Λούκα Μόντριτς, μια ιδιοφυΐα μέσα στο γήπεδο.

Οι Κροάτες μπορεί να είναι αντιπαθείς για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα στην Ελλάδα που μας έχει πείσει ότι είναι «παλιάνθρωποι» και «εθνίκια» σε σχέση με τ’ «αδέρφια» μας τους Σέρβους (και σε σχέση και με μας τους «διαφωτιστές»). Δεύτερον, επειδή στον αθλητισμό είναι υπερόπτες, αλαζόνες, όμορφοι (συνήθως), τρία πράγματα που εκνευρίζουν πάντα τους αντιπάλους.

Είναι όμως μια μεγάλη, παρά το μικρό μέγεθος της, χώρα όσον αφορά την παραγωγή ταλέντων, ειδικά στα δύο δημοφιλή ομαδικά αθλήματα.

Φυσικά και δεν τους μάθαμε τώρα. Από το 1994 και μετά συμμετέχουν σταθερά σε μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις (δεν έχουν πάει μόνο σε δύο Μουντιάλ και ένα Euro) και είτε περνάνε μια φάση, είτε φτάνουν στους «4» όπως το 1998 είτε αποκλείονται από τους ομίλους (καλά δεν θα μπορούσαν να κάνουν και κάτι άλλο).

Πανηγυρισμοί μετά το δεύτερο γκολ κατά της Αργεντινής/ EPA

Μετά τη νίκη, όμως, επί της Αργεντινής με το εμφατικό 3-0, νομίζω δείχνουν μέχρι στιγμής ότι είναι και η καλύτερη ομάδα του Μουντιάλ της Ρωσίας. 20 χρόνια μετά την τρομερή παρέα του Σούκερ και των άλλων παιδιών του 1998 που είχε φτάσει μέχρι τα ημιτελικά για ν΄αποκλειστεί με δυο γκολ του Λιλιάν Τιράμ της γηπεδούχου Γαλλίας. Ενός αμυντικού που ίσως δεν είχε σκοράρει μέχρι τότε στη ζωή του.

Στην ενδεκάδα τους έχουν τρεις μεγάλους παίκτες: Τον Λούκα Μόντριτς, κομπιούτερ στο κέντρο, με απίστευτη ηρεμία στο παιχνίδι του να θυμίζει έντονα τον Αντρέα Πίρλο. Ο Ράκιτιτς είναι ο άνθρωπος που βρίσκεται παντού, παίζει με απίστευτη αυτοπεποίθηση και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος. Τέλος, ο Μάτζουκιτς, ο εργάτης, που όπου και να τον τοποθετήσεις θα κάνει τη δουλειά του.

Στη νίκη έχεις πολλούς γύρω σου. Στην ήττα φεύγεις μόνος./ EPA

Αυτά τα στοιχεία που δεν έχει η Αργεντινή. Την οποία συμπαθούμε. Γιατί έχει το ταγκό, τις μπριζόλες, τη σόγια, το Μπουένος Άιρες, τον Μαραντόνα. Γιατί είναι πια σχεδόν δύο γενιές που δεν την έχουν δει να σηκώνει το κύπελλο. Γιατί είναι οι millenials που θέλουν να δουν το Μέσι ν’ ανέβει στην κορυφή και ν΄αναφωνήσουν επιτέλους πώς αυτός είναι ο κορυφαίος παίκτης που πάτησε το πόδι του στο μάταιο τούτο κόσμο. Στη Βραζιλία πριν τέσσερα χρόνια έφτασε κοντά, στην Ρωσία τώρα μπορεί και να φύγει νωρίς.

Γιατί όμως; Γιατί το σύστημα που παίζει η Αργεντινή δεν εφαρμόζεται ούτε σε αλάνα στα Πατήσια. Όποιος παίρνει τη μπάλα κατεβαίνει, χωρίς μυαλό, χωρίς κάποιον να βοηθά το Μέσι, χωρίς κάποιον να παίζει για την ομάδα. Τη μπάλα στα πόδια και όπως μας βγάλει. Το ίδιο συνέβη και με την Ισλανδία που, αν είχε και αυτή την ποιότητα της Κροατίας, θα τους είχε κερδίσει.

Συζητήθηκε πολύ πριν την έναρξη του αγώνα, η αγωνία που είχε ο Μέσι κατά τη διάρκεια της ανάκρουσης του εθνικού ύμνου.

Ο προπονητής. Χωρίς σχόλια.

Δεν φταίει όμως ο Μέσι. Φταίει αυτή η τρομερή μορφή, βγαλμένη από «βάτος λόκος» ταινία, ο προπονητής της ομάδας, o Χόρχε Σαμπαόλι που τα χέρια του μοιάζουν να είναι ζωγραφισμένα με τα τατού της φυλακής. Υπάρχουν 1.000.000 προπονητές που θα μπορούσαν να σκεφτούν κάτι για να βοηθήσουν το Μέσι, και μάλλον ο Σαμπαόλι δεν είναι ανάμεσά τους. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, θες και έναν κόουτς για να το πάρεις το κύπελλο, και απ΄ότι φαίνεται η Αργεντινή έχει έλλειψη στο συγκεκριμένο κομμάτι.