Όλοι οι μύθοι της ανθρωπότητας, ολόκληρη η φιλοσοφική σκέψη, αλλά και τέχνη σε όλες τις εκφάνσεις της, γυρίζουν αδιάκοπα γύρω από δύο πόλους: τον έρωτα και τον θάνατο. Διαφορετικές προσεγγίσεις και ποικίλες παραλλαγές σε αυτά τα δυο μεγάλα και στοιχειώδη θέματα, απλώς δίνουν τους επιμέρους μύθους και την επιμέρους προβληματική. Όμως, το να επιλέξει ένας συγγραφέας ως θέμα του τον έρωτα ή τον θάνατο και να χτίσει μια ιστορία πάνω σε μια τέτοια βάση, απαιτεί ιδιαίτερα λεπτούς χειρισμούς ώστε να αποφύγει την κοινοτοπία και να έχει το έργο του κάτι να πει – και ως μυθοπλασία και ως λογοτεχνικό αποτέλεσμα.
Κάποτε οι λογοτέχνες αγόραζαν μύθους από μυθοπλόκους, περίπου με την ίδια έννοια που οι σκηνοθέτες αγοράζουν σενάρια από σεναριογράφους. Και αυτό σημαίνει ότι δεν είναι ο μύθος το κύριο χαρακτηριστικό της λογοτεχνίας, αλλά η τέχνη του λόγου, η ικανότητα δηλαδή του λογοτέχνη (του τεχνίτη του λόγου) να χρησιμοποιεί τα δομικά υλικά του λόγου για να φτιάξει με αυτά δομές πρωτότυπες και ενδιαφέρουσες. Αυτό, ωστόσο, αφορά τους ειδήμονες και τους κάθε λογής ευαίσθητους στην -μέσω του λόγου- έκφραση νοημάτων και συναισθημάτων. Για τους υπόλοιπους, δηλαδή τους περισσότερους, η λογοτεχνία θα συντηρεί το ενδιαφέρον της ως η τέχνη της αφήγησης ενός μύθου, μιας ιστορίας- ανεξάρτητα από τις δομές που επιβάλλει η αισθητική.
Στην περίπτωση του Πωλ Όστερ (1947-2024) συμβαίνουν και τα δύο: συνυπάρχει επιδέξια η μυθοκατασκευή με την λογοτεχνία, η μυθοπλασία με την τέχνη του λόγου δίνοντας με το κύκνειο άσμα του, υπό τον τίτλο «Μπαουμγκάρτνερ», ένα μυθιστόρημα που συναιρεί μοναδικά τον ευρηματικό μύθο με την πραγματική τέχνη του λόγου. Και όλα αυτά, επιλέγοντας να μιλήσει ευθέως για τον θάνατο και ως εκ τούτου για την άλλη όψη του νομίσματος – την ίδια τη ζωή.
Άλλωστε, είχε ισχυρισθεί ο ίδιος -εύστοχα- ότι τα έργα του ότι εκπορεύονται «από έναν βαθύ μηδενισμό, από το γεγονός της ίδιας μας της θνητότητας». Αυτή, όμως, είναι η μισή αλήθεια. Ο ζόφος δεν είναι η αποκλειστική διάσταση της πεζογραφίας του. Και αυτό γιατί μέσα από αυτήν και την παραδοξότητα της καθημερινότητας των ηρώων του και των ακατανόητων δυσχερειών που αντιμετωπίζουν, απέναντι στην εκάστοτε εισβολή του τυχαίου και του απρόβλεπτου, κατορθώνει και κάτι ακόμα σημαντικό: να εκφράσει –όσο ελάχιστοι- την ομορφιά και την υπέρτατη ευτυχία τού να αισθάνεται κανείς ζωντανός.
Πωλ Όστερ
Μπαουμγκάρτνερ
Μετάφραση: Ιωάννα Ηλιάδη
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 256
Εν πάση περιπτώσει, εάν υπάρχει κάτι που η ζωή σίγουρα αδυνατεί να κατανοήσει, που δεν μπορεί να το συλλάβει, αυτό είναι σίγουρα η αμείλικτη προοπτική του θανάτου. Και επειδή, ακριβώς, το ζήτημα της θνητότητας είναι εξ ορισμού ασύμβατο με την ίδια τη ζωή, οι περισσότεροι άνθρωποι αποφεύγουν πεισματικά ακόμη και να στοχαστούν πάνω σε αυτό.
Απ’ την άλλη, παρόλο που η ζωή συνεχίζεται έστω και αν η βεβαιότητα του θανάτου δεν απομακρύνεται, το ερώτημα επανέρχεται επιτακτικά: Υπάρχουν περιθώρια για μια ουσιώδη αισιοδοξία απέναντι στο αναπόφευκτο τέλος; Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, οι απολογητές διαφόρων θρησκειών και οι φιλόσοφοι ασχολήθηκαν διεξοδικά με αυτό το μείζον θέμα της συμφιλίωσης του ανθρώπου με την επικείμενη διάλυση του οργανισμού του στα ανόργανα στοιχεία του.
Μάλιστα, κατά τον Πλάτωνα, ολόκληρη η φιλοσοφία αποτελεί μία «μελέτη θανάτου». Οι φιλόσοφοι, λέει ο Πλάτων, οι οποίοι έχουν ως στόχο τη γνώση της αλήθειας, θα πετύχουν απολύτως τον σκοπό τους μόνο εφόσον απαλλαγούν εντελώς από τις επιρροές και δεσμεύσεις του σώματος και των αισθήσεων. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Σοπενχάουερ εξέλαβε τον θάνατο ως τη λύση στα προβλήματα της ανθρώπινης υπόστασης.
Αλλά ακόμη και αν πειστεί κανείς ότι ο θάνατος αποτελεί μια «λύση», ο φόβος του θανάτου παραμένει: η γνώση της προοπτικής του φυσικού τέλους σίγουρα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ακολούθως, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να ανατρέξει κανείς σε απόπειρες αποσόβησης αυτού του φόβου, μια και «το ανθρώπινο είδος» όπως παρατήρησε ο Bολταίρος, «είναι το μόνο που γνωρίζει ότι θα πεθάνει». Πώς όμως θα βρει ο άνθρωπος την απαραίτητη εκείνη ηρεμία -όπως την σκιαγράφησε ο Eπίκουρος- η οποία θα τον βοηθήσει να ξεδιαλύνει τον φόβο του θανάτου;
Ο φόβος του θανάτου, κατά τον Επίκουρο, είναι μάταιος, αφού «δεν θα έχουμε συνείδηση, δεν θα νιώθουμε θλίψη για τη ζωή που χάσαμε, ούτε θα υπάρχει τίποτα να φοβηθούμε». Πάντως, το μυθιστόρημα του Πωλ Όστερ καταφέρνει και ισορροπεί ανάμεσα σε όλες τις παραμέτρους του θέματος: Αποτελεί έναν ύμνο στη ζωή, ταυτόχρονα είναι μια οξυδερκής σπουδή θανάτου, αλλά και ένας αιχμηρός στοχασμός πάνω στην παρηγορητική και -εν τέλει- λυτρωτική σημασία της τέχνης.
Πρόκειται για το κύκνειο άσμα του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα: Μέσα από το πορτρέτο του Μπαουμγκάρτνερ, ενός εβδομηνταενάχρονου άντρα που μετά τον θάνατο της γυναίκας του αναπολεί τη ζωή του και την ιστορία του, ο Όστερ καταφέρνει να εστιάσει σε όλα όσα απασχολούν την πλειονότητα των συγγραφέων σχετικά με τον έρωτα και το θάνατο – αλλά το κάνει με τον δικό του ιδιοφυή τρόπο.
Η ζωή του Σάι Μπαουμγκάρτνερ έχει καθοριστεί από τη βαθιά, διαρκή αγάπη του για τη γυναίκα του, την Άννα, που σκοτώθηκε σε ένα ατύχημα πριν από εννιά χρόνια. Τώρα, στα εβδομήντα ένα του χρόνια, συνεχίζει να παλεύει για να ζήσει χωρίς εκείνη. Και το μυθιστόρημα ξετυλίγεται μέσα από τις μνήμες και τις ιστορίες που αναδύονται, πηγαίνοντάς μας πίσω στο 1968, τη χρονιά που γνωρίστηκαν ο Σάι και η Άννα, άφραγκοι φοιτητές στη Νέα Υόρκη, πίσω στην παθιασμένη ερωτική τους σχέση που κράτησε σαράντα χρόνια, και ξανά πίσω στα νεανικά χρόνια του Μπαουμγκάρτνερ, στο Νιούαρκ και τον πολωνικής καταγωγής πατέρα του, έμπορο παπουτσιών και αποτυχημένο επαναστάτη.
Γεμάτο κατανόηση, οξυδέρκεια και τη διεισδυτική ματιά του Πωλ Όστερ που ξέρει να εντοπίζει την ομορφιά στις πιο εφήμερες και μικρές στιγμές της καθημερινής ζωής, το μυθιστόρημα θέτει –μεταξύ άλλων- το ερώτημα: Γιατί θυμόμαστε για πάντα κάποια πράγματα, ενώ άλλα τα ξεχνάμε; Σε ένα από τα πιο λαμπρά έργα του, ο Αμερικανός συγγραφέας απαθανατίζει ολόκληρες ζωές μέσα στη μία και μοναδική. Μόνο που στο μυθιστόρημα του Πωλ Όστερ, η αλληλουχία των γεγονότων αποδεικνύεται απρόσμενη: Εδώ, το τέλος είναι διαφορετικό από εκείνο που επιφυλάσσει η ζωή…
Πιέρ Πάολο Παζολίνι
Αλάνια
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής
Εκδόσεις: Gutenberg
Σελίδες: 399
Η υποβαθμισμένη και «σκοτεινή» πλευρά της Ρώμης, κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με την ιδιαίτερη ματιά του Πιερ Πάολο Παζολίνι (1922-1975). Ο συγγραφέας και κορυφαίος σκηνοθέτης καταγράφει τις περιπέτειες του μικρού Σγουρομάλλη και ζωντανεύει έναν κόσμο που ο ίδιος γνώριζε καλά, αλλά η εξουσία άργησε πολύ ν’ αντιμετωπίσει τα προβλήματά του. Τα αλάνια, φτωχοί πιτσιρικάδες, τριγυρνούν σε μικρές ομάδες ή και συμμορίες στα περίχωρα της Ρώμης, παίζοντας, μεταπωλώντας ευτελή αντικείμενα ή διαπράττοντας διάφορες παρανομίες. Το μυθιστόρημα εκδόθηκε το 1955 και προκάλεσε την αντίδραση ολόκληρου του πολιτικού κόσμου της Ιταλίας για το θέμα και την τολμηρή του γλώσσα. Αρχικά κατασχέθηκε με κυβερνητική εντολή, για να αποτελέσει λίγο αργότερα την πρώτη συγγραφική επιτυχία του Παζολίνι.
Γιάννης Ιωαννίδης
Γεννημένος νικητής
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 256
Ο Γιάννης Ιωαννίδης ήταν τόσο μπολιασμένος με το φίλτρο της νίκης, ώστε δε διανοούνταν να κάνει την παραμικρή έκπτωση στη διεκδίκηση και την κατάκτησή της έναντι οποιουδήποτε κόστους! Το διαλαλούσε κιόλας με εκείνο το ακαταμάχητο σαρδόνιο χαμόγελο του: «Ακόμα και με τη μάνα μου να παίζω ξερή, θέλω να τη συντρίψω»! Ήταν όντως ένας γεννημένος νικητής, ο οποίος δεν υποχωρούσε μπροστά σε κανέναν και μπορούσε να κινήσει ακόμα και βουνά για να επικρατήσει. Ο μεγάλος στρατηλάτης του μπάσκετ, ο «Ξανθός Ρόμελ», όπως τον αποκάλεσε στο πρωτοσέλιδο του το Φως των Σπορ, τον Ιούνιο του 1991, με την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας του Ολυμπιακού, έφυγε από τη ζωή στις 4 Οκτωβρίου του 2023 αφήνοντας μια ανεκτίμητη κληρονομιά. Έναν χρόνο αργότερα, ο βίος και η πολιτεία του παρουσιάζονται σε αυτό το βιβλίο μέσα από τις δικές του διηγήσεις στον Δημήτρη Καρύδα και στον Βασίλη Σκουντή.
Φραντς Κάφκα
Γράμμα στον πατέρα
Μετάφραση: Δέσποινα Κανελλοπούλου
Εκδόσεις: Μίνωας
Σελίδες: 120
Στα τέλη του 1919, σε ηλικία 36 ετών και με αφορμή έναν έντονο διαπληκτισμό με τους γονείς του, ο Φραντς Κάφκα γράφει αυτό το γράμμα, σε μια προσπάθεια να κλείσει τους λογαριασμούς του με τον αυταρχικό πατέρα του, τον άνθρωπο που φαντάζει στα μάτια του απόλυτα τυραννικός και παντοδύναμος. Το γράμμα, που δεν έφτασε ποτέ στα χέρια του παραλήπτη του, αποτελεί την πληρέστερη και πιο σημαντική αυτοβιογραφική μαρτυρία που έχει αφήσει ο Κάφκα. Αποτυπώνει τον ψυχισμό του συγγραφέα, ο οποίος ανατέμνει με βλέμμα απόλυτα διεισδυτικό τη σχέση με τον πατέρα του και την ολέθρια επίδρασή της. Ένα κείμενο προσωπικό, τρυφερό και ευαίσθητο, που συγχρόνως διαθέτει ιδιαίτερη ρητορική και λογοτεχνική αξία, κατέχοντας ξεχωριστή θέση στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Βόλφγκανγκ Κέπεν
Θάνατος στη Ρώμη
Μετάφραση: Βασίλης Τσαλής
Εκδόσεις: Κριτική
Σελίδες: 336
Το μυθιστόρημα «Θάνατος στη Ρώμη» είναι η ιστορία μιας χούφτας ανθρώπων που κουβαλούν την κληρονομιά του χιτλερικού καθεστώτος – ως θύματα και ως θύτες. Συναντιούνται στη Ρώμη ‒την πόλη του Καίσαρα, του Μουσολίνι, του πάπα‒ λίγα χρόνια μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αναβιώνοντας σε μια ατμόσφαιρα υποβλητική, στο σκηνικό της Αιώνιας Πόλης, το ζοφερό παρελθόν του γερμανικού φασισμού. Με λόγο αιχμηρό και διεισδυτική ψυχολογική οξυδέρκεια, ο Κέπεν σκιαγραφεί το πολιτικά ένοχο ιστορικό του ολέθριου γερμανικού παρελθόντος, αναδεικνύοντας τον κούφιο εθνικισμό και τη χρεοκοπημένη ιδεολογία του ναζισμού, αλλά και τις καταστροφικές συνέπειές του στον ψυχισμό των ανθρώπων που βίωσαν τη φρίκη του. Ταυτόχρονα, όμως, φέρνει στο φως τη λαχτάρα για κάθαρση και αλλαγή, σε ένα έργο που αποτελεί ορόσημο στη γερμανική μεταπολεμική λογοτεχνία.