Το να περάσει ένας ηθοποιός πίσω από την κάμερα για να το παίξει σκηνοθέτης, είναι πρακτικά εφάμιλλο με το να κολλήσει στην πλάτη του ένα χαρτάκι που να λέει «κλοτσάτε». Ειδικά όταν πρόκειται για έναν ηθοποιό του μεγέθους του Ryan Gosling, του Καναδού πιτσιρικά που ξεκίνησε απ’ το The All-New Mickey Mouse Club για να αναδειχθεί στο πρόσωπο του αμερικανικού ανεξάρτητου σινεμά, πριν φτάσει να αποτελεί εξισορροπιστική δύναμη απέναντι στον Anthony Hopkins του Fracture / Απόδειξη Ενοχής, να κλέβει σκηνές και θαυμάστριες απ’ τον George Clooney στο The Ides of March / Αι Ειδοί του Μαρτίου και να γίνεται μούσος του Nicolas Winding Refn στις δυο ταινίες που έφεραν στο Δανό σκηνοθέτη ισάριθμες υποψηφιότητες για Χρυσό Φοίνικα κι ένα βραβείο Σκηνοθεσίας στις Κάννες.
Όχι άδικα, οι επιφυλάξεις για το σκηνοθετικό του ντεμπούτο ήταν αυξημένες απ’ την ώρα που ανακοινώθηκε η συμμετοχή του στο φετινό πρόγραμμα του Un Certain Regard, κι οι ψίθυροι που άρχισαν να κυκλοφορούν τις τελευταίες μέρες, δεν βοηθούσαν ιδιαιτέρως το κλίμα: ξαφνικά, όλοι βρέθηκαν να ξέρουν από έναν Βέλγο δημοσιογράφο, που ήξερε ότι κάποιοι άλλοι Βέλγοι δημοσιογράφοι είχαν δει την ταινία στο Βέλγιο σε δημοσιογραφική πριν την παγκόσμια πρώτη στις Κάννες, και παρ’ ότι λιγομίλητοι, μιλούσαν για μια ακατανόητη κουλαμάρα που συναγωνιζόταν σε στιλιζάρισμα και τρικυμία εν κρανίω ακόμη κι εκείνο το καραδιχαστικό Only God Forgives, που είχε φέρει τον Gosling πέρυσι στις Κάννες ως πρωταγωνιστή του Refn.
Τα πράγματα δεν ήταν καλά, αλλά παρ’ όλα αυτά ο Gosling όχι απλώς γέμισε τη μεσημεριανή του δημοσιογραφική αφήνοντας απ’ έξω μερικές δεκάδες δημοσιογράφους να καταριόμαστε που στηθήκαμε στην ουρά μιάμιση ώρα πριν την προβολή αντί για δύο, αλλά καρατίγκαρε και την επίσημη βραδινή της, με τόσες τουαλετοφορούσες Gosling-ίτσες, που το μαλλί σου έκανε μπούκλες απ’ τα οιστρογόνα που κυκλοφορούσαν στην αίθουσα. Περιττό να σημειώσει κανείς πως την είσοδο του Gosling στη Salle Debussy συνόδευσαν ιαχές που συναγωνίστηκαν το ηχοσύστημα της αίθουσας σε ένταση, είχε όμως τη χαριτωμενιά της η σκηνή όπου ο διευθυντής του φεστιβάλ, Thierry Fremaux, κυριολεκτικά παρακαλούσε να του ρίξουν κάνα βλέμμα οι εκατοντάδες όρθιων θεατών, που είχαν γυρίσει πλάτη στην οθόνη για να δουν αν κάθεται άνετα ο Gosling. Μήπως χρειάζεται κάνα τρίψιμο στην πλάτη, κάνα μασάζ στα πόδια, τέτοια πράγματα.
Ο Wim Wenders, o Willem Dafoe κι ο πρόεδρος της Fox, Jim Giannopoulos ήταν ανάμεσα στο κοινό, ενώ ο Nicolas Winding Refn εκτός από παρών στην αίθουσα, αποδείχθηκε πανταχού παρών και στην οθόνη. Το Lost River, η αλλόκοτη ιστορία ενηλικίωσης του μεγάλου γιου μιας χωρισμένης μάνας, σε μια ερημωμένη επαρχιακή πόλη που χτίστηκε για να μεταστεγάσει τους κατοίκους ενός παρακείμενου χωριού πριν μετατραπεί σε τεχνητή λίμνη, είναι μια ταινία που φοράει τις αναφορές της περήφανα στο πέτο σαν παράσημα. Ό,τι έχει περάσει μπρος απ’ τα μάτια του Gosling, έχει εμποτιστεί σ’ αυτήν του την πρώτη σκηνοθετική δουλειά, που μοιάζει σαν ένα βράδι για ποτά και τριπάκια με λίστα καλεσμένων που εκτείνεται απ’ τον Mario Bava και τον Gaspar Noe μέχρι τον Terence Mallick και τον David Cronenberg. Με κυριότερες γραφές αναφοράς αυτές του David Lynch και του Nicolas Winding Refn να τον βοηθούν να χτίσει την ατμοσφαιρικότητά του, ο Gosling επιχειρεί μια αλλόκοτη προσέγγιση στην οικονομική κρίση και τις συνέπειές τις στην ισοπέδωση της μικρο-μεσοαστικής εκδοχής του αμερικανικού ονείρου.
Στις στάχτες του, ένας αιμοδιψής χωριάταρος με ιδιαίτερη αγάπη στα ψαλίδια, είναι ο βασιλιάς της ζούγκλας που κάποτε ήταν πόλη πρότυπο και τώρα έχει γίνει μια σειρά από ερείπια. Ερείπια εγκαταλειμμένα από μεροκαματιάρηδες που αδυνατούσαν να πληρώσουν τα δάνεια στην τράπεζα, μια τράπεζα που διοικείται από έναν άνθρωπο που σερβίρει αιμοβόρικα προγράμματα στο μακάβριο καμπαρέ του, γαργαλώντας τις μιαρότερες ορέξεις των αφασικών πελατών του σε μοντέρνο κυριλέ Κολοσαίο, που κάθε βράδυ πνίγει τη σκηνή στο αίμα των καλλίγραμμων καλλονών του. Μόνη ελπίδα αυτής της πόλης είναι ο Bones (Iain De Caestecker), που πρέπει να σπάσει την παλιά κατάρα της για σώσει τον εαυτό του, το μικρό αδερφό του, τη μάνα του (Christina Hendricks) και την χαριτωμένη τους γειτόνισσα (Saoirse Ronan), σε μια ευθύβολη πλοκή που έχει τις ρίζες της στις εφηβικές περιπέτειες των ‘80s, και προσφέρει ένα ρεβιζιονιστικό αντίβαρο στις καίριες αναφορές που κρύβει το σενάριο στο πίσω κείμενό του.
Ο οικονομικός ιμπεριαλισμός και τα πολύπλοκα πλέγματα επιβολής του, οι ανατριχιαστικές επιδράσεις της κοινωνικής κατάρρευσης στη συλλογική ηθική, η σοκαριστική βιαιότητα του νόμου της ζούγκλας και ο εφιάλτης της χαμένης ανθρωπιάς είναι τα βασικά απ’ τα πολλά ζητήματα που προσπαθεί να χειριστεί ο Gosling, ίσως κομματάκι υπερφιλόδοξα -ή και υπερφίαλα αν θες να του κακιώσεις- και δεν του βγαίνουν όλες τις φορές. Όμως το συμπαγές, πυκνό και εθιστικά ατμοσφαιρικό αποτέλεσμα που προσφέρει το Lost River στο σύνολό του, είναι αρκετό για να κάνει αυτήν την πρώτη σκηνοθετική δουλειά ακριβώς το είδος της ταινίας που ελπίζεις να πετύχεις ερχόμενος στις Κάννες. Το μόνο ζήτημα είναι το κατά πόσο οι Κάννες θα σου το έδειχναν, αν δεν τους το είχε φέρει ένας Gosling.