Από τα μπρούτζινα γκιούμια του δρόμου στις προθήκες καταστημάτων της Ευρώπης
Βολβοί από άγριες ορχιδέες, σκληροί σαν πέτρες, τοποθετούνται σε μεγάλα δοχεία και θρυμματίζονται. Στη συνέχεια περνούν από σίτα μέχρι το υλικό να πάρει μορφή πούδρας και με την προσθήκη κι άλλων συστατικών γίνεται το μείγμα για ένα ξεχωριστό ρόφημα, το γνωστό σαλέπι. Στο εργαστήριο της οικογένειας Τσακιρίδη, στο Φίλυρο Θεσσαλονίκης, τα μηχανήματα δουλεύουν χωρίς σταματημό προκειμένου το ιδιαίτερο μείγμα να πάρει τον δρόμο όχι μόνο για τα μπρούτζινα γκιούμια των σαλεπιτζήδων στους δρόμους αλλά και για τις προθήκες καταστημάτων σε πολλές χώρες της Ευρώπης, που το έχουν εντάξει στη διατροφή τους.
«Το σαλέπι έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές τους τελευταίους μήνες, που ο κόσμος έχει στραφεί σε μια πιο υγιεινή διατροφή και η εικόνα με την παραδοσιακή αχνιστή κούπα που παίρναμε στον δρόμο, τώρα μπαίνει και στο σαλόνι του σπιτιού μας», λέει στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού/Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM» ο Γιώργος Τσακιρίδης. Όπως παρατηρεί, ιδιαίτερα τη χειμερινή περίοδο, που το κρύο δυναμώνει και οι θερμοκρασίες είναι πολύ χαμηλές, το σαλέπι έχει την τιμητική του. «Το ζητούν για οικιακή χρήση. Το προμηθεύονται ως μείγμα, το βράζουν όπως τον ελληνικό καφέ και σε λίγα λεπτά γίνεται ένα ρόφημα έτοιμο για κατανάλωση», εξηγεί, τονίζοντας πως Γερμανοί, Σουηδοί, Ελβετοί και Άγγλοι δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στο διαφορετικό αυτό ρόφημα.
Το «μικρόβιο» για την ενασχόληση με το σαλέπι μπήκε στον κ. Τσακιρίδη από τον παππού και τη γιαγιά του, που έφεραν από τη Μικρά Ασία στη Θεσσαλονίκη μια παραδοσιακή οικογενειακή συνταγή για την παρασκευή του σαλεπιού, το οποίο θεωρούσαν θαυματουργό. Η κατανάλωσή του για την οικογένεια ήταν μία καθημερινή συνήθεια, την οποία συνέχισε και ο κ. Τσακιρίδης όταν δημιούργησε και αυτός οικογένεια. Έως το 2014 όμως, ούτε ο ίδιος ούτε η σύζυγός του Μαρία Δανιηλίδου, είχαν φανταστεί ότι το καυτό ρόφημα θα γινόταν η επιχειρηματική τους δραστηριότητα. Ήταν το 2012 όταν ο κ. Τσακιρίδης εγκατέλειψε τον χώρο των χρηματιστηριακών και ασφαλιστικών υπηρεσιών και η σύζυγός του τον τομέα της αισθητικής προκειμένου να ασχοληθούν επαγγελματικά με το σαλέπι και δεν το έχουν μετανιώσει ούτε λεπτό.
«Η πρώτη ύλη για το σαλέπι μας, προέρχεται από άγριες ορχιδέες που φύονται σε υψόμετρο άνω των 1.600 μέτρων σε βουνά της Βόρειας Ελλάδας. Η συγκομιδή γίνεται την άνοιξη και το εργαστήριό μας προμηθεύεται τους βολβούς από καλλιεργητές που έχουν ειδική άδεια. Εμείς επεξεργαζόμαστε και τη σκόνη που προκύπτει από το άλεσμα του βολβού της ορχιδέας και μάλιστα έχουμε δημιουργήσει τα δικά μας μείγματα με καραμέλα και βανίλια με ζάχαρη ή χωρίς ζάχαρη», εξηγεί ο κ.Τσακιρίδης .
Το σαλέπι περιέχει πολυσακχαρίτες και βασσορίνη, η οποία πηκτώνει το μείγμα, καθώς είναι πλούσια σε άμυλο και, όπως εξηγεί ο ιδιοκτήτης του εργαστηρίου, σερβίρεται σε κούπες όταν η συνοχή του ροφήματος έχει πήξει τόσο, ώστε να μοιάζει με αραιό ζελέ. Σε κάθε μερίδα φυσικά, μπορεί να προστεθεί κανέλα, γαρύφαλλο, τζίντζερ καθώς και ό,τι αγαπά ο καθένας και θεωρεί πως «δένει» με το σαλέπι.
Πριν από τη λήψη των περιοριστικών μέτρων κατά της πανδημίας του νέου κορονοϊού και το κλείσιμο της εστίασης και των καφέ, είχαν ξεκινήσει τη διάθεσή του προϊόντος σε πολλά καταστήματα σε όλη τη χώρα και το σαλέπι βρίσκονταν στον κατάλογο με τα ροφήματα και μάλιστα, όπως μαρτυρούν, είχε μεγάλη ζήτηση.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)