Εγκεφαλικό υπέστη αναισθησιολόγος μετά από 16 ώρες σε χειρουργική αίθουσα στο Νοσοκομείο Παπανικολάου
Αναισθησιολόγος στο νοσοκομείο «Παπανικολάου» κατέρρευσε στο τέλος της 24ωρης εφημερίας, τις 16 ώρες από τις οποίες βρίσκονταν συνεχώς σε χειρουργική αίθουσα, σύμφωνα με την καταγγελία της Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης (ΕΝΙΘ).
Σε ανακοίνωσή της η ΕΝΙΘ καταγγέλλει την υπερεργασία και την εντατικοποίηση της εργασίας των υγειονομικών που ξεπερνούν σε πολλές περιπτώσεις τα ανθρώπινα όρια αντοχής και σημειώνει ότι «δεν έχουν περάσει ούτε 100 ημέρες από την κραυγή αγωνίας των αναισθησιολόγων του νοσοκομείου που είχαν φτάσει στα όρια τους λόγω της υποστελέχωσης. Δυστυχώς, προφητικά είχε αναφερθεί ότι κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές».
«Μας θεωρούν αναλώσιμους»
«Εφημέρευα Παρασκευή 12/01 και το πρωί του Σαββάτου 13/01 περίπου στις 8:15 στο τέλος της εφημερίας ένιωσα ένα έντονο μούδιασμα. Οι συνάδελφοί μου έσπευσαν αμέσως και με μετέφεραν για εξετάσεις. Στη συνέχεια, διαπιστώθηκε ότι έπαθα εγκεφαλικό επεισόδιο». είπε χαρακτηριστικά στην Politic.gr η Επιμελήτρια Β’ Αναισθησιολογίας κ. Ιωάννα Δημητροπούλου που νοσηλεύεται μέχρι και σήμερα.
Όπως η ίδια καταγγέλλει: «την προηγούμενη εργάστηκα ατελείωτες ώρες χωρίς διακοπή και συγκεκριμένα ήμουν στα χειρουργεία συνεχόμενα από τις 8 το πρωί έως τις 22:00». Σύμφωνα με την αναισθησιολόγο: «από Φεβρουάριο μένουν 5 αναισθησιολόγοι γιατί μια ακόμα θα χειρουργηθεί και θα βγει σε αναρρωτική… Πρέπει άμεσα και κατ’ επείγον να λυθεί το πρόβλημα με τους αναισθησιολόγους… Κινδυνεύουν ζωές ασθενών αλλά πλέον και οι δικές μας. Δυστυχώς από ότι φαίνεται μας θεωρούν αναλώσιμους».
Η αναισθησιολόγος επισήμανε παράλληλα ότι η περίπτωσή της δεν είναι η μοναδική απλά πήρε δημοσιότητα επειδή συνέβη μέσα στο νοσοκομείο. Όπως ανέφερε «στα μέσα Οκτωβρίου μια αναισθησιολόγος βγήκε σε αναρρωτική με σοβαρό πρόβλημα στα μάτια. Επίσης τέλος Δεκεμβρίου μια άλλη έπεσε μέσα στο σπίτι της μετά από εξαντλητική βάρδια, έσπασε το χέρι της και έκανε χειρουργείο και τώρα εγώ έπαθα εγκεφαλικό». Τέλος δήλωσε πως θα κινηθεί νομικά επειδή «εδώ και τόσους μήνες εκλιπαρούμε για προσλήψεις ιατρικού προσωπικού, φωνάζουμε καθημερινά αλλά δεν ακούει κανείς».
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΟΕΔΗΝ Μιχάλη Γιαννάκο «στο Νοσοκομείο Παπανικολάου Θεσσαλονίκης έχουν απομείνει επτά αναισθησιολόγοι σε 23 οργανικές θέσεις αναισθησιολόγων. Κάποιοι εξ αυτών αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας και τα αφήνουν πίσω για να μην λείψουν με αναρρωτική άδεια. Λειτουργούν τέσσερις χειρουργικές αίθουσες από τις 11 ανεπτυγμένες που διαθέτει το νοσοκομείο. Έχουμε λίστες αναμονής για χειρουργείο που υπερβαίνουν τα δύο έτη. Ακόμη και για σοβαρά καρδιοχειρουργικά περιστατικά».
Ά. Γεωργιάδης: Δεν βρίσκουμε αναισθησιολόγους
Μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1, ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης δήλωσε σχετικά με το περιστατικό ότι «αυτά που είπε η κυρία, να της ευχηθώ πολλά περαστικά, να της ζητήσω συγγνώμη εκ μέρους του κράτους, είναι δυστυχώς πραγματικότητα. Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη με τη μεγαλύτερη έλλειψη αναισθησιολόγων στην Ελλάδα. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι το κράτος δεν προσπαθεί να βρει αναισθησιολόγους.
Κάνουμε διαρκώς προκηρύξεις για την πρόσληψη αναισθησιολόγων που βγαίνουν άγονες και αυτή τη στιγμή το κράτος ζητάει προσλήψεις αναισθησιολόγων και δεν μπορεί να βρει. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει εκδώσει ειδικό report που λέει ότι σήμερα στις χώρες του δυτικού κόσμου η μεγαλύτερη ειδικότητα που είναι σε έλλειψη είναι οι αναισθησιολόγοι. Όχι στην Ελλάδα, στον πλανήτη. Εδώ έχουμε ένα κράτος που προκηρύσσει μόνιμες θέσεις γιατρών, αλλά δεν βρίσκει γιατρούς. Και εδώ δεν έχουμε ένα κράτος που δεν μπορεί να αυξήσει τις αμοιβές των γιατρών.
Έχουμε ένα κράτος που έχει ήδη αυξήσει τις αμοιβές των γιατρών, αλλά αυτές προφανώς δεν φτάνουν».
Η ανακοίνωση της Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης για την γιατρό
«Το ΔΣ της ΕΝΙΘ καταγγέλλει την υπερεργασία και την εντατικοποίηση της εργασίας των υγειονομικών που ξεπερνούν σε πολλές περιπτώσεις τα ανθρώπινα όρια αντοχής. Σε αυτό το σημείο έφτασε αναισθησιολόγος στο ΓΝΘ Παπανικολάου που κατέρρευσε στο τέλος της 24ωρης εφημερίας, τις 16 ώρες από τις οποίες βρίσκονταν συνεχώς σε χειρουργική αίθουσα.
Δεν έχουν περάσει ούτε 100 ημέρες από την κραυγή αγωνίας των αναισθησιολόγων του νοσοκομείου που είχαν φτάσει στα όρια τους λόγω της υποστελέχωσης. Δυστυχώς, προφητικά είχε αναφερθεί ότι κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές.
Να θυμίσουμε ότι με ανακοίνωση και συνέντευξη τύπου στις 27/10/23 είχε αναδειχθεί η οριακή κατάσταση στελέχωσης του συγκεκριμένου τμήματος. Μόλις 8 αναισθησιολόγοι σε 26 οργανικές θέσεις (κενά της τάξης του 75%!), ενώ την ίδια ώρα οι αυξημένες ανάγκες του νοσοκομείου απαιτούν να υπάρχουν 40 αναισθησιολόγοι. Είχαν προειδοποιήσει πως η κάλυψη των έκτακτων και τακτικών χειρουργείων και των εφημεριών του νοσοκομείου γινόταν μόνο με το φιλότιμο και την υπερεργασία των εναπομεινάντων συναδέλφων, που ακόμα και αυτή επαρκούσε για την λειτουργία των 4 από τις 11 (ούτε 40%!) χειρουργικές αίθουσες του νοσοκομείου, εκτοξεύοντας τις λίστες αναμονής!! Γεγονός που η Διοίκηση του νοσοκομείου το γνωρίζει από τις συνεχείς εκκλήσεις των συναδέλφων που δεν σταμάτησαν μέχρι σήμερα.
Τι έγινε μετά από αυτά; Απολύτως τίποτα.
Προχώρησε μόλις μια πρόσληψη ενός συντονιστή Διευθυντή, από την προκήρυξη του Απριλίου 2023, η οποία περιελάμβανε μόλις 4 θέσεις για τις 18(!) κενές οργανικές θέσεις. Είναι προκλητικό η Διοίκηση να ρίχνει κροκοδείλια δάκρυα ότι δήθεν δεν υπάρχει ενδιαφέρον από γιατρούς να καλύψουν τις υπόλοιπες 3 θέσεις της προκήρυξης, όταν οι συνάδελφοι γνώριζαν ότι θα βρεθούν να καλύπτουν τουλάχιστον τα κενά των υπολοίπων 14(!) οργανικών θέσεων που θα παρέμεναν εκ των πραγμάτων κενές! Η κατάσταση μάλιστα θα επιδεινωθεί με την μακροχρόνια άδεια 2 συναδέλφων, θέτοντας εν αμφιβόλω την συνολική λειτουργία των τακτικών χειρουργείων.
Αυτή η συνθήκη δεν έχει πέσει από τον ουρανό, και δεν είναι το μοναδικό νοσοκομείο που απειλείται με αναστολή λειτουργίας νευραλγικών τμημάτων. Οφείλεται στην διαχρονική πολιτική υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσης του ΕΣΥ και στην πλήρη απαξίωση του, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει γιγαντωθεί και έχει ξεπεράσει κάθε όριο.
Τι περιμένει το Υπουργείο Υγείας και οι Διοικήσεις των ΥΠΕ και των νοσοκομείων; Να καταρρέουμε ένας – ένας στην υπερπροσπάθειά μας να καλύψουμε τις ανάγκες ή θα αναλάβουν τις ευθύνες τους; Θα κάνουν πράξη τα αιτήματα των υγειονομικών για ενίσχυση του ΕΣΥ ή θα συνεχίσουν να προωθούν την κατάρρευσή του προς όφελος των ιδιωτικών ομίλων ή την περαιτέρω λειτουργία του με αγοραίους όρους κόστους-οφέλους;»