Categories: ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Όλο αυτό που ζούμε ο Δημήτρης Πουλικάκος το λέει φαιδροτραγωδία. Ωιμέ!

Οι φρυκτωρίες ήταν ένα σύστημα συνεννόησης που πρώτη φορά ευρωπαϊκά και ίσως παγκοσμίως χρησιμοποιήθηκε στη Μινωική Κρήτη και η μεταβίβαση της πληροφορίας γινόταν με τη χρήση πυρσών κατά τη διάρκεια της νύχτας. Αυτά τα βρίσκει εύκολα κανείς στη Wikipedia. Εσύ τι είδους μήνυμα στέλνεις βάζοντας τη συγκεκριμένη λέξη στον τίτλο του βιβλίου σου;
Ήταν ένα σύστημα που χρησιμοποιούσαν για να επικοινωνούν από νησί σε νησί στο Αιγαίο, κάπως σαν τα σήματα καπνού των Ινδιάνων. Από τη μία η λέξη «Φρυκτωρίες» έχει να κάνει με την έννοια της συνεννόησης και το να ξέρεις κάποιους κώδικες. Από την άλλη στον τίτλο έχουμε και τη φράση «Πόσο ζουν οι μύγες». Δηλαδή ότι είναι όλα μάταια. Είκοσι μέρες μόνο ζουν οι μύγες.

Δηλαδή όντως πιστεύεις ότι όλα είναι μάταια;
Ε, λίγο πολύ, έτσι όπως τα ‘χουμε φτιάξει. Ο άνθρωπος είναι το μόνο ματαιόδοξο ζώο. Κανένα ζώο δεν βγαίνει για να σκοτώσει μόνο και μόνο για να σκοτώσει, και όχι δηλαδή για να φάει. Μόνο οι χιμπατζήδες το κάνουν, που είναι συγγενείς μας.

Τι θα διαβάσουμε λοιπόν στο βιβλίο;
Διάφορα κείμενα. Ορισμένα που είχαν δημοσιευτεί στο περιοδικό Πάλι που βγάζαμε κάποτε με τον Πητ Κουτρουμπούση, τον Νάνο Βαλαωρίτη, τον Ταχτσή, τον Γιώργο Μάκρη και άλλους. Θα έχει και ποιήματα, συνεντεύξεις, μεταφράσεις, και τραγουδάκια. Υλικό από το ’60 μέχρι πρότινος. Είναι σχεδόν άπαντα.

Γιατί αποφάσισες να το βγάλεις τώρα;
Έλα ντε. Μου το λέγανε καιρό, αντιστάθηκα, στο τέλος μου το φέρανε σχεδόν έτοιμο, τι να πω κι εγώ; Τα παιδιά των εκδόσεων Opportuna έκαναν τόση δουλειά.

Είναι το βιβλίο κάποιου είδους απολογισμός;
Όχι, δε λειτουργεί έτσι το μυαλό μου. Δεν τα μπορώ αυτά τα μεγαλόσχημα, όπως δε μπορώ κι αυτά του στιλ «η επιστροφή του τάδε στη δισκογραφία».

Θεωρείς ανώτερη τέχνη τη μουσική από το γράψιμο;
Έτσι μου φαίνεται. Η μουσική μπορεί να εκφράσει συναισθήματα πιο εύκολα, πιο απλά, πιο κατανοητά από οποιοδήποτε γραπτό. Είναι άμεση. Λέω καμιά φορά ότι άμα πάρεις ορεσίβιους βλάχους απ’ την Κίνα που παίζουν δική τους μουσική και τους πας στα Απαλάχια, μια χαρά θα συνεννοηθούν μέσω της μουσικής. Ο Αμερικάνος λέει “fuck you”, ο Εγγλέζος λέει “up yours mate”, ο Έλληνας λέει “άι γαμήσου”. Τα μυαλά των ανθρώπων είναι τα ίδια σε μεγάλο βαθμό. Επηρεάζονται και από τον περίγυρο, εννοείται, αλλά και πάλι, αν βάλεις έναν πολιτισμένο άνθρωπο στη θέση ενός μη πολιτισμένου, με τον ίδιο τρόπο θα αντιδράσουν σε κάτι δύσκολο που θα συμβεί στο περιβάλλον τους. Ο άνθρωπος ενσωματώνεται όπου κι αν τον βάλεις.

Εσύ ενσωματώθηκες σε όλους τους τόπους που κατά καιρούς έζησες; Δεν ένιωσες ποτέ τουρίστας;
Τουρίστας δε νιώθω ποτέ και πουθενά. Δεν μου αρέσει η έννοια του τουρίστα. Ταξιδιώτης ναι, επισκέπτης ναι, τουρίστας όχι.

«Η συμπεριφορά του κράτους και των δυνάμεών του σήμερα είναι χουντικής φύσεως. Έχουν ξεσαλώσει. Επειδή δεν στέλνουν τον κόσμο εξορία; Για περίμενε λιγάκι, ποτέ δεν ξέρεις.»

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είσαι παρών, στα πράγματα, που λένε, εδώ και δεκαετίες.
Ναι, παρών, εδώ είμαι, ζω και παρατηρώ.

Εννοώ καλλιτεχνικά και ως δημόσιο πρόσωπο. Με αφορμή το βιβλίο μπήκες στη διαδικασία μιας κάποιου τύπου ανασκόπησης της ζωής σου;
Όχι επί τούτου. Άλλωστε ανασκόπηση της ζωής μου μπορεί να τύχει να κάνω και μέσα στη μέρα, όπως όλοι μας. Κάποια στιγμή μπορεί να σκεφτούμε πράγματα από τα παλιά.

Όποτε σου συμβαίνει αυτό, αντιμετωπίζεις το παρελθόν με συγκατάβαση ή μέσα από κάποιο άλλο πρίσμα;
Δεν είμαι τόσο αναλυτικός τύπος. Μου αρέσουν τα πράγματα όταν είναι λιτά, χωρίς πολλά φρου φρου. Δεν κάθομαι να ασχοληθώ με ψυχολογικά ζητήματα. Εξάλλου, ξέρουμε τι είναι η ψυχή; Όχι. Άρα τι να ψάξουμε; Αυτός που υποτίθεται ότι ήρθε πιο κοντά στον ορισμό ήταν ο Αριστοτέλης, ο οποίος όμως μας έχει γαμήσει, γιατί είναι ταμάμ με αυτή την καλβινιστική, προτεσταντική θεώρηση των πραγμάτων που έχουν οι Ευρωπαίοι που μας τυραννούν αυτή τη στιγμή. Κάνουν, βέβαια, ό,τι κάνουν, επειδή μπορούν. Αυτό ισχύει γενικά. Όλοι οι άνθρωποι έχουν μια αίσθηση μέχρι πού τους παίρνει. Υπάρχουν βέβαια και οι θρασύτεροι. Και οι ακόμη θρασύτεροι. Χωρίζω τους ανθρώπους σε τρεις βασικές κατηγορίες: είναι αυτοί που ζουν στον κόσμο τους, αυτοί που ζουν στην κοσμάρα τους, και αυτοί που ζουν στην καρακοσμάρα τους. Είναι βλαμμένο ον ο άνθρωπος.

Εσύ πού ζεις;
Στον κόσμο μου, όπως οι περισσότεροι. Ειδικά σε αυτές τις δουλειές, ας τις πούμε τέχνες, πρέπει να έχεις το ψώνιο μεν, αλλά να μην είσαι ψώνιο. Το βλέπουμε όλοι πόσο γρήγορα μπορεί να καβαλήσει κάποιος το καλάμι στην καλλιτεχνία. Αλλά και στην πολιτική. Και αυτομάτως γίνεται γραφικός. Ή σε κάνουν να φαίνεσαι γραφικός. Είναι δύσκολο να κρατηθείς, ειδικά αν έχεις κάποιες απόψεις πιο ρηξικέλευθες, πιο ριζοσπαστικές. Ή αν σε μεταχειρίζονται με ένα γκεμπελικό τρόπο. Αυτή τη στιγμή, ας πούμε, η Αριστερά έτσι την έχει πατήσει. Διότι η άλλη πλευρά χτυπάει στο θυμικό των ανθρώπων. Όχι ότι θέλω να χωρίσω τους ανθρώπους σε αριστερούς και δεξιούς ντε και καλά. Πιο πολύ τους χωρίζω σε ανεκτικούς και μη ανεκτικούς. Η ανεκτικότητα είναι σε ύφεση, γιατί οι μη ανεκτικοί χτυπάνε στο θυμικό, όπως γίνεται με τη Μακεδονία, με το μεταναστευτικό, με τους «μπαχαλάκηδες». Λες και υπάρχει μεγαλύτερος «μπαχαλάκιας» από το κράτος. Δεν ξέρεις, δηλαδή, κύριε ότι αν υπάρξει δράση, θα υπάρξει και αντίδραση; Είναι φυσικός νόμος. Δες όλα αυτά που γίνονται το τελευταίο διάστημα. Ένας βλαξ, ο Χρυσοχοϊδης, άνοιξε τον ασκό του Αιόλου.

Πιστεύεις ότι η πραγματικότητα γίνεται ολοένα και πιο νοσηρή;
Κύκλους κάνουν αυτά. Γιατί η μάζα των ανθρώπων δεν μαθαίνει, δεν ξυπνάει.

Οπότε σε τι μπορούμε να…
…ελπίζουμε; Στην ατομική σωτηρία. Χωρίς βέβαια να βλάψεις τον άλλο. Δηλαδή ο σώζων εαυτόν σωθήτω, αλλά να μην πνίξεις άλλους για να σωθείς εσύ. Το παμφάγο σύστημα κάτω από του οποίου τη μπότα ζούμε, δεν υπολογίζει τίποτα. Όλα μεταφράζονται πλέον σε ευρώπουλα. Αυτά που κουβαλάς εσύ κι εγώ, δεν αξίζουν τίποτα, ούτε το χαρτί που είναι τυπωμένα. Το κυρίως χρήμα είναι στον αέρα. Κι ελέγχεσαι από αυτό, σου είναι απαραίτητο. Αλλά πόσο χρήμα χρειάζεσαι; Εκεί είναι το θέμα. Να υπάρχει μία ισορροπία, που φυσικά δεν υπάρχει. Είναι μια απάτη που συμμετέχουμε όλοι ως καταναλωτές, αν θες, παίρνοντας ό,τι μας πουλάει η διαφήμιση. Η οποία είναι απάτη, αλλά σικ, σου την πλασάρουνε «γλυκά», όπως λέει κι ο Βορίδης.

Κι εσύ όμως πέρασες επαγγελματικά από το χώρο της διαφήμισης.
Βέβαια. Κι έμαθα πολλά. Όπως το να λέω όσο το δυνατόν περισσότερα πράγματα, με λιγότερα λόγια.

Θυμάσαι κάποιο συγκεκριμένο προϊόν που διαφήμισες;
Πολλά. Ήμουν διευθυντής δημιουργικού σε μία από τις μεγαλύτερες διαφημιστικές εταιρίες. Άντεξα ενάμιση χρόνο. Δούλευα 18 ώρες το 24ωρο. Δεν άντεχα περισσότερο, αν και έβγαλα καλά λεφτά. Δεν είμαι όμως άνθρωπος που τον νοιάζει η αποταμίευση. Σε όλη μου τη ζωή, χαλάω ό,τι έχω, είτε μόνος είτε με παρέα. Το χρήμα είναι για να γυρίζει. Εξάλλου δε σημαίνει τίποτα το χρήμα. Είναι μία αναγκαία σύμβαση στην οποία έχουμε δώσει πολύ μεγαλύτερη σημασία απ’ όσο θα έπρεπε. Δηλαδή εμείς εδώ ζούμε σε μια χώρα που είναι παράδεισος και την κάνουμε κόλαση μόνοι μας. Το λέω και το ξαναλέω. Ακόμη και με δικό μας νόμισμα, θα τη βγάζαμε σαν άνθρωποι αν συνηθίζαμε σε ένα λιτό βίο.

Το να τη βγάζεις σαν άνθρωπος, όμως, μπορεί να είναι διαφορετικό για μένα και για σένα.
Το θέμα είναι να ζεις σαν άνθρωπος και όχι σαν «άνθρωπος».

«Η μεγαλύτερη παθογένειά μας είναι η μαλακία. Πνευματική και σωματική. Είμαστε άσσοι σε αυτό. Κατέχουμε όλα τα ρεκόρ, πρηνηδόν, επί κινητού στόχου, τα πάντα. Η οποία εντείνεται γιατί τώρα βρισκόμαστε σε μια περιδίνιση. Είναι ντελιριακή η κατάσταση. Μετανοείτε κουφάλες. Πάνε αυτά που ξέρατε.»

Πίσω στο 2013 είχες μιλήσει ξανά στην Popaganda με αφορμή όσα είχες πει στον Μάκη Βορίδη στην εκπομπή του Γιάννη Πρετεντέρη. Πώς νιώθεις που σήμερα είναι υπουργός;
Το έβλεπα από τότε. Αυτό που δεν βλέπω είναι όταν μιλάει ο Βορίδης για μπαχαλάκηδες, να του πει κάποιος το εξής: μιλάνε όλοι, μιλάς κι εσύ που ορμούσες στους πολιτικούς σου αντιπάλους με το τσεκούρι; Είναι τσακάλι ο Βορίδης. Αλλά τότε που τον ρώτησα αν έχει μετά βδελυγμίας αποκηρύξει τις μέρες με το τσεκούρι, το έκανε γαργάρα, στεκόταν αμήχανος. Και σήμερα λέει ότι το ξύλο είναι στοιχείο αναγκαστικότητας. Γλυκά το λέει. Μ’ αρέσει που ήταν όλοι ευχαριστημένοι που δε μπήκε στη Βουλή η Χρυσή Αυγή. Λες και ο Βελόπουλος είναι κάτι άλλο. Κατ’ εμέ, που λέει ο λόγος, είναι χειρότερος από τη ΧΑ. Γιατί με τη ΧΑ τουλάχιστον ξέρεις με ποιους έχει να κάνεις. Περηφανεύονται οι μεγαλύτεροι ανθέλληνες για την ελληνικότητα τους. Κάθονται και λένε ότι είναι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, που καλά κουμάσια ήταν κι εκείνοι. Ναι, έχουμε μέσα μας τους αρχαίους, αλλά έχουμε και Αρβανίτες και Τούρκους και Βούλγαρους και Φράγκους και ό,τι θέλεις. Της Παναγιάς τα μάτια έχει το γονιδίωμά μας.

Δεν ανακουφίστηκες έστω και λίγο που δεν μπήκε η ΧΑ στη Βουλή;
Είναι υποκριτικά αυτά. Εντάξει, για τους τύπους είναι ωραίο που δε μπήκαν. Αλλά αυτοί βυσσοδομούν συνέχεια. Μην κοιτάς που κάνουν την πάπια τώρα. Κι έχεις την εισαγγελέα να λέει ότι μόνο ο Ρουπακιάς φταίει για τη δολοφονία του Φύσσα. Γάμησέ τα. Δεν υπάρχει σωτηρία. Ή, αν θέλεις να το πούμε σκωπτικά, ώσπου να δούμε τα καλύτερα, θα περάσουμε τα χειρότερα. Άμα είσαι τυχερός, στη διάρκεια της ζωής σου μπορεί να δεις και κάτι καλύτερο. Εγώ έπεσα στα χειρότερα τώρα, στην τρίτη ηλικία.

«Δεν υπάρχει άνθρωπος που κάπου να μη λαμβάνει υπ’ όψιν του τον περίγυρο. Από κει και πέρα, δεν κανονίζω τη ζωή μου σε σχέση με το τι λέει ο ένας κι ο άλλος. Είμαι ευγενικό παιδί, δεν είμαι αγενής. Κι ας βρίζω. Τους αγαπάω όλους και τους βρίζω έναν-έναν. Είμαι αυτός που είμαι.»

Δεν μπορεί να είναι χειρότερα τώρα σε σχέση με πριν από 40 χρόνια.
Κι όμως, χειρότερα είναι. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τότε ήταν πολύ καλύτερα. Σήμερα πάντως ζούμε σε μια κατάσταση χωρίς να ξέρουμε τι είμαστε. Είμαστε ανατολή, είμαστε δύση;

Εσύ τι λες;
Ανατολή. Άμα ταξιδέψεις στη Συρία ή στο Λίβανο και δεις πώς ζουν οι άνθρωποι εκεί, όπου δεν τους έχουν βομβαρδίσει δηλαδή, θα νομίζεις ότι είσαι στην Αθήνα. Οι ξένοι πώς νομίζεις ότι μας βλέπουν; Μας βλέπουν, όπως λέμε εμείς, σαν «σκούρους». Αν εξαιρέσεις το θρησκευτικό στοιχείο, δεν έχουμε καμία διαφορά από τους ανατολίτες γείτονές μας.

Δηλαδή τελούμε υπό άρνηση της πραγματικής μας ταυτότητας;
Όχι μόνο αυτό. Έχουμε κρατήσει τα χειρότερα από την ανατολή και παίρνουμε και τα χειρότερα, τα πιο επιπόλαια, τα πιο επιφανειακά από τη δύση. Είμαστε χαμένοι σε κάποιο limbo, σε μια ζώνη του λυκόφωτος.

Απαισιόδοξο σε ακούω.
Όχι, καθόλου.

Μα πού είναι η αισιοδοξία σε όλα αυτά που λες;
Κοίταξε, μπορώ να αισιοδοξώ για τον καθένα ξεχωριστά, όχι για όλους μαζί. Δεν πάει καλά το όλο πράγμα. Είμαι αισιόδοξος με πείρα, άρα λίγο απαισιόδοξος. Από τη φύση μου όμως είμαι αισιόδοξο άτομο, είμαι γελαστό παιδί, δεν βαρυγκομώ. Μου ανεβαίνει, βέβαια, το αίμα στο κεφάλι, οπότε βρίζω, γκρινιάζω αλλά τη μιζέρια δεν τη μπορώ. Η μιζέρια δεν είναι θέμα οικονομικής ευμάρειας. Έχω δει άσπιτους που ήταν περισσότερο άρχοντες από κάμποσους πλούσιους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πριν από πέντε-έξι χρόνια απορούσες που η Αριστερά δεν ήταν στο 50%.
Θα σου πω μια ιστορία. Όταν ήμουν 8 χρόνων, πήγα σε μια περιοδεία του μπάρμπα μου, του Παναγιωτάκη του Κανελλόπουλου, του οποίου σύζυγος ήταν η αδερφή του πατέρα μου, Νίτσα. Η θεία Νίτσα. Εκεί μου έλυσε μια απορία κι από τότε έχω πλήρη συνείδηση του τι γίνεται σε όλα αυτά. Κοίταξε να δεις, μου λέει, πώς ψηφίζει ο κόσμος. Άμα πας στην επαρχία με ένα παλιό αυτοκινητάκι, σαν κανονικός άνθρωπος, θα πουν όσοι κάθονται στα καφενεία: αυτός θα λύσει τα προβλήματα μας, που δεν έχει δεύτερο βρακί να βάλει; Άμα νοικιάσεις μια λιμουζίνα και βάλεις δυο ξαδέρφια με κοστούμι να σου ανοίγουν την πόρτα, οι χωριανοί θα πουν ότι είσαι ο άνθρωπος τους. Δυστυχώς έτσι σκέφτεται ο άνθρωπος. Κι έχουμε το οξύμωρο οι φτωχοί να ψηφίζουν Δεξιά. Είναι η νοοτροπία του ραγιά, του υποταγμένου ανθρώπου.

Εσύ τι κρατάς από την περιβόητη «πρώτη φορά αριστερά» κυβέρνηση;
Ήταν όντως αριστερά; Στα χαρτιά μπορεί. Αλλά δε μπορώ να σκέφτομαι έτσι. Εντάξει, προφανώς το μη χείρον, όχι βέλτιστον, αλλά βέλτιον. Από την άλλη μεριά, είδες πού οδήγησαν. Άσε που σε εκείνες τις εκλογές του ’15 δεν είναι τόσο ότι κέρδισε ο Τσίπρας όσο ότι έχασε ο Σαμαράς, που τότε ήταν το πιο μισητό πρόσωπο ανά την επικράτεια. Ίσως ακόμη να είναι. Και σκέφτονται, λέει, να τον βάλουνε πρόεδρο της δημοκρατίας. Όμως δεν απογοητεύομαι. Γιατί δεν περιμένω τίποτα από κανέναν. Δεν έχω τέτοιες αυταπάτες. Είμαι αυτός που είμαι, ό,τι κάνω το κάνω μόνος μου. Σ’ όποιον αρέσω. Σ’ όποιον δεν αρέσω, στον γκιώνη μου, που λέει και η άλλη. Κάθε άνθρωπο κάποιοι τον συμπαθούν, κάποιοι δεν τον συμπαθούν. Κι άμα έχεις κάποια αναγνωρισιμότητα, που λένε, θα έχεις και fans θα έχεις κι άλλους που σε φτύνουν και σε βρίζουν.

Στον Τσίπρα τι θα έλεγες άμα τον έβλεπες στο δρόμο;
Ότι έκανε μεγάλη μαλάκια που δε γέμισε την Ευρώπη με κάνναβη. Θα μπορούσε να είχε σώσει την Ελλάδα οικονομικά και ανακουφιστικά. Ως ψυχαγωγική ουσία, τη φέρνεις στα μέτρα σου. Δεν είναι σαν την πρέζα ή την κόκα που σε κάνουν κάποια στιγμή να χάσεις τον έλεγχο και σε φέρνουν στα μέτρα τους. Άμα δεις έρευνες, σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού τη χρησιμοποιεί, λίγο ή πολύ. Μα υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει πιει έστω ένα τσιγαράκι στη ζωή του; Άσε που ειδικά τώρα που γίνεται τέτοια προσπάθεια να ελαττωθεί η χρήση του πλαστικού, θα μπορούσαμε πάρα πολλά προϊόντα να τα φτιάξουμε με κάνναβη. Επίσης στην Ελλάδα όπου και να φυτέψεις, φυτρώνει γαϊδουρινή. Είναι ευλογημένη η χώρα από αυτή την άποψη. Τι περιμένουμε; Τη Monsanto να πάρει τα δικαιώματα των σπόρων; Αντί να τολμήσουμε μόνοι μας. Έχεις ένα προϊόν που πραγματικά θα σε βοηθήσει να ανακάμψεις οικονομικά και δεν το εκμεταλλεύεσαι. Γιατί; Αφού ό,τι φτιάχνεται από πλαστικό, μπορεί να φτιαχτεί από κάνναβη. Καλαμάκια, κυπελάκια, σκεύη, έπιπλα, μέχρι και καρότσες αυτοκινήτων φτιάχνονται σήμερα από κάνναβη. Ειδικά στις μέρες μας που οι «Ευρωπαίοι» σιγά σιγά απαγορεύουν τη χρήση διαφόρων πλαστικών ειδών, αρχίζοντας από τις πλαστικές σακούλες, τα καλαμάκια και τα ποτηράκια, η κάνναβη θα μπορούσε να είναι πανάκεια για την ελληνική οικονομία, και ως εκ τούτου και η ψυχολογική ανάταση λόγω της καλυτέρευσης της οικονομικής κατάστασης του λαού.

«Δε μ’ αρέσει να τσουβαλιάζω τους ανθρώπους. Αλλά να πας να γίνεις μπάτσος, ρε παιδί μου; Καμιά άλλη δουλειά δε μπορούσες να βρεις; Γιατί κι εσύ θύμα είσαι στην ουσία, χωρίς να το καταλαβαίνεις. Αισθάνεσαι ότι είσαι το μακρύτερο χέρι του κράτους, αλλά στην ουσία σε πληρώνουν για να σε βαράνε και να βαράς. Αυτή η δουλειά είναι ντροπή.»

Οσοι ασχολούνται με τη βιομηχανική και φαρμακευτική κάνναβη θα είναι αρκετά happy με την κυβέρνηση της ΝΔ, είπε πρόσφατα ο Μάκης Βορίδης.
Νομίζεις ότι είναι βλάκας ο Βορίδης; Καθόλου βλάκας δεν είναι. Είναι και πονηρός και διαβασμένος και ξέρει πολύ καλά τη γκεμπελικού τύπου προπαγάνδα. Ενώ στην επίσημη αριστερά έχουν ένα πρόβλημα ως προς αυτό. Όχι όλοι βέβαια. Αλλά πρέπει κάπως η κουβέντα να ξεφύγει από τα του εμφυλίου. Ζούμε σε άλλες μέρες. Να κοιτάξουμε λίγο μπροστά.

Κι αν ο Τσίπρας γύριζε και σου έλεγε ότι δεν ήταν ακόμη πρόσφορο το έδαφος για να κάνει την τομή που του ζητάς, τι θα του έλεγες;
Ας πρόσεχες. Ή ότι όποιος δεν έχει μυαλό, έχει πόδια.

Στον Κυριάκο Μητσοτάκη τι θα έλεγες;
Άσε μας ρε Κούλη. Τι να του πεις του Μητσοτάκη; Καταλαβαίνει; Ούτε για ανέκδοτα δεν είναι. Ο πατέρας του μπορεί να ήταν λαμόγιο, αλλά είχε ενδιαφέρον, ήταν έξυπνος, διάολος. Αυτός είναι σαν κόμικ, σαν χαρακτήρας που βλέπουμε στο Λούκι Λουκ ή στο Κοκομπίλ – αυτό περισσότερο γιατί είναι πιο σουρεάλ. Πολλά χρόνια είχε να βγει τέτοιο κελεπούρι για τους γελοιογράφους και τους σκωπτικούς τύπους. Και μην κοιτάς αυτό που γίνεται στα μίντια. Αφού δικά τους είναι. Λες και δεν ξέρουμε ότι επί δεκαετίες ειδικά η τηλεόραση δημιουργεί νοοτροπίες και τρόπους σκέψης. Έχεις την κυρά-Τατιάνα ή οι ηλίθιες με τη Ζήνα να σου κάνουν αναλύσεις κοινωνιολογικής φύσεως και να σου κάνουν ηθικοπλαστικά μαθήματα. Από πού κι ως πού; Θα μου πεις, γιατί δεν την κλείνεις; Ας μη γελιόμαστε, η τηλεόραση είναι πάντα εκεί σε ένα σπίτι και εκμπέμπει 24 ώρες το 24ωρο προβάλλοντας την αισθητική και την καφρίλα του κάθε αγράμματου, καριόλη εφοπλιστή ή μεγαλοεπιχειρηματία και οι πληροφορίες που παίρνεις εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από αυτή. Άσε που λειτουργεί σαν νταντά, έχει μεγαλώσει τέσσερις γενιές μέχρι τώρα. Και τα βλέπουμε τα αποτελέσματα.

Τα νέα παιδιά μεγαλώνουν κυρίως με τα social media.
Απ’ τη Σκύλλα στη Χάρυβδη.

Είσαι όμως ενεργός στο facebook, διαρκώς ποστάρεις.
Παίζουμε κι εμείς, σαν παιδάκια. Δεν είμαι και σε κατάσταση να βγαίνω και να τρέχω από ‘δω κι από ‘κει, όπως έκανα μικρότερος. Κάθομαι στο σπίτι, δουλεύω, παίζω μουσική, θα μπω και στο Facebook να χαζέψω.

Σου την πέφτουν για αυτά που γράφεις;
Συνήθως όχι. Δεν είμαι εύκολος αντίπαλος. Απλώς έχω κάποιους αντι-φανς που συνήθως μου εύχονται να ψοφήσω από καρκίνο και διάφορα τέτοια όμορφα.

«Ως κοινωνία σήμερα είμαστε ξενοφοβική, σεξιστική, ρατσιστική. Κάφροι. Το τι σκατά είμαστε φάνηκε από το μακεδονικό και το μεταναστευτικό. Υπάρχει βέβαια και η αλληλεγγύη, όμως χάνεται μέσα στο γενικότερο αλαλούμ και στον ιδεολογικό βομβαρδισμό που δεχόμαστε από τα ΜΜΕ. Από αυτή την άποψη οι δημοσιογράφοι είστε πιο μεγάλες κουφάλες από τους πολιτικούς. Και ακόμη πιο μεγάλες κουφάλες είναι οι τραπεζικοί, που λειτουργούν στην αφάνεια.»

Ποιο είναι το πιο περίεργο πράγμα που σου έχουν πει στα social media;
Έχουν πλάκα τα σχόλια στο youtube, κάτω από τα τραγούδια μου. Είναι μια ομάδα από «εκείνη» την πλευρά που με παρακολουθεί. Από τότε που έπαιξα σε μια συναυλία για τους Παλαιστίνιους πριν από λίγα χρόνια, μαζεύονται και μου γράφουν: «ο γεροπρεζέμπορας δολοφόνος», «η πουστάρα ο τζιχαντιστής ο Πουλικάκος» και άλλα τέτοια χαριτωμένα.

Τέτοια σχόλια δεν σε αγγίζουν καθόλου;
Είναι πιο διασκεδαστικά από τα σχόλια υπέρ, που σε λένε θεούλη κλπ. Βέβαια υπάρχει ένα θέμα όταν εύχεσαι στον άλλο να ψοφήσει από καρκίνο. Είναι νοσηρό φαινόμενο. Αλλά γελάω, τι άλλο να κάνω. Δε μπορώ να τα πάρω στα σοβαρά. Μπορώ να πω ότι διασκεδάζω.

Έχοντας ζήσει σε πραγματικό χρόνο τη Χούντα, πώς νιώθεις τα τελευταία χρόνια που τόσος κόσμος χρησιμοποιεί με ευκολία τη συγκεκριμένη λέξη; Διότι δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι τελικά το μόνο που επιτυγχάνεται είναι να μειωθεί το ιστορικό ειδικό βάρος εκείνης της μαύρης περιόδου για τη χώρα.
Εντάξει, θα παίζουμε με τις λέξεις; Σαν έκφραση έχει μείνει, τι να κάνουμε. Μα η συμπεριφορά του κράτους και των δυνάμεών του σήμερα είναι χουντικής φύσεως. Έχουν ξεσαλώσει. Επειδή δεν στέλνουν τον κόσμο εξορία; Για περίμενε λιγάκι, ποτέ δεν ξέρεις. Μην κοιτάς που ο κόσμος σε μεγάλο βαθμό τα αποδέχεται όλα αυτά. Όπως σου είπα, η γκεμπελική προπαγάνδα χτυπάει στο θυμικό. Ο άνθρωπος όταν βρίσκεται σε δύσκολη θέση κλείνεται περισσότερο στον εαυτό του. Σου λέει μόνο εγώ μετράω, οι άλλοι να πάνε να γαμηθούν. Άσε που αν είσαι σπίτι σου και δεν πολυβγαίνεις, βλέποντας τηλεόραση νομίζεις ότι έξω γίνεται πόλεμος, ότι άμα βγεις έξω από το σπίτι σου, θα σε ληστέψουν, θα σε γαμήσουν και θα σε σκοτώσουν ή και τα τρία μαζί! Είπαμε, οι άνθρωποι είμαστε ζώα. Πρόβατα. Βάλε και την εκκλησία που συνεχίζει να παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτή την κατάσταση. Ποιοι; Οι παπάδες που μιλάνε για την ελληνική επανάσταση ενώ ήταν οι πρώτοι που δεν τη θέλανε. Λες και δεν τα ξέρουμε.

Θα γίνει, λες, κάποτε ο διαχωρισμός κράτους-εκκλησίας;
Είναι δύσκολο. Καταρχήν η μισή Ελλάδα είναι ακόμη των παπάδων. Όπου κι αν πας, έχει πέντε-δέκα μοναστήρια. Είναι μεγάλη, υπολογίσιμη δύναμη. Μην κοιτάς που τώρα το παίζουν λάου λάου. Έτσι τους συμφέρει. Κι έχουν δυο τρεις ψυχανώμαλους σαν τον Αμβρόσιο να ουρλιάζουν.

«Η ανεκτικότητα είναι σε ύφεση, γιατί οι μη ανεκτικοί χτυπάνε στο θυμικό, όπως γίνεται με τη Μακεδονία, με το μεταναστευτικό, με τους “μπαχαλάκηδες”. Λες και υπάρχει μεγαλύτερος “μπαχαλάκιας” από το κράτος. Δεν ξέρεις, δηλαδή, κύριε ότι αν υπάρξει δράση, θα υπάρξει και αντίδραση; Είναι φυσικός νόμος. Δες όλα αυτά που γίνονται το τελευταίο διάστημα. Ένας βλαξ, ο Χρυσοχοϊδης, άνοιξε τον ασκό του Αιόλου.»

Εμένα μου αρέσει να λέω ότι ακόμη κι αν ο ρυθμός είναι δύο βήματα μπροστά, ένα βήμα πίσω, ο κόσμος τελικά πηγαίνει μπροστά. Συμφωνείς;
Μόνο υπό την έννοια ότι αφού ο χρόνος προχωράει, αναγκαστικά προχωράμε κι εμείς. Μέχρι να πεθάνεις δηλαδή, γιατί όπως είπε κι ο Λοβέρδος, οι συνταξιούχοι ζουν παραπάνω απ’ όσο πρέπει. Σου λέει εντάξει, δούλεψες 40 χρόνια, πήγαινε για ψάρεμα κάνα χρόνο να ξεκουραστείς, από κει και πέρα άντε γαμήσου, ψόφα.

Ως κοινωνία έχουμε προοδευτική ή συντηρητική ροπή;
Αυτή τη στιγμή έχει φανεί η συντηρητικότητά μας. Η πλάκα είναι ότι από γονείς ελευθεριακούς, χίπηδες ας πούμε, μπορεί να βγουν παιδιά συντηρητικά, ενώ από γονείς συντηρητικούς, πχ μπάτσους, μπορεί να βγουν παιδιά άναρχα ή ακόμη και παραβατικά. Αλλά ως κοινωνία σήμερα είμαστε ξενοφοβική, σεξιστική, ρατσιστική, ό,τι θέλεις. Κάφροι. Καφρίλα rules. Το λέω και το ξαναλέω. Το τι σκατά είμαστε φάνηκε από το μακεδονικό και το μεταναστευτικό. Υπάρχει βέβαια και η αλληλεγγύη, όμως χάνεται μέσα στο γενικότερο αλαλούμ και στον ιδεολογικό βομβαρδισμό που δεχόμαστε από τα ΜΜΕ. Από αυτή την άποψη οι δημοσιογράφοι είστε πιο μεγάλες κουφάλες από τους πολιτικούς. Και ακόμη πιο μεγάλες κουφάλες είναι οι τραπεζικοί, που λειτουργούν στην αφάνεια. Τον δημοσιογράφο και τον πολιτικό μπορείς να τον βρεις και να του πετάξεις ένα γιαουρτάκι. Τον τραπεζίτη πού θα τον βρεις; Αυτοί κάθονται στα γραφεία τους, ρουφάνε τις κόκες τους κι έχουν όλα τα κόμματα πιασμένα απ’ τ’ αρχίδια, αφού χρωστάνε της Παναγιάς τα μάτια.

Συμφωνείς με όσους υποστηρίζουν ότι η λύση σε αρκετά από τα προβλήματα της χώρας θα μπορούσε να έρθει μέσω της αποϊδεολογικοποίησης της πολιτικής; Να πάψει δηλαδή ο κόσμος να σκέφτεται με όρους Αριστεράς-Δεξιάς;
Αυτό είναι σοφιστεία. Πώς γίνεται; Αφού κάποια πράγματα είναι ταυτισμένα είτε με τη μία είτε με την άλλη πλευρά. Η κατάσταση βέβαια είναι θολή για τον περισσότερο κόσμο, ταυτίζουν την αριστερά με τον Τσίπρα ή τον Κουτσούμπα. Ή δεν ξέρουν ότι είναι άλλο πράγμα ο φιλελευθερισμός ως προς την οικονομία και άλλο ως προς τα κοινωνικά δικαιώματα.

Τα κοινωνικά δικαιώματα δεν θα έπρεπε να είναι, ο κόσμος να χαλάσει, το πρόταγμα στην ατζέντα της Αριστεράς;
Θα έπρεπε αλλά τίνι τρόπω; Ποιο είναι το αφήγημα, όπως λένε; Αυτή τη στιγμή η Αριστερά δεν έχει αφήγημα. Οι «από ‘κει» έχουν αφήγημα. Μπορεί να ‘ναι απεχθές, αλλά είναι ένα αφήγημα. Απλοϊκό, χτυπάει στο θυμικό και είναι αποτελεσματικό, όπως βλέπουμε. Ενώ ακόμη κι οι αναρχικοί είναι χωρισμένοι στα εξ ων συνετέθησαν, σε ομαδούλες, ψάχνονται ποιος θα είναι ο αρχηγός. Για μένα, για να είναι δίκαιη μια κοινωνία θα έπρεπε όλοι από τα 15 μέχρι τα 60 να κάνουν μια θητεία στα δημόσια έργα, να πας να σκάψεις δηλαδή. Όταν σκάβεις και ιδρώνεις και ιδρώνει κι ο διπλανός σου, δεν κοιτάς τι φοράει, αν είναι Παναθηναϊκός ή Ολυμπιακός, τι χρώμα έχει. Ο Έλληνας είναι περίεργο ον. Από τη μία γκρινιάζει αν χρειαστεί να σκάψει, αλλά αν μετά περάσει από εκεί που έγινε ο δρόμος με τα παιδιά του, θα παινευτεί ότι έβαλε κι αυτός το χεράκι του.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ποια είναι κατά τη γνώμη σου η μεγαλύτερη παθογένειά μας;
Η μαλακία. Πνευματική και σωματική. Είμαστε άσσοι σε αυτό. Κατέχουμε όλα τα ρεκόρ, πρηνηδόν, επί κινητού στόχου, τα πάντα. Η οποία εντείνεται γιατί τώρα βρισκόμαστε σε μια περιδίνιση. Είναι ντελιριακή η κατάσταση. Μετανοείτε κουφάλες. Πάνε αυτά που ξέρατε.

Δε σε πιάνει η ψυχή σου με την κατάσταση στα Εξάρχεια, όντας ενεργός κάτοικος της περιοχής, με συμμετοχές σε συναυλίες επί της πλατείας και όχι μόνο;
Ναι, ενεργούμαι κανονικά (γέλια). Φυσικά και με πιάνει η ψυχή μου. Επ αυτού γράφω το εξής: «Όσο οι εξουσίες σφίγγουν τα λουριά, τα ζωνάρια, τις λαιμαριές, τόσο οι λαοί, οι κοινωνίες, με εμπροσθοφυλακή -μπροστάρηδες- τη νεολαία, φυσικά, (που πληρώνει, συνήθως, ακόμα και με θανάτους, τα σπασμένα), πάντα θα προσπαθούν να τα ξεσφίξουν, να τα αποβάλλουν, ν’ απελευθερωθούν απο το ζυγό. Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται, χιλιάδες χρόνια τώρα, στην ιστορία της “ανθρωπότητας”. Και καλά Χριστούγεννα.» Στις τράπεζες λεφτά, στη νεολαία σφαίρες. Αλλά κάθε μέρα, όλο και κάποιο συνδικαλιστή της ΕΛΑΣ θα δεις να λέει τα δικά του στα κανάλια. Και τι δεν έχουν πει ο Μπαλάσκας, ο Μαυροειδάκος, ο Ντούμας, ο Πάκος και άλλα απ’ αυτά τα μοσχαρόπαιδα που καθημερινά παρελαύνουν κυρίως από τις ειδήσεις του ΣΚΑΪ και όχι μόνο. Και μετά τους βλέπεις για παράδειγμα εδώ στα Εξάρχεια, ακόμη και πάνω στην πλατεία που η κατάσταση είναι θλιμμένη -ή μάλλον όχι θλιμμένη, γιατί δε μου αρέσει η λέξη, αλλά σίγουρα γαμημένη- να τραβολογάνε ρημαγμένους ανθρώπους.

Από την άλλη κάνουν ανενόχλητοι οι πρεζέμποροι τη δουλειά τους υπό την προστασία τους. Έτσι όπως είναι τα ΜΑΤ γύρω από την πλατεία, είναι σαν να προστατεύουν το εμπόριο. Σαν να τους προστατεύουν οι Μαύροι Πάνθηρες του Χρυσοχοϊδη. Τρομάρα του, ακούς εκεί Μαύροι Πάνθηρες. Δε ντρέπονται, ρε πούστη μου; Βέβαια στις ειδήσεις ακούς άλλα. Και βέβαια ο κόσμος δεν είναι υποχρεωμένος να πάει να δει ο ίδιος τι συμβαίνει σε αυτή την αναξιοπαθούσα πλατεία. Η κατάσταση όμως χειροτερεύει, αυτό είναι σίγουρο. Μην ξεχνάς ότι σε λίγα χρόνια θα έχει και μετρό στα Εξάρχεια, οπότε θα γίνουν ριζικές αλλαγές. Βάλε και το real estate που δουλεύει υπογείως, για να ξεσπιτωθεί ο κόσμος, να τους πάρουνε τα σπίτια όσο όσο επειδή πέφτουν οι τιμές με τα επεισόδια κλπ, και ν’ αγοράσουν τα σπίτια τους διάφορα κινέζικα, τούρκικα και ελληνικά βέβαια συμφέροντα που αργότερα, με αφορμή και το σταθμό του μετρό, μπορεί να τους δεις να γκρεμίζουν ακόμη και τη μπλε πολυκατοικία, ένα από τα σύμβολα της πλατείας, για να φτιάξουν φερ ειπείν ένα “Athens Central Mall”, ελεγχόμενα περιβάλλοντα δηλαδή στα οποία αρέσκονται αυτά τα κουμάσια που μας κυβερνάνε.

Όταν βολτάρεις στη γειτονιά, τι σου λέει πιο συχνά ο κόσμος;
«Γεια σου Μήτσο». Έρχονται και λέμε καμιά μαλάκια για να περάσει η ώρα ή αν κάτσουμε να συζητήσουμε, λίγο πολύ τα ίδια λέω με όλους. Ότι σαν στρατός κατοχής είναι αυτή τη στιγμή οι μπάτσοι στα Εξάρχεια. Κι αλλού στο κέντρο. Πας να κάνεις τα ψώνια σου και τους βλέπεις οπλισμένους σαν αστακούς, όπως και στους τουριστικούς χώρους, Μοναστηράκι, Ακρόπολη κλπ. Γίναμε Ευρώπη.

Έχει τύχει να μιλήσεις μαζί τους;
Ναι, έχει τύχει. Επειδή ξέρουν ποιος είμαι, το ρίχνουν στο χιουμοριστικό.

Εσύ τους αντιμετωπίζεις με συμπάθεια;
Δε μ’ αρέσει να τσουβαλιάζω τους ανθρώπους. Αλλά να πας να γίνεις μπάτσος, ρε παιδί μου; Καμιά άλλη δουλειά δε μπορούσες να βρεις; Γιατί κι εσύ θύμα είσαι στην ουσία, χωρίς να το καταλαβαίνεις. Αισθάνεσαι ότι είσαι το μακρύτερο χέρι του κράτους, αλλά στην ουσία σε πληρώνουν για να σε βαράνε και να βαράς.

Άρα ακόμη και αν δεν τους συμπαθείς, τους αντιμετωπίζεις με κατανόηση;
Όχι, δεν υπάρχει κατανόηση σε αυτό. Αυτή η δουλειά είναι ντροπή. Κοίταξε, ο νόμος δεν επιβάλλεται διά της βίας. Ο νόμος επιβάλλεται όταν είναι δίκαιος. Πρέπει δηλαδή να έχει την έξωθεν καλή μαρτυρία. Σε όλο τον κόσμο οι λαοί είναι σε αναβρασμό κυρίως λόγω της διαφθοράς των εξουσιών, των κρατούντων. Οι νόμοι πρέπει να είναι λίγοι, σαφείς και απλοί. Όχι απλοϊκοί, υπάρχει μεγάλη διαφορά. Τέλος πάντων, γενικά η επωδός είναι γάμησέ τα. Ή ωιμέ.

Και τι κάνουμε;
Μαλακιζόμαστε.

Δηλαδή θα μαλακιζόμαστε μέχρι να έρθει η γλυκιά λύτρωση του θανάτου;
Έλα ντε. Δυστυχώς ή ευτυχώς γλιτώνουν όλοι. Ή δε γλιτώνει κανείς, εξαρτάται από το πώς το βλέπεις.

«Γάμησέ τα. Δεν υπάρχει σωτηρία. Ή, αν θέλεις να το πούμε σκωπτικά, ώσπου να δούμε τα καλύτερα, θα περάσουμε τα χειρότερα. Εγώ έπεσα στα χειρότερα τώρα, στην τρίτη ηλικία.»

Υπάρχει κάποιο ανώτερο νόημα σε όλο αυτό; Ή απλά γεννιόμαστε, μαλακιζόμαστε, όπως λες, και πεθαίνουμε;
Κάπως έτσι είναι, αν το δεις μακροσκοπικά.

Σε απασχολεί καθόλου η υστεροφημία σου;
Όχι. Θέλω να πιστεύω ότι είμαι αρκετά ελεύθερος άνθρωπος για να μη με απασχολούν τέτοια θέματα. Δε φοβάμαι. Άμα με ρωτήσεις κάτι, θα σου πω τη γνώμη μου όπως είναι, όπως βγαίνει από το μυαλό μου. Δεν θα κάτσω να υπολογίσω αν αυτό που θέλω να πω είναι πολιτικώς ορθό ή όχι.

Όλο αυτό είναι κάτι που κερδήθηκε με τα χρόνια ή το είχες από μικρό παιδί;
Όπως σκεφτόμουν 10-12 χρονών, λίγο πολύ έτσι σκέφτομαι και τώρα. Το μυαλό δεν αλλάζει. Δε γερνάει όπως το σώμα.

Υπάρχει κάποια παρεξήγηση για σένα που παραμένει άλυτη εδώ και πολλά χρόνια;
Σαν τι δηλαδή; Πες μου ένα παράδειγμα από σένα, να καταλάβω τι εννοείς.

Να νομίζουν, για παράδειγμα, κάποιοι ότι είσαι σνομπ ενώ εσύ νομίζεις ότι δεν είσαι.
Στον γκιώνη μου. Όποιος με ξέρει, ξέρει πως μιλάω το ίδιο με όλους και όλες, ανεξαρτήτως φυλής, θρησκεύματος και φύλου.

Άρα η γνώμη των άλλων για σένα δεν έχει σημασία;
Δεν υπάρχει άνθρωπος που κάπου να μη λαμβάνει υπ’ όψιν του τον περίγυρο. Από κει και πέρα, δεν κανονίζω τη ζωή μου σε σχέση με το τι λέει ο ένας κι ο άλλος. Είμαι ευγενικό παιδί, δεν είμαι αγενής. Κι ας βρίζω. Τους αγαπάω όλους και τους βρίζω έναν-έναν. Είμαι αυτός που είμαι.

Μιας κι εγώ είμαι 40 κι εσύ 77, θα μου πεις τι έχω να περιμένω μέχρι να φτάσω στα χρόνια σου;
Γύρω στα 60 θα αρχίσεις να υποψιάζεσαι τι πρόκειται να σου συμβεί, κυρίως σε ό,τι αφορά τη σωματική υγεία. Το μυαλό δεν αλλάζει, τις ίδιες μαλακίες που σκεφτόσουν στα 8, 10, 15, 18, θα σκέφτεσαι και στα 90. Αν όχι και χειρότερες. Ίσως να μη μπορείς να τις κάνεις, αλλά θα τις σκέφτεσαι. Από τα 70 κι ύστερα, αυτά που υποψιαζόσουν ότι θα σου συμβούν, αρχίζουν και σου συμβαίνουν. Δηλαδή πονάνε τα κοκαλάκια, τα ποδαράκια, το στήθος, τα ματάκια, τα αυτάκια… Ενώ το μυαλό παραμένει ίδιο, αν δεν πάθεις καμιά άνοια δηλαδή ή κάνα Αλτσχάιμερ. Κι αν πάθεις, στ’ αρχίδια σου, διότι δεν θα έχεις πλέον συναίσθηση της πραγματικής πραγματικότητας, σε αντιδιαστολή με την εικονική. Οι άλλοι θα έχουν πρόβλημα, όχι εσύ. Όπως κι όταν πεθάνεις, δεν θα έχεις εσύ πρόβλημα, οι γύρω σου θα το έχουν. Κυρίως λοιπόν έχεις να περιμένεις σωματικές αλλαγές. Και πνευματικές γίνονται αλλά είναι πιο υποδόριες. Η μνήμη αλλάζει. Δηλαδή όσο μεγαλώνεις, θυμάσαι καλά τα πιο παλιά, πολύ πίσω, ενώ τα ενδιάμεσα είναι πιο θολά. Και ξεχνάς πράγματα. Οι αποθηκευτικοί μηχανισμοί του εγκεφάλου ρουφάνε συνέχεια, αλλά συν τω χρόνω μπορεί να ξεχάσεις το όνομα ενός αγαπημένου ηθοποιού ή συμμαθητή. Κάπου υπάρχει η πληροφορία αλλά δε θα βγαίνει τη στιγμή που τη θέλεις. Θα τη θυμηθείς σε ανύποπτο χρόνο.

Κάθε που αλλάζει ο χρόνος, κάνεις resolutions;
Όχι. Δεν το έχω και πολύ με τις γιορτές, ειδικά με τα Χριστούγεννα. Εντάξει, το Πάσχα έχει πλάκα με τις σούβλες κι όλα αυτά. Αλλά τι να μου αρέσει στον Άι Βασίλη που μας τον φέρανε καπέλο για να πηγαίνουμε να ψωνίζουμε; Η υπερκατανάλωση είναι μεγάλο πρόβλημα, όλες αυτές οι ανάγκες που σού έχουν επιβληθεί χοντρά. Πάρε, πάρε, πάρε.

Εσύ δεν έπεσες ποτέ στην παγίδα του υπερκαταναλωτισμού;
Δε νομίζω. Εντάξει, όποτε είχα περισσότερα λεφτά, ξόδευα παραπάνω, αλλά όχι τίποτα τρελό.

Η μεγαλύτερη σπατάλη που έχεις κάνει στη ζωή σου;
Το ότι άρχισα κάποτε την πρέζα. Είναι μια ουσία που σε φέρνει στα μέτρα της. Σε αλλάζει σαν άνθρωπο. Κάποια στιγμή το βλέπεις και θες να γιατρευτείς, πράγμα που είναι δύσκολο. Αν και το χειρότερο με την πρέζα δεν είναι αυτό που σου κάνει ως ουσία – άλλωστε ως φάρμακο την είχαν βγάλει στην αρχή, διά πάσα νόσον και πάσαν μαλακίαν. Αυτό που σκοτώνει είναι το τράβηγμα για την πρέζα. Διαβρώνεται η κατάσταση σου. Θέλει δουλειά για να μπορέσεις να ισιώσεις. Εγώ πήγα στον ΟΚΑΝΑ. Και δεν έκανα παρασπονδία γιατί ντρεπόμουν για το τι θα έλεγα στους ψυχολόγους και τους κοινωνιολόγους σαν να ήμουν σχολιαρόπαιδο. Από συστολή, δηλαδή, κατάφερα και ξέμπλεξα στα γρήγορα, σε 6-8 μήνες. Είναι άλλοι που πάνε 15 χρόνια. Τους κατατρώει αυτό το πράγμα. Δεν θες να ξέρεις.

Να κλείσουμε με αυτό το μήνυμα; Τι λες;
OK. Κοίτα τώρα τι δείχνει τώρα η τηλεόραση. Ο Δράκος του Κομόντο είναι, λέει, η μεγαλύτερη σαύρα στον κόσμο. Ωραίος αλλά δηλητηριώδης…

Το βιβλίο «Φρυκτωρίες ή Πόσο ζουν οι μύγες» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Opportuna.
Θεοδόσης Μίχος

Ο Θεοδόσης Μίχος γεννήθηκε στον Βόλο το 1979. Ζει στο κέντρο της Αθήνας από το 1998. Εργάζεται ως δημοσιογράφος (είναι συνιδρυτής της Popaganda) και ραδιοφωνικός παραγωγός (καθημερινά 8-10πμ στον Best 92.6). Είναι συγγραφέας των βιβλίων Κράτα το σόου (2016) και Η Αλκμήνη και οι άλλοι (2020).