Δημήτρης Πουλικάκος: «Βία είναι η ίδια η ζωή»

Τα χιόνια που πέφτουν στη μικρή επίπεδη τηλεόραση θολώνουν ακόμη περισσότερο το βίντεο από τη διπλή δολοφονία στο Νέο Ηράκλειο που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΛΑΣ, αλλά ο Πουλικάκος πριν καν ολοκληρώσουμε τη χειραψία μας έχει ήδη στρέψει το βλέμμα του ξανά πάνω της. «Δείχνουν τίποτα καινούριο;» τον ρωτάω, παρόλο που ξέρω ότι ούτε καν θα λένε κάτι που δεν έχουν ήδη πει άλλες δέκα φορές στο συγκεκριμένο δελτίο ειδήσεων, που θα είναι σχεδόν ίδιο με αυτό που θα λένε και στα υπόλοιπα δελτία και όταν ο Πουλικάκος απαντάει «πρόκειται περί ηλιθίων» για μια στιγμή δεν καταλαβαίνω αν εννοεί αυτούς που προβάλλουν το βίντεο ως κακοσκηνοθετημένη τηλεοπτική λούπα ή αυτούς που προβάλλονται σε αυτό, ώσπου όταν σταματάει να βήχει ξαναλέει «πρέπει να είναι ηλίθιοι. Αν δεν είναι προβοκάτορες δηλαδή», οπότε υποθέτω ότι μάλλον εννοεί τους δολοφόνους.

Και κάπως έτσι καταλαβαίνω ότι η μεγάλη διαφορά σε σχέση με πέντε περίπου χρόνια νωρίτερα, οπότε και είχαμε περάσει μία ώρα μαζί καθισμένοι γύρω από ένα τραπέζι πάνω στην πλατεία Αμερικής, αν και ήταν χειμώνας ώστε να μπορούμε να καπνίζουμε, δεν είναι ότι τώρα θέλει να μιλήσει για τη ζωή του περισσότερο σε σχέση με τότε (δε θέλει), εφόσον όπως και τότε έτσι και τώρα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τον εαυτό του σαν τρένο που κινείται, οπότε έχει περισσότερο νόημα να κοιτάζει μπροστά και όχι πίσω. Θέλει όμως να μιλήσει για αυτό που πραγματικά τον απασχολεί, που δεν έχει μεγάλη διαφορά από αυτό που απασχολεί εμένα, εσένα και όλους όσους ξέρουμε.

Όχι όμως φορώντας τον ψευδεπίγραφο μανδύα του «πνευματικού ανθρώπου» που ολοένα και περισσότεροι «λίγοι» τον έχουν κάνει συγκυριακά δεύτερο δέρμα τους, αλλά με την πηγαία αντιφατικότητα ενός ανθρώπου αυθεντικού, πιθανότατα του πιο αυθεντικού της γενιάς του, που παρόλο που δε μπορεί να επιχειρηματολογήσει για τα πάντα με τεχνοκρατικούς όρους για να αποδείξει το ορθόν της γνώμης του (δεν είναι αυτό το ζητούμενο), τουλάχιστον μέχρι σήμερα έχει σταθεί απολύτως συνεπής απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό, όχι λόγω μίας συνειδητής θέσης που τον αποτρέπει από το να τραγουδήσει, ας πούμε, σε κακόγουστες φιέστες στο όποιο Ηρώδειο μπροστά από μεγάλες τούρτες μέσα από τις οποίες ξεπετάγονται τηλεοπτικές ενζενί μιας χρήσεως για να του ευχηθούν χρόνια πολλά, αλλά εξαιτίας μίας απρόσκοπτης φύσης που ακόμη και σήμερα, που έχει κλείσει τα 70, τον «ψυχαναγκάζει» να περιοδεύει ανά την Ελλάδα, στριμωγμένος σε ένα αυτοκίνητο μαζί με τα υπόλοιπα τέσσερα μέλη άλλης μίας νέας μπάντας του και τα όργανά τους, και να αυτοαναιρείται λέγοντας ότι «μπορώ να είμαι είμαι εξίσου κάφρος με οποιονδήποτε άλλο κάφρο. Μπορώ  να είμαι και πολιτισμένος. Δεν είμαι όμως κανένας διανοούμενος. Όχι όπως το εννοούν κάποιοι. Τι θα πει διανοούμενος; Και ο βλαξ διανοείται απλώς διανοείται βλακωδώς».

Τι δουλειά είχε ο Δημήτρης Πουλικάκος στην εκπομπή του Πρετεντέρη; Γιατί να μην πάω; Να το παίξω δηλαδή κι εγώ σαν τις κυρίες του ΣΥΡΙΖΑ που γυρίζουν την πλάτη στους χρυσαυγίτες, σε στιλ ότι και καλά δεν υπάρχουν; Το θεωρώ τραγικό λάθος.

Γιατί, πρέπει να έχουμε δηλαδή πάρε-δώσε ακόμη και με τους χρυσαυγίτες; Άλλο η συνδιαλλαγή και άλλο ο διάλογος. Γιατί να μη μιλήσεις; Με όλους θα μιλήσεις. Για να τους αποδομήσεις. Ακόμη και με τον Βορίδη. Ευχαριστήθηκα πολύ τη στιγμή που είδα τον Βορίδη, που συνήθως έχει αυτό το ειρωνικό χαμογελάκι, σε αμηχανία και τον Πρετεντέρη να αισθάνεται τόσο αθώος.

Θα πήγαινες ξανά αν σε καλούσαν; Γιατί όχι; Και με τον Μιχαλολιάκο θα μιλούσα. Τι δηλαδή, να τον φοβηθώ; Πριν από μερικά χρόνια που ορισμένοι μετανάστες σκότωσαν κάποιον για να του πάρουν την κάμερα, αν θυμάσαι, είχε κάθε μέρα συγκεντρώσεις των Χρυσαυγιτών σε εκείνο το σημείο. Πήγα λοιπόν μια μέρα και άρχισα να τους μιλάω. Στην αρχή ήθελαν να μας πλακώσουν. Μου λέει ένας “εσύ παίζεις για τους Αλβανούς, τους Αφγανούς, τους Πακιστανούς, τους Κούρδους”. Τον άφησα να τελειώσει και του είπα “εγώ δεν παίζω ούτε για Αλβανούς, ούτε για Πακιστανούς, ούτε καν για Έλληνες. Παίζω για ανθρώπους. Αν είσαι άνθρωπος πέρνα. Αν δεν είσαι, αϊ γαμήσου”.

Ήσουν δηλαδή εξαρχής υπέρ της άποψης να δοθεί βήμα στη Χρυσή Αυγή για να καταλάβουμε τι κουμάσια είναι; Γιατί όπως αποδείχθηκε, δε δούλεψε και πολύ αυτή η τακτική. Ναι, φυσικά να τους βγάλουμε στο φως, να μάθουμε ποιοί είναι. Όχι όμως σαν να κάνουν πασαρέλα. Έτσι όπως έγινε, ήταν φυσικό να ανεβάσουν τα ποσοστά τους, μέσα μάλιστα σε ένα περιβάλλον γενικής απαξίωσης του πολιτικού συστήματος. Και η Αριστερά, άλλωστε δε διαχειρίζεται καθόλου σωστά την όλη κατάσταση. Όσο δεν το παραδέχονται, όσο δεν κάνουν αυτοκριτική, τόσο το χειρότερο. Αυτή τη στιγμή, έτσι όπως είναι τα πράγματα, με μια ας πούμε καταδίκη σε θάνατο των περισσοτέρων κατοίκων μιας χώρας, η Αριστερά θα έπρεπε να είναι στο 50%. Τι φοβάται δηλαδή ο κόσμος; Μην τους πάρουν τα σπίτια οι κομμουνιστές; Τους τα παίρνουν ήδη οι καπιταλιστές.

Όσο βασανιστική κι αν είναι η πραγματικότητα, είναι πιο σίγουρη από το άγνωστο, από το να κάνεις το άλμα χωρίς να ξέρεις ακριβώς που πας. Η έννοια της ασφάλειας, όμως, δεν υφίσταται. Τι θα πει ασφάλεια; Είναι ένα παιχνίδι των εξουσιών.

Και γιατί δεν πιάνει αυτό το ποσοστό η Αριστερά; Έλα μου ντε. Ίσως να φταίει και ο γερασμένος της λόγος. Που είναι σαν να απευθύνεται στα καημένα τα γερόντια που περιμένουν. Τι να περιμένουν τα γερόντια; Το θέμα είναι τα νέα παιδιά. Οι παλιοί τουλάχιστον έχουν και καλές αναμνήσεις. Τα παιδιά τι αναμνήσεις θα έχουν; Τι νόημα έχει δηλαδή να πεις σε ένα παιδί “είσαι 20 χρονών και θα βρεις δουλειά μόνο μετά από 20 χρόνια”;. Θα γυρίσει να σου πει “στα 40 μου κύριε ποιός θα με πάρει στη δουλειά, για βλάκα με περνάς”;

Έχεις καταλήξει για το αν υπάρχει καλή και κακή βία; Έχουμε διαστρεβλώσει την έννοια της βίας. Βία είναι η ίδια η ζωή. Έρχεσαι στη ζωή με βίαιο τρόπο. Ανοίγεις τα μάτια σου με βία. Τι θα πει όμως καλή και κακή βία; Κακή βία είναι το να φτωχαίνεις σώνει και καλά σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ένα λαό που πήγαινε κάπως να ζήσει ανθρώπινα. Δηλαδή το να σου βάλουν μια λαιμαριά είναι βία. Το να προσπαθήσεις να τη βγάλεις αυτή τη λαιμαριά είναι πάλι βία; Είναι φυσικά, αλλά είναι άλλο το ένα, άλλο το άλλο. Και άλλο το “κάτσε κάτω να στη βάλω”, όπως λέγαμε στο σχολείο αφήνοντας σεξουαλικά υπονοούμενα.

Πώς και πού μπαίνει το όριο δηλαδή; Είναι θέμα νόμων; Είναι θέμα κοινωνικής αποδοχής; Καταρχήν, άλλο είναι ο εγκληματίας, άλλο είναι ο παράνομος. Γιατί υπάρχουν και νόμοι που είναι άδικοι άρα πρέπει να τους πολεμήσεις. Ο παράνομος δεν είναι σώνει και καλά εγκληματίας.

Ας δοκιμάσουμε μια γενίκευση. Οι Έλληνες τελικά είμαστε προοδευτικοί ή οπισθοδρομικοί με ακροδεξιά κατάλοιπα; Ο λαός είναι ζαλισμένος. Ο λαός τρέχει και δεν φτάνει προσπαθώντας να σώσει το σπίτι του, να πληρώσει το ρεύμα του, να συνέλθει από αυτό που του συμβαίνει. Το οποίο δεν πιστεύει ότι του συμβαίνει. Ακόμη δε μπορεί να το πιστέψει. Διότι είναι απίστευτο. Απίστευτο είναι βέβαια ότι τους ίδιους που μας έφτασαν εδώ και μας κατέστρεψαν πήγαμε και τους ξαναψηφίσαμε. Πολύ πιθανό να τους ξαναψηφίσουμε κιόλας. Μπορεί να ερμηνευθεί βέβαια αυτό. Όσο βασανιστική κι αν είναι η πραγματικότητα, είναι πιο σίγουρη από το άγνωστο, από το να κάνεις το άλμα χωρίς να ξέρεις ακριβώς που πας. Η έννοια της ασφάλειας, όμως, δεν υφίσταται. Τι θα πει ασφάλεια; Πας να περάσεις το δρόμο, δεν προσέχεις, σε χτυπάει αμάξι, πεθαίνεις. Πάνε όλα όσα προγραμμάτισες. Γι’ αυτό ξαναλέω, η έννοια της ασφάλειας είναι ανύπαρκτη. Είναι ένα παιχνίδι των εξουσιών.

 

Πιστεύεις κι εσύ αυτό που ακούγεται ολοένα και περισσότερο, ότι η αρχή των επτά κακών της μοίρας μας σήμερα έγινε τη δεκαετία του 80 με το ΠΑΣΟΚ; Όλα ξεκινάνε από την έλλειψη Παιδείας σε αυτή τη χώρα, από πολύ πιο παλιά. Δεν έχουμε καταφέρει ως νεοελληνικό κράτος, έθνος, όπως θες πες το, να αναπτύξουμε πολιτισμό. Κάποιες φωτεινές μονάδες υπάρχουν, αλλά μέχρι εκεί. Εδώ ακόμη πάει ο κόσμος και κάνει τάματα στις εκκλησίες. Κανονική ειδωλολατρία. Μέχρι και στο γήπεδο, όταν γίνεται αλλαγή, βγαίνει ο παίχτης και σταυροκοπιέται, μπαίνει ο άλλος και σταυροκοπιέται. Λες και θα τους βοηθήσει ένας καλός θεούλης να παίξουν καλή μπάλα.

Εσύ δεν έχεις πει ποτέ “παναγία μου σώσε με”; Kαμιά φορά κάθομαι και λέω “αχ Θεέ μου” αλλά είναι μια φράση εν τη ρύμη του λόγου. Να πιστέψω δηλαδή ότι θα μας βοηθήσει η Παναγιά, όπως λέει ο βλάκας ο Σαμαράς και ο Καρατζαφέρης;

Πως σου φαίνεται ότι εν έτει 2013 έχουμε ένα πρωθυπουργό που μιλάει για βοήθεια από το θεό; Είχαμε πολλούς πρωθυπουργούς που το είπαν αυτό και θα έχουμε κι άλλους. Φοβάμαι μην έρθουν και αριστεροί πρωθυπουργοί που θα λένε να μας βοηθήσει κι η Παναγιά.

Έχοντας ζήσει τη Χούντα, σε εκνευρίζει καθόλου όταν ακούς να λένε σήμερα ότι “η Χούντα δεν τελείωσε το 73”; Σήμερα είναι χειρότερα τα πράγματα. Η Χούντα ήταν φυσικά άθλια, αλλά τουλάχιστον ήξερες ότι είχες να κάνεις με καραβανάδες και κανόνιζες την πορεία σου.

Ναι, αλλά μπορεί να έβγαινες για να πας στο Κύτταρο και στη διαδρομή να έτρωγες ξύλο από την αστυνομία. Γιατί τώρα δεν πέφτει ματσούκι; Ακόμη και τους γέροντες βαράνε. Θυμάμαι όταν διαδηλώναμε εμείς πιτσιρικάδες 13, 14 χρονών για την Κύπρο, γύρω στο 1955, τα μπατσάκια μόνο το ροπαλάκι είχαν, παίρναμε κι εμείς κανα καδρόνι, εξισώνονταν τα πράγματα. Τώρα είναι σαν θωρακισμένα τάγματα. Τάγματα εφόδου. Γιατί τώρα έχουμε θεσμοθετημένη αστυνομοκρατία.

Αυτή τη στιγμή, έτσι όπως είναι τα πράγματα, με μια ας πούμε καταδίκη σε θάνατο των περισσοτέρων κατοίκων μιας χώρας, η Αριστερά θα έπρεπε να είναι στο 50%. Τι φοβάται δηλαδή ο κόσμος; Μην τους πάρουν τα σπίτια οι κομμουνιστές; Τους τα παίρνουν ήδη οι καπιταλιστές.

Εσύ πάντως δεν το βάζεις κάτω. Από συναυλία σε συναυλία πηγαίνεις. Ακούραστος. Η ψυχούλα μου το ξέρει. Πρόσεξε. Δε λέω “ο θεός κι η ψυχή μου”, λέω ψυχούλα σκέτο. Ο θεός δεν ξέρει τίποτα. Ή και αν ξέρει πρέπει να είναι πολύ πούστης για να αφήνει τον κόσμο έτσι. Πρέπει να είσαι πούστης, πολύ καριόλης για να έχεις αυτόν που τάχα μου δημιούργησες καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση σου, συνέχεια στο τράβηγμα, για να να προσπαθεί να σε πείσει ότι είναι καλός ώστε να περάσει μέσα από το μάτι της βελόνας και να μπει στον παράδεισο.

Δεν έχεις την παραμικρή μεταφυσική ανησυχία, περί παραδείσων, κολάσεων και τα ρέστα; Όχι. Ο θάνατος είναι το μόνο σίγουρο στη ζωή. Εάν ζεις το μόνο σίγουρο είναι ότι θα πεθάνεις. Όλα τα υπόλοιπα, για το τι υποτίθεται ότι συμβαίνει αφού πεθάνουμε, είναι σαχλαμάρες για να απαλύνεται η ανασφάλεια και η ματαιοδοξία του ανθρώπου, που θα ήθελε να είναι αθάνατος. Τώρα αν το πνεύμα είναι κάτι, μια μορφή ενέργειας που μετά θάνατον ξαναμπαίνει στη ροή με άλλες ενέργειες, έχει καμία σημασία;

Το ζητούμενο λοιπόν είναι όσο περνάει ο καιρός να έχουμε όσο το δυνατόν λιγότερα απωθημένα ή γενικά πράγματα για τα οποία μετανιώνουμε; Τι νόημα έχει να μετανιώνεις;

Δεν έχει τύχει να μετανιώσεις για κάτι; Δεν έχω νταραβέρια με Ερινύες. Δε μου αρέσει αυτό το παιχνιδάκι που οι άνθρωποι παίζουν είτε από μόνοι τους είτε επειδή κάποιοι προσπαθούν να τους αναγκάσουν να το κάνουν. Σαν το “όλοι μαζί τα φάγαμε” του Πάγκαλου; Πως τα φάγαμε ρε πούστη όλοι μαζί;

Θα σου πει κάποιος όμως ότι έτσι έγινε. Μπορεί να έφαγε ο Πάγκαλος δέκα κι εσύ ένα, αλλά είστε και οι δύο συνένοχοι. Πρέπει να πληρώσω όμως και για τα 10 που έφαγε ο Πάγκαλος; Γιατί ο ίδιος Πάγκαλος δεν πληρώνει. Τρώει κι άλλο. Τρώει καλά κάθε μέρα. Και πολλοί σαν αυτόν. Οι “βολευτάδες του κενοβουλίου”.

Πολύ απαισιόδοξο σε ακούω πάντως. Η καρδιά είναι αισιόδοξη αλλά το μυαλό έχει αμφιβολίες. Και απορίες. Ευτυχώς δηλαδή. Το θέμα δεν είναι οι απαντήσεις. Οι απαντήσεις ουσιαστικά δεν υπάρχουν. Τα ερωτήματα είναι το θέμα. Μόνο ένας βλαξ μπορεί να είσαι σίγουρος ότι τα ξέρει όλα.

Δε θα γυρίσει ποτέ ο τροχός; Ελπίζω μόνο στα σημερινά παιδιά, που είναι από 7 μέχρι 12, που είναι εντελώς άφθαρτα, που δεν έχουν ακόμη συνείδηση του τι ακριβώς συμβαίνει, μεγαλώνοντας μέσα σε αυτό το χτικιό να εκραγούν και να το αναποδογυρίσουν.

Τι θα έλεγες στον Μιχαλολιάκο αν τον έβλεπες τώρα μπροστά σου; Να πάει να γαμηθεί.

Στον Βενιζέλο; Επίσης.

Στον Τσίπρα; Να προσέξει, για να μην του πούμε να πάει να γαμηθεί κι αυτός. Από τον Σαμαρά και τον Βενιζέλο και τους Κρανιδιώτες περιμένω τα χειρότερα. Από την Αριστερά όχι μόνο περιμένω, αλλά απαιτώ σήμερα κάποια πράγματα και φαντάζομαι δεν είμαι ο μόνος.

Πιστεύεις ότι τελικά θα κερδίσει το στοίχημα η Αριστερά; Είμαι εναντίον του τζόγου. Τζόγος, μπάλα, τσόντα είναι το ανίκητο ελληνικό τριολέ. Και στο καφενείο της Βουλής όλο στοιχήματα πέφτουν. Άμα έχει και κανα ντέρμπι, μόνο με αυτό ασχολούνται. Τι νομίζεις, ασχολούνται με το τί θα γίνει με εκείνους τους καημένους τους συνταξιούχους; Στ’ αρχίδια τους. Και φοβάμαι πως όσο πιο πολύ λένε ότι κόπτονται για τους συνταξιούχους και τον καημένο το λαό που τόσο θυσιάζεται και τόσο υποφέρει, τόσο πιο πολύ είναι και στα αρχίδια τους. Δηλαδή όταν ακούω το Βενιζέλο να λέει για τις θυσίες του ελληνικού λαού, πρέπει να τον πιστέψω; Ένα γομάρι είναι. Το σαμάρι, το στουρνάρι και το γομάρι.

Θεοδόσης Μίχος

Ο Θεοδόσης Μίχος γεννήθηκε στον Βόλο το 1979. Ζει στο κέντρο της Αθήνας από το 1998. Εργάζεται ως δημοσιογράφος (είναι συνιδρυτής της Popaganda) και ραδιοφωνικός παραγωγός (καθημερινά 8-10πμ στον Best 92.6). Είναι συγγραφέας των βιβλίων Κράτα το σόου (2016) και Η Αλκμήνη και οι άλλοι (2020).