Η Σαλαμίνα είναι πολύ πιο κοντά από όσο φαντάζει και η απόσταση μειώνεται ακόμη περισσότερο όταν έχεις ένα δυνατό κίνητρο για να επισκεφθείς το νησί που λίγοι λογαριάζουν ως τέτοιο. Όμως η θάλασσα αυτού του νησιού και οι θησαυροί του όπως σερβίρονται στην ψαροταβέρνα του «Κάκια» είναι τελικά ο πιο σωστός λόγος αν την επισκεφτείς, ειδικά αν είσαι καλοφαγάς.
Ποιοι είναι αυτοί οι θησαυροί; Κυρίως τα όστρακα, που αφθονούν στο νησί καθώς όπως μου εξηγεί ο Βαγγέλης Δημητριάδης, γιος του Νίκου και αδερφός της Μαίρης (ναι, πρόκειται για τον ορισμό της οικογενειακής ταβέρνας, καλά το καταλάβατε) θέλουν καθαρά αλλά λιμνάζοντα νερά γι’ αυτό και στο Αιγαίο με τους δυνατούς ανέμους και τα θαλάσσια ρεύματα του δεν έχουμε φρέσκα όστρακα.
Δίπλα στη θάλασσα λοιπόν και στις τράτες των ψαράδων, που καθημερινά φέρνουν στον Κάκια, την ψαριά τους μπορείς να απολαύσεις γεύσεις που το ιώδιο τους θα σημάνει κόκκινο συναγερμό διαύγειας αλλά και υπερδιέγερσης στον εγκέφαλο σου. Όσοι αγαπούν τα όστρακα ξέρουν καλά αυτήν την αίσθηση ευδαιμονίας του να τρως θάλασσα.
Στο τραπέζι έρχεται αχινός, ο βασιλιάς της θάλασσας, μαριναρισμένος ωμός γαύρος και λακέρδα. Η λακέρδα τρώγεται πολύ στη Σαλαμίνα και στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για ψάρι αλλά για τον τρόπο συντήρησης και ψησίματος με το αλάτι του ψαριού, συνήθως είναι το ρίκι, ψάρι που όταν φτάνει γύρω στα 4-5 κιλά είναι ιδανικό για φιλετάρισμα.
Την ώρα που σερβίρονται τα κυδώνια ο Βαγγέλης εξηγεί ότι το σημαντικότερο στην αγορά των οστράκων είναι η εποχικότητα. Ένας ψαράς θα διαλέξει ότι βρίσκεται σε αφθονία εκείνη την εποχή ακόμη κι αν είναι πιο φτηνό. Το κυδώνι βρίσκεται σε άμμο με λίγο βοτσαλάκι, σε βάθος 2-11 μέτρα και είναι από τα εύκολα στην αλιεία του. Στη Σαλαμίνα τα βρίσκεις σχεδόν παντού. Όσο σε μεγαλύτερο βάθος βρίσκεται ένα όστρακο τόσο πιο έντονη είναι η γεύση του ιωδίου, φέρτε ως παράδειγμα τις καλόγνωμες.
Άλλος ένας γευστικός μεζές καταφτάνει, πρόκειται για τις πορφύρες, σαλιγκάρι του βυθού που συναντάται στα 3 με 11 μέτρα. Και μετά από τις πορφύρες, γυαλιστερές που πνίγουμε στο λεμόνι πριν τις φάμε και οι φοβερές σκάτιες σαγανάκι, εξαιρετικό όστρακο που είναι αγαπημένος μεζές των Ιταλών που τις σερβίρουν πολλές φορές σε μακαρονάδες.
Οι σκατιλιες βρίσκονται σε βαλτώδης περιοχές, δε συναντώνται συχνά στη Σαλαμίνα, μπορεί κάποιος ψαράς να βουτήξει για να βγάλει μόνο ένα κιλό. Κάπου εκεί έρχεται και πίνα στο τηγάνι, μεζές ικανός να προκαλέσει λιποθυμίες, και το ριζότο με μελάνι σουπιάς. Εκείνη την ώρα το κινητό του Βαγγέλη χτυπάει και είναι μια παρέα Ελληνορώσων που τον καλούν για να του ζητήσουν να τους ετοιμάσει μια χορταστική ψαρόσουπα. Είναι θαμώνες και έρχονται στο νησί μόνο και να φάνε στον «Κάκια» και να φύγουν. Δεν είναι οι μόνοι που το κάνουν αυτό. Πολλοί Αθηναίοι έρχονται επίσης μόνο για την ταβέρνα.
Πού οφείλεται η τόσο μεγάλη επιτυχία της; Τα ψάρια και τα όστρακα είναι φρέσκα, βασίζονται μόνο στη χθεσινή βραδιά των ψαράδων του νησιού, που έχουν χτίσει τόσα χρόνια σχέση εμπιστοσύνης με τον «Κάκια». Αντίστοιχη σχέση έχουν χτίσει οι πελάτες, οι καθημερινές ψαριές ανεβαίνουν στη σελίδα του μαγαζιού στο facebook, αν πας θα βρεις μόνο φρέσκα, αν δεν έχει κάτι που θέλει τα παιδιά θα σου εξηγήσουν ότι ο καιρός χθες δεν ήταν κατάλληλος. Δεν κάνουν εκπτώσεις και δεν ζητούν να γεμίσουν τη κουζίνα με υλικά μόνο και μόνο για να μην αφήσουν παραπονεμένο το πελάτη. Εδώ δεν είναι ο πελάτης που έχει πάντα δίκιο αλλά η θάλασσα.
Πώς όμως ξέρουμε ότι τα όστρακα και τα ψάρια είναι όντως φρέσκα είτε εδώ είτε οπουδήποτε. Ο Βαγγέλης δίνει σαφείς οδηγίες.
1.Το όστρακο εάν μυρίζει σημαίνει ότι έχει ξεκινήσει η αλλοίωση.
2.Το λεμόνι δεν είναι ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για να καταλάβουμε εάν είναι καλό ή όχι το όστρακο γιατί αν έχει περάσει και λίγες ώρες στο ψυγείο ίσως έχει πέσει σε «κώμα» και δεν κουνηθεί παρότι είναι ζωντανό και έτοιμο να καταναλωθεί.
3.Το παν είναι να έχεις εμπιστοσύνη στον ψαρά σου.
4.Τα ψάρια πρέπει να έχουν μάτια που γυαλίζουν, κόκκινα βράγχια, να έχουν νεκρική ακαμψία και να μην λυγίζουν αλλά κι εδώ το σημαντικότερο είναι να ξέρεις από πού τα προμηθεύεσαι.
Ο «Κάκιας» έχει εδώ και 17 χρόνια πείρα σαν μαγαζί, αλλά και άλλα 34 στην πλάτη του ο Νίκος Δημητριάδης aka «Κάκιας» ως ψαράς και ναυτικός που έχει γυρίσει όλο τον κόσμο. Αρχικά ήταν καφενείο, με το όνομα «Καραβάκι» και δεν είχε καν ταμπέλα άλλα όλοι έλεγαν ότι πάμε στου Κάκια, το παρατσούκλι του Νίκου Δημητριάδη, πατέρα του Βαγγέλη και της Μαίρης. Και πώς προέκυψε αυτό το παρατσούκλι, σ’ ένα νησί που οι περισσότεροι έχουν ψευδώνυμο;
Ακούγεται σαν μικρό διήγημα: ένας πολυταξιδεμένος ντόπιος ναυτικός, ο κυρ Βαγγέλης Δημητριάδης ή Μαγκούφης, γυρνώντας από ένα πολύχρονο ταξίδι και λαχταρώντας να δεί τον πρωτότοκο γιό του, στέλνει ένα ψυχοπαίδι του χωριού να τον φωνάξει από το σχολείο. Αυτό τρέχει αμέσως και χτυπάει την πόρτα της Γ’ Δημοτικού. Η αυστηρή δασκάλα ξεπροβάλλει και στην ερώτηση τί ακριβώς θέλει, το ψυχοπαίδι αλαφιασμένο απαντά τον Νίκο, τον Νικάκια του κυρ Βαγγέλη του Μαγκούφη . Όλα τα παιδιά άρπαξαν την αφορμή και από εκείνη την στιγμή άρχισαν να προσφωνούν περιπαιχτικά τον γιό του κυρ Βαγγέλη, «Νικάκια», ένα προσωνύμιο που έφτασε ως σήμερα σαν «Κάκιας» πλέον, χάριν συντομίας.
Στον «Κάκια», που οι τιμές παραμένουν χαμηλές και βοηθάει και η Σαλαμίνα σε αυτό, θα έχεις την ευκαιρία να επιλέξεις μεταξύ 52 ετικετών ούζου, κυρίως από Μυτιλήνη αλλά και από άλλες περιοχές της Ελλάδας. Θα βρεις ούζο για κάθε γούστο πιο ελαφρύ, πιο δυνατό, πιο αρωματικό. Και γιατί τόσα πολλά ούζα ρωτάμε τον Βαγγέλη. «Το ούζο είναι συνδεδεμένο με αναμνήσεις καλοκαιριού, από διακοπές και ξέγνοιαστες μέρες δίπλα στη θάλασσα. Με την πρώτη γουλιά νιώθεις ότι είσαι στην καρδιά του καλοκαιριού. Αυτό θέλουμε κι εμείς να αισθάνεται όποιος είναι κοντά μας».