Θυμάμαι πριν από πολλά χρόνια, όταν τα καράβια ήταν μικρότερα και οι διαδρομές στο Αιγαίο πολύ περισσότερο χρονοβόρες, συχνά η επιστροφή από τις διακοπές έπεφτε 15-16 Αυγούστου και το τελευταίο λιμάνι ήταν η Τήνος. Θυμάμαι το μαύρο ποτάμι να ξεχύνεται από την προβλήτα μέσα στο πλοίο και να το πλημμυρίζει με την ταχύτητα του νερού που ανεβαίνει όταν αυτό βυθίζεται- μέχρι που γέμιζε και το επάνω κατάστρωμα. Εκεί όπου τα sleeping bags μαζέυονταν γρήγορα-γρήγορα, τα γέλια και τα τραγούδια σταματούσαν και το ταξίδι συνεχιζόταν μέσα σε στριμωξίδι και σιωπές. Ήταν μία άλλη Ελλάδα στριμωγμένη στα καραβια του δεκαπενταύγουστου, μια Ελλάδα που εμείς-κακώς- δεν θέλαμε να γνωρίσουμε ή να παραδεχθούμε. Αυτή η Ελλάδα υπάρχει και σήμερα. Κάνει ουρές για να προσκυνήσει τα λείψανα του ενός ή του άλλου Αγίου, πιστεύει χωρίς να ερευνά, υποδέχεται το άγιο φως με τιμές αρχηγού κράτους. Δύσκολο να συμφωνήσει κανείς με όλα αυτά. Αλλά όσο και αν διαφωνεί, δεν μπορεί να μην αναλογισθει τον πόνο και την απελπισία που ωθεί έναν άνθρωπο να συρθεί στα τέσσερα για να εκπληρώσει ένα τάμα, για να διατηρήσει ενδεχομένως μία ύστατη ελπίδα. Δεν είναι αντιπροσωπευτικές εκόνες της Ελλάδας του 2015 αυτές. Αποτελούν όμως ακόμη αναπόσπαστο κομμάτι της. Και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε.