ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Η αγχώδης διαταραχή με κάνει κάθε μέρα πιο δυνατή

Μέχρι και σήμερα, υπάρχουν φορές που καταφέρνω να με πείσω, πως δεν μου αξίζει να βγω έξω για μία βόλτα. Μέχρι και σήμερα, υπάρχουν φορές που νιώθω πως δεν μου φτάνουν οι 24 ώρες της ημέρας για να μου αφιερώσω λίγο ελεύθερο χρόνο, για να με φροντίσω, όπως φροντίζει η γάτα μου το τρίχωμά της, έτσι ευλαβικά που την παρακολουθώ να πλένεται, ξαπλωμένη στον καναπέ. 

Εύχεσαι κι εσύ συχνά να ήσουν γάτα; 

Κάθε φορά που νιώθω τον αυχένα μου, τις γνάθους και το μέτωπό μου να καίνε από τον πόνο, καθώς βρίσκομαι και πάλι «παραδομένη» στο άγχος, εύχομαι να μπορούσα να απαλλαχθώ από τους ρυθμούς της καθημερινότητας και τις υποχρεώσεις που συνοδεύουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Το μέτρημα έχει λοξοδρομήσει – δυσκολεύομαι να θυμηθώ εδώ και πόσα χρόνια το σώμα μου καταπονείται και η ενέργειά μου στερεύει, εξαιτίας των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων της αγχώδους και ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής (OCD). Συνήθισα τόσο να ζω με αυτές, που φοβάμαι να τις αποχωριστώ. Όταν το άγχος συσσωρεύεται, το σώμα μοιάζει να ακολουθεί τους ρυθμούς της ψυχής, να εξαντλείται κι εκείνο μαζί της. Οι αρνητικές σκέψεις και οι συχνά στρεβλές, μη ρεαλιστικές πεποιθήσεις, εισβάλλουν στο μυαλό μου, στερώντας μου την εσωτερική ελευθερία, την απαλλαγμένη από στεγανά κοινωνικοποίηση και τη διεκδίκηση παραπάνω απολαύσεων και ευκαιριών στη ζωή.

Οι αγχώδεις διαταραχές, αποτελούν τις συνηθέστερες ψυχιατρικές διαταραχές στο γενικό πληθυσμό, ενώ διαφέρουν σημαντικά από το «καθημερινό», συχνά ωφέλιμο άγχος, που χαρακτηρίζει οποιαδήποτε κατάσταση απειλεί τη σταθερότητα και το «ευ ζην» του ατόμου, λειτουργώντας ως μία θεμιτή αντίδραση στις πιέσεις και τις εντάσεις της καθημερινής ζωής, αλλά και ως απάντηση του οργανισμού σε μία πραγματική ή αντιληπτή, επικείμενη απειλή. Το άγχος, γίνεται παθολογικό όταν ορθώνεται ως εμπόδιο στην καθημερινή λειτουργικότητα, στην επίτευξη των επιθυμητών στόχων και στη συναισθηματική ηρεμία του ανθρώπου.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα μιας αγχώδους διαταραχής, είναι η υπερεκτίμηση της επικινδυνότητας κάποιων καταστάσεων και γεγονότων, εξαιτίας της ύπαρξης παράλογων πεποιθήσεων. Σύμφωνα μάλιστα με το DSM5, την πέμπτη και πιο πρόσφατη έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου Ψυχικών Διαταραχών της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας, συναντώνται πέντε βασικοί τύποι διαταραχών άγχους: η διαταραχή άγχους αποχωρισμού, η επιλεκτική αλαλία, οι φοβίες (αγοραφοβία, ειδική φοβία, κοινωνική φοβία), η διαταραχή πανικού και η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή.

Ανάμεσα στις ξεχωριστές διαγνωστικές κατηγορίες διαταραχών άγχους, που χαρακτηρίζονται από υπερβολικό και παράλογο άγχος, βρίσκεται και η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Επί αρκετά χρόνια, πίστευα πως το εμμονικό πλύσιμο των χεριών, η «στρατιωτική» οργάνωση των αντικειμένων σε συγκεκριμένες θέσεις και οι υπερβολικές, ανήσυχες σκέψεις αναφορικά με σωματικές ασθένειες, είναι οι συνήθειες που οριοθετούν τη διαταραχή. Μέχρι που στον μισό πρώτο περίπου χρόνο ψυχοθεραπείας, έμαθα από τη θεραπεύτριά μου πως το βίωμά μου «κουμπώνει» στην ΙΨΔ, με έναν αρκετά διαφορετικό τρόπο από εκείνον που είχα σχηματίσει διαβάζοντας αποσπασματικά άρθρα έπειτα από ένα βιαστικό google search. Οι επαναλαμβανόμενες, αρνητικές σκέψεις μου, ήταν η πηγή των ιδεοληψιών μου.

Τα βλέμματα των ανθρώπων στα ΜΜΜ, μοιάζουν επίμονα και απειλητικά. Έχουν υπάρξει φορές, που ένιωθα την αναπνοή μου να στερεύει, καθώς οι σκέψεις μου προσπαθούσαν να με πείσουν ότι τα βλέμματα στρέφονται πάνω μου για να με χλευάσουν, να με κρίνουν αρνητικά, να με φοβίσουν. Σα να μην έφτανε ο φόβος που νιώθουμε όταν προσπαθούμε να κυκλοφορήσουμε ελεύθερες, μόνο και μόνο επειδή είμαστε γυναίκες. Ύστερα, οι σκέψεις μεγεθύνονται, η απειλή μεγαλώνει και οι μηχανισμοί άμυνας με παρακινούν να αποβιβαστώ και να περιμένω τον επόμενο συρμό του μετρό. Οι φορές που έχω αργήσει στις υποχρεώσεις μου εξαιτίας αυτού, είναι πολλές, μα «δεν μετράνε μία» μπροστά στη λαχτάρα μου να βρω λίγη γαλήνη και να ανακουφίσω το σώμα μου από το κάψιμο και τις ημικρανίες. 

Οι ιδεοληψίες, καταφέρνουν να με κατακλύσουν με κοινωνικό άγχος, με αποτέλεσμα να διατηρώ έναν κλειστό κύκλο ανθρώπων. Οι έξοδοι σε μέρη όπου υπάρχει πολύς κόσμος, αφήνουν μία γλυκόπικρη γεύση, όταν το άγχος καταφέρνει να επικρατήσει της διασκέδασης. Η παρουσία πολλών ανθρώπων, γίνεται δυσφορική καθώς οι ιδεοληπτικές σκέψεις «κουμπώνουν» με την ανασφάλεια, πείθοντάς με πως ο περίγυρος δεν βρίσκει ενδιαφέρον στο να συζητήσει μαζί μου, σχηματίζοντας στιγμιαία αρνητική εντύπωση για μένα. Μέρα με τη μέρα, η διαταραχή έμοιαζε να μου ρουφάει τη ζωή. Θυμάμαι να αποφεύγω να σηκώσω το τηλέφωνο όταν εμφανιζόταν κάποιος «άγνωστος» αριθμός, ακόμη και αν γνώριζα πως περίμενα ένα επαγγελματικό τηλεφώνημα. Ένιωθα δυσλειτουργική σχεδόν σε κάθε τομέα της ζωής μου, δυσκολευόμουν να πιστέψω πως η ψυχοθεραπεία μπορεί να με απομακρύνει από αυτόν το βούρκο. 

Μέχρι που το νοσηρό αυτό μοτίβο σκέψεων έγινε αφόρητα επώδυνο, αποκόβοντάς με από φίλους, συντρόφους και συναδέλφους. Οι κρίσεις άγχους μεγεθύνθηκαν, δίνοντας χώρο στις κρίσεις πανικού. Βρισκόμουν σε ένα ταξί, πηγαίνοντας στο ραντεβού μου με κάποιους γιατρούς, όταν οι παλμοί μου σταδιακά έγιναν ταχύρρυθμοι και ανεξέλεγκτοι. Δυσκολευόμουν να αναπνεύσω, ένιωθα να πνίγομαι και μετρούσα τα λεπτά για να φτάσω στον προορισμό μου και να κατέβω από το ταξί. Τα δυσφορικά αυτά συμπτώματα, με εμπόδισαν από το να πραγματοποιήσω τα ραντεβού μου με τους γιατρούς. Κοντοστάθηκα για μερικά λεπτά, φούσκωσα τα πνευμόνια μου με οξυγόνο και πήρα περπατώντας το δρόμο της επιστροφής για το σπίτι με δάκρυα στα μάτια. Ήθελα μονάχα να μείνω μόνη, να ηρεμήσω και να κοιμηθώ.

Η ανάγκη για ψυχική ηρεμία και απομόνωση, άρχιζε να περιθωριοποιεί τα όνειρά μου. Η μία επαγγελματική ευκαιρία περνούσε από μπροστά μου μετά την άλλη. Απέφευγα να πάω μέχρι και στο πλησιέστερο περίπτερο της γειτονιάς, επειδή σκεφτόμουν πως ο άνθρωπος που δουλεύει σε αυτό, θα θέλει να ανταλλάξουμε μερικές κουβέντες. Μα ακόμη κι αυτές, ήταν για ‘μένα αρκετά απειλητικές.

Σήμερα, στα 25 μου χρόνια, διανύω τον τρίτο χρόνο ψυχοθεραπείας, τον τρίτο χρόνο προσπάθειας συμφιλίωσης με την αγχώδη και ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Η απόφασή μου να ξεκινήσω θεραπεία, συνδέθηκε με την αγάπη μου για το αντικείμενο, το οποίο και ακολουθώ πλέον στις μεταπτυχιακές μου σπουδές. «Κρύβοντας» για χρόνια το άγχος μου από τους άλλους, πίσω από τα διάπλατα χαμόγελα και την αμήχανη πολυλογία, η οικογένεια και οι φίλοι μου δυσκολεύονταν να εντοπίσουν αυτό που βιώνω, με αποτέλεσμα να μην με παροτρύνουν να απευθυνθώ σε κάποιον ειδικό. Η προσπάθεια να προσποιηθώ πως «όλα είναι καλά», ήταν πιο εξαντλητική κι από την ίδια τη διαταραχή. Φοβόμουν πως ο κόσμος δεν θα θελήσει να αποδεχτεί, να αγκαλιάσει το άγχος και τους ιδεοψυχαναγκασμούς μου.

Έχοντας διαβάσει αρκετά βιβλία ψυχανάλυσης και ψυχοθεραπείας, η ιδέα να γνωρίσω αυτόν τον κόσμο ως θεραπευόμενη, με γοήτευε όλο και πιο πολύ. Έπειτα, έμαθα από τη μητέρα μου πως μία πολύ καλή της φίλη είναι ψυχοθεραπεύτρια. Αποφασισμένη πλέον, της ζήτησα να έρθω σε επαφή μαζί της ώστε να με παραπέμψει σε κάποια συνάδελφο. Και έτσι και συνέβη. Τον Γενάρη του 2019, μπήκα για πρώτη φορά στο γραφείο της θεραπεύτριάς μου, με την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά από την αγωνία. Η σύμπλευσή μας, ήταν άμεση και «καρμική». Η ζωτική εμπειρία της ψυχοθεραπείας είχε μόλις αρχίσει για ‘μένα.

Η τροποποίηση των στρεβλών πεποιθήσεων και των δυσάρεστων σκέψεων, έμοιαζε με ένα ταξίδι δίχως προορισμό. Σταδιακά όμως, το κουβάρι άρχιζε να ξετυλίγεται. Τώρα καταλαβαίνω γιατί πολλά από τα βιβλία ψυχολογίας και αυτοφροντίδας επιλέγουν να κοσμήσουν το εξώφυλλό τους με το σκίτσο από ένα «κουβάρι» σκέψεων. Μου ακουγόταν ως ένα φουσκωμένο κλισέ, μα πλέον κατανοώ πως το πρώτο βήμα στην αλλαγή, είναι να αγαπήσουμε τον εαυτό μας με τη διαταραχή του. Αυτή άλλωστε μας καθιστά ξεχωριστούς, μας προσδίδει μία ταυτότητα που θα μας συνοδεύει για όσο ζούμε, για να μας θυμίζει πού βρισκόμασταν και πού συνεχίζουμε να προσπαθούμε να βρεθούμε. Η αυτοπραγμάτωση του εαυτού είναι ένας αγώνας συνεχής και αδιάκοπος, με πολλά σκαμπανεβάσματα, πισωγυρίσματα, πλούσια συναισθήματα και αξιοθαύμαστη αντοχή κι επιμονή.

Μέσω της ψυχοθεραπείας, οι σκέψεις αρχίζουν σταδιακά να μαλακώνουν, να μοιάζουν λιγότερο τρομακτικές και ας είναι ακόμη παρούσες. Το μυαλό μας όμως, μπορεί να κατανοήσει πως είναι παράλογες, πως μας εμποδίζουν από το να ζήσουμε ξένοιαστα και ελεύθερα. Οι ψυχοθεραπευτές και οι ψυχοθεραπεύτριές μας, γίνονται οι αναπόσπαστοι συνοδοιπόροι αυτού του ταξιδιού. Πολλές φορές, ακόμη και όταν οι οι σκέψεις μας αρχίζουν να αποκτούν ρεαλιστική βάση, το σώμα δυσκολεύεται να ξεχάσει. Τα ψυχοσωματικά συμπτώματα «ποτίζουν» το κορμί μας, εξακολουθούν να μοιάζουν με ένα βαρύ φορτίο, με ένα απροσπέραστο εμπόδιο μέσα στη διαδικασία τροποποίησης του μοτίβου σκέψης και «απομυθοποίησης» των ιδεοληψιών.

Το σώμα μου ζητούσε μία ακόμη, συμπληρωματική βοήθεια. Παλεύοντας επί χρόνια με τους πόνους και τη σωματική κατάπτωση, ήταν πλέον αποφασισμένο να ενισχύσει τη θεραπευτική διαδικασία μέσω της κατάλληλης αγωγής. Η φωνή της θεραπεύτριάς μου, ήταν η δύναμή μου. Η εμπιστοσύνη που έχει εδραιωθεί μεταξύ μας, με βοήθησε να κατανοήσω πως η γνώμη ενός ψυχιάτρου, θα ήταν ζωτική.

Αυτή τη στιγμή, βρίσκομαι στην τέταρτη εβδομάδα αγωγής με SSRI, έναν εκλεκτικό αναστολέα της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης. Από την πρώτη ημέρα που πήρα το πρώτο μου χάπι, δεν υπήρξε στιγμή που να φοβήθηκα για τη δράση του, που να μετάνιωσα για την απόφαση που πήραμε από κοινού με τη ψυχολόγο μου και τον ψυχίατρο. Ο οργανισμός μου αποζητούσε έναν ακόμη συνοδοιπόρο. Για τις φορές που το άγχος μου κατέληγε να με βυθίζει στη θλίψη, για τις φορές που απέρριψα ευκαιρίες και προτίμησα να μείνω στο σπίτι από το να βγω με τους φίλους μου, για όλες εκείνες τις φορές που η κάθε μικρή δυσκολία έπαιρνε εξωπραγματικές διαστάσεις, σήμερα ξέρω πως δεν είμαι μόνη, πως για κάθε μπλεγμένο κουβάρι μας, υπάρχει ένας όμορφος, ασφαλής τόπος που σχηματίζεται σταδιακά από την κλωστή του, καθώς αυτό ξετυλίγεται. Αρκεί να αποφασίσουμε να βρούμε την άκρη της.

Λουίζα Σολομών-Πάντα