ΟΗΕ: Τρεις στους πέντε οροθετικούς έχουν πλέον πρόσβαση σε θεραπεία
Σχεδόν τρεις στους πέντε οροθετικούς παγκοσμίως –21,7 εκατομμύρια σε σύνολο 36,9 εκατομμυρίων– λαμβάνουν αντιρετροϊκή θεραπεία, ποσοστό που είναι το υψηλότερο ιστορικά, σύμφωνα με μια έκθεση της υπηρεσίας του ΟΗΕ για τον ιό HIV και το AIDS, UNAIDS, που δημοσιοποιήθηκε σήμερα.
Η υπηρεσία του ΟΗΕ που έχει επιφορτιστεί για τη μάχη κατά του AIDS έκρουσε, ωστόσο, «τον κώδωνα του κινδύνου για την ανεπάρκεια της χρηματοδότησης. «Μας λείπουν 7 δισεκ. δολάρια τον χρόνο (…) προκειμένου να μπορέσουμε να διατηρήσουμε τα αποτελέσματά μας», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο εκτελεστικός διευθυντής της, Μισέλ Σιμπιντέ.
Το 2017, 36,9 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο ζούσαν με τον ιό ανθρώπινης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (HIV) έναντι 36,3 εκατ. το 2016, σύμφωνα με ετήσια έκθεση της UNAIDS που δημοσιοποιήθηκε στο Παρίσι. Και 21,7 εκατομμύρια είχαν πρόσβαση σε αντιρετροϊκή θεραπεία που προλαμβάνει την ανάπτυξη του AIDS (έναντι 19,4 εκατ. τo 2016).
Τον περασμένο χρόνο, 940.000 άνθρωποι στον κόσμο πέθαναν από ασθένειες που συνδέονται με το AIDS (990.000 το 2016), σύμφωνα με τους αριθμούς που δημοσιοποιήθηκαν πριν από μια διεθνή διάσκεψη για το AIDS που θα διεξαχθεί στο Άμστερνταμ από τις 23 έως τις 27 Ιουλίου.
Ως μέτρο σύγκρισης, στο «πικ» της επιδημίας το 2005, 1,9 εκατομμύρια θάνατοι στον κόσμο συνδέονταν με το AIDS, και μόνο 2 εκατομμύρια φορείς του HIV (σε σύνολο 30 εκατομμυρίων) είχαν πρόσβαση σε θεραπεία.
Τον περασμένο χρόνο καταγράφηκαν 1,8 νέες μολύνσεις, αριθμός που είναι σταθερός σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Αυτά τα παγκόσμια αποτελέσματα κρύβουν ωστόσο μεγάλες ανισότητες. Στη δυτική και κεντρική Αφρική κυρίως, μόνο το 40% των φορέων του ιού έχουν πρόσβαση σε θεραπεία.
«Ορισμένες χώρες εξακολουθούν να μας ανησυχούν, όπως η Νιγηρία, που αντιπροσωπεύει από μόνη της περίπου το 50% όλων των νέων μολύνσεων στη Δυτική Αφρική», σύμφωνα με τον Σιμπιντέ.
Άλλη πηγή ανησυχίας: «η επιδημία στη Ρωσία είναι σε φάση γενίκευσης. Ενώ είχε επικεντρωθεί στους τοξικομανείς που κάνουν χρήση ναρκωτικών σε ενέσιμη μορφή, επηρεάζει όλο και περισσότερο τον γενικό πληθυσμό», εξήγησε ο Σιμπιντέ.
Υπέδειξε ως αιτία «τους νόμους που προβλέπουν αυστηρές ποινές» εμποδίζοντας «την εφαρμογή πολιτικών μείωσης των κινδύνων που θα επέτρεπαν στους τοξικομανείς που κάνουν χρήση ενέσιμων ναρκωτικών να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας (…) Οι άνθρωποι αυτοί κρύβονται και μολύνουν τους συντρόφους τους».
Ο Σιμπιντέ παραδέχθηκε εξάλλου τις ανεπάρκειες στον αγώνα κατά του AIDS στα παιδιά.
«Αν και αποφύγαμε 1,4 εκατομμύρια νέες μολύνσεις παιδιών από το 2010, διαπιστώνουμε δυστυχώς ότι δεν έχουμε πραγματοποιήσει αρκετή πρόοδο», σημείωσε.
«Το 50% των παιδιών εξακολουθεί να μην έχει πρόσβαση σε θεραπεία, και τον περασμένο χρόνο σημειώθηκαν 110.000 θάνατοι και 180.000 νέες μολύνσεις. Είναι απαράδεκτο», πρόσθεσε.
Μετά τις επιτυχίες που σημειώθηκαν τα τελευταία χρόνια «επαναπαυθήκαμε στις δάφνες μας και αντιμετωπίζουμε μια κρίση πρόληψης», εκτίμησε ο πρόεδρος της UNAIDS, με καταγωγή από το Μάλι, ο οποίος επέμεινε στη σημασία της χρηματοδότησης.
«Ο φόβος είναι πως η μείωση των διεθνών συνεισφορών θα οδηγήσει σε μια μείωση των εσωτερικών επενδύσεων στις χώρες που έχουν πληγεί», είπε. Κι όμως, «τουλάχιστον 44 χώρες εξαρτώνται από το 75% της διεθνούς βοήθειας προκειμένου να καταπολεμήσουν την επιδημία».
«Αν δεν διαθέσουμε τους πόρους αυτούς, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος ανάκαμψης της επιδημίαςμε έναν αυξανόμενο κίνδυνο αντίστασης και την αύξηση της θνησιμότητας που οφείλεται στο AIDS», προειδοποίησε.
(Πηγή)