Πρώτη φορά στην Αθήνα ισλαμικό τεμένος, ασφαλής χώρος λατρείας;
«Η κατασκευή του τεμένους, δέκα χρόνια μετά την ψήφιση του σχετικού νόμου, θα βάλει τέλος στην αποδυνάμωση της χώρας μας και της αξιοπιστίας μας, τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και στους πολυάριθμους διεθνείς οργανισμούς και τα φόρα, στα πλαίσια των οποίων, πολύ τακτικά, διεξάγεται διάλογος για θέματα θρησκευτικών ελευθεριών», τόνισε ο υφυπουργός Εξωτερικών, Γιάννη Αμανατίδης, αναφορικά με την κατασκευή του ισλαμικού τεμένους Αθηνών κατά την ομιλία του στη Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου στη Βουλή.
Συμπλήρωσε, μάλιστα, σχετικά ότι «μια τέτοια εικόνα της χώρας μας ήταν και είναι μειωτική, αποδυναμώνει ταυτόχρονα διαπραγματευτικά μας επιχειρήματα σε διεθνές επίπεδο και σε φλέγοντα ζητήματα και τη διεθνή προβολή της χώρας μας και αυτό έχει σημασία, μέσα σε μια πολυκύμαντη και ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, όπου αρκετοί πληθυσμοί βιώνουν τραγικές ακρότητες».
Ο κ. Αμανατίδης επισήμανε ότι η αιτία για την οποία έλαβε τον λόγο είναι το άρθρο 15 με τις τρεις παραγράφους οι οποίες αναφέρονται στο τέμενος Αθηνών. «Κατ’ αρχήν, το άρθρο αυτό δεν έρχεται να βάλει το αναγκαίο κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας του τεμένους. Αυτό έχει μπει, ήδη, το 2006, από τον ν.3512/2006, τεύχος Α, σ.264» ανέφερε. Πρόσθεσε, σ’ αυτό το πλαίσιο, ότι η συγκεκριμένη διάταξη έχει σκοπό να ρυθμίσει διάφορες διαδικαστικές ενέργειες, έτσι ώστε να επισπευσθεί και να διευκολυνθεί η λύση διοικητικών ζητημάτων που αφορούν την κατασκευή του τεμένους, κατά τις ειδικότερες, βέβαια, διατάξεις του ν. 3512/2006 και των τροποποιήσεων του, έτσι ώστε να μην υπάρξουν περαιτέρω καθυστερήσεις, ειδικά ύστερα από μία δεκαετία από τη νομοθετική πρόβλεψή του.
Ο υφυπουργός Εξωτερικών, υπογράμμισε πως «έτσι, διευκρινίζονται και ρυθμίζονται δευτερεύοντα λειτουργικά ζητήματα, όπως ο σαφής διαχωρισμός και καθορισμός του οικοδομικού τετραγώνου όπου θα είναι ο λατρευτικός χώρος, με τη δημιουργία νέας κοινόχρηστης οδού, η οποία, σημειωτέον, θα εξυπηρετεί και την ευκολότερη πρόσβαση, η διαμόρφωση του περιβάλλοντος κοινόχρηστου χώρου και των αναγκαίων θέσεων στάθμευσης, καθορισμός της αρμόδιας υπηρεσίας κατεδάφισης υφιστάμενων κτιριακών δομών, η εκπόνηση των μελετών πάντα υπό το καθεστώς των υφιστάμενων περιορισμών δόμησης και η διαδικασία σύνδεσης με τα δίκτυα κοινής ωφέλειας».
Ωστόσο, είπε, η συγκεκριμένη διάταξη έγινε αφορμή να επαναφερθούν ζητήματα ως προς το αν πρέπει ή δεν πρέπει να ιδρυθεί και να λειτουργήσει ένα μουσουλμανικό τέμενος στην Αττική και μάλιστα, στην Αθήνα.
Υπογράμμισε ότι «υπό τις παρούσες συνθήκες, εξαιρετικές περιπτώσεις και τις διεθνείς πραγματικές συνθήκες, είναι πρόδηλη η άμεση ανάγκη ψήφισης των διατάξεων για τη χώρα μας, που ενισχύει έτσι τη διεθνή της παρουσία και ισχύ με το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», για να προσθέσει πως «επιδεικνύεται η μέριμνα για τους Έλληνες και τους λοιπούς κοινοτικούς πολίτες που πρεσβεύουν το μουσουλμανικό θρήσκευμα, αφού κατασκευάζεται χώρος λατρείας κατάλληλος, ασφαλής».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Αμανατίδης έκανε γνωστό ότι «η Αθήνα ήταν και είναι η μόνη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που συνεχίζει να στερείται ενός τέτοιου θρησκευτικού χώρου» και ότι «έχουμε συνεχείς διαμαρτυρίες από φίλες χώρες και αρνητικές αναφορές σε όλες τις διεθνείς εκθέσεις για τη θρησκευτική ελευθερία».
«Βεβαίως, υψηλοί επισκέπτες, διπλωματικές αντιπροσωπείες, τουρίστες, επιστήμονες, αθλητές, φοιτητές και σπουδαστές θα μπορούν να πηγαίνουν στο τέμενος και έτσι να αποκομίζονται σημαντικά οφέλη για την τοπική κοινωνία και οικονομία» σημείωσε.
Επιπλέον, τόνισε ότι «το βασικότερο, όμως, όλων είναι η εκπλήρωση της υποχρέωσης που έχει η ελληνική Πολιτεία».
Εν συνεχεία, επισήμανε ότι μίλησε πρώτα για τους λόγους οι οποίοι άπτονται του υπουργείου Εξωτερικών, ως προς τη διεθνή εικόνα της χώρας και ανέφερε: «Όμως, ουσιαστικά, είναι η υλοποίηση της επιταγής του άρθρου 13 του Συντάγματος, καθώς και του άρθρου 9 της Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της ΕΣΔΑ, που κυρώθηκε με το Νομοθετικό Διάταγμα 53, το 1974, για την υποχρέωση που έχει το κράτος να διασφαλίζει την ανεμπόδιστη άσκηση της λατρείας για όλα τα πρόσωπα που διαμένουν στην Ελλάδα, σε οποιαδήποτε θρησκευτική κοινότητα και αν ανήκουν, με την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις αποτελούν γνωστή θρησκεία και με μόνο περαιτέρω περιορισμό ότι με την άσκηση των λατρευτικών καθηκόντων, αφενός δεν προσβάλλονται η δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη και αφετέρου δεν διενεργείται προσηλυτισμός».
Ακολούθως, έκανε χωροταξική αναφορά στο τέμενος, το οποίο «χωροθετήθηκε στην περιοχή του Ελαιώνα, σε μια δημόσια έκταση η οποία παραχωρήθηκε γι’ αυτό το σκοπό, χωρίς, όμως, το Δημόσιο να αποξενώνεται από τα ιδιοκτησιακά του δικαιώματα, επί του ακινήτου. Το τέμενος που, σημειωτέον, δεν θα έχει μιναρέ για να είναι ενταγμένο στο περιβάλλον, έχει ουσιαστικά, χωρητικότητα 350 έως 400 άτομα», συμπλήρωσε και αναφέρθηκε στα επιχειρήματα τα οποία ακούστηκαν απέναντι σε αυτό, δηλ. «ότι είναι μέχρι και στρατιωτική βάση ο χώρος εκεί και καταργούμε μια στρατιωτική βάση. Εκεί είναι εγκαταλειμμένα κτίρια, τα οποία είναι κατεδαφιστέα», σημείωσε.
Επίσης, διευκρίνισε πως το κτίριο θα είναι αρμονικά ενταγμένο στο περιβάλλον, θα περιβάλλεται από έκταση πρασίνου, ελεύθερο επισκέψιμο από τους πολίτες».
Στην περιβαλλοντική αναφορά του, ο υφυπουργός Εξωτερικών εξέφρασε την εκτίμησή του ότι «στην περιοχή του Ελαιώνα, αυτό το έργο μπορεί να κάνει τον Ελαιώνα να αποτελέσει, πλέον, πνεύμονα πρασίνου και ήπιων μορφών ανάπτυξης για όλους τους όμορους δήμους» και ότι «Το τέμενος είναι ένα από τα έργα που θα μπορέσει να βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση».
Σε όσους μιλούν και για το κόστος, τόνισε πως τα χρήματα για την ανέγερση του τεμένους υπήρχαν στον προϋπολογισμό του υπουργείου Παιδείας από το 2011 και είναι περίπου στις 900.000 ευρώ, τα οποία μεταβιβάστηκαν και υπάρχουν στον προϋπολογισμό του υπουργείου Υποδομών, στον κ. Σπίρτζη, μέσα από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Άρα, συμπέρανε, η χρηματοδότηση δεν είναι κάτι καινούργιο το οποίο γίνεται, είναι χρήματα τα οποία υπάρχουν από το 2011, δεν είναι κάτι επιπλέον που θα δοθεί, οπότε τα επιχειρήματα σε σχέση με το κόστος δεν ισχύουν.
Σχετικά, γνωστοποίησε ότι «είχε προβλεφθεί παλαιότερα να είναι 15 εκατ. ευρώ και τελικά με όλες τις μελέτες κ.λπ. και πήγαμε στις 900.000 ευρώ. «Αυτό να το γνωρίζετε», είπε για να υπογραμμίσει εν συνεχεία ότι «το πλαίσιο λειτουργίας του τεμένους το βάζει ο ν.3512/2006 και θέλω να το αναφέρω, γιατί πολλοί σπεκουλάρουν πάνω σε αυτό και λένε ψέματα συνειδητά. Ιδρύεται Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου – Διοικούσα Επιτροπή Ισλαμικού Τεμένους Αθηνών με αντικείμενο διαχείρισης και λειτουργίας του ισλαμικού τεμένους».
Ακόμη, μίλησε για το Δ.Σ., το οποίο «καταρχήν, το διορίζει η Πολιτεία και το απαρτίζουν ο γενικός διευθυντής Θρησκευμάτων του υπουργείου Παιδείας, δύο εκπρόσωποι του δήμου Αθηναίων με τους αναπληρωτές τους, ένας εμπειρογνώμονας από την Ακαδημία Αθηνών και δύο εκπρόσωποι των μουσουλμάνων». «Βλέπετε ότι είναι υπό την εποπτεία του ελληνικού κράτους» προσέθεσε.
«Είναι σωστή η διάταξη αυτή, γι’ αυτό και έτυχε ο νόμος αυτός -και γι’ αυτό καλώ τα κόμματα και όλους τους συναδέλφους βουλευτές να το ψηφίσουν- της συντριπτικής αποδοχής από τα κόμματα του ελληνικού Κοινοβουλίου και νομίζω ότι σ’ αυτή την κατεύθυνση εφόσον πάμε, θα μπορέσει η χώρα μας, πλέον, να έχει για πρώτη φορά ένα χώρο λατρείας και που δεν δίνει το επιχείρημα σε κανέναν να λειτουργεί παράνομους ευκτήριους οίκους ως τζαμιά ή οτιδήποτε άλλο, με ασφάλεια, αλλά και με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα συμπολιτών μας, που είναι Έλληνες μουσουλμάνοι να ασκήσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα» υπογράμμισε.
Τέλος, ο υφυπουργός Εξωτερικών Γιάννης Αμανατίδης απηύθυνε έκκληση προς τα κόμματα και τους βουλευτές «να σταθούν θετικά στην αυριανή ονομαστική ψηφοφορία, εφόσον ζητηθεί, απέναντι στη διάταξη αυτή».