Άρχισε η συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής για τον νέο δικαστικό χάρτη
Με τις τοποθετήσεις των εισηγητών των κομμάτων άρχισε στην ολομέλεια της Βουλής η συζήτηση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο «Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις». Το ενδιαφέρον αναμένεται να κορυφωθεί το απόγευμα όταν θα λάβουν τον λόγο ο πρωθυπουργός και οι αρχηγοί των κομμάτων, οι οποίο αναμένεται να αναφερθούν σε θέματα επικαιρότητας εν όψει και των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου.
Ως «μία από τις εμβληματικότερες νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, μία από τις επιδραστικότερες τομές που έχει καταθέσει το Υπουργείο Δικαιοσύνης και έχει να επιδείξει η παρούσα κυβέρνηση, η οποία έχει ως πυρήνα τον εξορθολογισμό στη βάση του δικαιικού συστήματος της χώρας και τη διαμόρφωση μιας σύγχρονης Ελλάδας» περιέγραψε το νομοσχέδιο η εισηγήτρια της πλειοψηφίας, βουλεύτρια της ΝΔ, Αικ. Παπακώστα. Η μεταρρύθμισή μας «υλοποιεί μια υπόσχεση για ταχύτερη, αποτελεσματικότερη, αλλά και ποιοτικότερη απονομή της δικαιοσύνης, καθώς […] κεντρικός άξονας της πολιτικής μας δεν είναι άλλος από τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, υπερβαίνοντας παθογένειες και καταπολεμώντας στρεβλώσεις που έρχονται από το παρελθόν, ώστε με τολμηρές μεταρρυθμίσεις η χώρα μας να προσεγγίσει σταδιακά τα δεδομένα των προηγμένων κρατών της Ευρώπης και του σύγχρονου κόσμου» είπε η κα Παπακώστα.
Όπως επεσήμανε, με το σχέδιο νόμου ενοποιούνται οι πρωτοβάθμιοι δικαστές με αναβάθμιση των ειρηνοδικών σε πρωτοδίκες, «αφήνοντας πίσω μας την παρωχημένη, αντιπαραγωγική και αχρείαστη διάκρισή τους. Στέλνουμε στην πρώτη γραμμή μάχης χίλιους περίπου πρώην ειρηνοδίκες, οι οποίοι με την κατάλληλη επιμόρφωση θα μπορούν, πλέον, να ανταποκρίνονται στα καθήκοντα των πρωτοδικών, δικάζοντας ταυτόχρονα ποινικές και πολιτικές υποθέσεις. Έτσι, με την ενοποίηση, διπλασιάζεται η δεξαμενή των δικαστών καθώς θα υπάρχουν, πλέον, συνολικά δύο χιλιάδες εκατό πρωτοδίκες με καταλυτική επίδραση στην ταχύτητα έκδοσης των πρωτοβάθμιων αποφάσεων». Επεσήμανε επίσης, ότι «η προτεινόμενη ενοποίηση αποτελεί αδιαμφισβήτητα μεταρρυθμιστική τομή που λύνει μια μεγάλη ιστορική εκκρεμότητα και, ταυτόχρονα, ενισχύοντας δομικά και λειτουργικά το δικαστικό μας σύστημα, αυξάνει σημαντικά την ποιότητα και τις επιδόσεις του. Η συνδυασμένη απόδοση, πλέον, όλων των πρωτοβάθμιων δικαστών -ειρηνοδικών και πρωτοδικών- εκτιμάται ότι μετά την ενοποίηση μπορεί να αυξηθεί μέχρι και σε ποσοστό 17%. Το ποσοστό εκκαθάρισης των νέων πρωτοδικείων περαιωθείσες προς τις εισερχόμενες υποθέσεις αναμένεται να αυξηθεί μέχρι και 24%, ενώ κεντρικός στόχος είναι η επιτάχυνση του χρόνου απονομής της δικαιοσύνης έως και 30% έως το έτος 2027».
Ως γονατογράφημα που βλάπτει ανεπανόρθωτα την απονομή δικαιοσύνης και οδηγεί σε διοικητική ακαταστασία, χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλ. Αυλωνίτης. Όπως είπε, έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων σε όλη την Ελλάδα κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στο χθεσινό «συντριπτικό αποτέλεσμα» των δικηγορικών συλλόγων Αθήνας και Πειραιά. Επέκρινε μάλιστα την κυβέρνηση ότι ενεργοποιεί τον κοινωνικό αυτοματισμό με επίδικο τις έδρες των πρωτοδικείων. Αναφερόμενος στη δήλωση του υπουργού Δικαιοσύνης Γ. Φλωρίδη ότι το δικαστήριο για το Μάτι δίκασε με τον επιεική Ποινικό Κώδικα του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Αυλωνίτης είπε ότι η καθυστέρηση εκδίκασης κατά έξι χρόνια έγινε επί ΝΔ, και ότι ο θεσμός μετατροπής των ποινών φυλάκισης (εξαγορά σε χρήμα) ίσχυε όταν συνέβη η τραγωδία και ότι επί ΣΥΡΙΖΑ καταργήθηκε με σκοπό να εκτίονται οι ποινές. Επί ΝΔ και Φλωρίδη επανήλθε «πανηγυρικά» η δυνατότητα μετατροπής, είπε ο κ. Αυλωνίτης.
Η επιχειρούμενη νομοθετική τομή της κυβέρνησης έχει ψευδεπίγραφο και πλαστό περιεχόμενο χωρίς την απαιτούμενη νομοπαρασκευαστική διαδικασία, είπε η αγορήτρια του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Μιλένα Αποστολάκη. Η πραγματικότητα είναι ότι το «πρόχειρο» αυτό νομοσχέδιο αποτελεί προϋπόθεση προκειμένου η χώρα να εισπράξει χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης, είπε η κα Αποστολάκη: «Η αλήθεια είναι ότι είναι ένα μνημονιακό προαπαιτούμενο ενώ τα χρήματα που θα πάρουμε, η κυβέρνηση δεν θα τα δαπανήσει για τη Δικαιοσύνη αλλά για μικροκομματικό όφελος».
Για απόλυτα δικαιολογημένη η οργή συγγενών και κατοίκων μίλησε στην τοποθέτησή της η αγορήτρια του ΚΚΕ, Μ. Κομνηνάκα, αναφερόμενη στην «τουλάχιστον αναντίστοιχη» για τα γεγονότα χθεσινή απόφαση του δικαστηρίου για το Μάτι. Όπως είπε, «για άλλη μια φορά διέπρεψε η γνωστή λογική του ανθρώπινου λάθους, που εξαντλεί την απόδοση των ευθυνών σε υπηρεσιακούς παράγοντες, και μάλιστα με ποινές-χάδι, ενώ αφήνει στο απυρόβλητο τους υψηλά ιστάμενους και τους πολιτικά υπεύθυνους για το έγκλημα». Είναι η ίδια ακριβώς λογική που επιστρατεύεται πάντα για να συγκαλυφθούν τα διάφορα κρατικά εγκλήματα σε βάρος του λαού, όπως συμβαίνει και σήμερα με το έγκλημα στα Τέμπη, είπε η κα Κομνηνάκα. Επεσήμανε μάλιστα ότι αυτό κάνει ακόμα πιο καθοριστική η συμβολή του λαϊκού παράγοντα για να μην επιτρέπει την ευόδωση αυτών των προσπαθειών συγκάλυψης και κυρίως να μην επιτρέπει, αλλά να βάζει στο στόχαστρο, αυτές τις πολιτικές που πηγάζουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που θεωρούν προτιμότερη και λιγότερο κοστοβόρα την καταστροφή από το να ξοδευτούν χρήματα για την πρόληψη, με λογικές με τις οποίες, τελικά, επιδιώκεται και η ευθυγράμμιση της δικαιοσύνης». Όπως τόνισε η βουλεύτρια του ΚΚΕ, αυτή τη λογική«κόστους-οφέλους» σήμερα η κυβέρνηση εφαρμόζει και στην αναμόρφωση του δικαστικού χάρτη, και αυτό «δεν έρχεται ως κεραυνός εν αιθρία, αλλά ως ένα ώριμο φρούτο, που προετοιμάστηκε από την περιβόητη έκθεση Πισσαρίδη του 2020 και τα σχέδια Πικραμμένου, πριν ανατεθεί στην Παγκόσμια Τράπεζα για να ζυγίσει και να περάσει την δικαιοσύνη από τον αντιλαϊκό κόφτη κόστους-οφέλους».
Αντί να στοχεύει στην ποιοτική απονομή της Δικαιοσύνης καθώς και στην επιτάχυνση αυτής, το νομοσχέδιο επιφέρει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, είπε στην τοποθέτησή του ο αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Π. Σαράκης: «Η συγχώνευση των κατά τόπους πρωτοδικείων με τόσο μεγαλύτερη ύλη είναι δεδομένο ότι θα προκαλέσει επιβράδυνση στη Δικαιοσύνη ενώ εξίσου δεδομένη είναι και η ποιοτική υποβάθμιση της απονομής δικαιοσύνης με την ανάθεση της ποινικής δικαιοδοσίας σε ειρηνοδίκες που θα έχουν παρακολουθήσει απλώς επιμορφωτικά σεμινάρια. Είναι προφανές» πρόσθεσε ο κ. Σαράκης, «ότι όταν γίνονται τόσο δραστικές παρεμβάσεις στον χώρο της Δικαιοσύνης, με αποκλειστικό γνώμονα την εξασφάλιση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, αυτό δεν μπορεί παρά να λειτουργεί σε βάρος της ποιότητας της δικαιοσύνης». Αναφερόμενος στις υποθέσεις των Τεμπών και του Ματιού, είπε ότι «όταν έχουμε εγκλήματα όπου ευθύνεται ο κρατικός μηχανισμός, οι υπηρετούντες στον κρατικό μηχανισμό τυγχάνουν ασυλίας και ατιμωρησίας. Αν θέλετε πραγματικά να προχωρήσουμε σε μεταρρυθμίσεις στην ελληνική δικαιοσύνη που θα αναβαθμίσουν την ποιότητα της αλλά ταυτόχρονα θα εξασφαλίσουν και τη σχέση εμπιστοσύνης που θα πρέπει να έχει μια συντεταγμένη κοινωνία απέναντι σε αυτή, θα πρέπει πραγματικά να υπάρξει ουσιαστικός διάλογος με τους ανάλογους φορείς, δηλαδή με τους δικαστές, τους δικηγόρους αλλά και με τους φορείς της κοινωνίας».
Για νομοθέτηση απέναντι στην κοινωνία και ερήμην της κοινωνίας επέκρινε την κυβέρνηση ο αγορητής της Νέας Αριστεράς, Δ. Τζανακόπουλος, ο οποίος εκτίμησε ότι το νομοσχέδιο μετατρέπει τους ειρηνοδίκες, που πλέον γίνονται πρωτοδίκες, σε περιοδεύοντα θίασο. Επεσήμανε μάλιστα ότι υπάρχει γενικευμένο αίσθημα καχυποψίας των πολιτών απέναντι τόσο στην ελληνική δικαιοσύνη και τις αποφάσεις της, το οποίο τροφοδοτεί διαρκώς συμπεριφορές και στάσεις αντιπολιτικές, «που φλερτάρουν με τις διαφορετικές εκδοχές της άκρας δεξιάς. […] Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν είναι άμοιρη ευθυνών για την κατάσταση αυτή αλλά είναι στην πραγματικότητα η κυρία υπεύθυνη για αυτή τη γενικευμένη καχυποψία» είπε ο κ. Τζανακόπουλος, φέροντας ως παραδείγματα τα εξής: «Η υπόθεση των υποκλοπών και η επιλογή της συγκάλυψης. Η αδιαφανής χρηματοδότηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης, καθόλα τα πέντε χρόνια της διακυβέρνησης. Η επιλογή καλύψης του κ. Καραμανλή στην υπόθεση των Τεμπών. Η προσχηματικές εξεταστικές επιτροπές. Ο γενικευμένος αυταρχισμός απέναντι στους αδύναμους και προνομιακή μεταχείριση των οικονομικών ελίτ».
Για νομοθέτημα-απαίτηση του Ταμείου Ανάκαμψης μίλησε ο βουλευτής της ΚΟ Νίκη, Γ. Αποστολάκης. Όπως είπε, η κυβέρνηση λέει ότι θέλει να αναδιαρθρώσει τα δικαστήρια για να επιτύχει ταχύτερη και ποιοτικότερη απονομή της Δικαιοσύνης, ωστόσο, άξονας των μεταρρυθμίσεων που προτείνει είναι η λογική κόστους-οφέλους τον οποίο «καθόρισε η Παγκόσμια Τράπεζα». Είπε επίσης ότι η χθεσινή δικαστική απόφαση για το Μάτι δεν έπεισε το λαό, που βλέπει διακριτική μεταχείριση των επωνύμων.
Θα έπρεπε να προβληματίσει σοβαρά το Υπουργείο ότι τάσσονται κατά του νομοσχεδίου όλοι οι φορείς της Δικαιοσύνης, φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αλλά και όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, είπε ο αγορητής της ΚΟ Σπαρτιάτες, Π. Δημητριάδης. Με το παρόν νομοσχέδιο δεν παρέχεται καμία λύση στα προβλήματα καθυστερήσεων της Δικαιοσύνης, που «εσφαλμένα» αποδίδονται στα χρήσιμα ειρηνοδικεία. Η κατάργηση ειρηνοδικείων θα ταλαιπωρήσει πολίτες, δικηγόρους και δικαστές και, στην περίπτωση της Β’ Θεσσαλονίκης, θα διανύουν 70-80 χιλιόμετρα για να πηγαίνουν στο κεντρικό ειρηνοδικείο. Πρέπει να νομοθετούμε, όχι μόνο με γνώμονα την εξοικονόμηση των δαπανών και τις επιταγές της Παγκόσμιας Τράπεζας» είπε ο κ. Δημητριάδης.
Είναι ψευδεπίγραφη η επιτάχυνση της Δικαιοσύνης που πρεσβεύει το νομοσχέδιο, καθώς αυτή απαιτεί νέες υποδομές οι οποίες δεν έχουν προβλεφθεί, είπε η αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας, Ελ. Καραγεωργοπούλου.