Είναι από αυτά τα μεσημέρια του Σαββάτου, ειδικά τώρα που έχει χειμωνιάσει και ο καιρός είναι λίγο μουντός, που έχεις ξυπνήσει σχετικά νωρίς, έχεις βγει για βόλτα/ ψώνια/ φωτογραφίες/ δουλειές με φίλους και έχεις καταλήξει να περιπλανιέσαι στο Μοναστηράκι, τα στενά του Ψυρρή και την Βαρβάκειο, στα μέρη που παρά την παρακμή ακόμα λατρεύεις γιατί (και) αυτά είναι η ιστορία της Αθήνας και η σύνδεση με μία κουλτούρα που υποσυνείδητα αναζητούμε. Βαριέσαι αφόρητα να επιστρέψεις πάλι σπίτι, πεινάς και θέλεις ζεστό, οικονομικό και σπιτικό φαγητό! Στην γωνία των οδών Σωκράτους και Θεάτρου θα βρεις ένα ημιυπόγειο ενός παλιού αθηναϊκού κτηρίου με μεγάλες δίφυλλες σκουρόχρωμες πόρτες, το ιστορικό Δίπορτο. Είναι το μέρος που αν δεν έχεις ακούσει γι αυτό ή δεν είσαι ο τύπος με το μικρόβιο της εξερεύνησης της πόλης, ίσως εύκολα θα προσπερνούσες. Aν τελικά αποφασίσεις να περάσεις τις –χειμώνα καλοκαίρι- διάπλατα ανοικτές πόρτες και κατέβεις τα σκαλιά θα νιώσεις κομμάτι από ελληνική ταινία της δεκαετίας του ’50. Μυρωδιές φαγητών, σαν να μπαίνεις στην κουζίνα της γιαγιάς σου, κάπνα και μυρωδιά χύμα κρασιού. Λίγα τραπέζια –σχεδόν πάντοτε γεμάτα- τεράστια βαρέλια γεμάτα κρασί, μερικά ράφια στους τοίχους για τα ποτήρια και τις τσίγκινες κόκκινες κανάτες, λίγα κάδρα με αποκόμματα από παλιές εφημερίδες και ποιήματα του Κ. Βάρναλη –γιατί σε αυτό το μαγαζί σύχναζε και εκεί εμπνεύστηκε μερικά από τα ποιήματα του-, η μαρμάρινη γούρνα, όπου ο βοηθός του κυρ-Μήτσου πλένει με απίστευτη ταχύτητα και τεχνική τα ποτήρια και φυσικά ο ίδιος ο κυρ-Μήτσος (έτσι τον φωνάζουν όλοι), που δουλεύει το μαγαζί του από μικρό παιδί, πάντα με λευκή ρόμπα και περιποιημένο μουστάκι, κάθεται όρθιος στην γωνία και επιβλέπει τον χώρο. Το μενού περιλαμβάνει συγκεκριμένα πιάτα, πατάτες γιαχνί, πικάντικη φάβα, ενίοτε μαυρομάτικα φασόλια, χόρτα, σαλάτα, γόπα ή σαρδέλα ψητή και την πιο νόστιμη ρεβιθόσουπα που μπορείς να δοκιμάσεις –ακόμα κ αν δεν σου αρέσουν δοκίμασέ την. Το κρασί ανανεώνεται συνέχεια από τα βαρέλια και αργότερα, όταν θα έχεις πιει λίγο παραπάνω θα το γεμίζεις μόνος σου. Ξέχνα τις δουλειές και το πρόγραμμά σου και νιώσε άνετα. Θα βοηθήσει ο κλασσικός πλανόδιος ακορντεονίστας, που πετυχαίνω κάθε φορά που επισκέφτομαι το Δίπορτο. Τραγουδά και παίζει ρεμπέτικα και λαϊκές παραγγελιές και σιγά σιγά με το ψιλοθολωμένο από το κρασί κεφάλι και την οικεία ατμόσφαιρα οι θαμώνες σηκώνονται για να χορέψουν. Είναι εύκολο να γνωρίσεις όλο το μαγαζί και τον ετερόκλητο κόσμο του, παλιοί θαμώνες, που χαίρονται να βλέπουν το ‘’νέο αίμα’’, επαγγελματίες της γύρω περιοχής, δημοσιογράφοι, έμποροι της Βαρβακείου Αγοράς, νέοι που θέλουν να ξεφύγουν από τα κλισέ του κέντρου ακόμα και τουρίστες, καθώς όπως μου είπε ένας θαμώνας χρόνων πλέον «εγώ το μαγαζί το έμαθα από ξένο site και έρχομαι κάθε βδομάδα, το πιστεύεις; Τόσο ξιπασμένοι είμαστε οι Αθηναίοι και τα καλά και αυθεντικά τα μαθαίνουμε από τους ξένους…».
Δίπορτο, Σωκράτους 9 & Θεάτρου, 210 3211463