Στη Βουλή το νομοσχέδιο για την ισότητα στο γάμο
Στην Ολομέλεια της Βουλής εισήχθη προς συζήτηση το νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο.
Η συζήτηση θα ολοκληρωθεί το βράδυ της Πέμπτης με τις τοποθετήσεις των πολιτικών αρχηγών και την διεξαγωγή της ονομαστικής ψηφοφορίας.
Κατά την επεξεργασία του νομοσχεδίου στις επιτροπές της Βουλής, «ναι» επί της αρχής δήλωσαν οι εισηγητές της Νέας Δημοκρατία, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, της Νέας Αριστεράς και της Πλεύσης Ελευθερίας. Κατά του νομοσχεδίου δήλωσαν- παρουσιάζοντας διαφορετική επιχειρηματολογία- το ΚΚΕ, η Ελληνική Λύση, η Νίκη και οι Σπαρτιάτες.
Γάμος ομόφυλων ζευγαριών: Η έκθεση της επιστημονικής υπηρεσίας της Βουλής
Η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής στην έκθεσή της αναφέρει ότι το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών υλοποιεί τη συνταγματική αρχή της ελευθερίας και της ισότητας.
Για την ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, επισημαίνεται ότι «ενδεχομένως εγείρεται ζήτημα άνισης μεταχείρισης ομόφυλων έγγαμων προσώπων, ανάλογα με το αν πρόκειται για ζεύγος γυναικών ή ανδρών« κατά παράβαση του άρθρου 4 παρ. 2 του Συντάγματος.
Σχετικά με την αναγνώριση των γονεϊκών σχέσεων, η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής εκφράζει προβληματισμό «αν με την προτεινόμενη ρύθμιση τυγχάνουν δυσμενέστερης μεταχείρισης Έλληνες πολίτες στην ημεδαπή, η ίδρυση γονεϊκών σχέσεων των οποίων δεν αναγνωρίζεται από το ελληνικό δίκαιο ή έχει κριθεί άκυρη, επειδή λαμβάνει χώρα με τρόπο που δεν ρυθμίζεται ή δεν επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο, μολονότι αυτοί τελούν υπό όμοιες, κατά τα λοιπά, συνθήκες».
Η έκθεση της επιστημονικής υπηρεσίας της Βουλής αναφέρει μεταξύ άλλων:
– «Με το άρθρο 3 του νομοσχεδίου (Σύναψη γάμου από πρόσωπα του ίδιου φύλου – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 1350 Αστικού Κώδικα) τροποποιείται το άρθρο 1350 παρ. 1 ΑΚ, και ορίζει ότι ο γάμος συνάπτεται μεταξύ δύο προσώπων διαφορετικού ή ίδιου φύλου. Με την εν λόγω επέκταση της δυνατότητας σύναψης γάμου και σε πρόσωπα του ίδιου φύλου, το νομοσχέδιο υλοποιεί τη συνταγματική αρχή της ελευθερίας (άρθρο 5 παρ. 1 Συντ.) και τη συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Συντ.), σύμφωνα με την οποία, από συνταγματική άποψη, το νομοθετικό αυτό πλαίσιο (της διαφοράς φύλου ως στοιχείου για το υποστατό του γάμου) δεν κείται εκτός των ορίων των άρθρων 4 παρ. 1, για την αρχή της ισότητας, και 5 παρ. 1, για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας. Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 21 παρ. 1 του Συντάγματος, οι νέες ρυθμίσεις οργανώνουν μορφές έννομης αναγνώρισης και προστασίας και σε άλλες περιπτώσεις σχέσεων που εμπίπτουν στην έννοια της οικογένειας, σύμφωνα και με τη νομολογία του ΕΔΔΑ.
Σημειωτέον ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας, επιβεβαιώνοντας τη συμβατότητα της καθιέρωσης του συμφώνου συμβιώσεως ανεξαρτήτως φύλου των μερών με το άρθρο 21 του Συντάγματος, δέχεται ότι η εν λόγω συνταγματική διάταξη έχει προεχόντως κατευθυντήριο χαρακτήρα και ερμηνεύεται σε συνδυασμό με τις συνταγματικές αρχές της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, της ισότητας και της προστασίας της ιδιωτικής ζωής».
– Ως προς το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επισημαίνεται ότι τα θέματα της προσωπικής κατάστασης, στην οποία υπάγονται οι σχετικοί με τον γάμο κανόνες, αποτελεί τομέα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Υπό την έννοια αυτή, το ευρωπαϊκό δίκαιο δεν επιβάλλει, αλλά επιτρέπει, τη θέσπιση από τα κράτη μέλη ρυθμίσεων για τον γάμο μεταξύ προσώπων του ίδιου φύλου.
– Με σειρά αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), ορίζεται ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να αναγνωρίζουν τον γάμο μεταξύ προσώπων του ίδιου φύλου που έχει συναφθεί εντός άλλου κράτους μέλους, προς τον σκοπό άσκησης των δικαιωμάτων που αντλούν από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
– Αντιστοίχως, έχει γίνει δεκτό ότι αν το πιστοποιητικό γέννησης ενός παιδιού αναφέρει δύο γονείς του ίδιου φύλου (με ένα εκ των δύο Ευρωπαίο πολίτη), πρέπει «το σύνολο των κρατών μελών» να αναγνωρίζει τη σχέση γονέα παιδιού, δηλαδή να αναγνωρίζει αμφότερους τους αναφερόμενους ως γονείς, για την άσκηση των ελευθεριών του δικαίου της Ένωσης.
– Ως προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι τα συμβαλλόμενα κράτη έχουν την υποχρέωση να αναγνωρίζουν και να προστατεύουν με νομικό καθεστώς τις οικογενειακές σχέσεις των ομόφυλων ζευγαριών, η επιλογή όμως ως προσήκουσας αναγνώρισης, μεταξύ γάμου και, κατ’ ελάχιστο, αστικής ενώσεως, εναπόκειται στο εθνικό δίκαιο.
Ως προς την υιοθεσία, η Επιστημονική Υπηρεσία επισημαίνει ότι η ισχύουσα νομοθεσία (τόσο ο ΑΚ όσο και ο ν. 4356/2015) δεν ρυθμίζει τη δυνατότητα υιοθεσίας από ομόφυλο ζεύγος. Από τη σιωπή του νομοθέτη, ο οποίος αν και γνώριζε το ζήτημα, δεν το ρύθμισε, συνάγεται ότι δεν χωρεί ανάλογη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων στο σύμφωνο συμβίωσης όσον αφορά την κοινή υιοθεσία ανήλικου τέκνου.
– Ως προς την ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, στην έκθεση επισημαίνεται ότι ενδεχομένως εγείρεται ζήτημα άνισης μεταχείρισης ομόφυλων έγγαμων προσώπων, ανάλογα με το αν πρόκειται για ζεύγος γυναικών ή ανδρών, κατά παράβαση του άρθρου 4 παρ. 2 Συντ.
– Το άρθρο 11 του Νομοσχεδίου (Γονεϊκή σχέση που έχει δημιουργηθεί στο εξωτερικό) καταλαμβάνει όχι μόνο γονεϊκές σχέσεις που έχουν καταχωρισθεί σε δημόσια έγγραφα ή δικαστική απόφαση τρίτης χώρας έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, αλλά και γονεϊκές σχέσεις που θα δημιουργηθούν και θα καταχωρισθούν, κατά τα ανωτέρω, στο μέλλον.
Υπό την έννοια αυτή, και ανεξαρτήτως της νομικής υποχρέωσης αναγνώρισής τους, δυνάμει της ΕΣΔΑ και της νομολογίας του ΕΔΔΑ, γεννάται προβληματισμός αν με την προτεινόμενη ρύθμιση τυγχάνουν, κατ’ αποτέλεσμα, δυσμενέστερης μεταχείρισης Έλληνες πολίτες στην ημεδαπή, η ίδρυση γονεϊκών σχέσεων των οποίων δεν αναγνωρίζεται από το ελληνικό δίκαιο ή έχει κριθεί άκυρη, επειδή λαμβάνει χώρα με τρόπο που δεν ρυθμίζεται ή δεν επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο, μολονότι αυτοί τελούν υπό όμοιες, κατά τα λοιπά, συνθήκες.