Θεωρεί ότι «η κυβέρνηση του Φρανσουά Ολάντ πρόδωσε την Αριστερά», ότι «τα κοινωνικά κινήματα, όπως το Nuit Debout, αναπτερώνουν την ελπίδα και μπορούν να πολιτικοποιηθούν» και ότι «θα ήταν μεγάλη καταστροφή αν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε παραιτηθεί». Ο επί 30 χρόνια ευρωβουλευτής με το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα PCF, πρώην πρόεδρος της ευρωπαϊκής κοινοβουλευτικής ομάδας της GUE-NGL (στην οποία ανήκει το Κομμουνιστικό Κόμμα), και από το 2013 έως και σήμερα πρόεδρος του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκών Σπουδών (University of Paris 8), Φράνσις Βουρτς βρέθηκε στην Αθήνα προσκεκλημένος του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ –Παράρτημα Ελλάδας, στο πλαίσιο της σειράς διαλέξεων Rethinking Europe, κι ανέπτυξε τους τρεις πυλώνες για την αριστερή επανίδρυση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αποκαλύπτοντας τις εσωτερικές αντιφάσεις του (κόντρες υπουργείου Οικονομικών της Γερμανίας με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κ.ά) μαζί με τις παραβάσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας από ηγετικά κράτη-μέλη, όπως η Γερμανία. Τον προλόγισε ο αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλίας, Πολυμέρης Βόγλης.
Η δυσπιστία των ευρωπαίων πολιτών απέναντι στην Ε.Ε., σύμφωνα με τον Βουρτς, εδράζεται στην κακοποίηση των τριών πυλώνων αναγέννησης της Ε.Ε.: 1. του κοινωνικού (καταστολή κοινωνικού κράτους, αναστροφή προτεραιοτήτων, ταύτιση με τις πολιτικές λιτότητας και πολιτικές των Αγορών, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα των 80δις που κάθε μήνα δίνονται στις τράπεζες άνευ όρων), 2. του δημοκρατικού (πολιτικές επεμβάσεις της Τρόικας, παρακάμπτοντας εθνικά κοινοβούλια, διατήρηση της ίδιας πολιτικής, παρόλη τη διαδοχή κυβερνήσεων) και 3.του ηθικού (έλλειψη οράματος, απόλυτο ηθικό ναυάγιο που αποτυπώνεται στο προσφυγικό, ένα «όνειδος για την Ευρώπη»). Για την επανίδρυση της Ευρώπης, ο Βουρτς χαρακτηρίζει προτεραιότητες τη συνεργασία των λαών και την ισχύ των εθνικών κοινοβουλιών χωρίς επεμβάσεις από τις Βρυξέλλες και τις Αγορές.
Βρέθηκε στη χώρα μας τις μέρες που το Παρίσι βρισκόταν στο πόδι: «Κατανοώ την παρατήρηση του Μπαντιού ότι το κίνημα “Nuit Debut” δεν έχει πολιτική βάση, αλλά δεν υπάρχει καλύτερη ευκαιρία για να κερδίσουν οι πολίτες από ένα κίνημα», διατείνεται. «Τα κοινωνικά κινήματα αναπτερώνουν την ελπίδα του λαού». Φέρνει ως τρανταχτό παράδειγμα τη δεξιά κυβέρνηση Σιράκ που ενώ σχεδίαζε το 1995 να πλήξει τα δικαιώματα των δημόσιων υπαλλήλων, αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί. «Ξεκίνησε ένας κοινωνικός αγώνας. Η αρχική στάση της κυβέρνησης ήταν “Δεν αλλάζουμε τίποτα”. Στο τέλος, επειδή η κοινωνική αντίδραση δεν υποχωρούσε, όχι μόνο αναγκάστηκε η κυβέρνηση να αναδιπλωθεί, αλλά παραιτήθηκε κι ο πρωθυπουργός».
Λόγω των συνεχιζόμενων απεργιών, επί 3 βδομάδες, επικρατούσε χάος στους παρισινούς δρόμους. «Αντί όμως οι πολίτες να δυσανασχετούν, υπήρξε μια πραγματική μεταστροφή του κόσμου. Η κυβέρνηση είχε χάσει. Άρα το κοινωνικό κίνημα μπορεί να πολιτικοποιηθεί, μπορεί να ανοίξει ένα παράθυρο ελπίδας. Θα ήμουνα με άλλα λόγια, λιγότερο ριζοσπάστης από τον Μπαντιού». Παραδόξως, προσφάτως πολλοί σοσιαλιστές, ακόμη και υπουργοί του Ολάντ, τάχθηκαν υπέρ της αποκατάστασης των κλαδικών συμβάσεων: «Ο Βαλς είπε “δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξουμε κάτι”. Ο κόσμος όμως απαντά “φτάνει πια, δεν πάει άλλο”».
Ο Francis Wurtz στην ομιλία του στην Αθήνα υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ότι “στην καρδιά της ευρωπαϊκής κρίσης βρίσκεται η δυσπιστία απέναντι στο ίδιο το ευρωπαϊκό μοντέλο”.
Η αρχή έγινε από τους νέους, όχι από τα συνδικάτα, διευκρινίζει ο Βουρτς. «Τα συνδικάτα ήταν αντίθετα εξαρχής. Υπάρχει όμως ένα δυναμικό φοιτητικό κίνημα, το οποίο τρομάζει την κυβέρνηση. Και επί Σιράκ επιχειρήθηκε να περάσει ένα αντεργατικός νόμος σε βάρος των νέων. Οι νέοι ξεσηκώθηκαν. Και η κυβέρνηση αναγκάστηκε να ακυρώσει το νόμο που είχε ψηφίσει. Σήμερα φοβούνται ότι αυτό μπορεί να επαναληφθεί». Τα συνδικάτα παραμένουν διαιρεμένα. «Το CGT είναι η αιχμή του δόρατος του αγώνα κατά του νέου εργασιακού νόμου. Μαζί του έχει συμμαχήσει το αντικομμουνιστικό FO. Είναι εντυπωσιακό το ότι αυτοί οι δυο ιδεολογικοί εχθροί σήμερα είναι σύμμαχοι».
Ο συνομιλητής μας δίνει μεγάλο βάρος και στην κοινή γνώμη: «Η κοινή γνώμη υποστηρίζει το κίνημα , άλλοτε σε ποσοστό 60%, άλλοτε 48%, ενώ ο ρόλος των ΜΜΕ είναι τρομερός: προσπαθούν να στρέψουν τους οδηγούς κατά των απεργών που μπλοκάρουν τους δρόμους. Δεν ξέρουμε πού θα οδηγήσει αυτή η αντίδραση. Μπορεί να έχει θετική έκβαση μπορεί να αποτύχει. Όποτε όμως γίνονται κοινωνικοί αγώνες εξαφανίζεται απ’το προσκήνιο η Ακροδεξιά».
Μια άγνωστη πτυχή από το ταραχώδες γαλλικό πολιτικό σκηνικό είναι το ότι μέλη του ΚΚ προσπάθησαν, στον αγώνα κατά του νόμου για τα Εργασιακά, να κερδίσουν τη στήριξη των σοσιαλιστών, ώστε να καταθέσουν πρόταση μομφής στην κυβέρνηση. «Χρειάζονταν 60 βουλευτές, τελικά συγκεντρώθηκαν 58. Είναι όμως η πρώτη φορά που τόσοι σοσιαλιστές βουλευτές δέχτηκαν να στραφούν κατά της δικής τους κυβέρνησης. Βλέπουμε δηλαδή την αδυναμία της κυβέρνησης».
Παραδέχεται ωστόσο ότι και η γαλλική κοινωνία είναι «πολιτικά αδύναμη»:« Δεν υπάρχει καμία αριστερή προοπτική. Ζούμε μια κακή πολιτική κατάσταση στην Αριστερά. Εχει υποχωρήσει δραματικά η πολιτική συνείδηση. Η κυβέρνηση του Φρανσουά Ολάντ ακρωτηρίασε κάθε ελπίδα. Αντιμετωπίζεται ως προδοσία για την Αριστερά. Και η τεράστια απογοήτευση ευνοεί δυο πράγματα: είτε να ενδώσει, να υποχωρήσει και να αναδιπλωθεί κανείς, είτε να στραφεί στην Ακροδεξιά και στο λαϊκισμό».
Ο Ολάντ σχεδιάζει να ξαναβάλει υποψηφιότητα για την προεδρία: «Αν κατεβεί θα χάσει από τον πρώτο γύρο», προβλέπει ο Φράνσις Βούρτς, διατυπώνοντας το πλέον απαισιόδοξο σενάριο: «Ο δεύτερος γύρος θα είναι τότε η αναμέτρηση μεταξύ της Δεξιάς και της άκρας Δεξιάς»¨.
Στο δεξιό μπλοκ ο Αλέν Ζιπέ φαίνεται πως κερδίζει έδαφος έναντι του Νικολά Σαρκοζί. «Ο Σαρκοζί είναι τρελός! Με τον Σαρκοζί όλα είναι πιθανά. Το βασικό ωστόσο πρόβλημα, αν τίποτα δεν αλλάξει στους προσεχείς 3-4 μήνες, είναι ότι στις επόμενες προεδρικές η αναμέτρηση, όπως σας είπα, θα είναι μεταξύ δεξιάς και ακροδεξιάς».
Είναι ο λόγος που το ΚΚ μαζί με πολλούς Σοσιαλιστές και τους Πράσινους επιχείρησαν να επιτύχουν την πραγματοποίηση προκριματικών εκλογών για την ανάδειξη κοινού υποψήφιου εξ αριστερών κατά της κυβέρνησης. «Δεν είναι οι προκριματικές στην κουλτούρας μας, όπως στις ΗΠΑ, αλλά η κατάσταση είναι εκρηκτική και επικίνδυνη. Πρέπει να βρεθεί λύση. Οι σοσιαλιστές διστάζουν». Υπάρχει κι άλλο εμπόδιο:«Η υποψηφιότητα του ανεξάρτητου Ζαν-Λυκ Μελανσόν. Έχει απήχηση στην κοινωνία και με το μέρος του όλα τα media. Επομένως, η μοναδική ελπίδα μας είναι οι κοινωνικές κινητοποιήσεις».
Του αναφέρω ότι ο Αλαιν Μπαντιού υποστηρίζει πως ο Τσίπρας αρνήθηκε να γίνει ήρωας, ενώ του δόθηκε η δυνατότητα. «Εγώ κατανοώ τη στρατηγική του Τσίπρα», με αιφνιδιάζει. «Ξέρω την πολιτική φύση της ευρωπαϊκής ηγεσίας. Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένας εφιάλτης για την ΕΕ. Το λογικό ήταν είτε να αναγκάσουν την ελληνική κυβέρνηση να αποδεχτεί τις επιταγές των Βρυξελλών είτε να την οδηγήσουν σε παραίτηση. Θα ήταν μεγάλη καταστροφή αν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε παραιτηθεί. Μπορω να καταλάβω ότι η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη για τον Τσίπρα, γιατί οι πολίτες υποφέρουν και ένα μέρος από αυτούς δεν κατανοεί πώς ενώ είχε υποσχεθεί μέτρα κατά της λιτότητας τώρα επιβάλλει νέο Μνημόνιο. Αν επιτύχει όμως μια ελάφρυνση του χρέους ίσως οι Ελληνες δουν ότι είναι καλύτερα να έχουν τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση παρά τη Δεξιά. Και όχι μόνο αυτό. Η κρίση χωρίς την Αριστερά στην εξουσία πιθανώς να ωφελήσει την Ακροδεξιά. Ο Τσίπρας δεν είναι προδότης. Ο μοναδικός υπεύθυνος για την κρίση είναι η Ευρωπαίοι. Οχι μόνο η Κομισιόν, αλλά όλοι οι ηγέτες των ευρωπαϊκών κρατών, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας».