεχόμενο ενός χρηματοκιβωτίου παρά τις προθέσεις; Είναι το ίδιο να μαθαίνεις τη γέννηση του παιδιού σου από ένα ραπόρτο με το να είσαι εκεί στον τοκετό; Μέχρι που μπορεί να φτάσει η συγχώρεση, αν δύναται να υπάρξει; Αυτά αναρωτιόμαστε καθώς τα καταραμένα από μια ανώτερη δύναμη ανθρωπάκια προσπαθούν να παραβλέψουν το παρελθόν και το παρόν τους και τελικά να ελπίσουν σε κάτι. Ότι θα υπάρξει μια καλύτερη μέρα και γι’ αυτούς, έστω κι αν το γραφικό νησί είναι στοιχειωμένο από μια κρυφή δυστυχία.

Καββαδιακό ως προς τα προαναφερόμενα, μα δε μοιάζει να έχει την ίδια άποψη με τον ποιητή ως προς τις αισθητικές του αντιλήψεις. Τα ρούχα δε μυρίζουν ψαρόλαδο, μα ναφθαλίνη και κολώνια από κάποιο ακριβό μαγαζί στο Παρίσι. Το γιασεμί και το άνθος της λεμονιάς υπερισχύουν της ψαρίλας και της μούχλας πάνω στη θαλασσοδαρμένη πέτρα. Η πεντακάθαρη, ολόλαμπρη και αψεγάδιαστη φωτογραφία εξυπηρετεί αρμονικά την εξερεύνηση κάθε μικροκίνησης των προσώπων των αντιηρώων και του πόσο αρχίζουν και μοιάζουν με τα καράβια που ο Σπύρος και ο Νίκος κουμαντάρουν στις θάλασσες. Αργές σεκάνς που παρατηρούν τα σκιρτήματα των πρωταγωνιστών και τις μαζώξεις των συμπολιτών τους, με έντονες τις απεικονίσεις της θλίψης μα και της ζωντάνιας, υμνικό στην ελευθερία της επιλογής με ένα άμεσο «κατηγορώ» στην κοινωνία που προκαθορίζει τις επιλογές με βάση το κέρδος και το status, μαγεύει και συγκινεί.

Οι πρωτοεμφανιζόμενοι (κινηματογραφικά) ηθοποιοί αποδεικνύουν το κριτήριο και την επιμονή του Βούλγαρη να δουλεύει με ανθρώπους που δεν έχουν ξαναγράψει στη μεγάλη οθόνη. Η Πηνελόπη Τσιλίκα και ο Ανδρέας Κωνσταντίνου αν και στην αρχή δείχνουν παραπάνω θεατρικοί-ποιητικοί παρά κινηματογραφικοί, με το πέρασμα του χρόνου βυθίζονται εξαιρετικά στις εμμονές και την τρέλα τους. Ο Μάξιμος Μουμούρης σικάτος, λιγομίλητος και τρυφερός είναι ίσως η καταλληλότερη επιλογή για το ρόλο του Νίκου. Τις καλύτερες εντυπώσεις κερδίζουν αναμφίβολα η Σοφία Κόκκαλη ως Μόσχα και η Ανέζα Παπαδοπούλου ως Μίνα. Η πρώτη εντυπωσιάζει με τον πηγαίο αυθορμητισμό της για να αφήσει ανοιχτά στόματα με την φυσική εξέλιξή της από αντισυμβατικό αγρίμι σε σιωπηλή, ώριμη γυναίκα ενώ η δεύτερη προκαλεί κατανόηση μα και απέχθεια με το βαρύ παρελθόν της και την απληστία της.

Παθιασμένο και συμπονετικό, εσωστρεφές και «βαρύ», ένα από τα αριστουργήματα του Βούλγαρη, για να είμαστε εγκρατείς και να μην προβούμε σε πρόωρες υπερβολές περί magnum opus. Σπάνιο και όμορφο όσο ένα πετράδι από την Καλκούτα μα και συμβολικά απλό όσο ένα σκουριασμένο κουτάλι, ξεβρασμένο από το κύμα, που δώρισες στην πρώτη σου αγάπη σαν το ομορφότερο λουλούδι του κόσμου. Και εκείνη το δέχτηκε και το κράτησε για πάντα.

line-630
2
Απρόσκλητος Επισκέπτης *****

ΗΠΑ, 2013, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Γκάρι Φλέντερ

Πρωταγωνιστούν: Τζέισον Στέιθαμ, Τζέιμς Φράνκο, Γουινόνα Ράιντερ

Διάρκεια: 100’

«Εμείς είχαμε Σβαρτσενέγκερ και Σταλόνε, εσείς τι έχετε;» «Τον Τζέισον Στέιθαμ ρε γέρο.» Κάπως έτσι πάει ο σύντομος διάλογος μέσα στο κεφάλι μου σχετικά με το αν έχουμε ένα macho κινηματογραφικό ίνδαλμα να τρίβουμε στα μούτρα των παρελθοντολάγνων. Σίγουρα δεν αγγίζει την αίγλη (ε;) των παλιών μπράτσων, μα η έντονη προφορά του, το βλέμμα «είπες κάτι βλακάκο;» και οι τόσο εκτονωτικές γροθιές που μοιράζει στα σώματα των αντιπάλων του καλύπτουν ικανοποιητικά το τρίπτυχο που τον εντάσσει στο κλαμπ των Μεγάλων Δικέφαλων. Και αποτελεί την καλύτερη ενσάρκωση του Φιλ Μπρόουκερ, ήρωα του Απρόσκλητου Επισκέπτη.

Πρώην πράκτορας της Δίωξης Ναρκωτικών αποσύρεται στην επαρχία με την κορούλα του. Φυσικά η μικρή με τέτοιον μπαμπά ξέρει να αμύνεται και θα σπάσει τη μύτη ενός νταή στο σχολείο της, φέρνοντας στο φως τη βλαχιά των κατοίκων της μικρής πόλης και, όλως περιέργως, ξανανοίγοντας παλιούς λογαριασμούς του πατερούλη της με τη μαφία. Τόσο απλά, τόσο όμορφα.

Όλα τα κλισέ είναι παρόντα, η πολύ εύκολη σύνδεση των γεγονότων που οδηγούν σε μια σφαγή, λόγια που στάζουν αντρίλα, πυροβολισμοί που οδηγούν σε παράλογες εκρήξεις και αδικαιολόγητα πολλή βία. Μα αν περιμένατε σε ένα σενάριο γραμμένο από τον Σιλβέστερ Σταλόνε να βρείτε επιρροές από τον Οδυσσέα του Τζόις και την ευθραυστότητα του υποσυνείδητου όπως αυτό προβάλλεται στο συνειδητό, διαβάστε κανένα εγχειρίδιο σχετικό με κοινά λογικά σφάλματα, γιατί είστε δεόντως παράλογοι. Το σενάριο σε αυτές τις ταινίες είναι απλά ένας μοχλός για να ενεργοποιηθεί ο υπόλοιπος μηχανισμός και τίποτα παραπάνω, δε χρειάζεται να στεκόμαστε αχρείαστα σε τυπικότητες, γεμίσματα και λάθη.

Σίγουρα όχι μια ταινία για ρομαντική έξοδο ή να δεις με τη μαμά που παραπονιέται ότι δεν την πας σινεμά, μα η απόλυτη επιλογή για ανδρικό ξεσάλωμα. Με μια λέξη: τίμια.

Αυτό που κάνει τον Επισκέπτη μια αξιομνημόνευτη ταινία δράσης είναι η ζωντάνια των μαχών του. Λιτά χορογραφημένες στην πλειοψηφία τους, χωρίς υποψίες φανφάρας μα ταυτόχρονα ευρηματικές, ανάβουν το φυτίλι που οδηγεί στο μπαρούτι των βάρβαρων ιαχών. Συμπληρωματικά δρουν και οι κλισέ ατάκες που τονίζουν τον άκρατο ανδρισμό του πρωταγωνιστή ή προσφέρουν παιχνιδιάρικα ένα comic relief προς αποφυγή καρδιακών από την πολλή αδρεναλίνη.

Φυσικά και το καστ είναι διαλεγμένο με προσοχή, οι σωστοί άνθρωποι στους σωστούς ρόλους να λένε τα σωστά λόγια. Πλην του Στέιθαμ θετικές εντυπώσεις αποσπά ο Τζέιμς Φράνκο ως badass «μάγειρας», η Κέιτ Μπόσγουορθ ως οξύθυμη μαμά εθισμένη στις μεθαμφεταμίνες, ο Φρανκ Γκρίλο ως πολλά βαρύς μηχανόβιος, ενώ εκπλήσσει ευχάριστα η Γουινόνα Ράιντερ στο ρόλο της μοιραίας crackwhore. Α, ναι, και η τελευταία σκηνή μπορεί να προκαλέσει μέχρι και δάκρυα αγνού και άσβεστου φανατισμού.

Τα πολλά λόγια στην προκειμένη περίπτωση είναι όντως ένδεια. Σίγουρα όχι μια ταινία για ρομαντική έξοδο ή να δεις με τη μαμά που παραπονιέται ότι δεν την πας σινεμά, μα η απόλυτη επιλογή για ανδρικό ξεσάλωμα. Με μια λέξη: τίμια.

Στην επόμενη σελίδα: Runaway Day και Εκεί που δεν το περιμένεις