Μπανγκλαντές: Οι Ροχίνγκια θυμούνται την πέμπτη επέτειο από τη «γενοκτονία» του λαού τους στη Μιανμάρ
Πολλές χιλιάδες Ροχίνγκια, που έχουν καταφύγει σε αυτοσχέδιους καταυλισμός στο νοτιοανατολικό Μπανγκλαντές, διαδήλωσαν σήμερα με αφορμή την πέμπτη επέτειο από τη σφαγή του λαού τους στη Μιανμάρ, χαρακτηρίζοντάς τη «γενοκτονία».
Κρατώντας πανό και φωνάζοντας συνθήματα τα μέλη αυτής της μουσουλμανικής μειονότητας συγκεντρώθηκαν στο Κοξ Μπαζάρ, τον μεγαλύτερο καταυλισμό προσφύγων παγκοσμίως.
Πολλοί από αυτούς άδραξαν την ευκαιρία για να ζητήσουν την κατάργηση του βιρμανικού νόμου του 1982 με τον οποίο τους αφαιρέθηκε η υπηκοότητα από τις αρχές της Μιανμάρ, χώρα καταγωγής των Ροχίνγκια, η πλειονότητα των κατοίκων της οποίας είναι βουδιστές.
«Μόλις ανακτήσουμε τα δικαιώματά μας (στη Μιανμάρ), θα θέλουμε να επιστρέψουμε σπίτι μας», δήλωσε η 65χρονη Ζαχίντ Χοσάιν.
Περίπου 750.000 Ροχίνγκια έφυγαν για να γλιτώσουν από τις βίαιες διώξεις του στρατού της Μιανμάρ, οι οποίες ξεκίνησαν ακριβώς πριν πέντε χρόνια, και βρήκαν καταφύγιο στο γειτονικό Μπανγκλαντές όπου βρίσκονταν ήδη περισσότεροι από 100.000 πρόσφυγες, θύματα προηγουμένων κυμάτων βίας στη Μιανμάρ.
Χιλιάδες Ροχίνγκια, οι περισσότεροι από τους οποίους φορούσαν την παραδοσιακή στολή, συγκεντρώθηκαν ειρηνικά για να τιμήσουν αυτή την «Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας».
«Μουχλιάζουμε»
Σήμερα τιμάται «η ημέρα κατά την οποία σκοτώθηκαν χιλιάδες Ροχίνγκια», δήλωσε με δάκρυα στα μάτια ο Μάουνγκ Σαουγιεντολάχ, ένας νεαρός επικεφαλής κοινότητας που βρισκόταν στην πρώτη γραμμή της πορείας στην Κουτουπαλόνγκ.
Τον Μάρτιο οι ΗΠΑ για πρώτη φορά αναγνώρισαν ότι οι Ροχίνγκια ήταν θύματα «γενοκτονίας» που διέπραξε ο στρατός της Μιανμάρ.
«Μόνο οι Ροχίνγκια μπορούν να κατανοήσουν τον πόνο της 25ης Αυγούστου. Πριν πέντε χρόνια αυτή την ημέρα σχεδόν ένα εκατομμύριο Ροχίνγκια εκτοπίστηκαν. Αυτή την ημέρα το 2017 περισσότερα από 300 από τα χωριά μας έγιναν στάχτη», πρόσθεσε.
Οι πρόσφυγες Ροχίνγκια ζουν στοιβαγμένοι σε άθλιες συνθήκες σε καταυλισμούς και αρνούνται να επιστρέψουν στη Μιανμάρ, αν δεν τους δοθεί πρώτα υπηκοότητα και εγγυήσεις για την ασφάλειά τους.
Σε μια προσπάθεια να αποσυμφορήσουν την κατάσταση στους καταυλισμούς, οι αρχές του Μπανγκλαντές έχουν μεταφέρει περίπου 30.000 πρόσφυγες στο Μπασάν Σαρ, ένα έρημο νησί όπου επικρατούν αντίξοες συνθήκες στον κόλπο της Βεγγάλης.
Χήρες, μητέρες που έχασαν τα παιδιά τους, θύματα βιασμών κλαίνε όταν θυμούνται τις ωμότητες που υπέστησαν.
«Το μόνο που θέλουμε είναι μια ασφαλής και αξιοπρεπής επιστροφή στην πατρίδα μας», εξήγησε ο Σαγιέντ Ούλαχ αξιωματούχος της κοινότητας των Ροχίνγκια. «Δυστυχώς οι εκκλήσεις μας δεν εισακούγονται».
«Η διεθνής κοινότητα δεν κάνει τίποτα. Εδώ στους καταυλισμούς μουχλιάζουμε στα καταλύματα από τέντες και μπαμπού, μόλις που επιβιώνουμε χάρη στα κοινωνικά επιδόματα», κατήγγειλε.
«Φυλακή για τους Ροχίνγκια»
Το Μπανγκλαντές δεν θέλει να διαιωνιστεί η παρουσία στο έδαφός του εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων.
Ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας Α. Κ. Αμπντούλ Μόμεν, κάνοντας λόγο για «περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα» που προκλήθηκαν από την εισροή των Ροχίνγκια, εκτιμά ότι «η μόνη λύση στην κρίση είναι ο εθελοντικός και μόνιμος επαναπατρισμός τους».
Η Ύπατη Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Μισέλ Μπατσελέτ προειδοποίησε την προηγούμενη εβδομάδα ότι «δεν υπάρχουν οι συνθήκες για την επιστροφή» των Ροχίνγκια στη Μιανμάρ, μετά και το στρατιωτικό πραξικόπημα στη χώρα πέρυσι.
Όμως οι υγειονομικές συνθήκες επιδεινώνονται στους καταυλισμούς, σύμφωνα με έκθεση που έδωσαν σήμερα στη δημοσιότητα οι Γιατροί χωρίς Σύνορα (MSF), με τα περιστατικά δυσεντερίας να έχουν αυξηθεί κατά 50% σε σχέση με το 2019 και αυτά των δερματικών μολύνσεων, όπως η ψωρίαση, να παρουσιάζουν έκρηξη.
Συχνά επίσης ξεσπούν πυρκαγιές: Το 2021 περίπου 15 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε τεράστια πυρκαγιά, άλλοι σχεδόν 560 τραυματίστηκαν και έως και 10.000 οικογένειες, δηλαδή περισσότεροι από 45.000 άνθρωποι, εκτοπίστηκαν.
Οι Ροχίνγκια ανησυχούν και για τη συνεχή αύξηση της εγκληματικότητας. Περισσότεροι από 100 φόνοι έχουν διαπραχθεί στους καταυλισμούς τα τελευταία πέντε χρόνια. Οι νέοι, χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον καθώς δεν τους επιτρέπεται να βγαίνουν από τους καταυλισμούς ή να εργάζονται, έχουν παραδοθεί στην πλήξη. Πρόκειται για ένα περιβάλλον ιδανικό για κάθε είδους παράνομο εμπόριο και εγκληματική δραστηριότητα.
Ένας νεαρός επικεφαλής της κοινότητας, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του φοβούμενος αντίποινα, κατήγγειλε τις συνθήκες ζωής στους καταυλισμούς, όπου ζουν αποκλεισμένοι, «περικυκλωμένοι από συρματόπλεγμα».
«Είναι μια φυλακή για τους Ροχίνγκια».