Μερικές φορές οι Έλληνες έχουμε από μόνοι μας την τάση να λέμε ότι είμαστε οι καλύτεροι. Αλλά που και που μας το λένε και οι άλλοι οπότε εκεί όντως μπορεί να έχουμε κάνει κάτι προς τη σωστή κατεύθυνση. Δηλαδή όταν το Vulture, το πολιτιστικό ένθετο του New York Magazine, τοποθετεί τους «Όρνιθες« του Αριστοφάνη του Νίκου Καραθάνου ανάμεσα στις κορυφαίες παραστάσεις που ανέβηκαν στη Νέα Υόρκη το 2018, τότε αυτό κάτι σημαίνει. Και δεν ήταν μόνο το Vulture, αλλά και οι New York Times όπου έγραφαν το Μάιο ότι οι «Όρνιθες» είναι ότι πιο ενδιαφέρον θα βρείτε στη Νέα Υόρκη αυτή τη στιγμή.
Δεν ήταν μόνο τα δημοσιεύματα, όμως. Το έβλεπες και από το πολύ χειροκρότημα που έπεφτε μετά την παράσταση. Το έβλεπες, κυρίως, στα λόγια των συντελεστών. Η Popaganda ήταν εκεί το Μάιο, καλεσμένη της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση και συνομίλησε λίγο πριν και λίγο μετά την παράσταση με τον σκηνοθέτη Νίκο Καραθάνο και με τους ηθοποιούς Μιχάλη Σαράντη, Χάρη Φραγκούλη, Έμιλυ Κολιανδρή, Γαλήνη Χατζηπασχάλη, Γρηγορία Μεθενίτη, Χρήστο Λούλη και Κωνσταντίνο Μπιμπή. Η σειρά είναι εντελώς συμπτωματική.
Νίκος Καραθάνος
Έπιασε τόπο ο σπόρος που βάλαμε από την αρχή μόνοι μας. Ξέρεις οι παραστάσεις και οι Έλληνες καλλιτέχνες κάνουν πράγματα φυτεύουν σπόρους και προσπαθούν να φτιάξουν ένα πάρκο, ένα δέντρο κάτι να φυτρώσει ρε παιδιά κάτι να γίνει. Είμαστε μία χώρα που τα δέντρα τα κόβει, δεν τους δίνει χώρο για παραπέρα. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο που έγινε δύσκολα αυτό το ξαναλέω και όχι εύκολα.
Υπήρχε κάποια στιγμή που πιστεύατε ότι δεν θα γίνει; Ήταν στην αρχή να μη γίνει ναι βέβαια. Το να έρθω εγώ εδώ είναι το πιο εύκολο πράγμα του κόσμου. Το να έρθουν πέντε άνθρωποι, να γίνει όλο αυτό, είναι το πιο δύσκολο, το να βρεις συμπαραγωγούς, στη Αμερική στέκεσαι πολύ δύσκολα καλλιτεχνικά…
Παρότι στην Αμερική βλέπεις πολύ σάχλα. Ναι αλλά δεν είναι θέμα χρημάτων, είναι θέμα και ποιος σε καλεί και τι έχεις να του πεις και σε ποια κοινωνία ζεις. Σαν τι σε φέρνει, σαν πετυχημένο, σαν τι. Εμένα είναι μεγάλη μου χαρά που έχουμε έλληνες ανθρώπους και έλληνες ηθοποιούς ο καθένας είναι μοναδικός για μένα. Πολλές φορές λες, δεν ξέρω αν το κάνουμε καλά ή όχι αυτό που κάνουμε, άλλα είναι υπέροχοι αυτοί που το κάνουν και το πιστεύουμε.
Δουλεύετε και λίγο ως dream team που λένε και με μπασκετικούς όρους δηλαδή διαλέγετε συνεργάτες. Διαλέγω και με διαλέγουν συνεργάτες που ο ένας πιστεύει στον άλλο.
Έξω έχετε ξαναπαίξει; Σαν ηθοποιός, ναι.
Ήταν τέτοια η απήχηση και τότε; Όχι, όπως σήμερα.
Είναι σαν να σηκώνεις το κύπελλο εκτός έδρας; Είναι σα να ανοίγεις μια πόρτα, άφησε τα κύπελλα και τα βραβεία. Τους κερδίσαμε (το κοινό) εκτός έδρας συνεπώς έλα να φτιάξουμε πρωτάθλημα, αυτό είναι το θέμα. Και να σε συζητάνε και να βλέπουν ότι είναι έλληνες ηθοποιοί στο έργο για ‘μένα είναι πολύ σημαντικό, γι’ αυτό σου λέω, είναι μια γιορτή θεάτρου. Ότι κάνουμε, δεν ξέρω αν το κάνουμε καλά ή όχι απλά το κάνουμε και διορθωνόμαστε και βαδίζουμε. Σημασία έχει ότι κάτι συμβαίνει πια στην Ελλάδα. Και άλλες ομάδες, μεμονωμένα βέβαια κάνουν απίστευτα πράγματα προσπαθούν, πηγαίνουν έξω.
Και αυτό πως έγινε μέσα στην κρίση; Εκκολάπτονται όλα εν καιρώ, αλλά έχουμε μία κοντοτάβανη χώρα. Θες να ανοίξεις μια τρύπα και να βγεις έξω, αλλά χρειάζεσαι βοήθεια, έναν συμπαραστάτη, δεν μπορείς τελείως μόνος σου. Ξαναλέω το θεωρώ σαν μια γιορτή, μια νέα εποχή, σαν κάτι άλλο που ανοίγουμε και ξέρεις, οι κριτικές και σκέψεις μας που διαβαίνουν στον χώρο, στην Αμερική ας πούμε, έχουν τελείως διαφορετικό πνεύμα απ’ ότι στην Ελλάδα, που είμαστε κλειστοί και ανακυκλούμενοι. Δεν ξέρουν τι να τον κάνουν τον υπέροχο άνθρωπο, δεν ξέρουν να ονειρεύονται παραπέρα, να γκρεμίζουν τείχη, να δημιουργούν και να σκέφτονται το αύριο. Για αυτό φεύγουμε από τη χώρα. Δεν θέλουν το αύριο, είμαστε συντηρητικοί στις ελπίδες μας. Και κλείνουμε τα πάντα σε κουτάκια. Όχι, ότι κάνουμε μας αφορά όλους και είναι ένα μερίδιο για όλους. Εμείς έχουμε 20 ηθοποιούς, μπορεί να είναι κάλλιστα άλλοι 20, που είναι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα. Και για λογαριασμό τους και για λογαριασμό μας τα κάνουμε όλα. Ξέρεις τελείωνε η ταινία του Καζάν, το America America, με το “There are People Coming|. Έρχονται άνθρωποι, μεταναστεύουν παντού στον πλανήτη σαν τα πουλιά, ας πάει και το ελληνικό θέατρο παντού.
Μιχάλης Σαράντης
Πιστεύεις ότι όλο αυτό, με την παράσταση που ήρθε στην Αμερική και παίχτηκε στην Νέα Υόρκη είναι περισσότερο για να βγει ο ελληνικός πολιτισμός έξω ή για να το συζητάμε στην Αθήνα; Όχι, δεν πάει έτσι το πράγμα. Με έναν τρόπο, κάτι φέρνουμε μαζί μας, κάτι κουβαλάμε μαζί μας αυτή τη στιγμή. Κουβαλάμε τα σόγια μας, τους φίλους μας, τους άλλους συνεργάτες μας. Δεν είναι η φάση κοιτάξτε τι παίχτηκε. Ίσα-ίσα.
Πάντως η μεγαλύτερη πρόκληση, είναι να πείσεις τους Αμερικάνους και να σηκωθούν στο τέλος ή τους Έλληνες στην Επίδαυρο ή στη Στέγη; Είναι όλα μαζί. Θέλω να πω το στοίχημα είναι πάντα προσωπικό και ομαδικό. Εγώ τουλάχιστον, έτσι τα βλέπω τα πράγματα.
Ε, την ακούς λίγο, δεν την ακούς εδώ; Δεν την ακούς τόσο πολύ, γιατί είμαστε με έναν τρόπο προστατευμένοι από τους γύρω μας.
Για εδώ. Στην Ελλάδα; Δεν ξέρω. Με έναν τρόπο τώρα εμένα μου λείπει πάρα πολύ η Ελλάδα. Μου λείπει η Αθήνα, μου λείπουν οι άλλες μου πρόβες που εκκρεμούν.
Το κοινό; Δεν έχω τέτοια θέματα, αλήθεια. Τα θέματά μου είναι αλλού, η προσοχή μου είναι στραμμένη εντελώς αλλού.
Ποιο ήταν το μεγαλύτερό σου άγχος όταν ερχόσουν εδώ; Να μην χτυπήσω. Αλήθεια.
Στην πόλη έχεις ξανάρθει; Όχι.
Νιώθεις λίγο σαν μηδενικό; Εγώ νοιώθω ότι είμαι το τίποτα. Όταν μπαίνω στο Μανχάταν, παθαίνω ψυχωτικά επεισόδια. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι ο άνθρωπος έχει θελήσει να φτιάξει κάτι τόσο μεγάλο, σαν να θέλει να νικήσει τον εαυτό του. Δεν μπορώ να δεχτώ αυτή την δύναμη, αυτή την ανάγκη του ανθρώπου να πει, κοίτα τι έχω κατασκευάσει.
Όταν πήγα πάνω στο ξενοδοχείο που μένουμε, είπα μήπως πρέπει να γυρίσουμε πίσω; Δυο φορές που πήγα στην 5η Λεωφόρο, έπαθα ταραχή. Λέω, τώρα και να πεθάνω, δεν θα νοιαστεί κανένας. Είναι όλα τόσο μακριά και τόσο κοντά, που πραγματικά δεν θα νιαστεί κάποιος.
Θα ‘θελες η Αθήνα να γίνει έτσι; Όχι, φίλε. Όχι. Είναι όμορφη η πόλη μας.
Χάρης Φραγκούλης
Γούντι Άλεν ή Αριστοφάνης; Γούντι Άλεν. Τώρα χτύπησες… Τον Γούντι Άλεν τον θεωρώ Ταρκόφσκι, Φελίνι και Μπέργκμαν μαζί Τον θεωρώ μέσα στους τέσσερις καλύτερους του κόσμου, ever.
Αυτό που σηκώνονται όλοι στο τέλος και χειροκροτούν, είναι λίγο και φοβερή «αμερικανιά»; Το κάνουν και στην Ελλάδα μερικές φορές.
Δεν είμαστε όμως τόσο εκδηλωτικοί. Δεν πιστεύω ότι είμαστε λιγότερο εκδηλωτικοί. Πιστεύω ότι δεν είμαστε τόσο κυριολεκτικοί και ευθείς. Εδώ είναι πιο κυριολεκτικοί οι άνθρωποι, εξ ου και τα παιδιά είχαν άλλα βιώματα, γιατί εγώ δεν έπαιζα στην παράσταση που έλεγαν σηκωθείτε και δεν σηκώνονταν. Το συζητούσαμε με τον Λούλη, πριν γίνει η παράσταση, ότι εδώ θα σηκωθούν. Και όντως σηκωθήκανε στο κάλεσμα, γιατί ακριβώς οι άνθρωποι είναι κυριολεκτικοί. Δηλαδή, είναι αδιανόητο ένας Αμερικάνος να σου πει ότι είναι γιατρός και να είναι οικοδόμος και να σου φάει τα λεφτά.
Πόση ώρα προετοιμάζεστε πριν την παράσταση; Ο Σαράντης πάρα πολύ. Πάρα πολύ. Εγώ λίγο.
Πιστεύεις ότι επειδή έχετε παίξει πολύ με τον Σαράντη τελευταία, υπάρχει αυτό το εκνευριστικό που λένε, η χημεία; Τι να σου πω τώρα. Προσπαθεί το παιδί.
Μια «αμερικανιά» φοβερή που έχεις κάνει εδώ, ποια είναι; Τί είναι «αμερικανιά;» Η απάντηση στο προηγούμενο ερώτημα πάντως είναι ότι τον αγαπάω. Αυτό είναι το θέμα. Όντως. Και αυτό μπορεί να είναι και «αμερικανιά».
Έμιλυ Κολιανδρή
Τι ήταν αυτό που σας έβγαζε έξω από τα νερά σας; Το ότι ήρθαμε στη Νέα Υόρκη.
Όταν βλέπεις τους ουρανοξύστες δεν νιώθεις μια μικρή κουκκίδα στο χάρτη; Το φοβερό με τη Νέα Υόρκη, είναι ότι για κάποιο λόγο, σου φαίνεται το περιβάλλον οικείο, ίσως από τις ταινίες. Νιώθεις ότι αυτό που βλέπεις είναι δικό σου κι ας μην έχεις καμία σχέση μαζί του και σε πιάνει μια συγκίνηση.
Τη γλώσσα την είχες άγχος; Εγώ το είχα μεγάλο φόβο και έπαθα μεγάλη πλάκα και έκπληξη όταν είδα αυτή την ανταπόκριση.
Γιατί νομίζεις τους αρέσει; Εγώ ήμουν σίγουρη ότι πέρα από τα πιο μουσικοχορευτικά κομμάτια, ότι θα είναι ενεοί, αλλά νοιώθω ότι επικοινωνούν πολύ. Κάτι παθαίνουν με το έργο, ίσως με αυτό που ψάχνεις έναν τόπο…
Γαλήνη Χατζηπασχάλη
Όταν φτάσατε πρώτη φορά πως νιώσατε; Σίγουρα ζαβλακωμένοι από το ταξίδι.
Τι σου θυμίζει η Νέα Υόρκη; Δεν είναι ότι σου θυμίζει κάτι δικό σου, όσο ότι ο τόπος, έτσι όπως είναι φτιαγμένος, σου επιτρέπει να σου θυμίσει κάτι δικό σου. Εκτός από τους ψηλούς πύργους, υπάρχουν πολλές γωνιές που σου θυμίζουν, από τη Θεσσαλονίκη μέχρι το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και την Αθήνα. Είναι ένα ψέμα που σου το χαρίζει αυτή η πόλη, το να μη νιώθεις ξένος.
Όταν είστε πάνω στη σκηνή, με το άγχος αν θα τους αρέσετε ή όχι, σκεφτήκατε ποτέ έλα μωρέ όταν «εμείς είχαμε το θέατρό εσάς δεν σας είχαν βρει ακόμη»; Όχι δεν το σκεφτήκαμε αυτό, οι άνθρωποι εξάλλου ήταν από την αρχή δεκτικοί, πιο δεκτικοί από εμάς. Εμείς τις πρώτες μέρες είχαμε την κούραση και το άγχος, οπότε αυτοί μας το έδωσαν αυτό το πράγμα εξαρχής, δεν μπήκαμε στη διαδικασία να τους κερδίσουμε.
Γρηγορία Μεθενίτη
Πως είναι να «κοπανιέσαι» σε ένα έργο στο Μπρούκλιν, χωρίς να λες ατάκα; Ξεπετάω πολλές ατάκες μέσα στο έργο κι ας μην φαίνεται. Ο καθένας έχει τη δική του συνεισφορά, δηλαδή εγώ είμαι αθλήτρια, είμαι στην κίνηση των πουλιών, ο καθένας ό,τι μπορεί και δίνει. Όλοι θέλουμε να ασχοληθούμε με τον λόγο, αλλά εγώ ασχολούμαι με το σώμα και πέρα από ευκαιρία είναι πολύ ωραίο να συμμετέχεις σε αυτή την παράσταση. Σε κάθε περίπτωση δεν βρίσκομαι εδώ για τουρισμό, όλο αυτό αφορά πολλή δουλειά, οπότε η δουλειά είναι κάθε φορά που σε οδηγεί σε έναν άλλο χώρο, σε ένα άλλο θέατρο. Τώρα, η Νέα Υόρκη είναι ένα χάος…
Ποιο είναι το πιο τρελό πράγμα που έχεις κάνει ως τώρα στη Νέα Υόρκη; Μάλλον ότι κάποια μέρα ξύπνησα απλά, πήρα το μετρό και χάθηκα στις γειτονιές.
Χρήστος Λούλης
Την ώρα που λες τα λόγια, σκέφτεσαι τι «πιάνει» ο άλλος από πάνω; Σου μπαίνει στο μυαλό μήπως τα λες άδικα; Όχι και θα σου απαντήσω. Όπως μου είχε πει ο σπουδαίος Βασίλης Παπαβασιλείου κάποτε, η γλώσσα του θεάτρου δεν είναι ούτε τα ελληνικά, ούτε τα αγγλικά, είναι τα αληθινά. Και εάν, δώσεις το 100% του εαυτού σου, είτε είσαι καλός είτε κακός, ο άλλος θα καταλάβει την αλήθεια σου, αυτό που θες να του δώσεις, ανεξαρτήτως γλώσσας ή απόστασης. Κακά τα ψέματα, την ενέργεια που βάζεις στη σκηνή, ο θεατής τη νιώθει, ασχέτως εάν διαβάζει τους υπέρτιτλους ή όχι.
Πρέπει όμως να βάλεις λίγο παραπάνω, όταν το κοινό σου δεν είναι φίλοι και γνωστοί και ομιλούντες την ίδια γλώσσα; Να σου πω για μένα, που έρχεται κόσμος που με ξέρει στο θέατρο, και είναι λίγο προδιατεθειμένοι ότι «ο Λούλης καλός ηθοποιός είναι, καλά θα παίξει». Εγώ μπορεί να παίζω χάλια κι αυτοί να νομίζουν ότι το κάνω καλά. Αλλά εδώ που δεν σε ξέρουν λες «έλα ρε παιδί μου τώρα, να δω πόσα πιάνω».
Σε «μηδένισε» καθόλου η Νέα Υόρκη; Με το που βρεθείς σε αυτή τη πόλη το περνάς αυτό που λες. Γιατί κτίρια είναι τόσο ψηλά, ο κόσμος πολλής, εκατομμύρια αγνώστων, μπορεί να δεις στο δρόμο κάποιον απλά ντυμένο spiderman. Ας πούμε, εγώ με τον Μπάμπη Μακρίδη, πήγαμε στην Αστόρια, εγώ ντυμένος γιαγιά κι έκανα την επίκληση των πουλιών και δεν με κοίταξε άνθρωπος, μόνο ένα σκυλί μου γάβγισε. Πραγματικά εδώ νιώθεις το τίποτα, μηδαμινός, δεν σου δίνει κανένας σημασία. Από την άλλη, αυτή η ανωνυμία και ασημαντότητα που περιγράφουμε, είναι πολύ απελευθερωτική. Γιατί είναι μια πόλη, που μόνο η ύπαρξή της – τα στενάκια, οι ουρανοξύστες, οι γέφυρες, ο κόσμος, η τέχνη της Νέας Υόρκης – εξυμνεί την ανθρώπινη δίψα. Είναι μια πόλη καπιταλιστική. Ο άνθρωπος έχει συνεχώς δίψα, γιατί έχει ελαττώματα.
Κωνσταντίνος Μπιμπής
Πώς ψυχολόγησες τους Αμερικάνους; Δεν τους είχα σε μεγάλη συμπάθεια, να σου πω την αλήθεια. Για την ακρίβεια, πιθανόν να ήταν ένας αφελέστατος λαός, υπερενθουσιώδης χωρίς λόγο. Τώρα εδώ που ήρθαμε, αναθεωρώ πράγματα, δηλαδή δεν μπορώ να πω ότι η πλειοψηφία είναι αυτή. Εντάξει, έχουμε κυκλοφορήσει και λίγο αλήτικα είναι η αλήθεια. Λίγο East Village, Williamsburg, λίγο πιο βρώμικες περιοχές που αυτό δεν παίζει τόσο. Έχουν μια τρέλα, αυτή η πολύ επικοινωνία νομίζω ότι είναι λίγο επιφανειακή όμως.
Υπάρχει κάτι που ζήλεψες φρικτά; Μια Mustang που οδηγούσε ένας φίλος τις προάλλες. Τυχερός νιώθω, πολύ. Το να έρθεις στην Νέα Υόρκη, δύο εβδομάδες, σε θεατράρα στα όρια του Off Broadway-Broadway, κάτω από την γέφυρα που είμαστε τώρα και να κάνεις και 10-12 παραστάσεις, είναι μεγάλη ευλογία, μεγάλη τύχη.
Γιατί πιστεύεις ότι τους αρέσει η παράσταση; Γιατί το θέατρο στην Αμερική έχει πάρει μια πορεία πολύ συντηρητική και τα πιο εναλλακτικά και πειραματικά πράγματα, αν και θεωρώ ότι η παράσταση είναι λαϊκή, αλλά τα πιο τολμηρά αν θέλεις πράγματα επί σκηνής, τα βλέπουν μόνο σε πιο μικρές παραγωγές εδώ και λίγο ως πιο extravagante, πιο γκροτέσκα. Εμείς το κάνουμε με έναν τρόπο πιο ανθρώπινο. Δεν το βλέπουν εδώ, οπότε νομίζω ότι γι’ αυτό τους κάνει εντύπωση.