Οι αρχαίοι θεωρούσαν ότι όταν οι άνθρωποι πέθαιναν, ταξίδευαν στον ποταμό Αχέροντα με οδηγό τον Χάρο και στην Αχερουσία λίμνη όταν έφταναν, φεύγανε πια για τον Κάτω Κόσμο.

Το νεκρομαντείο του Αχέροντα βρισκόταν κοντά στις πύλες του Αδη, εκεί που οι ψυχές “άυλες”, γυρνούσαν σαν σκιές.

Τα ερείπια του νεκρομαντείου βρίσκονται δίπλα στο χωριό Μεσοπόταμος του νομού Πρεβέζης, στις βορειοδυτικές όχθες της Αχερουσίας Λίμνης, που τώρα πια δεν την βλέπει κάποιος. Έχει αποξηρανθεί και στην θέση της απλώνεται ένας καταπράσινος κάμπος. Από την άλλη μεριά, στα δυτικά, το μόνο που παραμένει είναι η ήρεμη συμβολή Αχέροντα και Βωβού ποταμού στην πεδιάδα και οι εκβολές του ποταμού στο Ιόνιο, εκεί που βρίσκεται το ψαροχώρι Αμμουδιά.

Πολλοί μύθοι και παραδόσεις, αλλά και αρχαίοι συγγραφείς και ιστορικοί αναφέρονται στο διάσημο κατά την αρχαιότητα Νεκρομαντείο του Αχέροντα. Την πιο αναλυτική περιγραφή της τοποθεσίας και του μυστηριακού τελετουργικού του μάς προσφέρει ο Όμηρος. Η μάγισσα Κίρκη δίνει σαφείς οδηγίες στον Οδυσσέα πώς θα φτάσει στην είσοδο για τον Κάτω Κόσμο, όπου μετά από προσφορές και θυσίες ζώων, θα συναντούσε τον πεθαμένο μάντη Τειρεσία, για να μάθει πώς θα επιστρέψει στην Ιθάκη. Άλλοι που ανέφεραν το Νεκρομαντείο είναι ο Ηρόδοτος και ο Παυσανίας.

Αντίθετα από τα άλλα διάσημα μαντεία της αρχαιότητας, στο Νεκρομαντείο του Αχέροντα δεν έχουμε αίτημα χρησμού, αλλά μυσταγωγία επαφής των ζωντανών με είδωλα και ήχους νεκρών συγγενικών και φιλικών προσώπων. Καταλυτικός ήταν ο ρόλος των ιερέων, οι οποίοι επεδίωκαν συζητήσεις με τους επισκέπτες για να γνωρίσουν τις προθέσεις τους και να δώσουν τις ανάλογες απαντήσεις, καθώς και η ιεροτελεστία που ακολουθούνταν.

Υπέβαλαν τους επισκέπτες σε ψυχολογικές και σωματικές δοκιμασίες, πρώτον με τη δαιδαλώδη, επιβλητική κατασκευή του μαντείου, τις σκοτεινές γεμάτες υγρασία αίθουσες και την ιδιαίτερη ακουστική του χώρου και δεύτερον, με ειδική δίαιτα, ώστε να θολώνουν το μυαλό τους και να εξάπτουν τη φαντασία τους. Οι ιερείς προσέφεραν γεύματα και ποτά με παραισθησιογόνα στους προσκυνητές, τους έβαζαν μέσα σε τάφους για μέρες, μετά τους έβαζαν να περιπλανιούνται σε λαβυρινθώδεις διαδρομές και κατόπιν διοργάνωναν με διάφορα τεχνάσματα “παραστάσεις”, ώστε να νομίζουν οι επισκέπτες ότι μιλούσαν με τους νεκρούς. Τα “είδωλα” των νεκρών τα ανέβαζαν οι ιερείς από την υπόγεια, ανηχωϊκή κρύπτη με σιδερένιους μοχλούς. 

Οι ιερείς είχαν στήσει εκεί μια προσοδοφόρα επιχείρηση εξαπάτησης των αφελών πιστών, που πίστευαν, ότι από εκεί, από τον πιο κοντινό στις πύλες τού Αδη χώρο, θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τους χαμένους για πάντα αγαπημένους τους..  (https://www.tovima.gr/2008/11/17/archive/iigh-tech-kathodos-ston-adi/)

Πώς μπορεί κάποιος να τους κατηγορήσει; Θέλει ο πονεμένος εν ζωή να ξαναδεί το χαμένο πρόσωπο, να το ρωτήσει, να μάθει, να θυμηθεί και να θυμήσει.

Ωστόσο, αξίζει να αναφερθεί και μία νεότερη αρχαιολογική ερμηνεία, η οποία δίνει εντελώς διαφορετική διάσταση στον αρχαιολογικό χώρο στο λόφο πάνω από τον ποταμό Αχέροντα. Ο αρχαιολόγος Dietwulf Baatz αναγνωρίζει στο μνημειακό συγκρότημα μία οχυρή ιδιωτική οικία των ελληνιστικών χρόνων με έναν αρχικό κεντρικό πυρήνα και μεταγενέστερα περιφερειακά βοηθητικά δωμάτια, διαδρόμους και αυλές. Και όχι ένα μαντείο.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

*el.wikipedia.org

*archaiologia.gr

*academia.edu