Βουλή: Αντιπαράθεση κυβέρνησης – αντιπολίτευσης για το σκάνδαλο των υποκλοπων
«Όλα γύρισαν μπούμερανγκ στον ΣΥΡΙΖΑ και την αντιπολίτευση» ανέφερε ο εισηγητής της ΝΔ Λάζαρος Τσαβδαρίδης κατά την συζήτηση στην Ολομέλεια του πορίσματος της Εξεταστικής Επιτροπής που διερεύνησε την υπόθεση «παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ και ευρωβουλευτή Νίκου Ανδρουλάκη από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών [ΕΥΠ] ή και από άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, την επιβεβαιωμένη απόπειρα παγίδευσης του κινητού του με το κακόβουλο λογισμικό predator, την παράνομη χρήση αυτού στην Ελληνική επικράτεια και την έρευνα για την ύπαρξη ευθυνών του Πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη και κάθε άλλου εμπλεκόμενου φυσικού ή νομικού προσώπου».
Ο εισηγητής στη συζήτηση της ΝΔ, που ήταν και εισηγητής της πλειοψηφίας στην Εξεταστική Επιτροπή, ισχυρίστηκε πως οι καταγγελίες της Αντιπολίτευσης σχετικά με την παρακολούθηση του κινητού του κ. Ανδρουλάκη κατέρρευσαν «σαν χάρτινος πύργος από τραπουλόχαρτα». Τραπουλόχαρτα, γιατί η Αντιπολίτευση και ιδιαίτερα η αξιωματική προτίμησε να τζογάρει από την αρχή της ιστορίας αυτής, με μετέωρες κατηγορίες προς την Κυβέρνηση, σε μια προσπάθεια να εργαλειοποιήσει μια υπόθεση επιχειρησιακών κενών και διοικητικής αστοχίας για να αποκομίσει μικροπολιτικά οφέλη»
Καταλόγισε στον ΣΥΡΙΖΑ ότι «προχώρησε σε στείρα αντιπολιτευτική αντιπαράθεση της υπόθεσης για να εξάψει κομματικά πάθη. Τζόγαρε με συνθήματα και τσιτάτα περί σκανδάλου πριν ακόμα ξεκινήσουν οι ελεγκτικές διαδικασίες. Η τοξικότητα, μάλιστα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έφτασε σε τέτοια σημεία ώστε η ίδια να αντιλαμβάνεται τον ρόλο της ως ιεροεξεταστή, ως κήνσορα αλλά και ως δικαστής, προσπαθώντας να ναρκοθετήσει τον ρόλο της Εξεταστικής Επιτροπής, στήνοντας λαϊκά δικαστήρια και διαπομπεύοντας όσους a priori ήθελε ως ενόχους»
Ο κ. Τσαβδαρίδας, μάλιστα υποστήριξε πως «ο ίδιος ο κ. Τσίπρας πρωταγωνίστησε σε αυτό τον διαγωνισμό αγανάκτησης, σε μια ακόμα απόπειρά του να αλώσει τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Όλα όμως γύρισαν μπούμερανγκ. Και κάθε μια κατηγορία που με τόση ευκολία εξαπέλυαν διαψεύστηκε εκκωφαντικά. Καταδίκαζε a priori τον κ. Μητσοτάκη ως υπεύθυνο θεσμικής εκτροπής και υπονόμευσης του δημοκρατικού πολιτεύματος Αλλά αυτό που αποδείχθηκε ήταν ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν είχε καμία σχέση με τα όσα εξοργιστικά υποστήριξε ο κ. Τσίπρας» Αντίθετα, παρατήρησε, «ο κ. Τσίπρας διαβεβαίωνε σε όλους τους τόνους ακόμα και από το βήμα της Βουλής ότι επί ημερών του ΣΥΡΙΖΑ δεν παρακολουθούνταν πολιτικά πρόσωπα. Και πριν “αλέκτωρ λαλήσει” διαψεύστηκε πανηγυρικά. Καθώς βεβαιώθηκε στην εξεταστική Επιτροπή ότι η ΕΥΠ επί των ημερών του παρακολουθούσε τον πρώην πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ και υπουργό της τότε Κυβέρνησης Στ. Πιτσιόρλα. Μια παρακολούθηση για την οποία με βάση τα κατατεθέντα από τον πρώην και τότε διοικητή της ΕΥΠ Γιάννη Ρουμπάτη είχε ενημερωθεί και είχε εγκρίνει ο κ. Τσίπρας»
Αναφερόμενος στο πόρισμα της πλειοψηφίας και τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής, ο κ. Τσαβδαρίδης, μεταξύ άλλων είπε: «η διαλεύκανση της υπόθεσης αποτελεί ζήτημα τιμής και για την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας, της οποίας οι αρχές, ο αξιακός κώδικας και η πολιτική διαδρομή πάντα πρότασσαν την πολιτική διαφάνεια, την προσήλωση στους θεσμούς, για αυτό και αμέσως από την Κυβέρνηση αναλήφθηκαν “κομβικές πρωτοβουλίες” και δεν δόθηκε η δυνατότητα για καμία δικαιολογία σε κανένα ώστε να μπορεί να μιλάει για κυβερνητικό εθελοτυφλισμό, για συγκαλύψεις και άρνηση αυτοκριτικής.
Ερευνήθηκαν ενδελεχώς όλες οι πτυχές αυτής της υπόθεσης και αυτά που προέκυψαν ήταν πως η παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου του κυρίου Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ ήταν απολύτως νόμιμη, με εμπεριστατωμένο αίτημα της υπηρεσίας υπογεγραμμένο από υπηρεσιακούς παράγοντες και από τον Διοικητή της υπηρεσίας. Τηρήθηκε όλη η νόμιμή διαδικασία για την έκδοση της σχετικής Εισαγγελικής διάταξης. Από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι το απόρρητο των επικοινωνιών του κυρίου Ανδρουλάκη παραβιάστηκε από οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, πέραν της νόμιμης επισύνδεσης της ΕΥΠ. Προέκυψε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η απόπειρα παγίδευσης του κινητού τηλεφώνου του κυρίου Ανδρουλάκη με το κακόβουλο λογισμικό PREDATOR, δεν διενεργήθηκε ούτε από την ΕΥΠ, ούτε από οποιονδήποτε άλλο Ελληνικό δημόσιο φορέα. Το παράνομο και κακόβουλο λογισμικό PREDATOR δεν έχει χρησιμοποιηθεί στην Ελληνική επικράτεια. Από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι ο Πρωθυπουργός, κύριος Κυριάκος Μητσοτάκης, έχει οποιαδήποτε ευθύνη για την υπόθεση της παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών του κυρίου Νίκου Ανδρουλάκη. Από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση εμπλέκεται και φέρει οποιαδήποτε ευθύνη οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο πέραν της ΕΥΠ. Αποδείχθηκε ότι το γραφείο του Πρωθυπουργό και οι συνεργάτες του δεν γνώριζαν για την άρση του απορρήτου σε οποιοδήποτε στάδιο. Δεν προέκυψε παρακολούθηση εκ μέρους της ΕΥΠ για κανένα πολιτικό πρόσωπο από αυτά που έκαναν αίτηση για να μάθουν αν παρακολουθούνται, συμπεριλαμβανομένου και του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Χρήστου Σπίρτζη».
ΣΥΡΙΖΑ: Ακραία μορφή παραβίασης και του Συντάγματος και των νόμων
«Πλανώνται πλάνη οικτρά» όσοι νομίζουν ότι η υπόθεση των υποκλοπών τελειώνει σήμερα εδώ, ανέφερε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Ραγκούσης, στην παρέμβασή του, στη συζήτηση που εξελίσσεται στην Ολομέλεια επί του πορίσματος της εξεταστικής επιτροπής για τις υποκλοπές.
«Με όσα έχουμε μάθει έως τώρα, έχουμε απάντηση πια στο διαχρονικό ερώτημα που είχε θέσει ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής, στο “ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο”. Δεν είναι άλλος από τον υπόκοσμο. Δεν είναι άλλος από τον πολιτικό υπόκοσμο του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος οργάνωσε, μεθόδευσε και υλοποίησε την μεγαλύτερη, την πιο ακραία μορφή παραβίασης, και του Συντάγματος και των νόμων, παρακολουθώντας τους πολιτικούς του αντιπάλους, παρακολουθώντας δημοσιογράφους, για να υπηρετήσει συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα που βάλλονταν από τη δημοσιογραφική έρευνα. Η δε επίκληση του απορρήτου δεν είναι τίποτα άλλο από το καταφύγιο αυτού του πολιτικού υποκόσμου», είπε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ.
«Σήμερα, κλείνει η πρώτη φάση αυτής της υπόθεσης. Πλανώνται πλάνην οικτρά, όσοι νομίζουν ότι τελειώνει αυτό σήμερα. Αυτή η υπόθεση θα επανέλθει, την επομένη των εκλογών και, μέσα από τις νέες συνθήκες και δεδομένα, θα κινηθούν οι προβλεπόμενες από το Σύνταγμα και τον κανονισμό διαδικασίες», είπε ο Γιάννης Ραγκούσης και υπογράμμισε ότι «αποδεδειγμένα, διαπράχθηκαν πολύ βαριά, πολιτειακής και ποινικής φύσης αδικήματα».
Τα συμπεράσματα που βγαίνουν, όπως τα σταχυολόγησε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ είναι, μεταξύ άλλων, ότι:
-Οι παρακολουθήσεις Ανδρουλάκη και Κουκάκη ήταν απολύτως παράνομες, έγιναν με αποκλειστικό σκοπό τα προσωπικά πολιτικά και κομματικά συμφέροντα του κ. Μητσοτάκη. Δεν αναφέρθηκε υποτυπωδώς ούτε ένας λόγος, ούτε υπαινιγμός εθνικής ασφάλειας. Απορρέει η απόλυτη ενοχή του κ. Μητσοτάκη για τις παράνομες παρακολουθήσεις πολιτικών αντιπάλων του.
-Αποδείχθηκε, μέσα από την πρακτική της συγκάλυψης, ότι είναι ικανοί για όλα και κυρίως ο πρόεδρος της ΝΔ δεν έχει ούτε όριο στην αυτογελοιοποίηση, που δήλωνε πρωθυπουργός της χώρας σε ξένη έγκριτη εφημερίδα ότι δεν μπόρεσε τελικά να βρει την άκρη γιατί έγινε αυτό. Ήρθε δε ο κ. Κοντολέων και κατέθεσε στην εξεταστική επιτροπή ότι δεν τον ρώτησε ο κ. Μητσοτάκης να του πει ποιοι ήταν οι λόγοι εθνικής ασφάλειας για την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη. Δηλαδή, την ώρα που ζητούσε τον παραίτηση του διοικητή της ΕΥΠ, ο πρωθυπουργός δεν τον ρώτησε.
-Το εάν αυτό το σκάνδαλο θα περάσει ως «σκάνδαλο του Μητσοτάκη» ή ως σκάνδαλο της ΝΔ, θα το αποφασίσουν οι βουλευτές της ΝΔ. «Είναι βαρύτατο πολιτικό, πολιτειακό σκάνδαλο που βαραίνει τη σύγχρονη δεξιά στην Ελλάδα, με εξαίρεση μερικούς συναδέλφους που δημοσίως έδειξαν ανάστημα», παρατήρησε ο κ. Ραγκούσης.
ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ: Κανένας λόγος εθνικής ασφάλειας δεν υπήρχε για την παρακολούθηση του Ανδρουλάκη
«Κανένας λόγος εθνικής ασφάλειας δεν υπήρχε για να παρακολουθείται ο Νίκος Ανδρουλάκης. Ήταν ένα εφεύρημα της Νέας Δημοκρατίας, του κ. πρωθυπουργού και όλων όσων συνεπικουρούν το έργο του, μόνο και μόνο για να μπορεί να ελέγξει και να κρατάει σε ομηρία τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ και όλη την παράταξη του ΠΑΣΟΚ, ενόψει των επόμενων εξελίξεων και των επόμενων εκλογών», ανέφερε η γραμματέας της ΚΟ του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Ευαγγελία Λιακούλη, στη συζήτηση που εξελίσσεται στην Ολομέλεια επί του πορίσματος της εξεταστικής επιτροπής.
Η κ. Λιακούλη κατέθεσε στα πρακτικά το κείμενο συμπερασμάτων του κόμματός της, σημειώνοντας ότι «σήμερα βιώνουμε την πιο γκρίζα ημέρα αυτής της κοινοβουλευτικής θητείας», με αλλοίωση βασικών αρχών του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος.
«Δεν αισθάνεστε εσείς ντροπή. Ντρεπόμαστε εμείς για λογαριασμό σας», είπε απευθυνόμενη στα έδρανα της κυβερνητικής πλειοψηφίας, η γραμματέας της ΚΟ του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. «Εσείς, η κυβερνητική πλειοψηφία αποφασίσατε και διατάξατε δόλια, καταχρηστικά και αντιθεσμικά ότι και τα πορίσματα θα είναι απόρρητα. Καλούμαστε εμείς οι βουλευτές να μετράμε τα λόγια μας, μη μας ξεφύγει καμιά λέξη που θεωρείται, για εσάς, απόρρητη. Σαν να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια μας η καρμανιόλα της λογοκρισίας, με το ενδεχόμενο μάλιστα της προσωπικής μας δίωξης. Φροντίσατε να το κάνετε και αυτό. Και την απειλή της κάθειρξης, όπως είπε η αρμόδια… Να πλανάται σήμερα αυτή η πνιγηρή ατμόσφαιρα, που η κυβέρνησή σας δημιούργησε, μέσα στο Κοινοβούλιο μίας δημοκρατικής χώρας», πρόσθεσε.
Ιδίως για τους κανόνες που διέπουν τη σημερινή συζήτηση, η κ. Λιακούλη τόνισε ότι οι βουλευτές καλούνται να γίνουν πρωταγωνιστές βωβού κινηματογράφου, μαριονέττες, σε ένα θέατρο σκιών που τα νήματα κινεί το Μέγαρο Μαξίμου. Όπως, όμως, προεξόφλησε, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και το ΠΑΣΟΚ συνολικά «δεν ήταν ποτέ, δεν θα γίνουν ποτέ βουβές μαριονέττες του οποιουδήποτε συστήματος», γιατί «εποχές λογοκρισίας και απόκρυψης κειμένων από τη δημοσιότητα τις βίωσε κάποτε η Ελλάδα, ήρθε όμως το ΠΑΣΟΚ και αυτό το κατήργησε».
«Δεν αισθάνεστε ίχνος ντροπής να οργανώνετε και να εφαρμόζετε το σχέδιο της σιωπής. Εμείς ντρεπόμαστε και για λογαριασμό σας», επεσήμανε η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, απευθυνόμενη στα έδρανα της πλειοψηφίας, και επέμεινε: «Είναι ντροπή να παρακολουθείται από την ελληνική κυβέρνηση ένας ευρωβουλευτής, ένας Έλληνας ευρωβουλευτής, που για χρόνια δίνει μάχες στο εξωτερικό για την προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων. Είναι ντροπή να μαθαίνει τυχαία -και όχι στο δικό του Κοινοβούλιο αλλά από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- ότι τον παρακολουθούν με κακόβουλο λογισμικό. Είναι ντροπή να παρακολουθείται ένας υποψήφιος αρχηγός ενός κόμματος στη διάρκεια εσωκομματικής διαδικασίας. Είναι ντροπή μεγάλη να θεωρείται σύμπτωση να τον παρακολουθούν δύο συστήματα, ένα παράνομο λογισμικό και η ΕΥΠ. Είναι ντροπή το Σύνταγμα, που έχει κατακτηθεί με αγώνες και αίμα, να ποδοπατιέται με την ειδική συνταγματική μέριμνα περί εθνικής ασφάλειας. Είναι ντροπή να καταστρέφεται ο φάκελος παρακολούθησης την ημέρα που ο πρόεδρος, Νίκος Ανδρουλάκης, προσφεύγει στη δικαιοσύνη. Είναι ντροπή μία ανεξάρτητη αρχή, η ΑΔΑΕ, να στραγκαλίζεται θεσμικά, να ευτελίζεται διαδικαστικά, γιατί κάνατε ακόμη και πολιτικό μπούλινγκ στον πρόεδρο της ΑΔΑΕ».
Ξεχωριστές στιγμές στην ομιλία της κ. Λιακούλη ήταν όταν υπογράμμισε ότι θα υπάρξει άμεσα διαδικασία για τα «ανερυθρίαστα ψεύδη» που είχαν καταθέσει στην επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Επίσης, όταν, αναφερόμενη στον πρωθυπουργό, είπε πως αφού «καρατόμησε» τον ανιψιό του και εκδίωξε τον διοικητή της ΕΥΠ, έκανε «τσουλήθρα στο ξυράφι», αφήνοντας βαθιές πληγές στο κεντρώο δημοκρατικό προφίλ του, ο κ. Μητσοτάκης, που τόσο πάσχιζε να δημιουργήσει.
ΚΚΕ: Πολιτικές και ενδεχόμενα και ποινικές ευθύνες για την υπόθεση των υποκλοπών
«Το ΚΚΕ θα συνεχίσει να αποκαλύπτει όλα τα στοιχεία γύρω από την υπόθεση των υποκλοπών ιδιαίτερα του ΚΚΕ για να βγει στο προσκήνιο όλη η αλήθεια και να βγάλει ο λαός τα αναγκαία συμπεράσματα του», δήλωσε ο γενικός εισηγητής του ΚΚΕ, Νίκος Καραθανασόπουλος, κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια του πορίσματος της Εξεταστικής Επιτροπής για την υπόθεση παραβίασης του απόρρητου των επικοινωνιών του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Νίκου Ανδρουλάκη. Ο κ. Καραθασόπουλος έκανε λόγο για πολιτικές και πιθανόν και ποινικές ευθύνες στην υπόθεση των υποκλοπών τόσο για τη ΝΔ όσο και για τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ υποστήριξε ότι το απόρρητο αξιοποιήθηκε και χρησιμοποιήθηκε ως άλλοθι για να προχωρήσουν τα πολιτικά τους παιχνίδια για την επόμενη μέρα της διακυβέρνησης και να μην αποκαλυφθεί η αλήθεια.
«Οι επιλεκτικές διαρροές είτε από πλευράς της κυβέρνησης είτε από την μεριά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως επιβεβαιώθηκε στη πράξη, είχαν στόχο να συσκοτίσουν και καλλιεργήσουν αυταπάτες ενώ την ίδια ώρα διαβαθμισμένα έγγραφα, που τα έδινε η ΕΥΠ παίζοντας σκοτεινά παιχνίδια, γίνονταν φέιγ βολάν στα Μέσα Ενημέρωσης», ανέφερε ο κ. Καραθανασόπουλος. Όπως είπε ο γενικός εισηγητής του ΚΚΕ, «όλο το σκηνικό αυτό αξιοποιήθηκε για να μπορέσουν να προχωρήσουν στα πολιτικά τους παιχνίδια». «Εμείς από την πρώτη στιγμή τοποθετηθήκαμε ότι οι εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής πρέπει να είναι δημόσιες και τα πρακτικά να δίνονται στη δημοσιότητα, γιατί το αντικείμενο της υπόθεσης που διερευνούσε αφορούσε βασικά δημοκρατικά δικαιώματα του λαού μας. Δεν υπήρχε κανείς λόγος για να μη δοθούν στη δημοσιότητα και είχαμε βάλει δικλείδα ασφαλείας να μην αφορά θέματα που σχετίζονται με την ασφάλεια της χώρας», ανέφερε και πρόσθεσε:
«Η ίδια επίκληση του απορρήτου αποτέλεσε βασικό άλλοθι για τους διάφορους αναπόδεικτους ισχυρισμούς των μαρτύρων που κλήθηκαν στην Εξεταστική τους οποίους προέβαλαν για να μπορέσουν πιστοποιήσουν το αφήγημα που είχε ο καθένας τους». Στη συνέχεια, μίλησε για «ισχυρισμούς αστήριχτους των διοικητών, παλιών και νέων, της ΕΥΠ, σημειώνοντας ότι «τα παράνομα λογισμικά διατίθενται και γίνονται αντικείμενα παρακολούθησης ανάμεσα σε κράτη και επιχειρηματικούς ομίλους».
«Η επίκληση του απορρήτου μπροστά στην ΕΕ, που από τον νόμο έχει ανακριτικές ιδιότητες, αποτέλεσε το άλλοθι για να μην προχωρήσουμε στην εξέταση επί της ουσίας, των μαρτύρων επιβεβαιώνοντας, με αυτό τον τρόπο, την ανεξέλεγκτη δράση των μυστικών υπηρεσιών», υπογράμμισε. Ο κ. Καραθασόπουλος υποστήριξε ότι «ο κατάλογος των μαρτύρων, που καταρτίστηκε με ευθύνη της πλειοψηφίας, διασφάλιζε εκ των προτέρων την προειλημμένη απόφαση για τη συγκάλυψη των υποθέσεων των υποκλοπών, και του Νίκου Ανδρουλάκη και των δημοσιογράφων αλλά και των αλλεπάλληλων υποκλοπών στην έδρα της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ». «Αρνήθηκε επίμονα η πλειοψηφία και δεν δέχτηκε να κληθεί κανένας μάρτυρας σε ό,τι αφορά τις υποκλοπές στο ΚΚΕ για την οποία δρομολογήθηκε η συγκάλυψη της, με τον πιο κραυγαλέο τρόπο. Και η ευθύνη βαραίνει τη ΝΔ αλλά και τον ΣΥΡΙΖΑ που βολεύτηκε πίσω από αυτό» σημείωσε.
Ιδιαίτερα επικριτικός ήταν για το ρόλο της ΑΔΑΕ, υπογραμμίζοντας ότι «ο πρόεδρος της Αρχής έφθασε στο έσχατο σημείο να επικαλεστεί ότι το ΚΚΕ αρνήθηκε την έρευνα».
Όπως υποστήριξε ο κ. Καραθανασόπουλος «η λειτουργία της Εξεταστικής Επιτροπής έχει πολλαπλές στοχεύσεις:
Πρώτον: τη συγκάλυψη των υποθέσεων υποκλοπών και τον μη καταλογισμό των αναμφισβήτητων πολιτικών και ενδεχόμενα και ποινικών ευθυνών της κυβέρνησης της ΝΔ για την υπόθεση του Ανδρουλάκη, των δημοσιογράφων και του ΚΚΕ. Πολιτικές και ενδεχόμενα και ποινικές όμως και για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για την υπόθεση του ΚΚΕ.
Δεύτερον: τη συγκάλυψη ενός επικίνδυνου θεσμικού πλαισίου το οποίο συνδιαμόρφωσαν όλες οι κυβερνήσεις για τη μαζική και προληπτική παρακολούθηση για την οποία κανείς δεν εξαιρείται.
Τρίτον: να συγκαλυφθεί ο πολυπλόκαμος μηχανισμός που έχει στηθεί διαχρονικά στη χώρα μας από παρακρατικές υπηρεσίες και η αποενοχοποίηση των ξένων μυστικών υπηρεσιών.
Τέταρτον: στον ρόλο των Ανεξάρτητων αρχών οι οποίες επιβεβαιώθηκε ότι είναι το πλυντήριο στη δράση των μυστικών υπηρεσιών και βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία και με προκαθορισμένους ρόλους.
Πέμπτον: στον αποπροσανατολισμό του ελληνικού λαού.
«Οι κοκορομαχίες στην Εξεταστική Επιτροπή είναι για να συγκαλύψουν την ευθύνη που έχουν, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για το επικίνδυνο θεσμικό πλαίσιο που έχουν δημιουργήσει και την επικίνδυνη δράση αυτών των μηχανισμών.
Για την κυβέρνηση αλλά και τα αστικά κόμματα, η Εξεταστική Επιτροπή επιδιώχθηκε να αποτελέσει τον καταλύτη για πολιτικά παιχνίδια αλλά και για τις διεργασίες της επόμενης μέρας στη διακυβέρνηση. Από αυτά τα πολιτικά παιχνίδια όμως ο λαός δεν έχει να κερδίσει τίποτα», κατέληξε ο κ. Καραθανασόπουλος.
Ελληνική Λύση: Αυτή η Επιτροπή ήταν για να υπάρξει ένα υπερθέαμα – Χρειαζόμαστε μια σοβαρή ΕΥΠ
«Από την πρώτη στιγμή, είχαμε πει και δικαιωνόμαστε ότι η Εξεταστική αυτή θα είναι για την δημιουργία ενός υπερθεάματος και θα ήταν μια εργαλειοποιημένη Επιτροπή» ανέφερε ο εισηγητής της Ελληνικής Λύσης Κωνσταντίνος Μπούμπας, μιλώντας στην Ολομέλεια για το πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής για την υπόθεση «παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ και ευρωβουλευτή κ. Νίκου Ανδρουλάκη από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών [ΕΥΠ] ή και από άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, την επιβεβαιωμένη απόπειρα παγίδευσης του κινητού του με το κακόβουλο λογισμικό predator, την παράνομη χρήση αυτού στην Ελληνική επικράτεια και την έρευνα για την ύπαρξη ευθυνών του Πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη και κάθε άλλου εμπλεκόμενου φυσικού ή νομικού προσώπου».
Εστίασε ότι η πλειοψηφία αρνήθηκε να κληθούν στην Επιτροπή οι μάρτυρες που ήθελε η Αντιπολίτευση για αυτό είπε δεν είχε νόημα να προτείνουμε καν μάρτυρες «και θα έπρεπε να είχαμε αποχωρήσουμε». Αντιθέτως, πρόσθεσε, κάνουμε Εξεταστικές έτσι «απλά, για να γράφουμε ώρες;».
Εμείς, τόνισε, «θέλουμε όλα στο φως επί του πρακτέου. Μέσα από τις καταθέσεις μαρτύρων που όμως δεν κλήθηκαν με απόφαση της πλειοψηφίας και έτσι τα ερωτήματα έμειναν αναπάντητα»
Επίσης, ο βουλευτής είπε ότι αυτό που αποδείχθηκε είναι πως «οι Ανεξάρτητες Αρχές, όπως η ΑΔΑΕ, δεν μπορούν να επιτελέσουν το έργο τους».
Υπογράμμισε πως η ΕΥΠ δεν μπορεί να λειτουργεί με αυτό τον τρόπο, «δεν μπορεί να είναι βορά ξένων παραγόντων και να την εποπτεύει μόνο ο Πρωθυπουργός» Πρότεινε να μελετήσουμε εάν πρέπει να υπάρχει μία διακομματική επιτροπή εποπτείας της και να διασφαλίσουμε τον ρόλο μιας σοβαρής ΕΥΠ. Δεν μπορεί, είπε, η ΕΥΠ να συνεργάζεται με περίεργες ιδιωτικές εταιρείες με κεφάλαιο 1.000 ευρώ να παίρνουν δουλειές από διαδοχικές Κυβερνήσεις από την Εθνική Υπηρεσία με μεγάλους κύκλους εργασιών. Να λειτουργούν, αυτές, με περίεργα λογισμικά προς όφελός τους.
Ο κ. Μπούμπας, επέρριψε σε όλα τα κόμματα ευθύνες που δεν κρατήθηκε η μυστικότητα των εργασιών της Επιτροπή. Είπε πως αυτή η Εξεταστική έγινε έτσι για να γίνει», επαληθευθήκαμε στην εκτίμηση που είχαμε κάνει ότι θα εργαλειοποιηθούν οι εργασίες της Επιτροπής και έγινε δυστυχώς για να πέσει «στάχτη στα μάτια». Ανέφερε πως η Ελληνική Λύση σεβάστηκε και θα σεβαστή την μυστικότητα μια τέτοιας σοβαρής υπόθεσης που αφορά την ΕΥΠ.
ΜέΡΑ25: Διατεταγμένη παρωδία η Εξεταστική για υποκλοπές, με άρνηση της κυβερνητικής πλειοψηφίας για ουσιαστική έρευνα
«Η απαράδεκτη διαδικασία, την οποία επέβαλε η κυβερνητική πλειοψηφία στην Επιτροπή, απέδειξε μία διατεταγμένη παρωδία εξεταστικής επιτροπής, μια διεκπεραιωτική διαδικασία, αυτοδεσμευόμενη να μην αγγίξει επ’ ουδενί την ουσία των κρίσιμων ζητημάτων.
Απέφυγε εσκεμμένα τη διεύρυνση του καταλόγου των μαρτύρων. Απέρριψε κάθε σχετική πρόταση, εμμένοντας στο σχήμα της περιορισμένης διαδικασίας, και χρονικά αλλά και σε εύρος και βάθος διερεύνησης. Η όλη διαδικασία προδιαγράφηκε έτσι ώστε, χωρίς έρευνα και χωρίς στοιχεία, να καταλήξει με βεβαιότητα στην κρίση ότι κανένα στοιχείο δεν προέκυψε που να θέτει σε αμφιβολία τη νομιμότητα των ενεργειών».
Αυτό τόνισε χαρακτηριστικά, η γενική εισηγήτρια του ΜέΡΑ25, Σοφία Σακοράφα, κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής του πορίσματος της Εξεταστικής Επιτροπής για την υπόθεση της παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Νίκου Ανδρουλάκη.
Όπως επεσήμανε η κ. Σακοράφα, «το εσκεμμένα ελλιπές και απολύτως ατελές υλικό, που προέκυψε από τις διαδικασίες της Επιτροπής, είναι απρόσφορο ακόμα και για την εξαγωγή στοιχειωδών συμπερασμάτων, πόσο μάλλον για τη σύνταξη σοβαρού πορίσματος».
«Ακόμα και τα πορίσματα κομμάτων της αντιπολίτευσης, σε συγκεκριμένα σημεία, δεν στηρίζονται σε πραγματικά στοιχεία που προέκυψαν από τη διαδικασία. Απλώς προσπαθούν να καταλήξουν σε συμπεράσματα με βάση τα κενά και τα ελλείμματα της διερεύνησης της Επιτροπής», πρόσθεσε η κ. Σακοράφα.
«Το μόνο πόρισμα που μπορεί να εξαχθεί από όλη, την απαράδεκτη διαδικασία που εσκεμμένα ακολουθήθηκε στην Εξεταστική Επιτροπή για την υπόθεση των υποκλοπών, είναι η πλήρης έκπτωση της δημοκρατικής λειτουργίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος και η καταρράκωση του κράτους δικαίου στη χώρα μας. Απλώς προστέθηκε άλλο ένα “βαρύ” περιστατικό στο πολιτικό μητρώο της κατά συρροή και κατ΄ εξακολούθηση ένοχης πρακτικής της κυβερνητικής εξουσίας στην Ελλάδα», επεσήμανε.
Όπως είπε η κ. Σακοράφα, το «φερόμενο πόρισμα ψηφίστηκε αποκλειστικά και μόνο από την κυβερνητική πλειοψηφία, ενώ η ίδια η λειτουργία της Εξεταστικής δίνει το πραγματικό μέτρο της πλήρους απαξίωσης των δημοκρατικών και των κοινοβουλευτικών θεσμών στην Ελλάδα του σήμερα».
«Ας μην περιμένει κανείς ότι είτε εγώ προσωπικά, ως βουλευτής, είτε το κόμμα μας, το ΜέΡΑ25 στο σύνολό του, θα συνεργήσουμε σε τέτοιου είδους πολιτικές πρακτικές ή ότι, έστω, θα τις ανεχθούμε. Θα είμαστε απέναντι, με όλες μας τις δυνάμεις», πρόσθεσε.
«Ο δημοκρατικός έλεγχος, όπως και το καθήκον διερεύνησης για πιθανή διάπραξη ποινικών αδικημάτων, δεν μπορεί να ακυρώνεται, και μάλιστα εξ αρχής, εν ονόματι οποιουδήποτε “απορρήτου”, το οχυρό μέσα από το οποίο αμύνεται με πείσμα ένα ένοχο σύστημα.
Αυτό, πολύ απλά, σημαίνει ότι η κυβερνητική παράταξη συστρατεύθηκε σύσσωμη σε μια σθεναρή αλλά και προκλητική άρνηση για την ουσιαστική έρευνα της υπόθεσης. Και σε αυτό το επιχειρησιακό σχέδιο επιστρατεύθηκαν και τα μέλη που την εκπροσωπούσαν στην Επιτροπή», υπογράμμισε η γενική εισηγήτρια του ΜέΡΑ25.
Υποστήριξε ακόμα, ότι «η επιλογή των κέντρων -και παράκεντρων- εξουσίας ήταν να δρομολογηθεί μια εντελώς προσχηματική διαδικασία, προδιαγεγραμμένη να μην έχει κανένα αποτέλεσμα, με μόνο σκοπό τον εμπαιγμό του ελληνικού λαού ή πιθανόν και ισορροπίες στα δικά τους πολιτικά παίγνια».
«Σε κάθε περίπτωση, εδώ, επιβεβαιώθηκε το πιο απαισιόδοξο και το πιο ανάξιο σενάριο. Αποδείχθηκε ότι για την κυβέρνηση -και τον κ. πρωθυπουργό προσωπικά- διακυβεύεται κάτι πολύ περισσότερο από τα όρια της συγκεκριμένης υπόθεσης.
Δεν πρόκειται, λοιπόν, να έχουμε συμμετοχή σε συγκυριακά επικοινωνιακά τεχνάσματα, του τύπου “ας κάνουμε κάτι, για να τους ρίξουμε στάχτη στα μάτια”. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε και ένα ψήγμα ηθικής και πολιτικής νομιμοποίησης, από μέρους μας, της όλης απαράδεκτης διαδικασίας, την οποία στοιχειώδεις λόγοι δημοκρατικής συνείδησης δεν μας επιτρέπουν να παράσχουμε», κατέληξε η κ. Σακοράφα.