TV SHOWS

Silo: Με τη φόρμα και τη φόρα του σωστού Sci-Fi

Ένα γιγάντιο υπόγειο Silo κατασκευασμένο μερικούς αιώνες πριν τη δράση της ιστορίας, ένα κτίσμα που μυστηριωδώς «χάνεται» προς τα κάτω, εκατόν σαράντα και βάλε επίπεδα χωρίς ασανσέρ, μια ταξική διαφοροποίηση σε σχέση με το σημείο που μένεις -όσο πιο ψηλά τόσο πιο καλά-, δέκα χιλιάδες νοματαίοι στριμωγμένοι σε μια εξωπραγματική εγκατάσταση τριγύρω σου και μια ανθρώπινη ιστορία χαμένη στο διάστημα ή για την ακρίβεια στο παρελθόν. Κανείς δεν ξέρει πώς βρέθηκαν εκεί, κανείς και αν αυτοί είναι οι τελευταίοι της ανθρωπότητας. Οιαδήποτε πληροφορία που αφορά στο ιστορικό πριν, ελέγχεται από το Δικαστικό και το Αστυνομικό τμήμα.

Οι κανόνες είναι κανόνες και κάθε παρατυπία τιμωρείται με θάνατο. Το μόνο που οφείλεις εσύ, ως κάτοικος του Silo, να γνωρίζεις, είναι πως όλα έξω από αυτό, στην «ερειπωμένη» επιφάνεια, είναι σκέτο δηλητήριο, τίποτα δεν ζει. Η μόνη συνθήκη επιβίωσης είναι μέσα σε αυτό το περίτεχνο δημιούργημα που κάποιοι έφτιαξαν, πες τους Ιδρυτές και θα ‘σαι μέσα.  

Αυτό είναι πάνω κάτω το κεντρικό στόρι μιας ωραίας τηλεοπτικής δυστοπίας που βασίζεται σε μια σάγκα που συγκίνησε πολλούς αναγνώστες – μεταξύ αυτών όχι, δεν συγκαταλέγομαι και εγώ. Οπότε ξεκινάμε από τα βασικά. Δεν έχω ιδέα για την εξέλιξη του και δεν περιμένω με καμιά αγωνία να τσεκάρω κάποια αγαπημένη σκηνή που έχω διαβάσει σε κάποια σελίδα. Πηγαίνω και εγώ σαν χιλιάδες άλλους που είδαν sci-fi εκεί στα διευκρινιστικά credits και γεμάτοι χαρά και χαμόγελα είπαν να πατήσουν play και να το δοκιμάσουν. Έξι επεισόδια έχουν πέσει ως τα τώρα και μένουν άλλα τέσσερα για να ολοκληρωθεί ο κύκλος -αυτό θα γίνει μέχρι ο Ιούνιος πει το τελευταίο γεια. Υποθέτω πάντως, αν κρίνω από την βιβλιογραφία και το buzz -θετικό ως επί το πλείστον- που έπεσε στις τηλεοπτικές εικόνες του, πως θα ακολουθήσουν και άλλοι.  

Σε μια χρονιά που, αν εξαιρέσεις το The last of us, δεν έχει δείξει ακόμη μεγάλα sci-fi πατήματα (πώς να ικανοποιήσεις το κτήνος μέσα σου με την παιδικότητα του Mandalorian;), η γήινη απόγνωση του κουρασμένου υπολείμματος μέσα στη γη πέφτει ως μάννα εξ ουρανού. Καθαρό στη γραμμή του, με περίτεχνα σετ και καλό CGI, πλούσιο σε ιδέες, θετικά mainstream στις αντιδράσεις του και ξεκάθαρα πολιτικό στην απογείωση του. Οι ταξικές διαφορές μεταξύ των ορόφων θυμίζουν  αυτές στο Snowpiercer μεταξύ των βαγονιών – στα πρώτα επεισόδια όμως στέκονται στην άκρη, προηγείται το μυστήριο της απομόνωσης, που θα κληθεί πρώτο να εξηγήσει αποφάσεις και ανατροπές.

Ο κλειστός αυτός πολιτισμός στηρίζει τη λειτουργία του στους μηχανικούς και τους ανακυκλωτές που κατοικούν στα έγκατα. Όσο αυτοί διατηρούν τη ζωή στο «οικοσύστημα», οι τυχεροί της πρώτης τάξης στην κορυφή μπορούν να γευματίζουν παρατηρώντας μέσα από το μοναδικό παράθυρο τη ζωή έξω. Ακίνητη, σκονισμένη, γεμάτη με τα «πτώματα» αυτών που τιμωρήθηκαν για ανυπακοή ή απλά ζήτησαν να βρεθούν εκτός και καμιά φορά «φωταγωγημένη» με κάτι παράξενα στίγματα. «Αστέρι»  είναι μια λέξη που δεν έμαθαν ποτέ τι σημαίνει για να έχει θέση στο λεξιλόγιο τους.

Η φόρμα του Silo θυμίζει πολλά, τίποτα δεν φωνάζει «να και κάτι που δεν έχεις ξαναδεί», και αυτό είναι πραγματικά καλό, η οικειότητα είναι πάντα καλοδεχούμενη, μια ρετρό γραφικότητα επίσης, η ιστορία του, εξάλλου, ξέρει να κρύβει τις εκπλήξεις της όσο πρέπει και να τις παρουσιάζει τη στιγμή ακριβώς που νομίζεις πως το παιχνίδι κυλά στην άκρη και χάνεται. Σαν να πέφτει σε μια ξαφνική πλήξη ίσως; Προσωπικά βρήκα την ανάγκη να εξηγεί τους βασικούς χαρακτήρες εις βάρος της δράσης σε κομβικά στοιχεία, λειτουργική. Ακόμη και αν μια μεγαλύτερη ματιά στην ταπετσαρία της ζωής στο Silo θα ήταν εντελώς επιθυμητή. Αυτό που τελικά επιλέγουν, μια παραμονή στα βασικά, τονισμένη όπως πρέπει με τη κυκλοθυμική και υποβλητική μουσική του Ισλανδού Atli Örvarsson, δείχνει να ταιριάζει περισσότερο στον ρυθμό, όπως και στην λογική, και κυρίως στην ατμόσφαιρα που βγαίνει από τους δεκάδες υπόγειους τοίχους, τις κρυφές στοές, τα πλημμυρισμένα περάσματα.     

Κεντρική εκπρόσωπος της εικόνας του Silo είναι η Juliette, μια μηχανικός-αστυνομικός που θα κληθεί να λύσει το μυστήριο της ιστορίας του και να οδηγήσει τους ανθρώπους του στο επόμενο βήμα της ύπαρξης τους. Η Rebecca Ferguson, που έρχεται φέτος με τη φόρα της παρουσίας της στα νέα κινηματογραφικά Dune και Mission: Impossible, είδε στο τηλεοπτικό αυτό πρόγραμμα κάτι για να διασκεδάσει τον ελεύθερο χρόνο της. Δήλωσε εξαρχής μέγιστη φαν της νουβέλας του πρώην καπετάνιου ιστιοπλοϊκού που άρχισε να τη γράφει μια μέρα σε ένα βιβλιοπωλείο για να τη δει τρία χρόνια μετά ως ebook σε συνέχειες με τη μορφή νουβέλας μέσω του amazon.com. Αγόρασε τα δικαιώματα, στρογγυλοκάθισε στην παραγωγή και έδωσε στον εαυτό της τον βασικό ρόλο.

Έπραξε άριστα. Οι σιωπές της, οι ανάσες της, η στωικότητα στο βλέμμα της, κουβαλάνε την «άγνωστη» ιστορία του περιβάλλοντος με έναν απολαυστικό τρόπο. Δεν χορταίνεις  να την παρακολουθείς να ανεβοκατεβαίνει τις ατελείωτες σκάλες ζητώντας κάθε φορά και μια καινούργια λεπτομέρεια που θα εξηγήσει τα ανεξήγητα για την Silo ιστορία της. Μια από τις ωραιότερες στιγμές (υποτάσσομαι για λίγο στον θεό των spoiler) είναι όταν θα ανακαλύψει ένα απαγορευμένο (παιδικό) βιβλίο και θα ξεφυλλίσει τις σελίδες του. Είναι δύσκολο να πιστέψεις πως οι εικόνες ενός δάσους ή ενός ποταμού που χαϊδεύουν τα τρεμάμενα δάχτυλα της είναι εικόνες που δεν έχει δει ποτέ στη ζωή της. Κάτι όμως στο βλέμμα της, και κυρίως στο σώμα της, σε πείθει και σε βοηθά να νιώσεις έστω και στιγμιαία πώς είναι να βρίσκεσαι πράγματι μπροστά σε κάτι τόσο αδύνατο. Και υπαρκτό!

Το Silo είναι μια δημιουργία του Graham Yost, του θεούλη δηλαδή που έβαλε στη ζωή μας πριν μια δεκαετία το αριστουργηματικό Justified (φανς, ανατριχιάστε ελεύθερα, η «συνέχεια» ως Justified: City Primeval με τον Timothy Olyphant είναι έτοιμη να σκάσει μέσα στον Ιούλιο) και σύμφωνα με τις διαρροές, η πρώτη κατεύθυνση ήταν στη AMC που είπε όχι και προφανώς τώρα τραβάει τα μαλλιά της. Και μετράει απολύσεις.

Δημήτρης Πάντσος

Share
Published by
Δημήτρης Πάντσος